Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011

ΤΑ «ΑΘΕΪΚΑ» ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ


Τετάρτη, 8 Ιουνίου 2011


Ως «Αθεϊκά» του Βόλου είναι γνωστά τα γεγονότα που οδήγησαν στο κλείσιμο του Ανώτερου Παρθεναγωγείου του Βόλου το 1911 και η δικαστική δίωξη του ιδρυτή του σχολείου Δημητρίου Σαράτση, του διευθυντή του Αλέξανδρου Δελμούζου και άλλων δέκα ατόμων.
Ο Δημήτριος Σαράτσης υπέβαλε στο δημοτικό συμβούλιο Βόλου έκθεση με την οποία εισηγούνταν την ίδρυση ανώτερης σχολής θηλέων με σκοπό την ευρυτέραν μόρφωσιν των νεανίδων και την πρακτικήν αυτών κατάρτισιν. Πρότεινε επίσης τα μαθήματα που θα έπρεπε να διδάσκονται στο σχολείο αυτό και τις μεθόδους διδασκαλίας που θα έπρεπε να ακολουθηθούν. Ακόμα αναφερόταν στο εκπαιδευτικό προσωπικό, στην οικονομική υπόσταση του σχολείου καθώς και στο πως και από ποιόν θα εποπτευόταν η λειτουργία του. Η εισήγηση του Σαράτση έγινε δεκτή και τον Οκτώβριο του 1908 ιδρύθηκε το Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο του Βόλου στο οποίο τοποθετήθηκε διευθυντής ο Αλέξανδρος Δελμούζος.
Στο σχολείο δίδαξαν ο ίδιος ο Δελμούζος και περίπου 10 καθηγητές από τους οποίους οι περισσότεροι δίδασκαν και σε άλλα σχολεία της πόλης.
Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της διδασκαλίας στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο, που το διαφοροποίησε από την τότε σχολική πραγματικότητα, ήταν η χρήση και η διδασκαλία της δημοτικής γλώσσας. Επίσης το κέντρο του ενδιαφέροντος στο σχολείο αυτό, ήταν οι μαθήτριες και όχι οι δάσκαλοι και πολύ σημαντικός ήταν ο ρόλος, στη διδασκαλία, του διαλόγου ανάμεσα στο δάσκαλο και τα παιδιά.
Για πρώτη φορά εντός του ελληνικού κράτους μαθητές δευτεροβάθμιου σχολείου διδάχθηκαν κείμενα Αρχαίων κλασσικών συγγραφέων σε νεοελληνική μετάφραση. Στο μάθημα των Νέων Ελληνικών οι μαθήτριες μελετούσαν έργα Νεοελλήνων συγγραφέων και ποιητών, έγραφαν εκθέσεις κ.α. Διδάσκονταν επίσης Μαθηματικά, Φυσιογνωστικά-Φυσικά, Ιστορία, Θρησκευτικά και Γεωγραφία ενώ έκαναν και Μουσική, Ιχνογραφία, Γυμναστική και Οικοκυρικά. Τέλος εισήχθησαν και νέα μαθήματα όπως Υγιεινή-Νοσηλευτική και Ιστορία της Τέχνης.
Βιβλία χρησιμοποιούνταν μόνο για τη διδασκαλία της γαλλικής γλώσσας ενώ στα υπόλοιπα οι μαθήτριες χρησιμοποιούσαν χειρόγραφα ή πολυγραφημένα βοηθήματα με βάση τις σημειώσεις που κρατούσαν στη διάρκεια των μαθημάτων. Στα Θρησκευτικά χρησιμοποιούσαν το κείμενο των Ευαγγελίων.
Ακόμα ένα ή δύο απογεύματα κάθε εβδομάδα οι μαθήτριες με επικεφαλής τους καθηγητές έκαναν μορφωτικούς περιπάτους στην εξοχή.
Ήδη από το 1908 που ο Σαράτσης εισηγήθηκε την ίδρυση του Ανώτερου Παρθεναγωγείου στο Βόλο υπήρχαν αντιδράσεις για την λειτουργία του συγκεκριμένου σχολείου.
Πάρα τις αντιδράσεις όμως και τα δυσμενή δημοσιεύματα τοπικής εφημερίδας, η λειτουργία του συνεχίστηκε μέχρι το 1911 οπότε συνέβη ένα γεγονός που οδήγησε στο κλείσιμο του σχολείου και στη δίωξη του Σαράτση, του Δελμούζου και άλλων δέκα ατόμων.
Στη 10 Φεβρουαρίου αυτής της χρονιάς ο μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης επισκέφτηκε το σχολείο απροειδοποίητα (μπήκε μάλιστα στο σχολείο κρυφά από την πίσω πόρτα) και ζήτησε από την επιστάτρια να τον οδηγήσει στην αίθουσα που δίδασκε εκείνη την ώρα η φιλολόγος Πηνελόπη Χριστάκου.
Πριν την επίσκεψη του μητροπολίτη είχαν επισκεφθεί το Παρθεναγωγείο εκπρόσωποι του Υπουργείου Παιδείας και δημοτικοί σύμβουλοι της πόλης χωρίς να δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα.
Ο μητροπολίτης ενοχλήθηκε από την άρνηση της εκπαιδευτικού να φιλήσει το χέρι του, η οποία χαρακτηρίσε τέτοιες τυπικότητες ως υποκρισία και φαρισαϊσμό. Επιπλέον ο Γερμανός Μαυρομμάτης κατηγόρησε τη Χριστάκου ότι αφού έφυγε από το σχολείο εκείνη εκφράσθηκε για το πρόσωπό του στις μαθήτριες με ανάρμοστες εκφράσεις. Δύο μέρες μετά το συμβάν η εφημερίδα Κήρυκας έγραψε: ο ελληνικός κλήρος απεκλήθη από των διδασκάλων στίφος κολασμένων δαιμόνων.
Αντίθετα με τον Κήρυκα μια άλλη εφημερίδα η Θεσσαλία έκανε λόγω για παρεξήγηση από την μεριά του μητροπολίτη (11 Φεβρουαρίου 1911).
Μετά την ένταση που δημιουργήθηκε η Πηνελόπη Χριστάκου, προκειμένου να μην αντιμετωπίσει προβλήματα το σχολείο, πρότεινε να παραιτηθεί αλλά ο Σαράτσης και ο Δελμούζος δε δέχτηκαν κάτι τέτοιο.
Τα δημοσιεύματα κατά του Παρθεναγωγείου και των διδασκόντων σε αυτό όπως και οι κατηγορίες για αθεϊα, μασονισμό, μαλλιαρισμό και αντεθνική συμπεριφορά, κυρίως από τις γραμμές του Κήρυκα, συνεχίστηκαν και εντάθηκαν. Ο βουλευτής Βόλου Μ.Μπουφίδης κατήγγειλε την λειτουργία του σχολείου στη Βουλή και ο σύλλογος Οι Τρεις Ιεράρχες εξέδωσε, στις 18 Φεβρουαρίου, ψήφισμα διαμαρτυρίας προς τον λαό του Βόλου, στο οποίο κατήγγειλαν ότι διαστρεβλωνόταν η ελληνική γλώσσα και διδασκόταν η περιφρόνηση και η ασέβεια προς τον ιερόν ορθόδοξον κλήρον.
Ο Δελμούζος, ο Σαράτσης και άλλα μέλη της εφορείας του σχολείου προσπάθησαν με δημοσιεύματά τους στην εφημερίδα Θεσσαλία να ανατρέψουν το αρνητικό για το σχολείο κλίμα χωρίς όμως να τα καταφέρουν.
Στις 2 Μαρτίου του 1911 έγινε στο Βόλο λαϊκό συλλαλητήριο κατά της λειτουργίας του Παρθεναγωγείου. Την ίδια μέρα συγκλήθηκε το δημοτικό συμβούλιο το οποίο ύστερα από μια φορτισμένη συζήτηση έκανε δεκτή την πρόταση του δημοτικού συμβούλου Ν.Ζαρλή και αποφάσισε τη διακοπή λειτουργίας του σχολείου. Το κλείσιμο του Παρθεναγωγείου ακολούθησε η δικαστική δίωξη των υπευθύνων του σχολείου.
Η δίκη ξεκίνησε στο πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου στις 16 Απριλίου του 1914 και ολοκληρώθηκε στις 28 του ίδιου μήνα.
Η απόφαση του δικαστηρίου που ήταν αθωωτική για το σύνολο των κατηγορουμένων είχε ως εξής:
Επειδή εκ της αποδεικτικής διαδικασίας και της συζυτήσεως δεν προέκυψεν, ότι οι κατηγορούμενοι είτε κατά σύστασιν είτε ιδία έκαστος καθ' οιονδήποτε τρόπον εζήτησαν κατά τον εν τω κατηγορητηρίω τόπον και χρόνον να ελκύσωσι προσηλύτους εις λεγόμενα θρησκευτικά δόγματα με τα οποία ενεργούμενα είνε ασυμβίβαστος η διατήρησις της πολιτικής τάξεως.(...) Δια ταύτα Κηρύττει αθώους πάντας τους κατηγορουμένους και επιβάλλει τα έξοδα της δίκης εις βάρος του Δημοσίου.
Το 1915 εκδόθηκαν στην Αθήνα με πρωτοβουλία και δαπάνες των κατηγορουμένων τα πρακτικά της δίκης. Τα επίσημα πρακτικά και το υπόλοιπο υλικό της δικογραφίας, που μεταφέρθηκαν με εντολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης από το Ναύπλιο στην Αθήνα, δεν είναι γνωστό τι απέγιναν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: