Όταν ξεκίνησαν τα μυστήρια τηλέφωνα από κάποια παράκεντρα εξουσίας με σκόρπιες πληροφορίες, όπως «ο Καραμανλής...
Η «σκιά» των υποκλοπών στο κινητό τηλέφωνο του πρωθυπουργού «έπεσε βαριά» το 2006 και άφησε εμβρόντητους τους περισσότερους Έλληνες που έμπαιναν,παρακολουθώντας το θέμα από τα ΜΜΕ, σ’ έναν δαιδαλώδη δρόμο μυστηρίου, ομίχλης και επικίνδυνων διαδρομών. Δεν εξέπληξε, όμως, αυτούς που κινούνταν κοντά στον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, συνομιλούσαν μαζί του και «διάβαζαν» την αγωνία του για το ότι οι πολιτικές του επιλογές, οι οποίες δεν άρεσαν σε όλους τους παράγοντες που ήθελαν διαχρονικά να πατρονάρουν την Ελλάδα, οδηγούσαν σε ένα σπιράλ κινδύνου και αβεβαιότητας, όχι μόνο τη χώρα και την πολιτική της διαδρομή, αλλά τον ίδιο προσωπικά και τα πιο αγαπημένα του πρόσωπα.
Ο Καραμανλής υπέμεινε με την καρτερικότητα του Σωκράτη ένα μαρτύριο με αβέβαιη εξέλιξη, μια ιστορία που στην αρχή ίσως και ο ίδιος υποεκτίμησε κι ένα μονοπάτι που ήταν γεμάτο αγκάθια και στην πορεία διαπίστωνε ότι το βάδιζε μόνος του. Την ημέρα που έφτασε στο πρωθυπουργικό γραφείο η αναφορά των ρωσικών υπηρεσιών ότι ο τότε πρωθυπουργός είχε μπει για τα καλά στο στόχαστρο των παγκόσμιων «εντολοδοτών», ξεκινούσε μια περίοδος που αποδείχθηκε καθοριστική για την περαιτέρω πορεία της χώρας και που καθόλου άσχετη δεν είναι με τη σημερινή μοίρα της χώρας, τη χωμένη σε ένα καταστροφικό μνημόνιο και «ασφυκτιούσα» ανάμεσα στη Σκύλα και τη Χάρυβδη των καιρών μας.
Ο Προκόπης Παυλόπουλος, διαχρονικά στενός συνεργάτης του κ. Καραμανλή, ήταν ο κομιστής του συγκεκριμένου εφιαλτικού μηνύματος που αφορούσε τη ζωή του πρωθυπουργού και της οικογένειάς του. Ούτε αυτό, όμως, φάνηκε ικανό να κάνει τον Κ. Καραμανλή να υπαναχωρήσει στο δίλημμα «προσφορά στην πατρίδα, όπως την έχω οραματιστεί» ή «προσωπικό βόλεμα». Οι πιέσεις εντάθηκαν, αλλά τα σχέδια του τότε πρωθυπουργού ουδέποτε μπήκαν στο βάθος του συρταριού. Ο Καραμανλής γνώριζε, όταν τον Μάρτιο του 2007 «χάλαγε τη σούπα» στους επίδοξους επικυρίαρχους της ελληνικής πραγματικότητας με το βέτο στο θέμα των Σκοπίων, πως οι πιέσεις θα μπορούσαν να πάρουν σάρκα και οστά. Έτσι, ενώ έβγαινε από το Παλάτι του Λαού στο Βουκουρέστι, ως εγγυητής των εθνικών επιλογών, το σχέδιο «Πυθία» έμπαινε σε μια πιο σκληρή φάση του.
Κύκλοι του πρώην πρωθυπουργού, λένε στο «Π», ότι εκείνη την περίοδο ο Κ. Καραμανλής βρισκόταν σε αυστηρό περιορισμό. Έβλεπε συγκεκριμένους ανθρώπους, με συγκεκριμένα μέτρα ασφαλείας, ενώ, όπως ο ίδιος έχει εξομολογηθεί σε φίλους του, τού απαγόρευσαν αγαπημένες του καθημερινές συνήθειες, όπως το πρωινό περπάτημα στην Αθήνα ή την ποδηλασία. Την ίδια περίοδο, ο Καραμανλής έτρωγε σε δυο συγκεκριμένες ταβέρνες στη Ραφήνα, πάντα παρουσία συγκεκριμένου αριθμού αστυνομικών και κάτω από συγκεκριμένα μέτρα ασφαλείας. «Ένιωθα εξαιρετικά άβολα» έχει ακουστεί να λέει σε συνομιλητές του, «αλλά ήξερα πως η κατάσταση είναι κρίσιμη».
«Θέλουν να σε σκοτώσουν»
Αυτό το κατάλαβε ακόμη περισσότερο, όταν κάποια στιγμή ορισμένα περίεργα οχήματα έκλειναν με μυστήριο τρόπο τον δρόμο στο δικό του αυτοκίνητο, σε έναν από τους κεντρικότερους δρόμους της Νέας Μάκρης. Κι έτσι, το «φιτίλι» της «βόμβας» που «σιγόκαιγε» μέσα σε φακέλους και συρτάρια της ΕΥΠ, αλλά και του αρμόδιου υπουργού, δεν άργησε να «καεί» και, τελικά, να σκάσει η «βόμβα». «Πρόεδρε, θέλουν να σε σκοτώσουν. Η πληροφορία είναι απόλυτα διαβαθμισμένη από πηγή που έχει απόλυτα δοκιμαστεί» του είπε ένας από τους στενότερους συνομιλητές του. Όταν ξεκίνησαν να αποκαλύπτονται σαν… μαρτύριο της σταγόνας οι λεπτομέρειες των υποκλοπών, ο Καραμανλής είχε πλέον πειστεί ότι ήταν «εγκλωβισμένος».
Πολύ σύντομα, και χωρίς να υπάρχει προφανής λόγος, ξεκίνησαν τα μυστήρια τηλέφωνα από κάποια παράκεντρα εξουσίας με σκόρπιες πληροφορίες, όπως «ο Καραμανλής στην επόμενη δημοσκόπηση θα είναι πίσω από τον Παπανδρέου», «θα του καταστρέψουμε τη γέφυρα με τη Ρωσία», «θα τον αναγκάσουμε να φύγει για πάντα στο εξωτερικό, αν θέλει να μείνει ζωντανός» και άλλα τέτοια παρόμοια. Το θέμα είναι πως ο ίδιος ο Καραμανλής ήθελε πάση θυσία να συνεχίσει το έργο του με πολιτικές επιλογές που πίστευε από την αρχή ότι είναι οραματικές. Γι’ αυτό και όταν ο πρόεδρος Πούτιν του πρότεινε το «πλαίσιο» της ελληνορωσικής προσέγγισης, εκείνος δεν είχε καμία δυσκολία να το δεχθεί.
Το ενδιαφέρον είναι πως ο Καραμανλής έλεγε σε όλους τους τόνους στους στενούς του συνεργάτες ότι ο ίδιος δεν θα μπορούσε να βάλει την υπογραφή του στην καταστροφή της χώρας, θεωρώντας πως το άνοιγμα στη Ρωσία είχε μια προοπτική που θα ενίσχυε την Ελλάδα και θα της έδινε ρόλο κομβικής σημασίας στην ευρύτερη περιοχή. Γνώριζε επίσης και τις δυσκολίες της εθνικής στάσης του Τάσου Παπαδόπουλου απέναντι στο σχέδιο Ανάν. Όπως επίσης ήξερε το ότι η Κύπρος και οι Κύπριοι πολιτικοί θέλουν πάντα ειδικό χειρισμό. Μόλις οι αντίπαλοί του πείστηκαν πως δεν κάνει πίσω, άρχισαν να βγαίνουν στη φόρα διάφορα ως «σκάνδαλα», που όσο και αν ο Γ. Παπανδρέου αργότερα ως πρωθυπουργός «κίνησε γη και ουρανό» για να τα εξιχνιάσει, εντέλει δεν οδήγησαν πουθενά ή τουλάχιστον δεν μπόρεσαν να αποδώσουν στον Κ. Καραμανλή τυχόν άλλες ευθύνες, πέραν των πολιτικών, που ως προϊστάμενος – πρωθυπουργός είχε για τις «αμαρτωλές» πράξεις ορισμένων των υπουργών της κυβέρνησής του. Σήμερα, οι δικαστικές αρχές συνδέουν την υπόθεση των υποκλοπών με το περιώνυμο σχέδιο «Πυθία» που απέβλεπε στη δολοφονία του Καραμανλή και όχι μόνο… Ο ίδιος, όπως μας λένε οι καλά γνωρίζοντες, είναι αποφασισμένος να περιμένει την κατάληξη των ερευνών της δικαιοσύνης για να συμβάλει και ο ίδιος προσωπικά με τη δική του αλήθεια. Μιας υπόθεσης που το λιγότερο που του κόστισε ήταν η πρωθυπουργική «καρέκλα», όπου όσοι τον ξέρουν καλά θα γνωρίζουν ότι δεν ένιωθε ούτε βολικά ούτε μόνιμος ένοικος.
Η συγγνώμη της ιστορίας…
Σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου του Βελλίδειου στη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο του 2009, είδα για πρώτη φορά τον Καραμανλή τόσο προβληματισμένο. Ήταν σχεδόν βουρκωμένος στο τέλος της, καθώς χαιρετούσε τυπικά όσους ανθρώπους βρίσκονταν στον δρόμο του προς την έξοδο του εκθεσιακού κέντρου. Φαινόταν να ψάχνει να βρει περισσότερους από έναν ανθρώπους που δεν θα στέκονταν στην επιφάνεια των πραγμάτων. Ήξερε πως χάνει τις εκλογές, που είχε ο ίδιος προκηρύξει για τις 4 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, αλλά αυτό δεν τον ένοιαζε πολύ. Ήταν ηλίου φαεινότερο ότι το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ και του «λεφτά υπάρχουν» είχε εκβιάσει τις εξελίξεις με μοχλό την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτό που ενδιέφερε τον Καραμανλή ήταν η προδιαγεγραμμένη πορεία της χώρας και το ότι αυτή έπεφτε σε χέρια πρόθυμα να δώσουν «γη και ύδωρ» παντού, απλώς για να συμμετέχουν στη νομή της εξουσίας. Φάνηκε, άλλωστε, από το ότι όταν εκείνη τη στιγμή στον δρόμο προς την έξοδο του Βελλιδείου βρήκε έναν ειλικρινή φίλο του, δεν τον χαιρέτησε απλώς, αλλά τον αγκάλιασε σαν να ήθελε να του πει «εσύ ξέρεις την αλήθεια» και ήταν πραγματικά λαβύρινθος τα όσα διέτρεχαν εκείνες τις μέρες.
Προειδοποιητικά τηλέφωνα σε εφημερίδες, ακόμα και τότε κυβερνητικών στελεχών που περιέγραφαν με τα πιο μελανά χρώματα τη «μοίρα» του ίδιου του Καραμανλή. Από τον Ιούλιο κιόλας ή τον Αύγουστο του ίδιου έτους, και ενώ εξελισσόταν το Ευρωμπάσκετ εκείνη την εποχή, υπήρχαν τηλεφωνήματα που μιλούσαν για «ταπεινωτική αποχώρηση του Καραμανλή» και δήθεν μπελάδες που δεν θα έχουν τέλος. Τι σοφός είναι, όμως, αυτός ο λαός. Ο Καραμανλής είναι σήμερα από τους ελάχιστους πολιτικούς, που μάλιστα διετέλεσαν πρωθυπουργοί, όπου παρά τους «κουβάδες λάσπης» που έχει δεχθεί, και «χαμηλόφωνα» δέχεται ενίοτε ακόμη, μπορεί να απολαμβάνει την ευρεία αποδοχή του κόσμου. Πραγματικά, ούτε την ώρα που γράφονται αυτές οι αράδες, ούτε και πολύ χρόνο μετά από αυτές, ο γράφων δεν θα είναι σε θέση να πει με σιγουριά αν ο Καραμανλής θα παίξει ή όχι άλλον κεντρικό ρόλο στο μέλλον. Βέβαιο είναι, όμως, πως μια πιθανή επάνοδος ενός πατριώτη πολιτικού ηγέτη, μέσα από την ψήφο του λαού σε όποιο αξίωμα τον καλέσει αυτός να αναλάβει, σαφώς και θα αποτελεί τη συγγνώμη που του χρωστά η ίδια η Ιστορία, όχι μόνο για το ότι πήγε να τον αδικήσει, αλλά ως αποκατάσταση μιας αλήθειας απέναντι στην Ελλάδα και τους Έλληνες.
Ο Καραμανλής υπέμεινε με την καρτερικότητα του Σωκράτη ένα μαρτύριο με αβέβαιη εξέλιξη, μια ιστορία που στην αρχή ίσως και ο ίδιος υποεκτίμησε κι ένα μονοπάτι που ήταν γεμάτο αγκάθια και στην πορεία διαπίστωνε ότι το βάδιζε μόνος του. Την ημέρα που έφτασε στο πρωθυπουργικό γραφείο η αναφορά των ρωσικών υπηρεσιών ότι ο τότε πρωθυπουργός είχε μπει για τα καλά στο στόχαστρο των παγκόσμιων «εντολοδοτών», ξεκινούσε μια περίοδος που αποδείχθηκε καθοριστική για την περαιτέρω πορεία της χώρας και που καθόλου άσχετη δεν είναι με τη σημερινή μοίρα της χώρας, τη χωμένη σε ένα καταστροφικό μνημόνιο και «ασφυκτιούσα» ανάμεσα στη Σκύλα και τη Χάρυβδη των καιρών μας.
Ο Προκόπης Παυλόπουλος, διαχρονικά στενός συνεργάτης του κ. Καραμανλή, ήταν ο κομιστής του συγκεκριμένου εφιαλτικού μηνύματος που αφορούσε τη ζωή του πρωθυπουργού και της οικογένειάς του. Ούτε αυτό, όμως, φάνηκε ικανό να κάνει τον Κ. Καραμανλή να υπαναχωρήσει στο δίλημμα «προσφορά στην πατρίδα, όπως την έχω οραματιστεί» ή «προσωπικό βόλεμα». Οι πιέσεις εντάθηκαν, αλλά τα σχέδια του τότε πρωθυπουργού ουδέποτε μπήκαν στο βάθος του συρταριού. Ο Καραμανλής γνώριζε, όταν τον Μάρτιο του 2007 «χάλαγε τη σούπα» στους επίδοξους επικυρίαρχους της ελληνικής πραγματικότητας με το βέτο στο θέμα των Σκοπίων, πως οι πιέσεις θα μπορούσαν να πάρουν σάρκα και οστά. Έτσι, ενώ έβγαινε από το Παλάτι του Λαού στο Βουκουρέστι, ως εγγυητής των εθνικών επιλογών, το σχέδιο «Πυθία» έμπαινε σε μια πιο σκληρή φάση του.
Κύκλοι του πρώην πρωθυπουργού, λένε στο «Π», ότι εκείνη την περίοδο ο Κ. Καραμανλής βρισκόταν σε αυστηρό περιορισμό. Έβλεπε συγκεκριμένους ανθρώπους, με συγκεκριμένα μέτρα ασφαλείας, ενώ, όπως ο ίδιος έχει εξομολογηθεί σε φίλους του, τού απαγόρευσαν αγαπημένες του καθημερινές συνήθειες, όπως το πρωινό περπάτημα στην Αθήνα ή την ποδηλασία. Την ίδια περίοδο, ο Καραμανλής έτρωγε σε δυο συγκεκριμένες ταβέρνες στη Ραφήνα, πάντα παρουσία συγκεκριμένου αριθμού αστυνομικών και κάτω από συγκεκριμένα μέτρα ασφαλείας. «Ένιωθα εξαιρετικά άβολα» έχει ακουστεί να λέει σε συνομιλητές του, «αλλά ήξερα πως η κατάσταση είναι κρίσιμη».
«Θέλουν να σε σκοτώσουν»
Αυτό το κατάλαβε ακόμη περισσότερο, όταν κάποια στιγμή ορισμένα περίεργα οχήματα έκλειναν με μυστήριο τρόπο τον δρόμο στο δικό του αυτοκίνητο, σε έναν από τους κεντρικότερους δρόμους της Νέας Μάκρης. Κι έτσι, το «φιτίλι» της «βόμβας» που «σιγόκαιγε» μέσα σε φακέλους και συρτάρια της ΕΥΠ, αλλά και του αρμόδιου υπουργού, δεν άργησε να «καεί» και, τελικά, να σκάσει η «βόμβα». «Πρόεδρε, θέλουν να σε σκοτώσουν. Η πληροφορία είναι απόλυτα διαβαθμισμένη από πηγή που έχει απόλυτα δοκιμαστεί» του είπε ένας από τους στενότερους συνομιλητές του. Όταν ξεκίνησαν να αποκαλύπτονται σαν… μαρτύριο της σταγόνας οι λεπτομέρειες των υποκλοπών, ο Καραμανλής είχε πλέον πειστεί ότι ήταν «εγκλωβισμένος».
Πολύ σύντομα, και χωρίς να υπάρχει προφανής λόγος, ξεκίνησαν τα μυστήρια τηλέφωνα από κάποια παράκεντρα εξουσίας με σκόρπιες πληροφορίες, όπως «ο Καραμανλής στην επόμενη δημοσκόπηση θα είναι πίσω από τον Παπανδρέου», «θα του καταστρέψουμε τη γέφυρα με τη Ρωσία», «θα τον αναγκάσουμε να φύγει για πάντα στο εξωτερικό, αν θέλει να μείνει ζωντανός» και άλλα τέτοια παρόμοια. Το θέμα είναι πως ο ίδιος ο Καραμανλής ήθελε πάση θυσία να συνεχίσει το έργο του με πολιτικές επιλογές που πίστευε από την αρχή ότι είναι οραματικές. Γι’ αυτό και όταν ο πρόεδρος Πούτιν του πρότεινε το «πλαίσιο» της ελληνορωσικής προσέγγισης, εκείνος δεν είχε καμία δυσκολία να το δεχθεί.
Το ενδιαφέρον είναι πως ο Καραμανλής έλεγε σε όλους τους τόνους στους στενούς του συνεργάτες ότι ο ίδιος δεν θα μπορούσε να βάλει την υπογραφή του στην καταστροφή της χώρας, θεωρώντας πως το άνοιγμα στη Ρωσία είχε μια προοπτική που θα ενίσχυε την Ελλάδα και θα της έδινε ρόλο κομβικής σημασίας στην ευρύτερη περιοχή. Γνώριζε επίσης και τις δυσκολίες της εθνικής στάσης του Τάσου Παπαδόπουλου απέναντι στο σχέδιο Ανάν. Όπως επίσης ήξερε το ότι η Κύπρος και οι Κύπριοι πολιτικοί θέλουν πάντα ειδικό χειρισμό. Μόλις οι αντίπαλοί του πείστηκαν πως δεν κάνει πίσω, άρχισαν να βγαίνουν στη φόρα διάφορα ως «σκάνδαλα», που όσο και αν ο Γ. Παπανδρέου αργότερα ως πρωθυπουργός «κίνησε γη και ουρανό» για να τα εξιχνιάσει, εντέλει δεν οδήγησαν πουθενά ή τουλάχιστον δεν μπόρεσαν να αποδώσουν στον Κ. Καραμανλή τυχόν άλλες ευθύνες, πέραν των πολιτικών, που ως προϊστάμενος – πρωθυπουργός είχε για τις «αμαρτωλές» πράξεις ορισμένων των υπουργών της κυβέρνησής του. Σήμερα, οι δικαστικές αρχές συνδέουν την υπόθεση των υποκλοπών με το περιώνυμο σχέδιο «Πυθία» που απέβλεπε στη δολοφονία του Καραμανλή και όχι μόνο… Ο ίδιος, όπως μας λένε οι καλά γνωρίζοντες, είναι αποφασισμένος να περιμένει την κατάληξη των ερευνών της δικαιοσύνης για να συμβάλει και ο ίδιος προσωπικά με τη δική του αλήθεια. Μιας υπόθεσης που το λιγότερο που του κόστισε ήταν η πρωθυπουργική «καρέκλα», όπου όσοι τον ξέρουν καλά θα γνωρίζουν ότι δεν ένιωθε ούτε βολικά ούτε μόνιμος ένοικος.
Η συγγνώμη της ιστορίας…
Σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου του Βελλίδειου στη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο του 2009, είδα για πρώτη φορά τον Καραμανλή τόσο προβληματισμένο. Ήταν σχεδόν βουρκωμένος στο τέλος της, καθώς χαιρετούσε τυπικά όσους ανθρώπους βρίσκονταν στον δρόμο του προς την έξοδο του εκθεσιακού κέντρου. Φαινόταν να ψάχνει να βρει περισσότερους από έναν ανθρώπους που δεν θα στέκονταν στην επιφάνεια των πραγμάτων. Ήξερε πως χάνει τις εκλογές, που είχε ο ίδιος προκηρύξει για τις 4 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, αλλά αυτό δεν τον ένοιαζε πολύ. Ήταν ηλίου φαεινότερο ότι το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ και του «λεφτά υπάρχουν» είχε εκβιάσει τις εξελίξεις με μοχλό την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτό που ενδιέφερε τον Καραμανλή ήταν η προδιαγεγραμμένη πορεία της χώρας και το ότι αυτή έπεφτε σε χέρια πρόθυμα να δώσουν «γη και ύδωρ» παντού, απλώς για να συμμετέχουν στη νομή της εξουσίας. Φάνηκε, άλλωστε, από το ότι όταν εκείνη τη στιγμή στον δρόμο προς την έξοδο του Βελλιδείου βρήκε έναν ειλικρινή φίλο του, δεν τον χαιρέτησε απλώς, αλλά τον αγκάλιασε σαν να ήθελε να του πει «εσύ ξέρεις την αλήθεια» και ήταν πραγματικά λαβύρινθος τα όσα διέτρεχαν εκείνες τις μέρες.
Προειδοποιητικά τηλέφωνα σε εφημερίδες, ακόμα και τότε κυβερνητικών στελεχών που περιέγραφαν με τα πιο μελανά χρώματα τη «μοίρα» του ίδιου του Καραμανλή. Από τον Ιούλιο κιόλας ή τον Αύγουστο του ίδιου έτους, και ενώ εξελισσόταν το Ευρωμπάσκετ εκείνη την εποχή, υπήρχαν τηλεφωνήματα που μιλούσαν για «ταπεινωτική αποχώρηση του Καραμανλή» και δήθεν μπελάδες που δεν θα έχουν τέλος. Τι σοφός είναι, όμως, αυτός ο λαός. Ο Καραμανλής είναι σήμερα από τους ελάχιστους πολιτικούς, που μάλιστα διετέλεσαν πρωθυπουργοί, όπου παρά τους «κουβάδες λάσπης» που έχει δεχθεί, και «χαμηλόφωνα» δέχεται ενίοτε ακόμη, μπορεί να απολαμβάνει την ευρεία αποδοχή του κόσμου. Πραγματικά, ούτε την ώρα που γράφονται αυτές οι αράδες, ούτε και πολύ χρόνο μετά από αυτές, ο γράφων δεν θα είναι σε θέση να πει με σιγουριά αν ο Καραμανλής θα παίξει ή όχι άλλον κεντρικό ρόλο στο μέλλον. Βέβαιο είναι, όμως, πως μια πιθανή επάνοδος ενός πατριώτη πολιτικού ηγέτη, μέσα από την ψήφο του λαού σε όποιο αξίωμα τον καλέσει αυτός να αναλάβει, σαφώς και θα αποτελεί τη συγγνώμη που του χρωστά η ίδια η Ιστορία, όχι μόνο για το ότι πήγε να τον αδικήσει, αλλά ως αποκατάσταση μιας αλήθειας απέναντι στην Ελλάδα και τους Έλληνες.