ΔΕΛΦΟΙ Ο ΟΜΦΑΛΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ
Ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ
Οι Δελφοί είναι γνωστοί ως ο ομφαλός της γης. Σύμφωνα με το μύθο, όταν ο Δίας απελευθέρωσε δύο αετούς, τον έναν από την ανατολή και τον άλλον από τη Δύση, εκείνοι συναντήθηκαν σε αυτό το μέρος που θεωρήθηκε το κέντρο του κόσμου. Αρχικά το μαντείο άνηκε στη Γαία που ζούσε εκεί με το γιο της Πύθωνα. Ο Θεός Απόλλωνας όμως σκότωσε τον Πύθωνα και το ιερό μέρος έγινε δικό του. Η φήμη του μαντείου των Δελφών είχε φτάσει σε όλον τον κόσμο και πολλοί ήταν εκείνοι που έρχονταν ζητώντας κάποια συμβουλή. Οι χρησμοί δίνονταν από το Θεό Απόλλωνα μέσω της Πυθίας. Αρχικά η Πυθία ήταν μια νεαρή με ενάρετο βίο, αλλά λόγω της μεγάλης φήμης του Μαντείου, οι ιέρειες αυξήθηκαν σε δύο…
Συνήθως ως ιέρειες επιλέγονταν γυναίκες από τους Δελφούς ή κάποια άλλη κοντινή περιοχή. Για να δοθεί ο χρησμός ακολουθούνταν κάθε φορά η ίδια τελετουργία. Η Πυθία πλενόταν στα νερά της Κασταλίας πηγής για να εξαγνισθεί και κατόπιν άναβε φωτιά μέσα στο ναό. Το άτομο που ζητούσε χρησμό στεκόταν σε ξεχωριστό δωμάτιο, τον οίκο. Η ιέρεια αφού άκουγε την ερώτηση, μασούσε φύλλα δάφνης και ανέβαινε στο τρίποδο ανάμεσα στις αναθυμιάσεις.
Όταν έπεφτε σε έκσταση άρχιζε να λέει λόγια που δεν έβγαζαν νόημα. Οι ιερείς μετέφραζαν το χρησμό και τελικά έδιναν στον απεσταλμένο μια λογική απάντηση. Οι χρησμοί του Μαντείου ήταν πάντα σοφοί και γίνονταν δεκτοί από όλους με μεγάλο σεβασμό. Το Μαντείο των Δελφών αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο και ασκούσε μεγάλη επιρροή σε όλον τον κόσμο. Το 394 μ.Χ. το ιερό χάνει το σεβασμό και τη δύναμή του και κλείνει οριστικά με διάταγμα του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου.
Σύμφωνα με γεωλογικές και χημικές έρευνες ο ομφαλός βράχος βρισκόταν πάνω από ένα χάσμα από το οποίο ανέβαιναν αναθυμιάσεις αιθανίου, μεθανίόυ και αιθυλενίου. Τα αέρια αυτά όπως είναι γνωστό σήμερα προκαλούν παραισθήσεις και οράματα σε όποιον τα εισπνεύσει. Οι Δελφοί ήταν αρχαία ελληνική πόλη στην οποία λειτούργησε το σημαντικότερο μαντείο του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η πόλη αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με την ονομασία Πυθώ. Στην αρχή των ιστορικών χρόνων ήταν μία από τις πόλεις της αρχαίας Φωκίδας, αλλά σταδιακά ο ρόλος της πόλης ενισχύθηκε και εξελίχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο και ιερή πόλη των αρχαίων Ελλήνων.
Αποτέλεσε επίσης κέντρο της Δελφικής Αμφικτυονίας. Οι Δελφοί διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. Τους επόμενους αιώνες η πόλη παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε οριστικά την περίοδο των Σλαβικών επιδρομών. Tο πολιτικό γεγονός που καθόρισε την εξέλιξη του ιερού των Δελφών την Ελληνιστική εποχή υπήρξε η σταδιακή εξάρτησή του από την Αιτωλική Συμπολιτεία, η οποία συστήθηκε αρκετά νωρίς και μέχρι τα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. ήταν δεδομένη για τον Ελληνικό κόσμο.
Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τις επιδρομές των Κελτών, οπότε οι Αιτωλοί αμύνθηκαν με επιτυχία προστατεύοντας το ιερό, απέκτησαν το δικαίωμα επέμβασης στις υποθέσεις του. Μετά το Χρεμωνίδειο πόλεμο (267 – 262 π.Χ.), και ενόσω τα περισσότερα μέρη της Ελλάδας υπέφεραν από πολέμους και καταστροφές, οι Δελφοί υπό την Αιτωλική προστασία ευδοκιμούσαν. Αυτή την περίοδο το ιερό του Απόλλωνα είχε γεμίσει από δώρα και αφιερώματα, τα πιο σπουδαία από τα οποία προέρχονταν από το Αιτωλικό Κοινό.
Για παράδειγμα ένα άγαλμα της Αιτωλίας, καθισμένης σε Κελτικά άρματα, είχε αφιερωθεί στον Απόλλωνα Πύθιο σε ανάμνηση της απώθησης της Κελτικής εισβολής, ενώ για τη νίκη των Αιτωλών εναντίον των Ακαρναναίων είχαν ανατεθεί στο ιερό αγάλματα της Άρτεμης και του Απόλλωνα καθώς και των Αιτωλών στρατηγών. Από τα πλέον επιφανή δώρα στους Δελφούς ήταν η διάσημη στοά (pastas) που χρηματοδότησε ο Άτταλος και χτίστηκε λίγα χρόνια πριν το 223 / 2 π.Χ., οπότε και η Δελφική Αμφικτιονία με σχετική της απόφαση περιόρισε τον αριθμό των αφιερωμάτων και των προσκυνητών στη στοά, προκειμένου να μη φθαρεί.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ
Προϊστορία – Μυκηναϊκή Περίοδος
Σύμφωνα με την παράδοση, στην περιοχή των Δελφών υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα της Γαίας και φύλακάς του είχε τοποθετηθεί ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Σύμφωνα με τοπικούς μύθους κύριος του ιερού έγινε ο Απόλλωνας όταν σκότωσε τον Πύθωνα. Στη συνέχεια ο θεός μεταμορφωμένος σε δελφίνι μετέφερε στην περιοχή Κρήτες, οι οποίοι ίδρυσαν το ιερό του. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις στις τοπικές γιορτές, όπως τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλια, τα Θεοφάνεια, και τα Πύθια.
Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών έχουν εντοπιστεί στο Κωρύκειο Άντρο και χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.) Από το 4.000 π.Χ. μέχρι τα Μυκηναϊκά χρόνια (1550 π.Χ.) δεν υπάρχουν ευρήματα, γεγονός που δείχνει ότι η περιοχή πιθανόν έμεινε ακατοίκητη στο διάστημα αυτό. Στο ξεκίνημα της Μυκηναϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στο χώρο των Δελφών Αχαιοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία και ίδρυσαν οργανωμένη πόλη. Από την πόλη αυτή έχουν βρεθεί κατάλοιπα Μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου.
Πιστεύεται πως αντιστοιχεί στην πόλη που αναφέρεται στον κατάλογο των Νεών της Ιλιάδας, με το όνομα Πυθώ. Η Πυθώ ήταν μία από τις εννέα Φωκικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο, στο πλευρό των υπολοίπων Αχαιών. Με το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου η πόλη εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά ακόμα Μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για τους επόμενους τέσσερις αιώνες δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική εγκατάσταση στην περιοχή.
Τα ευρήματα από την περιοχή παρέμειναν ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ., οπότε και επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του ιερού και του μαντείου. Προς το τέλος του 7ου αιώνα π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία» ή «Προνοία» και είχε δικό της τέμενος. Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα, στους Δελφούς λατρεύονταν ακόμη η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ζευς Πολιεύς, η Υγιεία και η Ειλείθυια.
Ιστορικά Χρόνια
Από τον 8ο αιώνα, όταν πλέον επικράτησε η λατρεία του Απόλλωνα, το ιερό των Δελφών απέκτησε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, ενώ η επιρροή του εξαπλώθηκε σταδιακά σε ένα μεγάλο τμήμα του ευρύτερου χώρου της ανατολικής Μεσογείου. Σημαντικός αριθμός αφιερωμάτων που βρέθηκαν στους Δελφούς, προέρχεται ακόμα και από περιοχές της Συρίας και της Αρμενίας, γεγονός που μαρτυρά την έκταση της επιρροής του ιερού. Λόγω του μεγάλου κύρους του μαντείου, οι Ελληνικές πόλεις κατέφευγαν σ’ αυτό για να βοηθηθούν στη λήψη σημαντικών αποφάσεων.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αποικισμού, όπου οι μητροπόλεις κατέφευγαν στο μαντείο για να το συμβουλευτούν, για την επιλογή κατάλληλης θέσης για την ίδρυση αποικίας. Το ιερό των Δελφών έγινε σταδιακά κέντρο της σημαντικότερης Αμφικτυονίας του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, Η Αμφικτυονία αυτή που έγινε γνωστή ως Δελφική Αμφικτυονία, ήταν μία ομοσπονδιακή ένωση δώδεκα φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα. Συμμετείχαν σε αυτή οι φυλές της κεντρικής Ελλάδας και ηγετική θέση ανάμεσά τους κατείχαν οι Θεσσαλοί. Αρχικά είχε κέντρο της την Ανθήλη της Μαλίδας, αλλά από τα μέσα του 7ου αιώνα έκανε κέντρο της τους Δελφούς.
Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα η Δελφική Αμφικτυονία διεξήγαγε πόλεμο με την γειτονική πόλη των Δελφών, την Κρίσα. Ο πόλεμος αυτός ονομάστηκε Α΄ Ιερός πόλεμος και είχε ως κατάληξη την καταστροφή της Κρίσας. Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν οι Δελφοί να αυξήσουν την πανελλήνια θρησκευτική και πολιτική τους επιρροή και να μεγαλώσουν σε έκταση, αποκτώντας εδάφη που μέχρι τότε ανήκαν στην Κρίσα. Παράλληλα μετά το τέλος του πολέμου διοργανώθηκαν για πρώτη φορά τα Πύθια, οι δεύτεροι σε σημασία πανελλήνιοι αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς.
Στα πρώτα Πύθια που διοργανώθηκαν το 586 π.Χ. δόθηκαν ως έπαθλα στους νικητές των αγώνων, χρηματικά δώρα από τα λάφυρα της Κρίσας. Από τους επόμενους αγώνες καθιερώθηκε ως τιμητικό βραβείο των νικητών το δάφνινο στεφάνι. Την περίοδο των Περσικών πολέμων το μαντείο των Δελφών εξέδωσε αρκετούς δυσοίωνους χρησμούς για τις Ελληνικές πόλεις, γεγονός που αποδόθηκε από μεταγενέστερους ιστορικούς σε φιλοπερσική στάση που κράτησε. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως οι Δελφοί δέχτηκαν επίθεση από τους Πέρσες.
Συγκεκριμένα αναφέρει πως αφού ο Ξέρξης πέρασε τις Θερμοπύλες και κατευθυνόταν προς τη Φωκίδα, έστειλα ένα στρατιωτικό σώμα προς τους Δελφούς για να αποσπάσει θησαυρούς. Όταν οι Πέρσες πλησίασαν στους Δελφούς, δύο κορυφές από τον Παρνασσό αποκόπηκαν και έπεσαν πάνω τους, ενώ παράλληλα καταδιώχθηκαν από δύο τοπικούς ήρωες, τον Φύλακο και τον Αυτόνοο. Οι Δελφοί παρέμειναν ανεξάρτητη πόλη μέχρι το 448 π.Χ. όταν οι Αθηναίοι βοήθησαν τους Φωκείς να εντάξουν το ιερό στην ομοσπονδία τους. Τότε οι Σπαρτιάτες αντέδρασαν με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ο δεύτερος Ιερός Πόλεμος .
Οι Σπαρτιάτες αρχικά επανέφεραν την πόλη στην προηγούμενη κατάστασή της αλλά με νέα παρέμβαση των Αθηναίων η πόλη αποδόθηκε πάλι στους Φωκείς. Οι Φωκείς διατήρησαν τον έλεγχο του μαντειου μέχρι το 421 π.Χ. Τη χρονιά αυτή η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε και πάλι ως συνέπεια της Νικίειου ειρήνης. Το 356 π.Χ. οι Φωκείς κατέλαβαν τους Δελφούς, όταν το Αμφικτιονικό συνέδριο, που ελεγχόταν τότε από τη Θήβα, τους επέβαλλε ένα βαρύ πρόστιμο. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο ξέσπασμα του τρίτου Ιερού Πολέμου.
Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου λεηλατήθηκαν όλοι οι θησαυροί των Δελφών για να χρηματοδοτηθεί ο στρατός των Φωκέων. Οι Φωκείς τελικά ηττήθηκαν δέκα χρόνια μετά με επέμβαση του Φιλίππου και οι Δελφοί πέρασαν πάλι στον έλεγχο της Δελφικής Αμφικτυονίας που πλέον ελεγχόταν από τους Μακεδόνες. Ένας τέταρτος ιερός πόλεμος ξέσπασε το 339 π.Χ. στον οποίο αναμείχθηκαν οι Λοκροί της Άμφισσας και οδήγησε τελικά στην επέμβαση του Φιλίππου στη νότια Ελλάδα.
Κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν στον έλεγχο της νέας δύναμης που αναδείχτηκε στην νότια Ελλάδα, της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Οι Αιτωλοί κατέλαβαν το ιερό το 290 π.Χ. Λίγα χρόνια μετά, το 279 π.Χ., η πόλη των Δελφών βρέθηκε σε κίνδυνο από την επιδρομή των Γαλατών στον Ελλαδικό χώρο. Την επιδρομή αυτή αντιμετώπισαν με επιτυχία οι Αιτωλοί και προστάτευσαν το ιερό. Η πόλη συνέχισε να ευδοκιμεί και να πλουτίζει σε δώρα και αφιερώματα και κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Τα περισσότερα αφιερώματα αυτής της περιόδους προέρχονται από τις πόλεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας.
Το 190 π.Χ. οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν από τους Αιτωλούς την κυριαρχία στο μαντείο των Δελφών. Λίγα χρόνια μετά, το 168 π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν σε Ρωμαϊκή κυριαρχία. Κατά τη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων οι Δελφοί λεηλατήθηκαν από τον Σύλλα το 86 π.Χ.. Τον 2ο αιώνα μ.Χ. επισκέφθηκε τους Δελφούς ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος περιέγραψε αναλυτικά τον χώρο. Η διεξοδική περιγραφή του συνέβαλε σημαντικά στην ανασύνθεση του χώρου.
Η λειτουργία του μαντείου τερματίστηκε το 394 με διάταγμα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α’. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ., κατά την περίοδο των Σλαβικών επιδρομών.
ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
Ο αρχαιολογικός τόπος είχε κατοικηθεί από το χωριό Καστρί, ήδη από τον Μεσαίωνα. Οι κάτοικοι είχαν χρησιμοποιήσει τους μαρμάρινους κίονες και κατασκευές ως δοκούς στήριξης και οροφές για τα πρόχειρα σπίτια τους, συνηθισμένο τρόπο ανοικοδόμησης πόλεων, εν όλω ή εν μέρει κατεστραμμένων, ιδιαίτερα μετά το σεισμό του 1580, που ισοπέδωσε αρκετά χωριά στη Φωκίδα. Ήταν αναγκαίο να μετακινηθεί το χωριό ώστε να μπορέσουν να γίνουν οι ανασκαφές κάτι όμως που αρνούνταν οι κάτοικοι.
Η ευκαιρία να μετατοπισθεί το χωριό δόθηκε όταν αυτό καταστράφηκε μερικώς από σεισμό και οι κάτοικοι έδωσαν τον αρχαιολογικό χώρο με αντάλλαγμα ένα νέο χωριό. Το 1893 η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή αφαίρεσε σημαντική ποσότητα εδάφους από πολυάριθμους τόπους, έτσι ώστε τα σημαντικά κτήρια του ιερού του Απόλλωνα, όπως επίσης και χιλιάδες αντικειμένων, επιγραφών και γλυπτών να έρθουν στην επιφάνεια. Τέσσερις περιοχές του χώρου αναστηλώθηκαν περισσότερο ή λιγότερο.
Ο Θησαυρός των Αθηναίων αναστηλώθηκε ολόκληρος λόγω του πλήθους των αυθεντικών αρχαίων αντικειμένων που βρέθηκαν από την γαλλική ομάδα υπό την χορηγία του Δημάρχου Αθηναίων. Ο Βωμός των Χιωτών αναστηλώθηκε το 1959 από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Η Θόλος και ο Ναός του Απόλλωνα υπέστησαν μικρές αναστηλώσεις.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ
Στους πρόποδες του Παρνασσού, στο υποβλητικό φυσικό τοπίο που σχηματίζεται ανάμεσα σε δύο θεόρατους βράχους, τις Φαιδριάδες, βρίσκεται το πανελλήνιο ιερό των Δελφών και το πιο ξακουστό μαντείο της αρχαίας Ελλάδας. Οι Δελφοί ήταν ο ομφαλός της γης, όπου, σύμφωνα με τη μυθολογία, συναντήθηκαν οι δύο αετοί που έστειλε ο Δίας από τα άκρα του σύμπαντος για να βρει το κέντρο του κόσμου, και για πολλούς αιώνες αποτελούσαν το πνευματικό και θρησκευτικό κέντρο και το σύμβολο της ενότητας του αρχαίου ελληνισμού. Η ιστορία των Δελφών χάνεται στην προϊστορία και στους μύθους των αρχαίων Ελλήνων.
Σύμφωνα με την παράδοση, εδώ αρχικά υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα της Γης, και φύλακάς του ήταν ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Ο Απόλλωνας σκότωσε τον Πύθωνα και το δικό του ιερό ιδρύθηκε από Κρήτες που έφθασαν στην Κίρρα, το επίνειο των Δελφών, με τη συνοδεία του θεού, μεταμορφωμένου σε δελφίνι. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις που γίνονταν στους Δελφούς, τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλεια, τα Θεοφάνεια, και, βέβαια, τα περίφημα Πύθια, που τελούνταν για να θυμίζουν τη νίκη του θεού εναντίον του Πύθωνα και περιελάμβαναν μουσικούς διαγωνισμούς και γυμνικούς αγώνες.
Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών χρονολογούνται στη Νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.) και προέρχονται από το Κωρύκειο Άντρο, σπήλαιο στον Παρνασσό, όπου τελούνταν οι πρώτες λατρείες. Εντός των ορίων του ιερού βρέθηκαν κατάλοιπα Μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου. Τα ίχνη κατοίκησης είναι ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ., περίοδο κατά την οποία επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του ιερού και του μαντείου.
Προς το τέλος του 7ου αι. π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που επίσης λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία› ή «Προνοία› και είχε δικό της τέμενος. Σύμφωνα με φιλολογικές μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα, στους Δελφούς λατρεύονταν, ακόμη, η Άρτεμις, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ζευς Πολιεύς, η Υγεία και η Ειλείθυια. Με το ιερό συνδέεται ο θεσμός της Αμφικτυονίας, της ομοσπονδίας από δώδεκα φυλές της Θεσσαλίας και της Στερεάς, που αποτελούσε αρχικά θρησκευτική ένωση, ενώ αργότερα απέκτησε και πολιτική σημασία.
Η Δελφική Αμφικτυονία είχε τον έλεγχο της περιουσίας και λειτουργίας του ιερού, αφού όριζε τους ιερείς και τους άλλους αξιωματούχους, εκλέγοντάς τους πάντα από κατοίκους των Δελφών. Υπό την προστασία και τη διοίκησή της τον 6ο αιώνα π.Χ. το ιερό εδραίωσε την αυτονομία του έναντι των διεκδικητών του (Α΄ Ιερός πόλεμος), αύξησε την πανελλήνια θρησκευτική και πολιτική επιρροή του, μεγάλωσε σε έκταση και αναδιοργάνωσε τα Πύθια, τους δεύτερους σε σημασία πανελλήνιους αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς, που τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια.
Η περίοδος από τον 6ο έως τον 4ο αιώνα π.Χ. συμπίπτει με τη μεγάλη ακμή του Δελφικού μαντείου. Οι χρησμοί του, που θεωρούνταν οι πιο αξιόπιστοι, εκφράζονταν από την Πυθία, ιέρεια του μαντείου, και ερμηνεύονταν από τους ιερείς του Απόλλωνα. Πόλεις, ηγεμόνες και απλοί άνθρωποι έσπευδαν να συμβουλευθούν το θεό και εξέφραζαν την ευγνωμοσύνη τους με λαμπρά αναθήματα, που σταδιακά κατέκλυσαν το ιερό. Η φήμη του μαντείου έφθασε στα πέρατα του κόσμου και η έναρξη της λειτουργίας του χανόταν στα βάθη της αρχαιότητας και του μύθου.
Πιστεύεται ότι το δελφικό μαντείο διατύπωσε καθοριστικές προβλέψεις σχετικά με τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, την Αργοναυτική εκστρατεία και τον Τρωικό πόλεμο, ενώ βεβαιωμένος είναι ο σπουδαίος ρόλος της γνωμοδότησής του στην ίδρυση των Ελληνικών αποικιών. Ακριβώς, όμως, το γόητρο και η ισχύς των Δελφών προκάλεσαν δύο ακόμη Ιερούς Πολέμους, στα μέσα του 5ου και στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. μία νέα πολιτική και στρατιωτική δύναμη εμφανίζεται στο προσκήνιο, οι Αιτωλοί, που εκφράζουν τη δυναμική τους παρουσία στο ιερό με διάφορα αναθήματα.
Κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής κυριαρχίας (μετά το 168 π.Χ.) οι Δελφοί άλλοτε ευνοήθηκαν και άλλοτε λεηλατήθηκαν από τους αυτοκράτορες, όπως από το Σύλλα το 86 π.Χ. Η παρακμή του μαντείου επήλθε με το φιλοσοφικό κίνημα του ορθολογισμού τον 3ο αιώνα π.Χ., ωστόσο, το τυπικό στη λειτουργία του έμεινε αναλλοίωτο έως το 2ο αιώνα μ.Χ., την εποχή του Αδριανού. Τότε το επισκέφθηκε ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος κατέγραψε λεπτομερώς πάρα πολλά κατάλοιπα κτιρίων, επιγραφών και γλυπτών. Η διεξοδική περιγραφή του συνέβαλε σημαντικά στην ανασύνθεση του χώρου.
Το 394 μ.Χ. δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του του 7ου αιώνα μ.Χ., εποχή επέλασης των Σλάβων. Σταδιακά το αρχαίο ιερό επιχώσθηκε και καλύφθηκε ενώ, πολύ αργότερα, πάνω στα θαμμένα ερείπιά του εγκαταστάθηκε ένα ολόκληρο χωριό, το Καστρί, που στους νεότερους χρόνους δέχθηκε τις επισκέψεις των αρχαιόφιλων περιηγητών. Η έρευνα στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών άρχισε γύρω στο 1860 από Γερμανούς.
Το 1891 οι Γάλλοι πήραν από την Ελληνική κυβέρνηση έγκριση για διεξαγωγή συστηματικών ερευνών και τότε άρχισε η λεγόμενη «Μεγάλη Ανασκαφή›, αφού πρώτα απομακρύνθηκε το χωριό Καστρί. Κατά τη διάρκειά της ήλθαν στο φως εντυπωσιακά ευρήματα, ανάμεσα στα οποία και περίπου 3.000 επιγραφές, που αποκαλύπτουν διάφορες πτυχές του αρχαίου δημοσίου βίου. Σήμερα, οι εργασίες στο χώρο των δύο Δελφικών ιερών συνεχίζονται με τη συνεργασία της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και της Γαλλικής Σχολής, με ανασκαφική αλλά και αναστηλωτική δραστηριότητα.
Το μοναδικό μνημείο που διέθετε το αρχαίο υλικό για τη σχεδόν πλήρη αναστήλωσή του ήταν ο θησαυρός των Αθηναίων, που αποκαταστάθηκε το 1903 – 1906 από τους Γάλλους με έξοδα του Δήμου Αθηναίων. Άλλα μνημεία που έχουν αναστηλωθεί είναι ο βωμός των Χίων, ο ναός του Απόλλωνα και η θόλος. Στη νεότερη εποχή, ο χώρος των Δελφών συνδέθηκε με την προσπάθεια αναβίωσης της δελφικής ιδέας, από τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό και τη σύζυγό του Εύα, οι οποίοι παρουσίασαν δύο παραστάσεις αρχαίου δράματος, το 1927 και το 1930, θέλοντας να δημιουργήσουν ένα νέο πνευματικό ομφαλό της γης.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ
Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών περιλαμβάνει δύο τεμένη, ένα αφιερωμένο στον Απόλλωνα και ένα στην Αθηνά, καθώς και άλλου είδους εγκαταστάσεις, κυρίως αθλητικές. Όσοι έρχονταν από την Αθήνα συναντούσαν πρώτα το ιερό της Αθηνάς Προναίας, δηλαδή της Αθηνάς που βρισκόταν πριν από το ναό του Απόλλωνα. Εδώ σώζεται η περίφημη θόλος, το κυκλικό κτήριο και ερείπια των τριών ναών της θεάς, δύο πώρινων, κτισμένων στο ίδιο σημείο, που χρονολογούνται στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. και στο 500 π.Χ., και ενός νεότερου, ασβεστολιθικού, που κτίσθηκε στο δυτικό άκρο του τεμένους μετά το σεισμό του 373 π.Χ.
Μέσα στο τέμενος σώζονται βωμοί αφιερωμένοι στο Δία Πολιέα, στην Αθηνά Εργάνη, στην Αθηνά Ζωστηρία, στην Ειλείθυια και στην Υγεία, κατάλοιπα κτιρίου, που έχει αποδοθεί στη λατρεία των ντόπιων ηρώων, Φυλάκου και Αυτόνοου, οι οποίοι με τη μορφή γιγάντων είχαν αποτρέψει την εισβολή των Περσών στους Δελφούς, καθώς και δύο θησαυροί Δωρικού και Αιολικού ρυθμού, με ανωδομή από Παριανό μάρμαρο. Ο ένας, από τον οποίο σώζεται ένα χαρακτηριστικό κιονόκρανο με φύλλα φοίνικα, ήταν αφιέρωμα των κατοίκων της μακρινής Μασσαλίας.
Το ιερό περιελάμβανε επίσης τρόπαιο – ενθύμιο της απόκρουσης των Περσών, υπαίθριο άγαλμα του Αυτοκράτορα Αδριανού και ένα οικοδόμημα που ονομάζεται »Οικία των Ιερέων». Προχωρώντας προς τα βορειοδυτικά συναντούσε κανείς το γυμνάσιο, χώρο αθλητικής προπόνησης και εκπαιδευτικό κέντρο, με την παλαίστρα και το συγκρότημα των λουτρών. Επόμενος σταθμός ήταν η Κασταλία, η ιερή κρήνη των Δελφών. Με το νερό της οι επισκέπτες ξεδιψούσαν από την μακριά πορεία τους και ταυτόχρονα εξαγνίζονταν πριν μπουν στο μαντείο.
Το κεντρικό και πιο σπουδαίο σημείο του χώρου αποτελούσε πάντα το ιερό του Απόλλωνα. Προστατευόταν από περίβολο, με είσοδο στη νοτιοανατολική του γωνία. Από το σημείο αυτό οι επισκέπτες ακολουθούσαν την Ιερά Οδό, το βασικό ιστό του τεμένους, που οδηγούσε στο ναό του Απόλλωνα με το περίφημο άδυτο, όπου έδινε τους χρησμούς της η Πυθία. Με πυρήνες το ναό και την Ιερά Οδό, το τέμενος σταδιακά μεγεθύνθηκε και ενισχύθηκε από μνημειώδεις αναλημματικούς τοίχους. Ο επικλινής χώρος του οργανώθηκε σε αλλεπάλληλα επίπεδα, που πλαισιώθηκαν από στοές (Αττάλου, Αιτωλών, Αθηναίων) και ήταν προσβάσιμα από αντίστοιχες πύλες στον περίβολο.
Ανάμεσά τους διακρίνονται διάσπαρτα τα λείψανα πολυάριθμων και ποικίλων αναθημάτων, που αφιερώθηκαν από τις Ελληνικές πόλεις ή από πλούσιους ιδιώτες με αφορμή διάφορες ιστορικές περιστάσεις και κοινωνικοπολιτικά γεγονότα ή απλώς για να εκφράσουν θρησκευτική ευλάβεια προς το θεό και το μαντείο του. Τα έργα αυτά αντιπροσωπεύουν την τεχνική δεξιότητα και την καλλιτεχνική πρόοδο των ανθρώπων εκείνης της εποχής, από τα βάθη της Ανατολής ως τα παράλια της Μεσογειακής λεκάνης, ενώ παράλληλα υποδηλώνουν την οικονομική ευρωστία των αναθετών.
Κυμαίνονται από χάλκινους ή αργυρούς τρίποδες (ένα από τα σύμβολα του μαντείου) μέχρι τα σύνθετα πολυπρόσωπα αγαλματικά συμπλέγματα, κατασκευασμένα από μάρμαρο ή χαλκό. Μεταξύ των αρχιτεκτονικών αφιερωμάτων, οι θησαυροί, εντυπωσιακοί και πολυτελέστατοι, στέγαζαν κινητά αναθήματα, αλλά πρωτίστως πρόβαλλαν την τέχνη της πατρίδας του κάθε αναθέτη. Η Ιερά Οδός πλαισιωνόταν από τέτοια αφιερώματα, πυκνά τοποθετημένα σε όλο της το μήκος. Στο κέντρο του ιερού, επάνω στο μεγάλο πλάτωμα, που σχημάτιζε ο μεγάλος αναλημματικός πολυγωνικός τοίχος, δέσποζε ο μεγαλοπρεπής ναός του Απόλλωνα.
Μπροστά στην είσοδό του οι επισκέπτες μπορούσαν να θαυμάσουν τα εντυπωσιακά αναθήματα που είχαν προσφέρει κυρίως πλούσιοι ιδιώτες. Ψηλότερα από το ναό, προς τα βορειοδυτικά, βρίσκεται το θέατρο, όπου τελούνταν οι δραματικοί και μουσικοί αγώνες των Πυθίων, ενώ ακόμη ψηλότερα, έξω από τον περίβολο του ιερού, βρισκόταν το στάδιο, που φιλοξενούσε τους αθλητικούς αγώνες. Έξω και γύρω από τα δύο τεμένη διατηρούνται διάσπαρτα τα ερείπια του οικισμού των Δελφών, που αναπτύχθηκε κυρίως στην κλασική και στη ρωμαϊκή περίοδο, καθώς και τάφοι από τις αντίστοιχες νεκροπόλεις.
ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ
Ναός του Απόλλωνα
Ο ναός του Απόλλωνα, το σημαντικότερο μνημείο του ιερού του Απόλλωνα στους Δελφούς, βρισκόταν σε περίοπτη και κεντρική θέση μέσα στο τέμενος. Στο ναό στεγάζονταν τα αγάλματα και τα αφιερώματα προς το θεό, αλλά εδώ γίνονταν και οι ιεροτελεστίες που είχαν σχέση με τη λατρεία, η σπουδαιότερη από τις οποίες ήταν η διαδικασία της μαντείας. Στο ναό υπήρχε και το «χρησμογραφείο», όπου φυλάσσονταν τα αρχεία και οι κατάλογοι των Πυθιονικών, που καταστράφηκαν το 373 π.Χ.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο πρώτος ναός του Απόλλωνα που κτίσθηκε στους Δελφούς ήταν μία καλύβα από κλαδιά δάφνης, ο δεύτερος έγινε από κερί μελισσών και φτερά και ο τρίτος από χαλκό, ενώ ο τέταρτος κτίσθηκε από τους μυθικούς αρχιτέκτονες Τροφώνιο και Αγαμήδη με τη βοήθεια του ίδιου του Απόλλωνα. Αυτός πρέπει να ήταν ο πώρινος ναός, που καταστράφηκε από πυρκαγιά το 548 π.Χ. Ο ναός που τον διαδέχθηκε, οικοδομήθηκε με εισφορές που συγκεντρώθηκαν από όλη την Ελλάδα και από ξένους ηγεμόνες και ανέλαβε να τον ολοκληρώσει η μεγάλη αθηναϊκή οικογένεια των Αλκμαιωνιδών.
Ολοκληρώθηκε περίπου το 510 π.Χ., ήταν Δωρικός περίπτερος, με 6 κίονες στην πρόσοψη και 15 στις πλευρές. Ήταν πώρινος με μαρμάρινη πρόσοψη και εξαιρετικό γλυπτό διάκοσμο, φιλοτεχνημένο από το γλύπτη Αντήνορα. Θέμα του ανατολικού αετώματος ήταν η επιφάνεια του Απόλλωνα, η άφιξη του θεού στους Δελφούς με τη συνοδεία της αδελφής του Άρτεμης και της μητέρας του Λητούς. Στο κέντρο της παράστασης εικονιζόταν το άρμα με τους θεούς και δεξιά και αριστερά ανδρικές και γυναικείες μορφές.
Στο δυτικό αέτωμα απεικονιζόταν σκηνή Γιγαντομαχίας, από την οποία σώζονται μόνο οι μορφές της Αθηνάς, ενός πεσμένου Γίγαντα, μιας ανδρικής μορφής και τα μπροστινά μέρη δύο αλόγων. Ο σεισμός του 373 π.Χ. κατέστρεψε τον αρχαϊκό ναό και το ιερό κατέφυγε για δεύτερη φορά σε πανελλήνιο έρανο για την ανοικοδόμησή του. Ο τρίτος ιερός πόλεμος εμπόδισε τις εργασίες και μόλις το 330 π.Χ. ο ναός παραδόθηκε σε χρήση, κατασκευασμένος στο ίδιο σχέδιο και στις ίδιες σχεδόν διαστάσεις. Σε αυτό το ναό ανήκουν τα ερείπια που βλέπουμε σήμερα.
Πρόκειται για εντυπωσιακό κτίσμα, θαυμάσιο δείγμα του δωρικού ρυθμού, του οποίου αρχιτέκτονες ήταν ο Σπίνθαρος ο Κορίνθιος, ο Ξενόδωρος και ο Αγάθων. Ο ναός είναι περίπτερος, με 6 κίονες στις στενές πλευρές και 15 στις μακρές, με πρόδομο και οπισθόδομο δίστυλους εν παραστάσι. Ο σηκός του χωρίζεται σε τρία κλίτη με δύο κιονοστοιχίες, η καθεμία από τις οποίες έχει οκτώ ιωνικούς κίονες. Στο βαθύτερο επίπεδό του βρισκόταν το άδυτο, όπου εκτυλισσόταν η μαντική διαδικασία και στο οποίο είχαν πρόσβαση μόνο οι ιερείς που θα ερμήνευαν τα λόγια της Πυθίας.
Τα αετώματα από παριανό μάρμαρο φιλοτέχνησαν οι Αθηναίοι γλύπτες Πραξίας και Ανδροσθένης. Στο ανατολικό αέτωμα απεικονίζονταν ο Απόλλωνας με τις Μούσες και στο δυτικό ο Διόνυσος ανάμεσα στις Θυιάδες (Μαινάδες). Για το εσωτερικό του ναού γνωρίζουμε ελάχιστα στοιχεία, κυρίως από αρχαίους συγγραφείς: στους τοίχους του προνάου υπήρχαν χαραγμένα ρητά των επτά σοφών, όπως «Γνώθι Σαυτόν», «Μηδέν Άγαν» και το γράμμα Ε.
Επίσης, υπήρχε χάλκινη εικόνα του Ομήρου και βωμός του Ποσειδώνα, ενώ στο άδυτο υπήρχε το άγαλμα του θεού και ο ομφαλός. Στο ναό έχουν γίνει εργασίες αναστήλωσης, ενώ αποσπάσματα των αετωμάτων και από τις δύο οικοδομικές φάσεις του εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.
Θησαυρός των Αθηναίων
Ο θησαυρός των Αθηναίων ήταν από τα πιο σπουδαία και εντυπωσιακά κτίσματα του τεμένους του Απόλλωνα. Δέσποζε επάνω στην Ιερά Οδό, αμέσως μετά την πρώτη προς βορρά στροφή της, δίπλα στο βουλευτήριο της πόλης των Δελφών και απέναντι από τους θησαυρούς των Κνιδίων και των Συρακουσίων. Το μικρό αυτό κτίσμα ήταν ένα είδος θησαυροφυλάκιου της Αθήνας, στο οποίο φυλάσσονταν τρόπαια από σημαντικές πολεμικές νίκες της πόλης και άλλα αντικείμενα που είχαν αφιερωθεί στο ιερό. Ο θησαυρός οικοδομήθηκε από την αθηναϊκή δημοκρατία στα τέλη του 6ου ή στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.
Μάλιστα, θεωρείται το μνημείο που εκφράζει την επικράτηση των δημοκρατικών στην Αθήνα και την εκδίωξη των τυράννων. Σύμφωνα με μία άλλη ερμηνεία, η οποία στηρίζεται κυρίως στην περιγραφή του περιηγητή Παυσανία και στην επιγραφή που σώζεται στην πρόσοψη της νότιας κρηπίδας, ο θησαυρός οικοδομήθηκε σε ανάμνηση της απόκρουσης του περσικού κινδύνου μετά τη μάχη στο Μαραθώνα το 490 π.Χ. Πρόκειται για μικρό, δωρικού ρυθμού κτίσμα κατασκευασμένο από Παριανό μάρμαρο με τη μορφή ναΐσκου εν παραστάσι, όπως οι περισσότεροι θησαυροί.
Τα ανάγλυφα που τον κοσμούσαν αποτελούν δείγματα υψηλής πλαστικής στην τελευταία περίοδο της αρχαϊκής εποχής και μπορούν εύκολα να συγκριθούν με τις πρώιμες ερυθρόμορφες αγγειογραφίες ως προς την κομψότητα των μορφών, τις ελαφρές αναλογίες, τις έντονες και στερεές κινήσεις, αλλά και τις τολμηρές στάσεις. Στις ανάγλυφες μετόπες του εικονίζονται οι άθλοι του Ηρακλή (πίσω και βόρεια πλευρά) και του Θησέα (πρόσοψη και νότια πλευρά). Η αντιδιαστολή του Θησέα με τον Ηρακλή παραπέμπει στην αλλαγή πολιτεύματος στην Αθήνα με την επικράτηση της δημοκρατίας.
Το στοιχείο αυτό επιβεβαιώνεται και με τη γενικότερη επικράτηση στην τέχνη του 5ου αιώνα π.Χ. της εικονογραφίας του Θησέα, ενώ κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. κυριαρχούσε η εικονογραφία του Ηρακλή. Στη νότια μακριά πλευρά και στην πρόσοψη του κτίσματος, δηλαδή στις πλευρές που δεσπόζουν επάνω στη στροφή της Ιεράς Οδού, έχει δημιουργηθεί κρηπίδωμα που σχηματίζει τριγωνική πλατεία, όπου κατά τις επίσημες γιορτές και πομπές οι Αθηναίοι εξέθεταν τα λάφυρα από τη μάχη του Μαραθώνα και τα άλλα τρόπαια που φυλάσσονταν μέσα στο θησαυρό.
Στους τοίχους του κτηρίου σώθηκαν πολλές επιγραφές με κείμενα σημαντικά για τη μελέτη των αρχαίων εορτών και εθίμων, όπως η Πυρφορία, η Τριποδιφορία, η Πυθαΐς και η Δωδεκαΐς, που ήταν επίσημες πομπές των Αθηναίων στους Δελφούς, αλλά και για τη μελέτη της μουσικής, αφού στη νότια πλευρά, κοντά στην ανατολική γωνία, ήταν γραμμένοι οι δύο περίφημοι ύμνοι στον Απόλλωνα, τα μοναδικά αρχαιοελληνικά κείμενα που συνοδεύονται από μουσικό υπομνηματισμό και σήμερα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.
Στο εσωτερικό του θησαυρού είναι χαραγμένα στους τοίχους σημαντικά τιμητικά ψηφίσματα για Αθηναίους, που χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα π.Χ. και μετά, καθώς και ονόματα ενεχυροδανειστών, που χρησιμοποιούσαν το κτήριο στα μεταγενέστερα χρόνια. Ο θησαυρός των Αθηναίων ήταν το μοναδικό μνημείο των Δελφών που διέθετε αρκετό από το αρχαίο του υλικό και έτσι αναστηλώθηκε από τους Γάλλους το 1906 με χορηγία του τότε δημάρχου Αθηναίων, Σπύρου Μερκούρη. Οι μετόπες του μνημείου έχουν αποσπασθεί, έχουν συντηρηθεί και εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών και στη θέση τους έχουν τοποθετηθεί γύψινα εκμαγεία.
Πολυγωνικός Τοίχος των Δελφών
Όταν οικοδομήθηκε ο μεγάλος ναός στο ιερό του Απόλλωνα, σχηματίσθηκε άνδηρο, που στηριζόταν από δύο σχεδόν παράλληλους αναλημματικούς τοίχους. Ο ένας κατασκευάσθηκε στη βόρεια πλευρά για να τον προστατεύει από την πτώση βράχων. Ο δεύτερος κτίσθηκε στη νότια πλευρά του εδάφους, όπου θεμελιώθηκε ο ναός, για να συγκρατεί το έδαφος, ενώ ταυτόχρονα οριοθετούσε και την περιοχή της Άλω στα βορειοδυτικά. Αυτός είναι ο εντυπωσιακός πολυγωνικός τοίχος που βλέπει κανείς ανηφορίζοντας κατά μήκος της Ιεράς Οδού προς το ναό του Απόλλωνα, πίσω από τη στοά των Αθηναίων.
Χρονολογικά ανάγεται στο Β΄ μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Ειδικότερα, φαίνεται ότι κατασκευάσθηκε μετά το 548 π.Χ., όταν καταστράφηκε από φωτιά ο παλαιότερος ναός, τον οποίο ανέλαβαν να αντικαταστήσουν οι Αλκμαιωνίδες μεταξύ των ετών 513 και 505 π.Χ. Αργότερα, τον 5ο αιώνα π.Χ., στον τοίχο αυτό στηρίχθηκε η στοά των Αθηναίων. Σήμερα στην επιφάνειά του είναι ακόμη ορατά τα αποτυπώματα της. Η ανέγερση αυτού του τοίχου και η απαιτούμενη ισοπέδωση του εδάφους, προϋπέθεταν την καταστροφή ορισμένων πρώιμων αρχαϊκών οικοδομημάτων γύρω από τον προηγούμενο ναό.
Έτσι τάφηκαν κάτω από σωρό επιχώσεων οίκοι ή θησαυροί ορθογώνιας κάτοψης, καθώς και το γνωστό αψιδωτό κτίσμα. Ο τοίχος είναι κτισμένος κατά το σύστημα της πολυγωνικής Λέσβιας τοιχοποιίας, δηλαδή με καμπύλους αρμούς, χωρίς συνδέσμους, αλλά με τέλεια προσαρμογή. Σε κάτοψη έχει σχήμα ανεστραμμένου Π, με μήκος 90 μ. στη μακριά του πλευρά. Σήμερα λείπει το ανώτερο μέρος του, οι πλάκες επίστεψης, που ήταν κτισμένες κατά το ισόδομο σύστημα τοιχοποιίας, δηλαδή με στρώσεις ορθογώνιων λίθων, που είχαν ίδιο ύψος. Φαίνεται ότι υπήρχαν 4 ή 5 τέτοιες στρώσεις, και το αρχικό ύψος του τοίχου υπολογίζεται σε περίπου 2 μ. ακόμη.
Στην επιφάνειά του έχουν χαραχθεί πολλές και ποικίλες επιγραφές, συνολικά περίπου 800 κείμενα. Στην πλειονότητά τους είναι ψηφίσματα για την απελευθέρωση δούλων και χρονολογούνται κυρίως στον 3ο – 2ο αιώνα π.Χ. Στο μνημείο έχουν γίνει έργα συντήρησης και καθαρισμού.
Θησαυρός των Σιφνίων
Ο θησαυρός που αφιέρωσαν στους Δελφούς οι κάτοικοι της Σίφνου ήταν από τα πιο λαμπρά και πλούσια διακοσμημένα κτήρια στο ιερό του Απόλλωνα. Ήταν από τους πρώτους θησαυρούς που συναντούσε κανείς ανηφορίζοντας την Ιερά Οδό και βρισκόταν στην αριστερή πλευρά της, δίπλα στο θησαυρό της πελοποννησιακής Σικυώνας και απέναντι από αυτόν των Μεγάρων. Στο εσωτερικό του φυλάσσονταν τα πολύτιμα αναθήματα που προσέφεραν κατά καιρούς οι Σίφνιοι στο ιερό. Η παράδοση για την ίδρυση του θησαυρού αναφέρεται από τον Ηρόδοτο και από τον Παυσανία.
Σύμφωνα με αυτή, στο Β΄ μισό του 6ου αιώνα π.Χ. οι Σίφνιοι ήταν οι πιο πλούσιοι από όλους τους νησιώτες, επειδή είχαν αποκτήσει εξαιρετικά κέρδη από την εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυσού και αργύρου που υπήρχαν στον τόπο τους. Αποφάσισαν, λοιπόν, να χαρίσουν στον Απόλλωνα τη δεκάτη από τα κέρδη τους, και έτσι έκτισαν το θησαυρό. Με βάση με τον πλαστικό διάκοσμο, η χρονολογία του μνημείου ανάγεται γύρω στο 525 π.Χ. ή λίγο νωρίτερα, αφού τη χρονιά εκείνη η Σίφνος λεηλατήθηκε από επαναστατημένους Σαμίους που είχαν ανάγκη χρημάτων.
Το κτήριο είναι μικρό σε διαστάσεις με μορφή ναΐσκου και για την κατασκευή του οι Σίφνιοι μετέφεραν ακριβό λευκό μάρμαρο από την Πάρο, ενώ για τα περισσότερα κτίσματα εκείνη την περίοδο έχει χρησιμοποιηθεί πωρόλιθος. Ήδη από την εποχή του Ηροδότου ήταν περίφημο για τον πλούσιο γλυπτό του διάκοσμο, που πράγματι αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της ύστερης αρχαϊκής τέχνης. Στην πρόσοψη, ανάμεσα στις παραστάδες τοποθετήθηκαν αντί για κίονες δύο αγάλματα κορών, που στηρίζουν το επιστύλιο, χαρακτηριστικά παραδείγματα της ιωνικής τέχνης αυτής της περιόδου.
Το επιστύλιο κοσμείται από ιωνικό κυμάτιο και ζωφόρο, που περιβάλλει όλο το κτήριο. Στη δυτική πλευρά της παριστάνεται η κρίση του Πάρη, στη νότια η αρπαγή των Λευκιππιδών από τους Διόσκουρους, στη βόρεια, που είναι η καλύτερα διατηρημένη, η Γιγαντομαχία και στην ανατολική, στην πρόσοψη του μνημείου, η συγκέντρωση στον Όλυμπο των θεών που παρακολουθούν τον Τρωικό πόλεμο. Η ρωμαλέα έκφραση, η καθαρότητα, η δύναμη των μορφών και η εκπληκτική απόδοση των λεπτομερειών εντάσσονται αρμονικά στο χώρο της ζωφόρου, καλύπτοντας εύστοχα το διακοσμητικό χαρακτήρα της με τη σωστή διάταξη των μορφών και την αξιοποίηση του χώρου.
Το αέτωμα, που επιστεγάζει το θησαυρό στην πρόσοψή του, διαθέτει και αυτό γλυπτό διάκοσμο, ο οποίος παρουσιάζει το μύθο της διαμάχης του Ηρακλή με τον Απόλλωνα για το Δελφικό τρίποδα. Το συγκεκριμένο θέμα είναι από τα αγαπημένα των καλλιτεχνών της ύστερης Αρχαϊκής εποχής, καθώς εμφανίζεται και στην αγγειογραφία. Το αέτωμα επιστέφεται με τρία ακρωτήρια: το κεντρικό παριστάνει σφίγγα, ενώ τα δύο ακραία Νίκες. Σήμερα από το θησαυρό των Σιφνίων διατηρούνται στη θέση τους μόνο τα θεμέλια και ένας αστράγαλος από τη διακόσμηση της βάσης. Όλος ο σωζόμενος γλυπτός διάκοσμος του κτηρίου έχει συντηρηθεί και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.
Στοά των Αθηναίων
Από τα σημαντικά αναθήματα των Αθηναίων στους Δελφούς είναι η στοά, που έχει κτισθεί σε κεντρική θέση του ιερού του Απόλλωνα, κάτω από το μεγάλο ναό, μπροστά ακριβώς από τον πολυγωνικό αναλημματικό τοίχο και απέναντι από το χώρο της Άλω, όπου τελούνταν τα ιερά δρώμενα προς τιμήν του Απόλλωνα. Στο χώρο της φυλάσσονταν τα πολεμικά λάφυρα που αφιέρωσαν οι Αθηναίοι και προέρχονταν κυρίως από τις ναυτικές τους επιτυχίες εναντίον των Περσών.
Η στοά αποτελεί έργο του οικοδομικού προγράμματος του Περικλή και χρονολογείται μετά το 478 π.Χ., χρονιά κατά την οποία οι Αθηναίοι κατέστρεψαν την πλωτή γέφυρα που είχε κατασκευάσει ο Ξέρξης στον Ελλήσποντο για να περάσει με το στρατό του στην ευρωπαϊκή ακτή. Η ταύτιση του μνημείου είναι βέβαιη χάρη στην επιγραφή που ήταν χαραγμένη κατά μήκος του χαμηλότερου δόμου της βάσης του και όριζε το λόγο για τον οποίο είχε κτιστεί:
»ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΑΝΕΘΕΣΑΝ ΤΗΝ ΣΤΟΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΗΟΠΛΑ ΚΑΙ ΤΑΚΡΟΤΕΡΙΑ ΕΛΟΝΤΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΩΝ»
Εδώ, δηλαδή, ήταν αφιερωμένα τα «ακρωτήρια», δηλαδή τα ακρόπρωρα των περσικών πλοίων, και τα «όπλα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου