Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017

Η ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΦΑΛΑΓΓΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΑΡΙΣΑ

























Γράφει η Μαίρη Καρά

     Οι κατακτήσεις του Mεγάλου Aλεξάνδρου έφερατους Eλληνες στα πέρατα της Οικουμένης και κυρίαρχους μιας απέραντης Αυτοκρατορίας. Τον κεντρικό ρόλο σε αυτές τις κατακτήσεις έπαιξε η περίφημη ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΦΑΛΑΓΓΑ, το στρατιωτικό σύστημα που δημιούργησε ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ο Β΄. 
     Ο Φίλιππος για να ιδρύσει την Φάλαγγα, κατ’ αρχάς διαίρεσε την επικράτεια σε 12 στρατολογικές περιφέρειες, απ’ τις οποίες προέρχονταν οι τάξεις της Φάλαγγας. Η προέλευση κάθε τάξης από μια περιοχή συνέβαλλε, στο να σφυρηλατείται το πνεύμα της ομάδας και να εξασφαλίζεται η καλύτερη απόδοσή της. Την Φάλαγγα συγκροτούσαν μικροϊδιοκτήτες αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες, ή αστοί των πόλεων της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. 
     Ο Φίλιππος προσέδιδε μεγάλη σημασία στους πεζούς και τους ονόμασε πεζέταιρους, σε αντιστοιχία με τους Εταίρους έφιππους αριστοκρατικής καταγωγής. Ανάλογα δε με την μάχη μπορούσαν να συμμετέχουν και Υπασπιστές. Η περικεφαλαία ήταν θρακικού/φρυγικού τύπου, βαμμένη σε διάφορα χρώματα. Επί Αλεξάνδρου, χρησιμοποιείτο κυρίως η Βοιωτική, ενώ ακόμα σε χρήση ήταν χαλκιδικού ή αττικού τύπου και λακωνικοί ΠΙΛΟΙ. 
     Οργανωτικά η βασική μονάδα της ήταν η Τάξη (1536 άνδρες), υπό τον Ταξίαρχο. Υπομονάδα της, το Σύνταγμα (256) υπό το Συνταγματάρχη, οι άνδρες του οποίου τάσσονταν σε βάθος 16 ζυγών, σχηματίζοντας τον Λόχο, με μέτωπο άλλων 16, σχηματίζοντας το τετράγωνο του Συντάγματος. Σε κάθε Λόχο πρώτος ήταν ο Διοικητής, μετά ο Λοχαγός και τελευταίος ο Υποδιοικητής Ουραγός. Οι υπόλοιποι Αξιωματικοί ήταν ο Ημιλοχίτης-Διοικητής 8 ανδρών και ο ΕΝΩΜΟΤΑΡΧΗΣ. 
     Κάθε τάξη συγκροτούνταν από 6 συντάγματα, ενώ 32 τάξεις συγκροτούσαν ένα Κέρας. Όλη η παράταξη αποτελούνταν από τα δύο Κέρατα. Μετά τον Αλέξανδρο τόσο στην Μακεδονία όσο και στα κράτη των Διαδόχων, η βασική διαίρεση της φάλαγγας ήταν σε δύο κέρατα, τους Χαλκάσπιδες και τους Αργυράσπιδες, ενώ η διαίρεση σε τάξεις ατόνησε. Η Φάλαγγα αποτελούσε τον χαρακτηριστικό τρόπο παράταξης μάχης, αρχικά των Μακεδόνων και στην συνέχεια επί δύο αιώνες (4ου-2ου αιώνα π.Χ.) όλων των κρατών των Διαδόχων και ΕΠΙΓΟΝΩΝ. 
     Για να αποκτήσει η φάλαγγα συντριπτική υπεροχή στους αντιπάλους, οι φαλαγγίτες εξοπλίστηκαν με μακρύτερα δόρατα, τις ΣΑΡΙΣΕΣ. Η Σάρισα ήταν δόρυ 5,5 μέτρων μήκους και βάρους 8 κιλών, κομμένο από δέντρο της Μακεδονίας την  ΚΡΑΝΙΑ,με μεγάλο ύψος και ευθύ κορμό, που παρείχε σκληρά δόρατα μεγάλου μήκους κι αντοχής. Είχε σαυρωτήρα και σιδερένια αιχμή στο αντίθετο άκρο ως αντίβαρο, για κάρφωμα στο έδαφος και ήταν το βασικό επιθετικό όπλο της ΦΑΛΑΓΓΑΣ. 
     Λόγω του μεγάλου βάρους της (από 7-9 κιλά) δεν ήταν δυνατός ο χειρισμός της με το ένα χέρι. Για να απαλλαγεί απ’ το βάρος της ασπίδας στο άλλο χέρι ο σαρισοφόρος, αντικαταστάθηκε με ελαφρύτερη και μικρότερη στρογγυλή, διαμέτρου 65 εκατοστών, που κατασκευαζόταν με πόρπακα και αντιλαβή. Διέθετε όμως ένα σύστημα, για να αναρτάται απ’ τον ώμο και να στερεώνεται γερά στον βραχίονα, χωρίς ο φαλαγγίτης να είναι αναγκασμένος να την κρατά στο χέρι. Έτσι είχε ελεύθερα τα δυο χέρια του για να κρατά την ΣΑΡΙΣΑ. 
     Η λέξη σάρισα είναι άγνωστης ετυμολογίας και προφανώς αποτελεί κατάλοιπο ιδιωματισμού της μακεδονικής διαλέκτου, ή λεξιδάνειο από τους γειτονικούς λαούς. Με δεδομένο όμως το μεγάλο μήκος και βάρος της, έπρεπε να ελαφρυνθεί κι άλλο ο οπλίτης, για να μην κουράζεται γρήγορα. Γι’ αυτό και για να στρατολογούνται περισσότεροι φαλαγγίτες, οι πανοπλίες περιορίστηκαν στον στρατό. Mόνο λίγοι φαλαγγίτες των πρώτων σειρών έφεραν λινοθώρακες ή δερμάτινους "σπολάδες" με μεταλλικές ενισχύσεις, σπάνια δε μεταλλικούς, αν ο φαλαγγίτης είχε τα οικονομικά μέσα για να τους αποκτήσει ή ήταν τυχερός, για να βρει κάποιον ανάμεσα στα ΛΑΦΥΡΑ. 
     Oι φαλαγγίτες φορούσαν κράνη κυρίως θρακικού (φρυγικού) τύπου την εποχή του Φιλίππου και Βοιωτικού την εποχή του Aλεξάνδρου (αν και στις δύο περιόδους ήταν εν χρήσει μία μεγάλη ποικιλία κρανών), ενώ οι άνδρες των πρώτων σειρών κι όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα έφεραν ΚΝΗΜΙΔΕΣ. Δευτερεύον επιθετικό όπλο ήταν ένα ξιφίδιο, που σε μήκος δεν ξεπερνούσε κατά πολύ το αντίστοιχο σπαρτιατικό. Στον τομέα αυτό όμως δεν ακολουθήθηκε η μεθοδολογία του Iφικράτη, που είχε εξοπλίσει τους πελταστές του με ένα μακρύ (μεγαλύτερο των 70 εκ. σε μήκος) για τα ελληνικά δεδομένα ΞΙΦΟΣ. 
     Oι φαλαγγίτες έπρεπε να εξοπλίζονταν κατά περίπτωση και με ελαφρύτερα δόρατα καθώς και με ακόντια. Aπ’ όλα αυτά τα απάρτια, το βασίλειο χορηγούσε στους πεζούς του τις σάρισες και τις ασπίδες. Για τα υπόλοιπα έπρεπε να φροντίζουν οι ίδιοι. Οι πρώτες 5 σειρές κρατούσαν σηκωμένες τις σάρισες, για να πλήξουν τους αντιπάλους ή τα άλογα κατά πρόσωπο. Οι επόμενες 11 σειρές είχαν υψωμένα σαν δάσος τα ΔΟΡΑΤΑ. 
     Οι σχηματισμοί στην μακεδονική φάλαγγα περιελάμβαναν Πύκνωση: βάθος 16 ανδρών. Συνασπισμό: 8 ανδρών. Βάθος: 32 ανδρών. Τα ξίφη ήταν συνήθως ίσια, κοντά και πλατύστομα και σπάνια μακρύτερα κι ελαφρώς κυρτά-κοπίδες. Το ξίφος το χρησιμοποιούσαν σε περιπτώσεις, που η σάρισα διαλυόταν ή οι εχθροί κατόρθωναν να σπάσουν την παράταξη της φάλαγγας, και επομένως χρειαζόταν να κάνουν μάχη σώμα με ΣΩΜΑ. 
     Το μάκρος της σάρισας έδινε το πλεονέκτημα στους πεζέταιρους σε σχέση με τους κανονικούς οπλίτες και τους Πέρσες, διότι κρατούσαν τους εχθρούς σε απόσταση και πλήττοντάς τους, χωρίς να κινδυνεύουν απ’ τα κοντύτερα δόρατά τους. Εννοείται πως η σάρισα ως όπλο ήταν σχεδόν άχρηστη, εκτός απ’ την μάχη σε παράταξη. Η φάλαγγα μπορούσε να ταχθεί με ευθύ μέτωπο, λοξά ή σε άλλο σχηματισμό (τοξωτά, σφηνοειδώς, τετράγωνα) κατά τον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ, ενώ τον 2ο αιώνα μόνο σε ευθεία ΠΑΡΑΤΑΞΗ. 
     Κύριο πλεονέκτημα της Μακεδονικής φάλαγγας υπήρξε η τρομερή δύναμη κρούσης, που παρέτασσε στο εμπρόσθιο τόξο, καθώς οι σάρισες των τριών πρώτων σειρών εκτείνονταν πέντε μέτρα μπροστά από το μέτωπό της. Το βάθος των ανδρών τής έδινε μια ακαταμάχητη ορμή, που ήταν πρακτικά αδύνατο να σταματηθεί από μπροστά. Κύρια μειονεκτήματα της Μακεδονικής φάλαγγας υπήρξαν τα εκτεθειμένα πλευρά της και η αδυναμία άμυνας σε περίπτωση διάσπασης ή ΡΗΓΜΑΤΟΣ. 
     Κύρια αποστολή της Μακεδονικής Φάλαγγας στο πεδίο της μάχης, ήταν να καθηλώσει τα αντίπαλα στρατεύματα, να τα αγκιστρώσει, παίζοντας έτσι αμυντικό ρόλο, ή να τα πιέσει δημιουργώντας μια τακτική βάση ανάπτυξης επιχειρησιακών κινήσεων για το υπόλοιπο στράτευμα. Στην επίτευξη αυτού του στόχου, ασφαλώς συνέβαλλε και η καθίζηση του ηθικού που προκαλούσε στους αντιπάλους. Γι’ αυτό ήταν ΑΗΤΤΗΤΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: