Τα παιδιά του
Κάδμου (Μυθολογία)
- Η Σεμέλη, κόρη του Κάδμου και μητέρα του θεού Διόνυσου, έγινε αντικείμενο σφοδρού έρωτα από το Δία λόγω της ομορφιάς της. Μια μέρα, η Σεμέλη - μετά από εμμονή που της την εμφύτευσε η ζηλιάρα Ήρα - ζήτησε από το Δία να την επισκεφτεί με όλη του τη μεγαλοπρέπεια, ούτως ώστε να προσπαθήσει να κατανοήσει το μεγαλείο του ερωτικού της συντρόφου· μάταια ο Δίας προσπαθούσε να την μεταπείσει. Η Ήρα είχε παρουσιαστεί μπροστά της με τη μορφή μιας γριούλας, λέγοντάς της ότι αν την αγαπούσε πραγματικά ο Δίας, θα εμφανιζόταν όπως εμφανίζεται στην Ήρα. Έτσι, ο Δίας μπήκε στο δωμάτιό της καβάλα στο άρμα του, συνοδευόμενος από βροντές, αστραπές και κεραυνούς. Η Σεμέλη, όντας θνητή, δεν άντεξε τη θερμότητα και την ένταση και, κατακεραυνωμένη, τυλίχτηκε στις φλόγες και κάηκε σαν λαμπάδα· ήταν, όμως, έγκυος και έτσι ο Δίας έραψε το έμβρυο στο μηρό του μέχρι να ολοκληρωθεί ο απαιτούμενος χρόνος. Από το Δία, έτσι, γεννήθηκε ο θεός Διόνυσος, ενώ ο Δίας θεοποίησε τη Σεμέλη, κατατάσσοντάς την ανάμεσα στους αθάνατους με το όνομα Θυώνη. Το όνομά της φέρει ένα χωριό στην Ξάνθη και ο αστεροειδής αρ. 86. Ο γιος της, ο θεός Διόνυσος, λέγεται ότι έκανε να βλαστήσει το πρώτο αμπέλι στο ακριβές σημείο που σκοτώθηκε η μητέρα του.
- Η Αγαύη, κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας, ήταν
σύζυγος του Σπαρτού Εχίονα. Φθονούσε την αδελφή της, Σεμέλη, που είχε
εμπνεύσει σφοδρό έρωτα στο Δία και διάδιδε ότι η Σεμέλη έλεγε ψέματα ότι
το παιδί που θα γεννούσε (ο Διόνυσος) ήταν του Δία. Μαθαίνοντάς το ο Δίας
την κατακεραύνωσε, ενώ ο Διόνυσος μεγαλώνοντας έμαθε τις συκοφαντίες της
θείας του και αποφάσισε να την εκδικηθεί: ερχόμενος στη Θήβα ενέβαλε στις
γυναίκες της πόλης θεϊκή μανία. Ο γιος της, Πενθέας, διαδέχθηκε τον Κάδμο
στο θρόνο του και θέλησε να εμποδίσει την εισαγωγή της λατρείας του
Διόνυσου. Τότε, ο Διόνυσος έκανε και την Αγαύη να κυριευτεί από μανία και,
ενώ αυτή έτρεχε με άλλες μαινάδες προς τον Κιθαιρώνα, συνάντησε το γιο της
και τον εξέλαβε ως άγριο θηρίο και τον κατασπάραξε. Ο σύζυγός της,
Εχίονας, ήταν ένας από τους πέντε επιζήσαντες Σπαρτούς που, μαζί με τον
Κάδμο, έκτισαν την πόλη της Θήβας. Μαζί με την Αγαύη, κόρη του Κάδμου,
απόκτησε τον Πενθέα και την Ήπειρο.
- Η Αυτονόη, σύζυγος του Αρισταίου, ήταν η επίκουρος
της αδελφής της, Αγαύης, στην κατασπάραξη του Πενθέα. Ο Αρισταίος ήταν
γιος του Απόλλωνα και της νύμφης Κυρήνης. Ανατράφηκε από τις νύμφες με
αμβροσία και νέκταρ, με αποτέλεσμα να καταστεί αθάνατος. Φυλάγοντας τα ποίμνια
των Μουσών στην Όρθρυ, έγινε άριστος ποιμένας και κυνηγός· πηγαίνοντας στη
Βοιωτία, νυμφεύτηκε την Αυτονόη, ενώ αργότερα πήγε στην Αρκαδία και δίδαξε
στους κατοίκους την κατεργασία του μαλλιού, την τυροκομία και τη χρήση του
μελιού. Αργότερα, μετέβηκε στη Σικελία και τη Σαρδηνία, αποικώντας εκεί.
Γιος του Αρισταίου και της Αυτονόης ήταν ο Ακταίονας, άριστος και
ατρόμητος κυνηγός. Κυνηγώντας κάποτε στον Κιθαιρώνα είδε, χωρίς να το
θέλει, τη γυμνή Άρτεμη να λούζεται στην Παρθένια πηγή. Η λεσβία θεά, οργισμένη
και προσβεβλημένη, μετέδωσε λύσσα στους 50 κυνηγετικούς της σκύλους, οι
οποίοι τον κατασπάραξαν κοντά στην Ερένεια των Μεγάρων. Τα σκυλιά στη
συνέχεια έφθασαν με γαβγίσματα μέχρι τη σπηλιά του Κένταυρου Χείρωνα, που
για να τα καταπραΰνει έφτιαξε ομοίωμα του Ακταίονα. Η μητέρα του, Αυτονόη,
μετέβηκε στην Ερένεια των Μεγάρων, όπου και απέθανε από τη λύπη της, ενώ ο
πατέρας του μετοίκησε στο νησί Σάρδος. Το φάντασμα του Ακταίονα στοίχειωνε
τον Ορχομενό της Βοιωτίας, εμφανιζόμενο και καταστρέφοντας τους αγρούς.
Μετά από συμβουλή του Μαντείου των Δελφών, οι Ορχομένιοι κατασκεύασαν
άγαλμα του Ακταίονα, με ενδεδυμένο σίδηρο και τέλεσαν επιτάφιες γιορτές
προς τιμήν του. Στους Δελφούς υπήρχε εικόνα του Ακταίονα και της μητέρας
του που κρατούσε ένα νεογέννητο ελαφάκι, έργο του Πολύγνωτου. Παράσταση
του Ακταίονα και της μητέρας του έχουμε επίσης σε περίφημη σαρκοφάγο στο
Λούβρο, τοιχογραφία στην Πομπηία, αλλά και σε αρχαία αγγεία και νομίσματα.
Τελικά, το μόνο παιδί του
Κάδμου που επέζησε και παρέμεινε στη Θήβα ήταν ο Πολύδωρος,
ο οποίος διαδέχθηκε στο θρόνο τον πατέρα του, γενόμενος ο γενάρχης των
Λαβδακιδών. Νυμφεύτηκε τη Νυκτίδα, κόρη του Νυκταίου, απόγονου των Σπαρτών. Ο
γιος τους, Λάβδακος, ηττήθηκε από τον Πανδίονα, βασιλιά της Αθήνας, ενώ παιδί
του Λάβδακου ήταν ο Λάιος