Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016

Πώς ήταν τα πρώτα αυτοκίνητα στην Ελλάδα


Πότε εμφανίστηκαν τα πρώτα αυτοκίνητα στη χώρα μας. Από που έπαιρναν βενζίνη και τι ταχύτητα μπορούσαν να αναπτύξουν 

Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα εμφανίζεται στους δρόμους της Αθήνας μια σιδερένια κατασκευή με ρόδες που κινείται χωρίς να τη σέρνουν άλογα.
AdTech Ad

Μιλάμε για το πρώτο αυτοκίνητο που λειτουργεί με βενζίνη και ηλεκτρισμό.
Άλλωστε τη βενζίνη μέχρι τότε την πωλούσαν μόνο τα φαρμακεία ως καθαριστικό.
 









Το 1884 εμφανίζεται το πρώτο ατμήλατο λεωφορείο, με σιδερένιους τροχούς που ξεκινά από την Αθήνα για Θήβα και Λιβαδειά με 14 επιβάτες, σε χρόνο-ρεκόρ 4 ωρών. Η αρχή είχε γίνει. Το πρώτο τροχήλατο όχημα έφτασε στην Αθήνα το 1897.
Ήταν ένα «Γκάρντνερ» 14 θέσεων που μούγκριζε κάνοντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο.
Εκεί ξεκίνησαν και οι πρώτες κόντρες με τους αμαξάδες για το ποιος θα έπαιρνε τον πελάτη.
Σύμφωνα πάντως με το βιβλίο του Νίκου Πολιτάκου “Αι Αστικαί Συγκοινωνίαι” που εκδόθηκε το 1938, το πρώτο αυτοκίνητο ήταν ένα «Peugeot» με μονοκύλινδρο κινητήρα δύο ίππων που το έφερε στην Ελλάδα ο Ν. Κοντογιαννάκης.
Όμως, η έλλειψη τεχνικών γνώσεων του Κοντογιαννάκη αλλά και των υπόλοιπων Αθηναίων, αφού δεν μπορούσε κανείς να το επισκευάσει, τον ανάγκασαν να το παρατήσει τρεις εβδομάδες αργότερα. Το νέο όχημα αντί να λύσει τα προβλήματα πρόσθεσε ακόμα περισσότερα. Έτσι οι Αθηναίοι, αντί να χαρούν, άρχισαν την κοροϊδία.
Οι τέσσερις τροχοί κάνουν σταδιακά αισθητή την παρουσία τους
Το 1899 εμφανίστηκε στην Αθήνα το αυτοκίνητο του Κώστα Χρηστομάνου που είχε το προνόμιο να ξεκινά εύκολα αλλά…σταματούσε δύσκολα με όποιες συνέπειες μπορεί να έχει κάτι τέτοιο.

Το 1900 το ιπποκίνητο τραμ που ήταν ένας άκρως διασκεδαστικός τρόπος μεταφοράς επιβατών απέκτησε έναν επικίνδυνο αντίπαλο που σε ένα μικρό χρονικό διάστημα το νίκησε κατά κράτος.

Ήταν το ηλεκτροκίνητο όχημα της Ηλεκτρικής Εταιρείας.
Την επόμενη χρονιά οι εφημερίδες της εποχής φιλοξένησαν το άλλο μεγάλο νέο. Το πρώτο αυτοκίνητο-ταξί εμφανίστηκε στους δρόμους της Αθήνας. Ανήκε σε κάποιον Μωραϊτίνη (πιθανότατα όχι στο λογοτέχνη, ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Τίμο Μωραϊτίνη). Έτσι μέσα σε λίγα χρόνια τα ιπποκίνητα τραμ και τα μόνιππα σταδιακά αποσύρθηκαν και στη θέση τους μπήκαν οι τέσσερις τροχοί. Όμως η έλλειψη υποδομής, δρόμων, γνώσεων δεν άφηνε περιθώρια.
 






Tα καλύτερα αυτοκίνητα της εποχής δεν ξεπερνούσαν σε ταχύτητα τα 35 χιλιόμετρα την ώρα, κάτι που σήμαινε ότι το αυτοκίνητο στα πρώτα του βήματα ήταν περισσότερο μέσο επίδειξης παρά τρόπος ασφαλούς και γρήγορης μεταφοράς.

Άλλωστε μια άμαξα με άλογα ήταν πιο γρήγορη και σίγουρα πιο αξιόπιστη αφού ο ιππέας ήξερε να «χειρίζεται» τα άλογα κάτι που δυστυχώς αγνοούσε ο οδηγός της εποχής με τις μηχανές.

Αυτό ήταν σίγουρα μια εξέλιξη σημαντική, ωστόσο δημιούργησε πληθώρα προβλημάτων, αφού η απόκτηση αυτοκινήτου σήμαινε ταυτόχρονα και απόκτηση άδειας οδήγησης. Όμως οι πρώτες εξετάσεις για απόκτηση άδειας οδήγησης έγιναν πολλά χρόνια αργότερα στις 13 Μαρτίου 1935Ο κυριότερος λόγος καθιέρωσης εξετάσεων ήταν ότι κατά τη διάρκεια του προηγούμενου χρόνου είχαν γίνει 7.000 τροχαία με χιλιάδες νεκρούς.
Το πρώτο δυστύχημα που προκάλεσε ένας υπουργός και ένας πρίγκηπας
Στην Αθήνα του 1907 που κυκλοφορούσαν μόλις επτά αυτοκίνητα δεν ήταν αναγκαίες οι πινακίδες, αφού όλοι ήξεραν τους ιδιοκτήτες τους. Κι όμως τότε είχαμε το πρώτο αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Ελλάδα που το προκάλεσαν ένας πρίγκηπας και ένας υπουργός. Η 25χρονη Ευφροσύνη Βαμβακά έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο θύμα του νέου μέσου που ήρθε για να εκσυγχρονίσει  την Ελλάδα.
το δυστύχημα έγινε στη λεωφόρο Συγγρού, κοντά στο Φιξ, στις 4 Μαρτίου 1907, στις 11.30 το πρωί. Δύο αυτοκίνητα έπεσαν πάνω στην κοπέλα και πέρασαν κυριολεκτικά από πάνω της. Ο οδηγός του πρώτου αυτοκινήτου ήταν ο πρίγκιπας Ανδρέας (πατέρα του Φίλιππου και πεθερός της βασίλισσας Ελισάβετ της Αγγλίας) με συνεπιβάτες τη γυναίκα του, Αλίκη, και τον υπασπιστή του Μεταξά!

Οδηγός στο δεύτερο ήταν ο υπουργός και βουλευτής Φθιώτιδος Ν. Σιμόπουλος ο οποίος ανέλαβε την ευθύνη, παραδεχόμενος ότι εκείνος πρώτος χτύπησε την άτυχη γυναίκα.
Το γεγονός ότι κανένας απ τους δύο οδηγούς δεν φρέναρε καν, ήταν απλή λεπτομέρεια.

Ο Διοικητής της Αστυνομίας μετά απ αυτό το γεγονός κάλεσε όλους τους οδηγούς αυτοκινήτων της Αθήνας και τους συμβούλευσε να… μην πατάνε τον κόσμο!

Πάντως το αυτοκίνητο που στη σημερινή εποχή θεωρείται είδος ανάγκης και όχι είδος πολυτέλειας, ανεξάρτητα αν για κάποιους παραμένει φιγούρα, στα πρώτα του βήματα το μόνο που κατάφερε να προσφέρει ήταν τρόμο και χλευασμό.

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

Τηλεόραση είναι η συσκευή που προβάλλει εικόνες και ήχους σε μακρινές αποστάσεις με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων.

Οι πρώτες επιτυχείς τηλεοπτικές μεταδόσεις έγιναν από τον Τζών Λότζι Μπαίρντ (John Logie Baird), μεταξύ 1928 και 1935 στη Μ. Βρετανία, χρησιμοποιώντας τους πομπούς μεσαίων κυμάτων του BBC.

η πρώτη τηλεόραση, έδειχνε απλά κινούμενες εικόνες


η τηλεόραση μεγαλώνει, 30 εκ. από την Telefunken

Στο σύστημα αυτό οι εικόνες αποτελούνταν μόνο από 30 γραμμές και δεν μπορούσαν να αναπαραχθούν οι μικρές λεπτομέρειες.
Το 1940, τη χρονιά που ξέσπασε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, οι τακτικές τηλεοπτικές εκπομπές διακόπηκαν.

Μετά τον πόλεμο ξαναρχίζουν οι μεταδόσεις, αλλά ήταν λιγότερες σε αριθμό.
Το 1946 δώδεκα εμπορικοί τηλεοπτικοί σταθμοί λειτουργούσαν στις ΗΠΑ και οι πωλήσεις τηλεοπτικών συσκευών ανέβηκαν κατακόρυφα.

από τα πρώτα μοντέλα μετά τον πόλεμο
Μετά ακολουθεί η έγχρωμη τηλεόραση. Στούντιο έγχρωμης τηλεόρασης. Τα φώτα και οι οθόνες που κρέμονται από το ταβάνι αφήνουν περισσότερο χώρο ελεύθερο για να κινηθεί το συνεργείο.

η πρώτη 24 ιντσών έρχεται από την Αμερική


από τις πρώτες "φορητές"


και μια φορητή "βαλίτσα", αλλά λίγο βαριά(50 κιλά)

Στις 23 Φεβρουαρίου 1966 ξεκινάει και στην Ελλάδα η τηλεοπτική περιπέτεια, ασπρόμαυρη στην αρχή και με μικρή εμβέλεια. Οι τηλεοράσεις δε, που υπήρχαν στην Αθήνα δεν ήταν πάνω από 1000!!
 


Να και το χρώμα!!(GRUNDIG T111O COLOR - 1969)

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 λειτουργούν στην Αμερική 1300 τηλεοπτικοί σταθμοί και το 98% των αμερικανικών νοικοκυριών διαθέτει τηλεόραση. Οι εκπομπές πραγματοποιούνται κάτω από καλύτερες τεχνικές συνθήκες και είναι έγχρωμες.

19 ιντσών, έγχρωμη!

Philips 14CT2006 - 1984

Philips 25PT7304 - 1998, η τηλεόραση με "νέα" όψη
Από το 1988 επίσης, ξεκινά και η αναμετάδοση των πρώτων δορυφορικών καναλιών.Είναι η εποχή που οι ταράτσες των σπιτιών αλλάζουν ραγδαία όψη, όταν στις ήδη εγκατεστημένες μεγάλες κεραίες των VHF προστίθενται οι λίγο πιο κομψές κεραίες UΗF που προορίζονται για την λήψη των νέων καναλιών. Έτσι, εμφανίστηκαν δειλά δειλά τα πρώτα τεράστια πιάτα στις αθηναϊκές ταράτσες και στη συνέχεια και των άλλων πόλεων. Τέλος το 1994 εμφανίζεται το πρώτο συνδρομητικό κανάλι, το Filmnet, που προσέφερε εμπορικές ταινίες και ζωντανούς αγώνες ποδοσφαίρου.



Στα σπίτια πλέον αρχίζουμε να προτιμάμε "ντιζαϊνάτες" συσκευές plasma καιhome cinema για τέλειο αποτέλεσμα σε εικόνα και ήχο 



Η ιστορία του ραδιοφώνου

Τράπεζα Φωτογραφιών - αντίκα ασύρματος, τρανσίστορ. Fotosearch - Αναζήτηση φωτογραφιών, εικόνων, εκτυπώσεων και Clipart

To ραδιόφωνο είναι η συσκευή που λειτουργεί ως «ραδιοδέκτης - μετατροπέας» όπου λαμβάνοντας τις ραδιοφωνικές εκπομπές των ραδιοφωνικών σταθμών τις μετατρέπει σε ήχο. Τα ραδιοφωνικά κύματα εκπέμπονται από τον πομπό και φτάνουν στον δέκτη (δηλαδή το ραδιόφωνο). Τα κύματα αυτά αποκωδικοποιούνται από τη συσκευή και μετατρέπονται σε ηλεκτρικό ρεύμα και στην συνέχεια σε ήχο, που είναι και το τελικό αποτέλεσμα του ραδιοφώνου. Ραδιοφωνία, επίσης, θεωρείται και όλη η διαδικασία εκπομπής και λήψης ραδιοκυμάτων.


Είδη ραδιοφώνου


Μπορούμε να διακρίνουμε τα ακόλουθα είδη ραδιοφώνου:
  • Το αναλογικό ή συμβατικό ραδιόφωνο... Εδώ ο τρόπος διαμόρφωσης του σήματος έχει ως αποτέλεσμα το διαχωρισμό των συχνοτήτων για χρήση από τα AM και τα FM, ενώ ανάλογα με το σκοπό ορίζονται συγκεκριμένες περιοχές συχνοτήτων (π.χ. τα εμπορικά ραδιόφωνα στην Ευρώπη και την Αμερική εκπέμπουν στις συχνότητες FM 87.5-108). Άλλες περιοχές συχνοτήτων χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένους σκοπούς όπως π.χ. από την Αστυνομία και την Πυροσβεστική.
    • Το ραδιόφωνο με υπο-φέρον (subcarrier) αποτελεί εξειδικευμένη χρήση της τεχνολογίας των ραδιοκυμάτων διαμόρφωσης κατά συχνότητα (FM), κυρίως στις ΗΠΑ, όπου με ειδικούς δέκτες είναι δυνατή η λήψη περισσότερων του ενός σταθμών στην ίδια συχνότητα.
  • Το ψηφιακό ραδιόφωνο αποτελεί νεότερο τεχνολογικά επίτευγμα, με διάφορες τεχνολογίες που βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της δοκιμής ή της αρχικής εφαρμογής. Μεταξύ αυτών των τεχνολογιών, το DAB, το οποίο λειτουργεί στην περιοχή πολύ υψηλών συχνοτήτων (VHF) και διαθέτει πολλών ειδών πρόσθετες διαδραστικές υπηρεσίες είναι αρκετά διαδεδομένο στην Βρετανία και την Ιρλανδία, αλλά αναπτύσσεται αργά λόγω του υψηλού κόστους των δεκτών. Παράλληλα υπάρχουν και άλλα πρότυπα, όπως το DRM, ένα ανοιχτό πρότυπο για τη διαμόρφωση κατά πλάτος (ΑΜ) και τις μπάντες μεσαίων και βραχέων.
  • Το δορυφορικό ραδιόφωνο, το οποίο χρησιμοποιεί κανάλια στα πλαίσια του προτύπου της δορυφορικής ψηφιακής τηλεόρασης DVB, ούτως ώστε να μεταδίδεται μόνον ήχος.
  • Το Διαδικτυακό ραδιόφωνο (ραδιόφωνο του Διαδικτύου, που εκπέμπει αρχεία ροής (δηλαδή επιφορτώνεται το αρχείο σε πραγματικό χρόνο, ο ήχος φορτώνεται εκείνη την στιγμή που παίζει) και περιλαμβάνει και το Podcasting, που είναι η εμπορική ονομασία της μεταφόρτωσης ηχογραφημένων εκπομπών.

Ιστορία του ραδιοφώνου


Το 1895, ο πατέρας του ραδιοφώνου Γουλιέλμος Μαρκόνι κατόρθωσε να μεταδώσει ηχητικά σήματα Μορς διαμέσου ερτζιανών  κυμάτων. Οι επιτυχίες του Μαρκόνι και άλλων ερευνητών όπως του Ρέτζιναλντ Φέσεντεν (Reginald Fessenden) και του Λη ντε Φόρεστ (Lee de Forest) αποτελούν την απαρχή της ανάπτυξης της ραδιοφωνίας. Η ραδιοφωνία, η οποία συνίσταται στη μετάδοση ομιλιών, μουσικής και λόγου σε μεγάλες αποστάσεις χωρίς τη μεσολάβηση αγωγών, αλλά με ηλεκτρομαγνητικά κύματα, και στη λήψη τους από ειδικούς δέκτες, αποτελεί πρακτική εφαρμογή της εφεύρεσης των ηλεκτρονικών λυχνιών. Άρχισε να αναπτύσσεται τη δεκαετία του 1910 στις ΗΠΑ.
Γύρω στα 1873 ο Μάξγουελ πρότεινε την θεωρία του ηλεκτρομαγνητισμού, σύμφωνα με την οποία ένα ηλεκτρομαγνητικό κύμα μπορεί να μεταδοθεί χωρίς να μεσολαβεί κάποιο φυσικό μέσο. Το 1883 ο Χερτς (Hertz) επαλήθευσε τη θεωρία του Μάξγουελ για τον ηλεκτρομαγνητισμό και ανακάλυψε τα ραδιοκύματα. Γύρω στα 1897, ο Μαρκόνι επαληθεύει τα πειράματα του Χερτς και καταφέρνει να στείλει ασύρματο σήμα σε απόσταση 3 km. Με τη συσκευή αυτή ο Ιταλός Μαρκόνι πηγαίνει στηνΑγγλία - που ήταν η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της εποχής - και ιδρύει την εταιρεία 'Marconi Wireless telegraph', η οποία προσφέρει υπηρεσίες στη ναυσιπλοΐα. Τα ραδιοκύματά του δεν μετέδιδαν φωνή αλλά σήματα Μορς.
Ήταν παραμονές των Χριστουγέννων του 1906 στην Νέα Υόρκη όταν ο Φέσεντεν μετέδωσε για πρώτη φορά φωνή και μουσική μέσω ραδιοκυμάτων. Αργότερα ήρθε ο ντε Φορέ για να εφεύρει την ηλεκτρονική λυχνία, η οποία ήταν η μόνη "μορφή" ραδιοφώνου για τα επόμενα 50-60 χρόνια. Μέχρι τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το ραδιόφωνο είναι ένα μέσο χρησιμοποιούμενο σε ερασιτεχνική βάση και δεν είναι καθόλου ανεπτυγμένο ούτε διαδεδομένο.

Ακροατές ραδιοφώνου με ακουστικά το 1920
Σταθμός στην ιστορία του ραδιοφώνου αποτελεί η έμπνευση ενός Αμερικανού, του Φρανκ Κόνραντ (Frank Conrad), ο οποίος εργαζόταν ως μηχανικός και ερασιτεχνικά ασχολείτο με το ραδιόφωνο και τον αθλητισμό. Ο Κόνραντ τυχαία "βγήκε στον αέρα" με το ραδιόφωνο για να μεταδώσει τα αποτελέσματα των αγώνων. Απέκτησε φανατικό κοινό. Ήταν τότε που μεταδόθηκε και η πρώτη ραδιοφωνική διαφήμιση, ενός καταστήματος στη γειτονιά του Κόνραντ. Την εκπομπή του Κόνραντ, που ουσιαστικά θεωρείται ο πατέρας του ραδιοφώνου, πήρε η εταιρεία Westinghouse, την υποστήριξε τεχνικά και την επαύξησε. Στις 20 Νοεμβρίου 1920 λειτούργησε ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός, ο K.D.K.A., που λειτουργεί ακόμη και σήμερα. Το 1926εμφανίζεται στην αγορά ραδιοφωνικός δέκτης αρκετά εύχρηστος, ποιοτικός και φθηνός. Από τότε το ραδιόφωνο κατακτά πολύ ευρύ κοινό. Στην πορεία εμφανίζεται και η σύσταση σχετικής νομοθεσίας για την οργάνωση τόσο των σταθμών όσο και των συχνοτήτων εκπομπής. Η εδραίωση, όμως, του ραδιοφώνου έρχεται μετά το 1930. Σε αυτή την περίοδο δημιουργείται το καλά οργανωμένο δίκτυο σταθμών (κρατικών και ιδιωτικών) τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη.
Στόκ Εικόνων - εποχή του τρύγου ασύρματος. Fotosearch - Αναζήτηση φωτογραφιών, τοιχογραφιών και εικόνων Clipart
Κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου το ραδιόφωνο και ο Τύπος γίνονται δύο μέσα ανταγωνιστικά μεταξύ τους, γιατί το ραδιόφωνο αποκτά μεγάλο ειδησεογραφικό περιεχόμενο. Η λήξη του Μεγάλου Πολέμου φέρνει το ραδιόφωνο στην αρχική του ιδιότητα και γίνεται ξανά ένα μέσο κυρίως ψυχαγωγικό. Στα τέλη της δεκαετίας του '40 με αρχές της δεκαετίας του '50 το ραδιόφωνο αποκτά ένα νέο ανταγωνιστή, την τηλεόραση η οποία έχει στα χέρια της ένα πολύ δυνατό όπλο έναντι του ραδιοφώνου, την εικόνα. Η ακροαματικότητα του ραδιοφώνου πέφτει κατακόρυφα και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί ψάχνουν λύσεις. Η λύση έρχεται το '50-'60 και την εμφάνιση της δημοφιλέστατης μουσικής Rock 'n Roll. Η κρίση ξεπερνιέται και το ραδιόφωνο καθιερώνεται ως αποκλειστικά ψυχαγωγικό-μουσικό μέσο.
Στόκ Εικόνων - φορητός, εποχή του τρύγου ασύρματος, κασέτα, μαγνητόφωνο. Fotosearch - Αναζήτηση φωτογραφιών, φωτογραφιών σε αφίσα και εικόνων Clipart
Τη δεκαετία του '60 αμφισβητείται στην Ευρώπη το κρατικό ραδιόφωνο, γιατί δεν μετέδιδε Ροκ μουσική και απορρίπτεται από τη νεολαία της εποχής. Εμφανίζεται η Πειρατική Ραδιοφωνία με πρωτοπόρο το Radio Caroline στην Αγγλία, το οποίο εκπέμπει από ένα μικρό πλοίο έξω από τα χωρικά ύδατα της Αγγλίας και μεταδίδει μόνο Rock. Η ακροαματικότητά του είναι τόσο υψηλή, που απειλεί το BBC. Ακολουθεί ευρεία διάδοση αυτού του τύπου ραδιοφωνίας σε όλη την Ευρώπη.

Κορίτσι που ακούει ραδιόφωνο, δεκαετία του 1940
Μετά από αυτό ακολουθεί η απορρύθμιση (Deregulation) της δεκαετίας του '70 και ουσιαστικά το ραδιόφωνο εισέρχεται στην τελευταία φάση της ωριμότητάς του. Τις λυχνίες αντικαθιστούν τα μικρά τρανζίστορ. Το ραδιόφωνο και το κασετόφωνοσυνδυάζονται σε μια συσκευή. Η ραδιομετάδοση εμφανίζεται την περίοδο 1921-1922 σχεδόν συγχρόνως σε όλα τα βιομηχανικά κράτη. Γεννιέται από τις αλλαγές της τεχνολογίας των ραδιοεπικοινωνιών και από την ανάγκη των μεγάλων εταιρειών ραδιοηλεκτρικού υλικού, που αύξησαν κατακόρυφα την παραγωγή τους κατά τη διάρκεια του πολέμου, να ανοιχτούν προς την ιδιωτική αγορά, ακόμη και αν ορισμένοι από τους μεγαλύτερους ομίλους, στις ΗΠΑ κυρίως, αντιλαμβάνονται με καθυστέρηση την σημασία της ραδιομετάδοσης.
Στις αρχές του 1920 η μη επαγγελματική χρήση της ασύρματης επικοινωνίας περιορίζεται σε μερικούς ερασιτέχνες, που επικοινωνούν μεταξύ τους στα στενά περιθώρια που τους επιτρέπουν οι στρατιωτικές αρχές, οι οποίες δεν δείχνουν να ανησυχούν από την ανάπτυξη ενός μη ελεγχόμενου συστήματος διαπροσωπικής επικοινωνίας, ενώ παράλληλα ενθουσιάζονται με την νέα τεχνική, καλλιεργώντας έτσι μια θετική εικόνα του νέου μέσου. Λίγο πριν από τον πόλεμο, η ραδιοεπικοινωνία στρέφεται προς το μοντέλο της ραδιομετάδοσης. Πριν από το 1914 δημιουργούνται σε όλες τις χώρες πειραματικές ραδιοφωνικές εκπομπές. Στις ΗΠΑ φοιτητές αρχίζουν να μεταδίδουν δελτία ειδήσεων και μουσικά προγράμματα. Στο Βέλγιο αναμεταδίδουν μια συναυλία κλασικής μουσικής. Ο εφευρέτης Λι Ντε Φορέ, προσεγγίζοντας ένα βιομηχανικό σχέδιο, το οποίο δεν θα καταφέρει όμως να φέρει σε πέρας μόνος του, οργανώνει το 1908 τη μετάδοση μιας συναυλίας από τον Πύργο του Άιφελ και, το 1910, την αναμετάδοση μιας παράστασης με τον Καρούζο από τη Μετροπόλιταν Όπερα τηςΝέας Υόρκης. Αλλά ο Λι ντε Φορέ παραγκωνίζεται από τις μεγάλες αμερικανικές βιομηχανικές εταιρείες, που δεν θέλουν να τον ανταμείψουν για τις ευρεσιτεχνίες του, με αποτέλεσμα αυτοί οι πειραματισμοί να μην έχουν συνέχεια. Στη Γαλλία οι μόνες τακτικές εκπομπές είναι η ενημέρωση για την ώρα, που από το 1910 μεταδίδεται δύο φορές την ημέρα από τον Πύργο του Άιφελ, τα δελτία καιρού και το χρηματιστήριο. Όλες αυτές οι εκπομπές διακόπτονται, όμως, κατά τη διάρκεια του πολέμου από τις στρατιωτικές αρχές.
Το συμβατικό ραδιόφωνο περιλαμβάνει δύο κατηγορίες τρόπου μετάδοσης τα AM (διαμόρφωση κατά πλάτος) και τα FM (διαμόρφωση κατά συχνότητα). Στις συχνότητες αυτές χρησιμοποιούνται συγκεκριμένα μήκη κύματος ανάλογα με το σκοπό (π.χ. οι κοινοί ραδιοσταθμοί εκπέμπουν στις συχνότητες FM 88-108). Άλλες συχνότητες χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς όπως π.χ. από την Αστυνομία και την Πυροσβεστική Υπηρεσία. Εκτός από το συμβατικό ραδιόφωνο υπάρχει και το ραδιόφωνο του Διαδικτύου, που εκπέμπει "stream audio" (δηλαδή επιφορτώνεται το αρχείο σε πραγματικό χρόνο, ο ήχος φορτώνεται εκείνη την στιγμή που παίζει) και, τέλος, το Podcasting που εκπέμπει μαγνητοφωνημένα.

Το ραδιόφωνο στην Ελλάδα


Στην Ελλάδα ήδη από το 1923 άρχισε μια προσπάθεια εγκατάστασης ραδιοφωνικού πομπού. Οι πειραματισμοί κράτησαν αρκετά χρόνια. 
Ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός εξέπεμψε στη Θεσσαλονίκη με ιδιωτική πρωτοβουλία από το ραδιοηλεκτρολόγο Χρίστο Τσιγγιρίδη την 25 Μαρτίου του 1928 και 20 ολόκληρα χρόνια λειτούργησε στην πόλη, μεταδίδοντας τακτικά εκπομπή-εκπομπές. Ο πρώτος εθνικός ραδιοφωνικός σταθμός ιδρύθηκε και λειτούργησε στην Αθήνα, αφού στις 25 Μαρτίου του 1938 εγκαινιάστηκε από τον τότε βασιλιά Γεώργιο Β΄, ενώ το 1945 ιδρύθηκε το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.) που ανέλαβε την ευθύνη λειτουργίας του σταθμού. Αμέσως μετά την απελευθέρωση άρχισαν να ιδρύονται κι άλλοι σταθμοί σε διάφορες πόλεις της χώρας που υπάγονταν στη δικαιοδοσία του Ε.Ι.Ρ., καθώς και πολλοί στρατιωτικοί σταθμοί, υπό τη δικαιοδοσία των ενόπλων δυνάμεων (ΥΕΝΕΔ). Από τα τέλη της δεκαετίας του '70, αρχικά η μπάντα των μεσαίων και στη συνέχεια η ζώνη των FM κατακλύζεται από εκατοντάδες ερασιτέχνες (οι επονομαζόμενοι και "πειρατές"), που εκπέμπουν πολυποίκιλα προγράμματα, αμφισβητώντας ανοιχτά το ραδιοφωνικό μονοπώλιο της κρατικής ραδιοφωνίας. Ραδιοσταθμό κατασκεύασαν, επίσης, οι φοιτητές του ΕΜΠ κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου κατά της Χούντας το 1973.
Στα πλαίσια τη γενικής εκσυγχρονιστικής προσπάθειας και προσαρμογής των δομών στις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την τελευταία εικοσαετία μόλις, εκσυγχρονίστηκε και ο θεσμός της ραδιοφωνίας. Με το νόμο 1730/1987 ιδρύθηκε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου για τη ραδιοφωνία και την τηλεόραση, που λειτουργεί με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας με έδρα την Αθήνα. Με την Υπουργική απόφαση 14631/Ζ2/2691/29.5.87 καθορίστηκαν οι προϋποθέσεις και οι όροι ίδρυσης ραδιοσταθμών τοπικής ισχύος, από Δήμους και κοινότητες. Τέλος με το προεδρικό διάταγμα 25/1988 έχουμε την "απελευθέρωση" της ιδιωτικής ραδιοφωνίας, καθώς τέθηκαν οι όροι ίδρυσης τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών και από φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Σήμερα η κατανομή των ραδιοφωνικών συχνοτήτων γίνεται από το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (ΕΣΡ).

Ραδιόφωνο και θέατρο

Στις θεατρικές αίθουσες παρατηρείται όξυνση και των δύο αισθήσεων, δηλαδή της όρασης και της ακοής του κοινού. Το οπτικό και ακουστικό πεδίο του κοινού περιορίζεται αφενός στις κινήσεις των ηθοποιών και αφετέρου στους διαλόγους και τη μουσική του έργου. Μέσα από την οπτική εικόνα και τον φυσικό ή τεχνητό ήχο, το κοινό περνά από όλα τα στάδια της αριστοτελικής τραγωδίας μέχρι να επέλθει η κάθαρση. Σε αυτή την περίπτωση η εικόνα σημασιοδοτεί τον ήχο και αντίστροφα, π.χ. ο βηματισμός σ' ένα δωμάτιο προσδιορίζει έναν άνθρωπο που μετακινείται μέσα σ' αυτό, ενώ παράλληλα φανερώνει αν αυτός είναι μοναχικός ή σκεφτικός. Το κοινό στις θεατρικές αίθουσες (όπως και ο τηλεθεατής) καταλαβαίνει αμέσως περί τίνος πρόκειται, αφού έχει μπροστά του και οπτική εικόνα, οπότε ο ήχος του βηματισμού προσδιορίζεται άμεσα από την κινησιολογία και την έκφραση του ηθοποιού. Στο ραδιόφωνο, όμως, έχουμε ένα "αόρατο" θέατρο. Εδώ το κοινό πρέπει να χρησιμοποιήσει όσο το δυνατό πιο προσεκτικά την αίσθηση της ακοής. Το αυτί λειτουργεί τώρα όπως λειτουργεί το μάτι στο κανονικό θέατρο ή στην τηλεόραση, καθώς καλείται να κατανοήσει τον ήχο για να δημιουργήσει μετά την εικόνα. Ο ήχος, αφού δεν μπορεί να σημασιοδοτηθεί από την εικόνα, παρά μόνο από τους διαλόγους ή την αφήγηση των ηθοποιών, (για παράδειγμα ο βηματισμός ενός ανθρώπου σημασιοδοτείται από τον ήχο των βημάτων και την πιθανή ατάκα «άραγε, θα γίνει ή όχι;», η οποία λέγεται με ένα συγκεκριμένο ύφος), καλεί τον ακροατή να δημιουργήσει μια εικόνα ήχων μέσω του ακούσματος.
Τράπεζα Φωτογραφιών - διακοσμητικό στοιχείο καλτσών ασύρματος. Fotosearch - Αναζήτηση φωτογραφιών, εικόνων, εκτυπώσεων και Clipart
Το θετικό, φυσικά, στο ραδιόφωνο είναι ότι αφήνει τη φαντασία του ακροατή να απεικονίσει όπως αυτός θέλει τους ήρωες του έργου. Ο Άντριου Κρισέλ αναφέρει στο βιβλίο του "Η Γλώσσα του Ραδιοφώνου", ότι στο κανονικό θέατρο ο θεατής μπορεί να απεικονίσει στο μυαλό του όσα συμβαίνουν ή αναφέρονται εκτός σκηνής, αλλά αυτό που του δείχνεται επί σκηνής αφήνει ελάχιστη ελευθερία στη φαντασία. Αντίθετα, ο ακροατής του ραδιοφωνικού θεάτρου φαντάζεται τη φυσιογνωμία των ηρώων, την ενδυμασία τους, όπως αυτός επιθυμεί. Ο Κρισέλ επισημαίνει στο ραδιοφωνικό ακροατή την κατάργηση της συμβατικής διάκρισης ανάμεσα σε ηθοποιούς που ερμηνεύουν κάποιο ρόλο και στο κοινό που κάθεται ξεχωριστά και παρακολουθεί. Τούτο έχει να κάνει με το γεγονός ότι παρόλο που οι λέξεις εκφέρονται από ηθοποιούς που βρίσκονται μακριά από τον ακροατή, μοιάζουν να είναι πιο "κοντά" στον ακροατή από ό,τι συμβαίνει στο συμβατικό θέατρο. Εισβάλλουν οι λέξεις στον ιδιωτικό χώρο του ακροατή και τον αναγκάζουν να εκτελέσει κάποιες λειτουργίες που θα εκτελούνταν επί σκηνής. Εκείνος πλάθει με τη φαντασία του την εμφάνιση, τις κινήσεις ενός ήρωα, στον ίδιο ή και μεγαλύτερο βαθμό από τον ηθοποιό που υποδύεται το ρόλο. Κατασκευάζει μόνος του τα σκηνικά, συγχωνεύει στο μυαλό του τη σκηνή με το κοινό, παίζει το έργο στο μυαλό του.
Έτσι, στο ραδιοφωνικό θέατρο η ακοή μεταμορφώνεται σε όραση, αφήνοντας τη φαντασία μας να παίξει το δικό της θέατρο με τα δικά της σκηνικά και τις δικές της φυσιογνωμίες. Εδώ δεν γίνεται μια προσπάθεια υποβιβασμού της αξίας του κανονικού θεάτρου, παρά μια μικρή προσπάθεια σύγκρισής του με τη ραδιοφωνική του εκδοχή, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως παράγοντας εμπλουτισμού της θεατρικής τέχνης, καθώς και ως μια μεταλλαγή του θεατρικού θεάματος σε θεατρικό ακρόαμα.

Ραδιόφωνο και πολιτισμός

Το ραδιόφωνο και ο κινηματογράφος χάραξαν για λίγο κοινή πορεία. Και τα δύο αυτά Μέσα είχαν ιδιαίτερη επιρροή στις μαζικές κοινωνίες του Μεσοπολέμου.
Ενώ όμως το ραδιόφωνο μπορούσε να εισβάλλει σε κάθε σπίτι με τις άμεσες ειδήσεις του, οι θεατές του κινηματογράφου μαζεύονταν στις αίθουσες και παρακολουθούσαν τα επίκαιρα ή «ζουρνάλ». Όσο για την ψυχαγωγία, ο κινηματογράφος είχε το πλεονέκτημα του υπερθεάματος, κάτι που εξακολουθεί να έχει και στις μέρες μας. Το ραδιόφωνο προσέφερε το ραδιοφωνικό θέατρο και τις σειρές. Ωστόσο, ο κινηματογράφος ξέφυγε γρήγορα από την αντιμετώπιση του παραδοσιακού μαζικού Μέσου και αποτέλεσε μια μορφή τέχνης. Μια τέχνη μπορεί να καταγράψει τις τάσεις και τις κοινωνικές αξίες μιας εποχής πολύ πιο καθαρά από άλλα ντοκουμέντα, ίσως και γιατί, σε αντίθεση με εκείνα, περιβάλλεται από το πέπλο της αθανασίας. Με αυτό το γνώμονα μπορούμε να εξετάσουμε σύντομα το πέρασμα του ραδιοφώνου από τις κινηματογραφικές ταινίες.
Σκηνή Πρώτη: Ένας παρουσιαστής ραδιοφωνικής εκπομπής στο Ντένβερ ζητάει από έναν ακροατή που έχει τηλεφωνήσει να μην κατηγορεί τους Εβραίους για ό,τι κακώς κείμενο υπάρχει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά το τέλος της εκπομπής, ακροδεξιοί Αμερικανοί τον ακολουθούν κρυφά στο σπίτι του και τον εκτελούν. Αυτή είναι η αρχή της ταινίας Betrayed (1988) του Κώστα Γαβρά. Η σκηνή βασίζεται στην αληθινή δολοφονία του παρουσιαστή Άλαν Μπεργκ (Alan Berg). Με τη σκηνή που αρχίζει ο Γαβράς, τελειώνει ο Όλιβερ Στόουν στο Talk Radio της ίδιας χρονιάς. Ο παρουσιαστής Άλαν Μπεργκ εμφανίζεται ως Μεσσίας των ραδιοκυμάτων, που προσπαθεί να "σώσει" τους ακροατές του αλλά και την προσωπική του ζωή.
Όσοι κάνουν εκπομπές με τηλέφωνα ακροατών και έχουν διαφιλονικούμενες απόψεις, εμφανίζονται αρκετά στο αμερικάνικο σινεμά. Ο ανατρεπτικός Χάουαρντ Στερν (Howard Stern) παίζει τον εαυτό του στο Private Parts του 1997.
Κατηγορήθηκε από πολλούς ότι είναι απλώς χυδαίος και θυσιάζει τη στοιχειώδη αισθητική για την ακροαματικότητα. Στην ταινία τον βλέπουμε να μιλάει στον αέρα για τα απόκρυφά του σημεία και να προσπαθεί να κάνει ζωντανό ραδιοφωνικό σεξ με μια ακροάτρια μέσω τηλεφώνου.
Με την ίδια ένταση, αλλά με εντελώς διαφορετικά κίνητρα, ο Ρόμπιν Ουίλιαμς εμψύχωνε με rock n' roll τους στρατιώτες στο «Καλημέρα Βιετνάμ» (1987), θυμίζοντάς τους ότι σημασία έχει αυτό που τους περιμένει πίσω στο σπίτι τους και όχι εκείνος ο «βρώμικος» πόλεμος.
Τέλος, η χρυσή εποχή του ραδιοφώνου παρουσιάζεται στις «Μέρες Ραδιοφώνου» (1987) του Γούντι Άλεν. Στην ταινία αυτή, ο μικρός πρωταγωνιστής που αφηγείται την ιστορία, αντιμετωπίζει με νοσταλγία τις ημέρες εκείνες. Οι ήχοι του ραδιοφώνου διαμόρφωσαν στο μυαλό του τις εικόνες τις παιδικής του ηλικίας.
Με βάση τις παραπάνω ταινίες, το ραδιόφωνο δεν παρουσιάζεται ως ένα κυρίαρχο μέσο, αλλά ως ένα μέσο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πράγματι, η εποχή κυριαρχίας του ραδιοφώνου που περιγράφεται στην ταινία του Γούντι Άλεν έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Το Ραδιόφωνο δεν είναι το «υπεύθυνο για την κατάσταση της κοινωνίας μέσο» (όπως παρουσιάζεται η τηλεόραση), αλλά χαρακτηρίζεται από την ένταση του λόγου και της μουσικής που μεταδίδει, της αμεσότητας, αλλά και της υποβολής. Ο ακροατής πλάθει μόνος του τις εικόνες στο μυαλό του. Το ραδιόφωνο, μας λέει ο κινηματογράφος, μπορεί να γίνει προκλητικό γιατί βασίζεται στη δύναμη του αιχμηρού λόγου. Και ίσως γίνει προσωπική υπόθεση ενός παρουσιαστή / παραγωγού, τόσο, ώστε να του κοστίσει τη ζωή του.

Βρέθηκε σκελετός στο Ναυάγιο των Αντικυθήρων



Σκελετικά κατάλοιπα (κρανίο, μακρά και μικρότερα οστά) ατόμου που είχε εγκλωβιστεί στο Ναυάγιο των Αντικυθήρων κατά τη βύθισή του, εντοπίστηκαν και ανελκύστηκαν, κατά τη διάρκεια της έρευνας που πραγματοποίησε η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και το αμερικάνικο Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο Woods Hole, από 28 Αυγούστου μέχρι 14 Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για τη δεύτερη ανασκαφική αποστολή εντός του ιδίου έτους.
Οστά από τουλάχιστον τέσσερα διαφορετικά άτομα είχαν ήδη εντοπιστεί στο ναυάγιο κατά τις έρευνες των ετών 1900 – 1901 και 1976. Η θέση των οστών και η σχέση τους με τα άλλα ευρήματα πλησίον τους φανερώνουν τη βίαιη ναυάγηση του πλοίου. Επιπροσθέτως, οι προγραμματιζόμενες ανθρωπολογικές και γενετικές (DNA) αναλύσεις αναμένεται να δώσουν στοιχεία για τον ίδιο τον νεκρό, δηλαδή το φύλο, την ηλικία θανάτου και γενικά την ανασύνθεση του τρόπου ζωής του.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του Yπουργείου Πολιτισμού, σημαντικό εύρημα θεωρείται και η ανεύρεση μιας μολύβδινης καταπειρατηρίας, βάρους 50 κιλών. Βάσει των χαρακτηριστικών του, το αντικείμενο ταυτίζεται με βολίδα για τη μέτρηση του βάθους του θαλάσσιου βυθού και τον έλεγχο της φύσης του. Το εργαλείο αυτό θεωρείται ζωτικής σημασίας για την ασφαλή ναυσιπλοΐα κατά την αρχαιότητα. Οι παλαιότερες καταπειρατηρίες χρονολογούνται τουλάχιστον από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Στο ναυάγιο έχει βρεθεί μία ακόμα καταπειρατηρία κατά τις έρευνες των ετών 1900 – 1901.
Με αφορμή τα αποτελέσματα της δεύτερης φάσης της υποβρύχιας έρευνας στα Αντικύθηρα για το 2016, η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων ολοκλήρωσε και τα νέα εξειδικευμένα εργαστήρια της στην οδό Προπυλαίων, που θα συμβάλλουν στη σύντομη και αποτελεσματικότερη συντήρηση των ευρημάτων του σημαντικού αυτού ναυαγίου. Οι εργασίες υλοποιήθηκαν με την υποστήριξη του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Η έρευνα των Αντικυθήρων τελεί υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και η χρηματοδότησή της έγινε από πόρους που εξασφάλισε το Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο του Woods Hole.

Το Χρονικό της Ελληνικής Τηλεόρασης

Ο Μάνος Ιατρίδης, προϊστάμενος Δημοσίων Σχέσεων της ΔΕΗ και εμπνευστής του εγχειρήματος του πειραματικού τηλεοπτικού σταθμού, ένα λεπτό πριν από την έναρξη της πρώτης εκπομπής στις 4 Σεπτεμβρίου 1960.
Ο Μάνος Ιατρίδης, προϊστάμενος Δημοσίων Σχέσεων της ΔΕΗ και εμπνευστής του εγχειρήματος του πειραματικού τηλεοπτικού σταθμού, ένα λεπτό πριν από την έναρξη της πρώτης εκπομπής στις 4 Σεπτεμβρίου 1960.

Η Ελλάδα ήταν μία από τις τελευταίες ευρωπαϊκές χώρες που απέκτησε τηλεόραση. Οι λόγοι ήταν τόσο οικονομικοί, όσο και πολιτικοί. Η μεταπολεμική ανέχεια και η πρόθεση της πολιτικής εξουσίας να ελέγξει το μέσο, όπως έγινε και με το ραδιόφωνο, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αργοπορημένη εμφάνισης της τηλεόρασης στη χώρα μας. Το χρονολόγιο ξεκινά από τα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας, όταν έγιναν οι πρώτες νύξεις για τη δημιουργία τηλεοπτικού σταθμού και φθάνει μέχρι το σήμερα.

Διαβάστηκε χωρίς να ανοιχτεί αρχαίο χειρόγραφο της Παλαιάς Διαθήκης



Το αρχαίο και άκρως εύθραυστο εβραϊκό χειρόγραφο του Εν-Γκεντί, που χρονολογείται από τον 3ο ή 4ο αιώνα μ.Χ. και – όπως αποδείχθηκε – περιέχει το παλαιότερο αντίγραφο του Βιβλίου του Λευϊτικού της Παλαιάς Διαθήκης, «ανοίχτηκε» για πρώτη φορά, χάρη στην ψηφιακή τεχνολογία, χωρίς καν να ξετυλιχτεί σε φυσική μορφή. Το επίτευγμα της ψηφιακής ανάγνωσης της σχεδόν καμένης περγαμηνής από δέρμα ζώου χαρακτηρίσθηκε «σημαντική ανακάλυψη στο πεδίο της βιβλικής αρχαιολογίας».
Οι ερευνητές από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, με επικεφαλής τον καθηγητή Μπρεντ Σιλς του Τμήματος Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου του Κεντάκι, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science Advances».
Αν και το εν λόγω χειρόγραφο δεν είναι το αρχαιότερο εβραϊκό – αυτά είναι τα χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας από τον 3ο αιώνα π.Χ. έως τον 2ο μ.Χ., που είχαν βρεθεί στις σπηλιές του Κουμράν κατά τις δεκαετίες του ΄40 και του ΄50 – θεωρείται πολύ σημαντικό. Είχε ανακαλυφθεί από αρχαιολόγους το 1970, σε μία συναγωγή στην όαση Εν-Γκεντί, στη δυτική όχθη της Νεκράς Θάλασσας, όπου κάποτε ζούσε μια αρχαία εβραϊκή κοινότητα.
Ό,τι έχει διασωθεί από αυτό μετά από μια καταστροφική πυρκαγιά του 6ου αιώνα, διατηρείται από την Υπηρεσία Αρχαιοτήτων του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ, αλλά δεν είχε διαβαστεί έως τώρα, επειδή ήταν αδύνατο να το αγγίξει κανείς, χωρίς αυτό να διαλυθεί σε στάχτες. Χάρη στην τεχνική της μικρο-υπολογιστικής τομογραφίας ακτίνων-Χ, οι ερευνητές κατάφεραν να ανιχνεύσουν τα ίχνη μετάλλου στο μελάνι της περγαμηνής και έτσι να δημιουργήσουν – με τη βοήθεια ειδικών αλγορίθμων – εικόνες τουλάχιστον 100 ξεχωριστών σελίδων και μάλιστα υψηλής ποιότητας από το κείμενο, το οποίο πλέον είναι αναγνώσιμο στο μεγαλύτερο μέρος του. Φαίνεται καθαρά ότι πρόκειται για τα δύο πρώτα κεφάλαια του Λευϊτικού.
Προτού ξετυλιχτεί ψηφιακά, οι ειδικοί νόμιζαν ότι επρόκειτο για χειρόγραφο της Τορά, αλλά τελικά αποδείχτηκε ότι το κείμενο αφορούσε το Λευϊτικό, το τρίτο βιβλίο της εβραϊκής Βίβλου. Αυτό το καθιστά το αρχαιότερο κείμενο της Πεντατεύχου που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα. Ορισμένοι θεωρούν, μάλιστα, πιθανό ότι είναι παλαιότερο και από τα χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας, χρονολογούμενο ίσως από τον πρώτο αιώνα μ.Χ.
Όπως και τα άλλα αρχαία εβραϊκά χειρόγραφα, περιέχει μόνο σύμφωνα και όχι φωνήεντα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν πολύ αργότερα στη γραφή. Η ομοιότητά του με το κατοπινό επίσημο Μασοριτικό κείμενο της εβραϊκής Βίβλου είναι πολύ μεγάλη (σχεδόν 100%), πράγμα που ενθουσίασε τους Εβραίους μελετητές.
Οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι θα χρησιμοποιήσουν την ίδια μη επεμβατική τεχνολογία για να διαβάσουν και άλλα εύθραυστα αρχαία χειρόγραφα, που έως τώρα παραμένουν αδιάβαστα. Μεταξύ αυτών, είναι ορισμένα χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας, καθώς και ελληνο-ρωμαϊκά, ιδίως αυτά του Ερκολάνουμ (Ηρακλείου) κοντά στην Πομπηία, που διασώθηκαν μισοκαμένα μετά την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ.

Οι επιστήμονες διαβεβαίωσαν ότι του χρόνου η νέα τεχνολογία, που έχουν ονομάσει «ψηφιακό ξετύλιγμα», θα είναι διαθέσιμη σε κάθε ενδιαφερόμενο με τη μορφή ελεύθερου λογισμικού (το σχετικό λογισμικό λέγεται Volume Cartography).

Η ιστορία της Bic



Γαλλική εταιρεία, που κατασκευάζει προϊόντα μιας χρήσης (στυλό, αναπτήρες, ξυριστικές μηχανές κ.ά). Ιδρύθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1944 από τον βαρώνο Μαρσέλ Μπικ (14 Ιουλίου 1914 - 30 Μαΐου 1994) και τον Εντουάρ Μπιφάρ. Οι δύο φίλοι αγόρασαν ένα παλαιό εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο έξω από το Παρίσι και άρχισαν να κατασκευάζουν εξαρτήματα για μηχανικά μολύβια και πένες, επενδύοντας στην εμπειρία του Μπικ, που ήταν διευθυντικό στέλεχος σε ανάλογες επιχειρήσεις.
Το 1950 ο Μπικ αγοράζει τα δικαιώματα του στυλό διαρκείας (γραφίς με ένσφαιρον ακίδα, όπως είναι το επιστημονικό του όνομα) από τον ουγγρο-αργεντινό Λαζλό Μπιρό και τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου λανσάρει στην αγορά το δικό του στυλό με την επωνυμία Bic, από τα τρία πρώτα γράμματα του επωνύμου του (BICH). Το τέταρτο γράμμα h απαλείφεται, καθώς η προφορά του επωνύμου του στα αγγλικά παραπέμπει σε λέξη που δεν ταιριάζει σε ονομασία προϊόντος.
Το προϊόν έρχεται την κατάλληλη στιγμή και αλλάζει τον τρόπο γραφής. Από τις δύσχρηστες πένες περνάμε σ' ένα φθηνό και αξιόπιστο στυλό συνεχούς γραφής, προσιτό στον καθένα. Η γραφή «εκδημοκρατικοποιείται». Το όνομα BIC ταυτίζεται με το προϊόν και αυτό αποτελεί το διαβατήριο για την επιτυχία, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί του μάρκετινγκ. Σύντομα, η εταιρεία θα επεκταθεί σε όλο τον κόσμο και θα κερδίσει και τη δύσκολη αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Μαρσέλ Μπικ, σε μια επιστολή του προς τους μετόχους της εταιρείας του, αναφέρει κάποια από τα μυστικά της επιτυχίας του: «…Δεν είναι αποτέλεσμα σπουδών σε ένα πανεπιστήμιο της Αμερικής ή της Γαλλίας, αλλά αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς από τα 18 μου χρόνια στον επιχειρηματικό στίβο… Ο δρόμος για την επιτυχία βασίστηκε στην καλή πληροφόρηση, το ρίσκο, την καινοτομία και το επιθετικό μάρκετινγκ…».
Το 1973 η Societe Bic, όπως είναι ο πλήρης τίτλος της εταιρείας, επεκτείνει τις δραστηριότητές της στους αναπτήρες και δύο χρόνια αργότερα στις ξυριστικές μηχανές μίας χρήσης. Από το 1998 έως το 2003 σε συνεργασία με την αυτοκινητοβιομηχανία Ρενό κυκλοφορεί σε περιορισμένο αριθμό το μοντέλο Saxo Bic.
Σήμερα, η BIC είναι ο κορυφαίος κατασκευαστής στυλό διαρκείας στον κόσμο, ενώ έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά στυλό διαρκείας, αναπτήρων και ξυριστικών μηχανών. To στυλό Bic θεωρείται ένα από τα κορυφαία σχεδιαστικά αντικείμενα του 20ου αιώνα και αποτελεί μέρος της μόνιμης συλλογής του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.

H Bic σε αριθμούς

  • Η οικογένεια Μπικ κατέχει το 40% των μετοχών της Societe Bic. (2006)
  • Τζίρος 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ και κέρδη 709 εκατομμύρια ευρώ. (2006)
  • Τα έσοδα προέρχονται από: Είδη γραφείου 43%, Αναπτήρες 49%, Λοιπά 8%.
  • Κάθε μέρα πωλούνται 24 εκατομμύρια είδη γραφείου, 5 εκατομμύρια αναπτήρες και 10 εκατομμύρια ξυριστικές μηχανές.
  • Η διάρθρωση της παραγωγής της είναι: 51% είδη γραφείου, 27% Αναπτήρες, 18% ξυριστικές μηχανές και 4% λοιπά προϊόντα.
  • Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2005 πουλήθηκε το εκατοστοδισεκατομμυριοστό στυλό διαρκείας.
  • Με ένα «Μπικ» μπορείς να γράψεις σε μία απόσταση έως και τρία χιλιόμετρα.