Η χωρίς προκλήσεις, για την ελληνική ακεραιότητα και τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας, ολοκλήρωση της τουρκικής –με πρόσκληση και συμμετοχή δυνάμεων και από άλλες νατοϊκές χώρες– άσκησης «Egemen 09» («Ηγεμών 09»), μπορεί μεν να απετέλεσε μείζονα (;) διπλωματική επιτυχία για τη χώρα μας, αλλά μόνο προσωρινό τέλος έδωσε στα σενάρια που συστηματικά απεργάζεται η Τουρκία για την, εδώ και 40 χρόνια, επίτευξη του κύριου αντικειμενικού της σκοπού, τη συγκυριαρχία στο Αιγαίο.
Η ελληνική πλευρά θα πρέπει όχι απλώς να συνεχίσει να διατηρεί τη μέγιστη δυνατή εγρήγορση, αλλά και να βελτιώσει δραματικά την ικανότητα διαχείρισης κρίσεων και «θερμών» επεισοδίων, η οποία, δυστυχώς, πλέον θεωρείται από την Άγκυρα ως συστημική αδυναμία μας. Αυτή ακριβώς την ελληνική αδυναμία –ανικανότητα (;), φόβο (;)– η Άγκυρα επιδιώκει τα τελευταία 40 περίπου χρόνια να εκμεταλλεύεται συστηματικά προωθώντας την υλοποίηση των πολιτικών της σκοπών μέσω σειράς «θερμών» ή μη επεισοδίων και επαπει- λούμενων κρίσεων στο Αιγαίο.
Στη βάση αυτής της διαπίστωσης και στις δύο πλευρές του Αιγαίου γίνεται συνεχώς η επεξεργασία σεναρίων στην προσπάθεια προετοιμασίας για τη βέλτιστη αντίδραση και διαχείριση όταν τα πραγματικά περιστατικά λάβουν χώρα. Η ουσιώδης διαφορά βεβαίως είναι ότι η τουρκική πλευρά σχεδιάζει και προγραμματίζει τα συμβάντα στη βάση ενός πολύ λεπτομερειακού σχεδιασμού, καθώς η μέχρι σήμερα έλλειψη ισχυρής [ή επιτυχούς (;)] αντίδρασης από την ελληνική πλευρά έχει καλλιεργήσει την πεποίθηση ότι η συστηματική δημιουργία κρίσεων και «θερμών» επεισοδίων πετυχαίνει να κάμψει σταδιακά την πολιτική βούληση του αντιπάλου και να προωθεί την επίσης σταδιακή επίτευξη των πολιτικών στόχων. Σταδιακή, υπό την έννοια της οριακής κάθε φορά μεταβολής του status quo ώστε ει δυνατόν να μην γίνεται αντιληπτή από την... εθισμένη στη ρητορεία των «ειρηνικών λύσεων» και της αποφυγής του πολέμου με κάθε κόστος ελληνική ηγεσία και κοινωνία, στις τουρκικές προκλήσεις. Όχι αδικαιολόγητα, καθώς η κρίση του Μαρτίου 1987 (που παρά τη φιλολογία περί επιτυχούς αντιμετώπισης, η Τουρκία πέτυχε τον αντικειμενικό της σκοπό, να σταματήσει τις ελληνικές πετρελαϊκές έρευνες) έφερε το Νταβός του 1988, η κρίση των Ιμίων τον Ιανουάριο του 1996 έφερε τη Μαδρίτη τον Ιούλιο του 1997 και την αναγνώριση των τουρκικών ζωτικών συμφερόντων.
Πάντως, και οι δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις, ασχέτως με την κατάληξη (στη πρώτη περίπτωση του 1987 κατά γενική ομολογία η τουρκική πλευρά αναγκάστηκε σε στρατιωτικό επίπεδο να οπισθοχωρήσει, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η χώρα μας υπέστη ήττα καθώς ακόμη και σήμερα μέρος της ελληνικής επικράτειας έχει ουσιαστικά μετατραπεί σε «γκρίζα» ζώνη), τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα ήταν ταυτόσημα. Στρατηγικά, η Ελλάδα οπισθοχώρησε αναγνωρίζοντας, εμμέσως ή αμέσως στον ανταγωνιστή της, συμφέροντα στο Αιγαίο.
Στο ΥΠΕΞ, εξάλλου, αποδίδουν καλά πληροφορημένες πηγές και την πατρότητα του σεναρίου που αναφέρθηκε σε πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «Τύπος της Κυριακής» (το υπογράφει η δημοσιογράφος Α. Σπανού, που καλύπτει το υπουργείο Εξωτερικών), και το οποίο μελετούν τα υπουργεία Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών για «θερμό επεισόδιο με κατάληψη ελληνικού κατοικημένου νησιού και πιθανή εν συνεχεία έναρξη διαπραγματεύσεων». Σύμφωνα με το δημοσίευμα στο σενάριο περιλαμβάνεται η κατάληψη ελληνικού κατοικημένου νησιού «μη κατονομαζόμενο ευθέως από τις συνθήκες Λονδίνου, Λωζάνης, Παρισίων» (είναι προφανές ότι, έστω και έμμεσα, το σενάριο υπονοεί το Αγαθονήσι), η αιχμαλώτιση της φρουράς και εν συνέχεια η διεξαγωγή ενός είδους επιχείρησης «εθνοκάθαρσης», όπου οι κάτοικοι και οι αιχμάλωτοι μεταφέρονται σε διπλανό νησί που κατονομάζεται από τις συνθήκες. Ακολουθεί, σε πολιτικό επίπεδο, η αίτηση για έναρξη διαπραγματεύσεων. Ακόμη όπως πιο ενδιαφέρουσα είναι η εξέλιξη του σεναρίου κατά την εφημερίδα. Μια τέτοια τουρκική ενέργεια θα οδηγήσει τελικά είτε σε αποτυχημένη ελληνική στρατιωτική δράση, η οποία θα έστρεφε τη διεθνή κοινότητα κατά της Ελλάδας (!), είτε σε διαπραγματεύσεις! «Σενάρια επεξεργαζόμαστε πολλά. Αλλά δεν υπάρχει ούτε ένα σενάριο, ούτε ένα παίγνιο που σε ενδεχόμενο προσβολής, μικρής ή μεγάλης κλίμακας, ελλη- νικών εδαφών και ελληνικών δυνάμεων από την Τουρκία να μην απαντήσουμε άμεσα με τον ίδιο τρόπο ή και σε μεγαλύτερη έκταση. Οι διαδικασίες είναι αυτόματες και δεν τίθεται θέμα έγκρισης της δράσης από την πολιτική ηγεσία. Αυτό είναι αυτονόητο και προβλεπόμενο», δήλωσε στη διαδικτυακή πύλη defencenet.gr ανώτατη στρατιωτική πηγή του υπουργείου Εθνικής Άμυνας που ρωτήθηκε σχετικά.
Η ελληνική πλευρά θα πρέπει όχι απλώς να συνεχίσει να διατηρεί τη μέγιστη δυνατή εγρήγορση, αλλά και να βελτιώσει δραματικά την ικανότητα διαχείρισης κρίσεων και «θερμών» επεισοδίων, η οποία, δυστυχώς, πλέον θεωρείται από την Άγκυρα ως συστημική αδυναμία μας. Αυτή ακριβώς την ελληνική αδυναμία –ανικανότητα (;), φόβο (;)– η Άγκυρα επιδιώκει τα τελευταία 40 περίπου χρόνια να εκμεταλλεύεται συστηματικά προωθώντας την υλοποίηση των πολιτικών της σκοπών μέσω σειράς «θερμών» ή μη επεισοδίων και επαπει- λούμενων κρίσεων στο Αιγαίο.
Στη βάση αυτής της διαπίστωσης και στις δύο πλευρές του Αιγαίου γίνεται συνεχώς η επεξεργασία σεναρίων στην προσπάθεια προετοιμασίας για τη βέλτιστη αντίδραση και διαχείριση όταν τα πραγματικά περιστατικά λάβουν χώρα. Η ουσιώδης διαφορά βεβαίως είναι ότι η τουρκική πλευρά σχεδιάζει και προγραμματίζει τα συμβάντα στη βάση ενός πολύ λεπτομερειακού σχεδιασμού, καθώς η μέχρι σήμερα έλλειψη ισχυρής [ή επιτυχούς (;)] αντίδρασης από την ελληνική πλευρά έχει καλλιεργήσει την πεποίθηση ότι η συστηματική δημιουργία κρίσεων και «θερμών» επεισοδίων πετυχαίνει να κάμψει σταδιακά την πολιτική βούληση του αντιπάλου και να προωθεί την επίσης σταδιακή επίτευξη των πολιτικών στόχων. Σταδιακή, υπό την έννοια της οριακής κάθε φορά μεταβολής του status quo ώστε ει δυνατόν να μην γίνεται αντιληπτή από την... εθισμένη στη ρητορεία των «ειρηνικών λύσεων» και της αποφυγής του πολέμου με κάθε κόστος ελληνική ηγεσία και κοινωνία, στις τουρκικές προκλήσεις. Όχι αδικαιολόγητα, καθώς η κρίση του Μαρτίου 1987 (που παρά τη φιλολογία περί επιτυχούς αντιμετώπισης, η Τουρκία πέτυχε τον αντικειμενικό της σκοπό, να σταματήσει τις ελληνικές πετρελαϊκές έρευνες) έφερε το Νταβός του 1988, η κρίση των Ιμίων τον Ιανουάριο του 1996 έφερε τη Μαδρίτη τον Ιούλιο του 1997 και την αναγνώριση των τουρκικών ζωτικών συμφερόντων.
Πάντως, και οι δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις, ασχέτως με την κατάληξη (στη πρώτη περίπτωση του 1987 κατά γενική ομολογία η τουρκική πλευρά αναγκάστηκε σε στρατιωτικό επίπεδο να οπισθοχωρήσει, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η χώρα μας υπέστη ήττα καθώς ακόμη και σήμερα μέρος της ελληνικής επικράτειας έχει ουσιαστικά μετατραπεί σε «γκρίζα» ζώνη), τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα ήταν ταυτόσημα. Στρατηγικά, η Ελλάδα οπισθοχώρησε αναγνωρίζοντας, εμμέσως ή αμέσως στον ανταγωνιστή της, συμφέροντα στο Αιγαίο.
Σενάρια προετοιμασίας
Προκειμένου η χώρα μας να αντιμετωπίσει με επιτυχία την οποιαδήποτε εκδήλωση της τουρκικής επιθετικότητας εξετάζονται συστηματικά τόσο από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, όσο και από το υπουργείο Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), πιθανά σενάρια δράσης των τουρκικών δυνά- μεων. Σημασία βέβαια έχει το να τεθούν σε εφαρμογή την κρίσιμη στιγμή, διότι και στα Ίμια υπήρχε ως ενέργεια προδιαγραφόμενη στους Εθνικούς Κανόνες Εμπλοκής, καθώς και οι προσφερόμενοι τρόποι αντίδρασης... Γιατί, παρότι στα Ίμια είχε καταληφθεί για πρώτη φορά ελληνικό έδαφος, η ελληνική πολιτική ηγεσία, εγκλωβισμένη στο ψευδεπίγραφο δίλημμα «ειρήνη ή πόλεμος», καταστρατήγησε όσα σχέδια είχαν εκπονηθεί με απόλυτη ψυχραιμία και ορθολογισμό, τον καιρό της ειρήνης...Στο ΥΠΕΞ, εξάλλου, αποδίδουν καλά πληροφορημένες πηγές και την πατρότητα του σεναρίου που αναφέρθηκε σε πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «Τύπος της Κυριακής» (το υπογράφει η δημοσιογράφος Α. Σπανού, που καλύπτει το υπουργείο Εξωτερικών), και το οποίο μελετούν τα υπουργεία Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών για «θερμό επεισόδιο με κατάληψη ελληνικού κατοικημένου νησιού και πιθανή εν συνεχεία έναρξη διαπραγματεύσεων». Σύμφωνα με το δημοσίευμα στο σενάριο περιλαμβάνεται η κατάληψη ελληνικού κατοικημένου νησιού «μη κατονομαζόμενο ευθέως από τις συνθήκες Λονδίνου, Λωζάνης, Παρισίων» (είναι προφανές ότι, έστω και έμμεσα, το σενάριο υπονοεί το Αγαθονήσι), η αιχμαλώτιση της φρουράς και εν συνέχεια η διεξαγωγή ενός είδους επιχείρησης «εθνοκάθαρσης», όπου οι κάτοικοι και οι αιχμάλωτοι μεταφέρονται σε διπλανό νησί που κατονομάζεται από τις συνθήκες. Ακολουθεί, σε πολιτικό επίπεδο, η αίτηση για έναρξη διαπραγματεύσεων. Ακόμη όπως πιο ενδιαφέρουσα είναι η εξέλιξη του σεναρίου κατά την εφημερίδα. Μια τέτοια τουρκική ενέργεια θα οδηγήσει τελικά είτε σε αποτυχημένη ελληνική στρατιωτική δράση, η οποία θα έστρεφε τη διεθνή κοινότητα κατά της Ελλάδας (!), είτε σε διαπραγματεύσεις! «Σενάρια επεξεργαζόμαστε πολλά. Αλλά δεν υπάρχει ούτε ένα σενάριο, ούτε ένα παίγνιο που σε ενδεχόμενο προσβολής, μικρής ή μεγάλης κλίμακας, ελλη- νικών εδαφών και ελληνικών δυνάμεων από την Τουρκία να μην απαντήσουμε άμεσα με τον ίδιο τρόπο ή και σε μεγαλύτερη έκταση. Οι διαδικασίες είναι αυτόματες και δεν τίθεται θέμα έγκρισης της δράσης από την πολιτική ηγεσία. Αυτό είναι αυτονόητο και προβλεπόμενο», δήλωσε στη διαδικτυακή πύλη defencenet.gr ανώτατη στρατιωτική πηγή του υπουργείου Εθνικής Άμυνας που ρωτήθηκε σχετικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου