ΑΧΕΡΩΝ
Ο Αχέρων είναι ποταμός της Ηπείρου
που πηγάζει από τα Σουλιώτικα όρη και εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος. Πηγάζει σε
υψόμετρο 1.600 m ,
διέρχεται από τους νομούς Θεσπρωτίας και Πρέβεζας σε μήκος 50 km και εκβάλλει στο Ιόνιο
πέλαγος. Η συνολική επιφάνεια της λεκάνης απορροής του ανέρχεται σε 763 km2, το
μέσο ετήσιο ύψος βροχοπτώσεων φθάνει τα 1.700 mm , ο μέσος ετήσιος
όγκος υετού υπολογίζεται σε 1.297 x 106 m3 , η δε συνολική ετήσια απορροή εκτιμάται
σε 740 x 106 m3
νερού.
Τα νερά του για να καταλήξουν στη θάλασσα περνούν μέσα από τα Στενά ή Κλεισούρα ή φαράγγι του Αχέροντα, όπως συνήθως αποκαλείται. Ο Κωκητός και ο Πυριφλεγέθοντας είναι οι παραπόταμοι του, ενώ στα σπλάχνα του Αχέροντα χύνεται και ο Τσαγγαριώτικος χείμαρρος, ερχόμενος από το Σούλι.
Αν και στη νεότερη ιστορία του ο ποταμός έχει ταυτιστεί με το Σούλι, ωστόσο, τα μυστηριώδη του σπήλαια, τα θολά του νερά και η πορεία του ανάμεσα στις επικίνδυνες και σκοτεινές χαράδρες, εξήραν τη φαντασία των αρχαίων μας προγόνων, οι οποίοι τον ταύτισαν με τον Άδη και τον θεώρησαν την κύρια οδό προς αυτόν. Εξάλλου η ίδια η λέξη Αχέρων δεν είναι τυχαία αφού τα συνθετικά της ,΄΄αχέα ρέων΄΄, δηλώνουν αυτόν που φέρνει τις πίκρες και τα δάκρυα.
Ο Ομηρος περιγράφει τις εκβολές του Αχέροντα ως "...ένα ακρογιάλι μικρό, με γύρω φουντωτά της Περσεφόνης δάση, όλο από λεύκες λυγερές και ιτιές καρποτινάχτρες". Η περιγραφή αυτή της περιοχής παρουσιάζει ομοιότητα με τη σημερινή εικόνα του όρμου της Αμμουδιάς. Ωστόσο, ο όρμος πρέπει να ήταν πολύ πιο βαθύς, καθώς τα φερτά υλικά που μεταφέρει ο Αχέροντας επί χιλιάδες χρόνια, έχουν επεκτείνει την πεδιάδα προς τη θάλασσα.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, η πεδιάδα
του Αχέροντα ήταν ο τόπος όπου κατοικούσαν οι ψυχές των νεκρών. Ο ποταμός
αποτελούσε το δρόμο μέσω του οποίου ο Χάροντας οδηγούσε τις ψυχές στη Λίμνη
Αχερουσία, στα έγκατα της οποίας βρισκόταν το βασίλειο του Αδη. Για το λόγο
αυτό, ιδρύθηκε στη βορειοανατολική όχθη της Αχερουσίας λίμνης, πάνω από μια
σπηλιά στη συμβολή των ποταμών Αχέροντα και Κοκυτού, ο σπουδαιότερος χώρος
λατρείας των θεών του Κάτω Κόσμου και επικοινωνίας με τις ψυχές των νεκρών, το Νεκρομαντείο
του Αχέροντα.
Στο χώρο αυτό, οι επισκέπτες, αφού υποβάλλονταν σε πολυήμερη προετοιμασία που περιελάμβανε πλήρη απομόνωση και ειδική διατροφή, οδηγούνταν στις υπόγειες αίθουσες του Νεκρομαντείου, όπου επικοινωνούσαν με τα πνεύματα των αγαπημένων τους νεκρών που προφήτευαν το μέλλον.
Στο χώρο αυτό, οι επισκέπτες, αφού υποβάλλονταν σε πολυήμερη προετοιμασία που περιελάμβανε πλήρη απομόνωση και ειδική διατροφή, οδηγούνταν στις υπόγειες αίθουσες του Νεκρομαντείου, όπου επικοινωνούσαν με τα πνεύματα των αγαπημένων τους νεκρών που προφήτευαν το μέλλον.
Η περιοχή αποτελούσε σημαντικό πόλο έλξης
επισκεπτών, αλλά η ευημερία αυτή έμελλε να τελειώσει το 167 π.Χ., όταν ο
Ρωμαίος Αιμίλιος Παύλος κατέστρεψε ολοσχερώς όλες τις
πόλεις της Ηπείρου και πήρε μαζί του περισσότερους από 150.000 αιχμαλώτους. Στο
πέρασμα των xρόνων από τότε, οι διαδοχικοί κατακτητές, οι συνεχείς πολεμικές
συγκρούσεις και οι ληστρικές επιδρομές οδήγησαν σε μαρασμό για μεγάλο χρονικό
διάστημα την ευρύτερη περιοχή του Αχέροντα, όπως και όλη την Ηπειρο.
Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση λοιπόν, ο Αχέρων κατέληγε στην Αχερουσία, λίμνη που ήταν ιδιαιτέρως παγερή, χωρίς ίχνος ζωής γύρω της. Τις Πύλες του Άδη φρουρούσε ο άγριος και άσπλαχνος σκύλος Κέρβερος που είχε τρία κεφάλια, χαίτη από φίδια και αγκαθωτή ουρά. Ο βαρκάρης-χάροντας παραλάμβανε τις ψυχές των νεκρών και τις μετέφερε με τη βάρκα του στον Κάτω Κόσμο. Το αντίτιμο για το ταξίδι στον Άδη ήταν ένας οβολός, γι' αυτό και οι αρχαίοι Έλληνες ενταφίαζαν τους νεκρούς τους με το αντίστοιχο ποσό. Η ψυχή που δεν μπορούσε να πληρώσει ήταν καταδικασμένη να περιπλανιέται και να βασανίζεται αιώνια στις όχθες του ποταμού. Εκτός από τον Αχέροντα, στον Άδη οδηγούσαν ο Κωκυτός και ο Πυριφλεγέθοντας, οι οποίοι συμβόλιζαν τα μαρτύρια που περνούσε μια ψυχή όταν κατέβαινε στον Άλλο Κόσμο.
Ταυτισμένος λοιπόν ο ποταμός και κυρίως το φαράγγι του με τις Πύλες του Άδη, αλλά και το Σούλι, συνθέτει ένα τοπίο μεγάλης οικολογικής και ιστορικής αξίας. Μυθολογία και φυσικό περιβάλλον μετατρέπουν τον Αχέροντα σε μια από τις πιο όμορφες γωνιές της πατρίδας μας, που σίγουρα αξίζει να επισκεφτούμε.
Ο ποταμός καθώς και οι εκβολές του αποτελούν κρίκο της αλυσίδας των
υγροτόπων της δυτικής Ελλάδας και έχουν ενταχθεί στο δίκτυο "Φύση
2000". Με τα νερά του αρδεύονται περί τα 85.000 στρέμματα, από τα οποία τα
28.000 ανήκουν στον νομό Θεσπρωτίας και τα υπόλοιπα στο νομό Πρέβεζας
Η καρυδιά, η αγριοτριανταφυλλιά, η βελανιδιά, η
δάφνη, το πεύκο, το κυπαρίσσι και ο σχίνος είναι μερικά από τα πολλά είδη
βλάστησης που συνθέτουν το φυσικό περιβάλλον του φαραγγιού του Αχέροντα. Πολλά
επίσης είδη της πανίδας, όπως ο χρυσαετός, ο σκαντζόχοιρος, ο ασβός, η αλεπού
και ο λαγός βρίσκουν καταφύγιο στα πυκνά του δάση.
Εκβολή και Στενά Ποταμού Αχέροντος 39o 15' Β, 20o 30' Α -3.500 εκτάρια
Μη προστατευόμενη περιοχή. Δέλτα με υφάλμυρα έλη, θάμνους αρμυρικίων (Tamarix sp.), αμμώδεις θαμνότοπους και αμνοσκέπαστους λόφους στην ακτή. Στο εσωτερικό, η περιοχή κατά μεγάλο μέρος καλλιεργείται ενώ υπάρχει και ένα στενό φαράγγι. Οι κύριες ανθρώπινες δραστηριότητες είναι η γεωργία, η ηνοτροφία, η αλιεία και το κυνήγι. Υπάρχουν αραιοί οικισμοί. Στο δέλτα υπάρχει έντονη κυνηγετική πίεση. Επί του παρόντος, απειλείται από την ολοκληρωτική αποξήρανση και την τουριστική ανάπτυξη.
Στα αναπαραγόμενα είδη περιλαμβάνονται ο Πελαργός Ciconia ciconia, ο Σφηκιάρης Pernis apivorus, ο Ασπροπάρης Neophron percnopterus (2 ζεύγη), ο Φιδαετός Circaetus gallicus, ο Χρυσαετός Aquila chrysaetos, ο Σπιζαετός Hieraaetus fasciatus, η Πετροπέρδικα Alectoris graeca και ο Μπούφος Bubo bubo (1 ζεύγος). Επίσης εμφανίζεται το Όρνιο Gyps fulvus
Εκβολή και Στενά Ποταμού Αχέροντος 39o 15' Β, 20o 30' Α -
Μη προστατευόμενη περιοχή. Δέλτα με υφάλμυρα έλη, θάμνους αρμυρικίων (Tamarix sp.), αμμώδεις θαμνότοπους και αμνοσκέπαστους λόφους στην ακτή. Στο εσωτερικό, η περιοχή κατά μεγάλο μέρος καλλιεργείται ενώ υπάρχει και ένα στενό φαράγγι. Οι κύριες ανθρώπινες δραστηριότητες είναι η γεωργία, η ηνοτροφία, η αλιεία και το κυνήγι. Υπάρχουν αραιοί οικισμοί. Στο δέλτα υπάρχει έντονη κυνηγετική πίεση. Επί του παρόντος, απειλείται από την ολοκληρωτική αποξήρανση και την τουριστική ανάπτυξη.
Στα αναπαραγόμενα είδη περιλαμβάνονται ο Πελαργός Ciconia ciconia, ο Σφηκιάρης Pernis apivorus, ο Ασπροπάρης Neophron percnopterus (2 ζεύγη), ο Φιδαετός Circaetus gallicus, ο Χρυσαετός Aquila chrysaetos, ο Σπιζαετός Hieraaetus fasciatus, η Πετροπέρδικα Alectoris graeca και ο Μπούφος Bubo bubo (1 ζεύγος). Επίσης εμφανίζεται το Όρνιο Gyps fulvus
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου