Ποιο ήταν το ιστορικό κτίριο του «Αττικόν» που καταστράφηκε
χθεσινή καταστροφή του κινηματοθεάτρου «Αττικόν» αποτελεί άλλη μια πληγή στο σώμα της πόλης των Αθηνών, καθώς επρόκειτο για ένα ιστορικό κτίριο, από τα πλέον εμβληματικά της πόλης.
Το διώροφο κτίριο που βρίσκεται στη γωνία των οδών Σταδίου και Χρήστου Λαδά είναι αποτέλεσμα πολλών διαδοχικών αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων.
Αρχιτεκτονικά ανήκει στην περίοδο του εκλεκτικισμού (Νέος Νεοκλασσικισμός) που βασικό χαρακτηριστικό του έχει την εκλεκτική επιλογή αρχιτεκτονικών στοιχείων από διάφορα ρεύματα χωρίς να υπάρχει ένα ενιαίο ύφος. Το κτίριο οικοδομήθηκε από τον Αλέξανδρο Νικολούδη σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλλερ για λογαριασμό του Χιώτη τραπεζίτη Σταμάτη Δεκόζη-Βούρο.
Μάλιστα, στους χώρους του κτιρίου εγκαταστάθηκε για μικρό διάστημα το 1914, το νεοπαγές Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.
Την περίοδο 1914-1920 πραγματοποιήθηκε μια βασική επέμβαση σε ρυθμό «Νεομπαρόκ», όταν οικοδομήθηκε σε τμήμα του κτιρίου το κινηματοθέατρο «Αττικόν», επάνω σε σχέδια του αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Νικολούδη (1874-1944). Μάλιστα η αρχιτεκτονική επέμβαση είχε το πρωτοποριακό για την εποχή οπλισμένο σκυρόδεμα.
Τα μαγαζιά που στεγάστηκαν στο κτίριο ήταν ποικίλα: από παντοπωλεία ως φαρμακεία και καταστήματα κρυστάλλων ενώ βασικό στοιχείο ήταν το εμβληματικό σινεμά «Αττικόν» καθώς ήταν ο πρώτος κινηματογράφος που πρόβαλλε ομιλούσες ταινίες.
Τη δεκαετία του '30 δημιουργήθηκε και η δεύτερη κινηματογραφική αίθουσα «Απόλλων» στο υπόγειο του κτιρίου, ενώ εγκαταστάθηκαν τα γραφεία της «Σκούρας Φιλμς» υπό τη διεύθυνση της οποίας λειτουργούσαν οι δύο κινηματογράφοι.
Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής το κτίριο είχε επιταχθεί από τις Γερμανικές δυνάμεις και είχε μετατραπεί σε κινηματογράφο για τους Γερμανούς στρατιώτες. Το Αττικόν μετατράπη σε SoldatenKino Victoria, το Απόλλων σε Kino Apollo, ενώ οι άλλοι κινηματογράφοι υποχρεώθηκαν να αναγράφουν τους τίτλους των έργων εκτός από ελληνικά, στα γερμανικά και ιταλικά.
Το 1960 οι αδελφοί Γρηγοριάδου και ο Άγγελος Αγαλιώτης πήραν άδεια ορισμένων επισκευών από την Πολεοδομία Αθηνών, ενώ το 1982 πραγματοποιήθηκαν γενικές εργασίες συντήρησης και αναπαλαίωσης πάνω σε μελέτη του αρχιτέκτονα Ι. Χριστακόπουλου. Η αποκατάσταση του κτιρίου θεωρήθηκε υποδειγματική και αποτέλεσε πρότυπο αποκατάστασης και συντήρησης και για άλλα νεοκλασσικά κτίρια της πόλης.
Το μόνο θετικό από την τεράστια καταστροφή που υπέστη το κτίριο, είναι ότι αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον των Αθηναίων για την αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης η οποία παρέμενε επί δεκαετίες στο περιθώριο. Σε μια πόλη που «αλώθηκε» από το μπετό, το «Αττικόν» έστεκε και στέκει ως σύμβολο αντίστασης στην αισθητική παρακμή της πόλης. Ιδίως δε η ανακαίνισή του αποτελούσε την απόδειξη ότι η αισθητική και η Ιστορία μπορούν να συνυπάρχουν εξαιρετικά με την λειτουργικότητα ενός σύγχρονου κτιρίου.
Κοινή ελπίδα είναι το κτίριο να αποκατασταθεί στην παλιά του αίγλη και να αποτελέσει ξανά πόλο για τους κινηματογραφόφιλους Αθηναίους.
Το άγνωστο παλάτι της πλατείας Κλαυθμώνος
Το ένα από τα κτίρια του Μουσείου, το επί της οδού Ι. Παπαρρηγοπούλου 7, ιδιοκτησίας Σταματίου Δεκόζη Βούρου, κατοικήθηκε από τον Όθωνα και την Αμαλία, πρώτους βασιλείς της Ελλάδας από το 1836 έως το 1843. Για το λόγο αυτό, ένας όροφός του είναι αφιερωμένος στη μνήμη του βασιλικού ζεύγους.
Το κτίριο επί της οδού Ι. Παπαρρηγοπούλου 5, το οποίο συνδέεται μέσω κλειστής γέφυρας με το προηγούμενο, κτίστηκε από τον αρχιτέκτονα Γεράσιμο Μεταξά το 1859 και σήμερα περιλαμβάνει αίθουσες με έπιπλα εποχής και Πινακοθήκη.
Το Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών φέρει τα ονόματα του πολιτικού Λάμπρου Ευταξία (1905-1996) και του θείου του Αλεξάνδρου Βούρου (1871-1959), ανώτατου στελέχους της ελληνικής διπλωματικής υπηρεσίας. Ιδρυτής του Μουσείου υπήρξε ο Λάμπρος Ευταξίας, ο οποίος ενισχύθηκε στο έργο του από κληροδότημα που άφησε ο Αλέξανδρος Βούρος.
Ο Λάμπρος Ευταξίας σπούδασε Νομικά, Πολιτικές και Οικονομικές επιστήμες στην Αθήνα, στη Βιέννη, στη Λειψία και στο Παρίσι. Από το 1932 έως το 1967 εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής και επανειλημμένα έγινε υπουργός.
Παράλληλα με την πολιτική, το ενδιαφέρον του συγκέντρωναν θέματα πολιτισμού ενώ υπήρξε συλλέκτης ολκής.
Το 1973 ίδρυσε το Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών - Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία, το οποίο το 1980 άνοιξε τις πύλες του στο κοινό. Το 1990 το Μουσείο τιμήθηκε με βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Λάμπρος Ευταξίας υπήρξε και πρωτεργάτης της δημιουργίας του Μεγάρου των Φίλων της Μουσικής.
Το περιοδικό Αθηνόραμα μας δίνει μια σύντομη περιγραφή της εμπειρίας της επίσκεψης του Μουσείου: « Μπαίνοντας στο ισόγειο, ένα σερί από παμπάλαιους πίνακες και χαρακτικά καταγράφει τις μεταμορφώσεις του αστικού ιστού από την Τουρκοκρατία και μετά, φανερώνοντας έτσι προ πολλού χαμένες εικόνες, όπως το τζαμί στην Ακρόπολη ή ο ναός της Αρτέμιδος Αγροτέρας. Ο μνημειακός πίνακας του Ζακ Καρέ από το 1674 είναι ο μεγαλύτερος που έχει γίνει για την Αθήνα και απεικονίζει τον Μαρκήσιο ντε Λουντέλ με φόντο τον ακόμη αλώβητο από την έκρηξη του Μοροζίνι Παρθενώνα. Οι συλλογές ανηφορίζουν σε επιπλέον δύο ορόφους, ωστόσο ο πρώτος κλέβει εύκολα τις εντυπώσεις, καθώς στις σάλες του συναντώνται έπιπλα και αντικείμενα του Όθωνα και της Αμαλίας, το γραφείο του Άρμανσμπεργκ, όπως και δωμάτια που αναπαριστούν τους χώρους υποδοχής ενός μεγαλοαστικού σπιτιού του 19ου αιώνα, αποκαλύπτοντας και τις συνήθειες του τότε, προσωπικές ιστορίες αλλά και σκωπτικά παραλειπόμενα. Το πιάνο, λ.χ., με το τσόχινο σεμεδάκι αγοράστηκε με έρανο για την πρώτη γυναίκα απόφοιτο του Ωδείου Αθηνών, την Αδέλα Δέσελ, ενώ στη μικρή τραπεζαρία προσέξτε τη λαϊκή λιθογραφία που καυτηριάζει τον πρωτεύοντα ρόλο της Αμαλίας στη διακυβέρνηση της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου