Από την ψαροταβέρνα του μπαρμπα-Γιάννη του Αντωνόπουλου, δίπλα από τα Αστέρια, γωνία Ποσειδώνος με Διαδόχου Παύλου, έχουν περάσει πρόσωπα που φαντάζουν μυθικά. Προσωπικότητες της πολιτικής, της τέχνης, της επιστήμης αλλά και μεγιστάνες, με πρώτο τον Αριστοτέλη Ωνάση. Κι ο μπάρμπα-Γιάννης, αθόρυβα όλα αυτά τα χρόνια, εξυπηρετεί, φιλοξενεί αλλά κυρίως αφουγκράζεται. Μεταξύ τύρου και αχλαδιού, τόσοι και τόσοι επώνυμοι συζητούν κι ο ταβερνιάρης ακούει… Έτσι, ένας άνθρωπος που δεν τελείωσε καλά καλά το Δημοτικό, έχει άποψη για την πολιτική, την τέχνη, την οικονομία, το τραπεζικό σύστημα. Και βέβαια, κανείς δεν γνωρίζει καλύτερα απ’ αυτόν με τόσες λεπτομέρειες κι ονόματα την ιστορία της Γλυφάδας.
Εγώ τώρα που σου μιλάω, είμαι η ιστορία της Γλυφάδας.
- Θα ‘μαστε εδώ 150 με 200 χρόνια. Η ταβέρνα πρέπει να άνοιξε γύρω στο 1900. Τότε εδώ έρχονταν με τις σούστες, δεν υπήρχε δρόμος. Ο δρόμος άνοιξε το 1922 με κασμάδες από Τούρκους αιχμαλώτους. Τότε, πείνα και δυστυχία σου λέω. Είχε ψαράδες, τσοπαναραίους και τους χωρικούς στο τσιφλίκι του Καραπάνου. Ύστερα έγινε ένας νόμος και πήραν από 300 στρέμματα.
Εγώ την ταβέρνα την ανέλαβα το 1950. Κι εγώ, είμαι η συμφορά της Γλυφάδας. Έκανα τον Λαζαρίδη που ήρθε απ’ το Καράκας Δήμαρχο κι έτσι έκανα τις μαρίνες, μ’ αυτούς που ήρθαν εδώ. Κατέστρεψα τη Γλυφάδα, το ωραιότερο μέρος του Σαρωνικού…
Εγώ την ταβέρνα την ανέλαβα το 1950. Κι εγώ, είμαι η συμφορά της Γλυφάδας. Έκανα τον Λαζαρίδη που ήρθε απ’ το Καράκας Δήμαρχο κι έτσι έκανα τις μαρίνες, μ’ αυτούς που ήρθαν εδώ. Κατέστρεψα τη Γλυφάδα, το ωραιότερο μέρος του Σαρωνικού…
Τον Καραμανλή δεν τον άφησα ούτε μια βδομάδα, όσον καιρό ήταν στην εξορία. Κι ας ήμουν κομμουνιστής. Γιατί από παιδί ήμουν κατά της αδικίας.
- Ξέρουμε ότι είστε αριστερός, μα στους τοίχους του μαγαζιού σας δεσπόζουν φωτογραφίες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Γιατί αυτό κύριε Γιάννη;
- Εμένα μ’ αγάπησαν τρεις άνθρωποι. Η μάνα μου, ένας καθηγητής μου και τρίτος -θα σου πω και θα μου πεις ότι χάνω λάδια- μ’ αγάπαγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Του έλεγαν τότε “δεν ντρέπεσαι Κώστα να πηγαίνεις στον Αντωνόπουλο, στον κομμουνιστή να τρως”… ‘Ομως ερχόταν. Κι εγώ όμως, δεν τον άφησα ούτε μια βδομάδα, όσον καιρό ήταν στην εξορία. Κι ας ήμουν κομμουνιστής. Γιατί από παιδί ήμουν κατά της αδικίας. Δεν είχα ανάγκη, ήταν από τη φύση μου.
Ήρθε λοιπόν ο Καραμανλής 24 Ιουνίου το βράδυ από το Παρίσι και στις 25 το μεσημέρι φάγαμε εδώ… Μ’ αγκάλιαζε, με φίλαγε κι έκλαιγε, γιατί κάθε εβδομάδα του έστελνα μια καρτ ποστάλ με τα Αστέρια που ήταν η καμπάνα του και του έγραφα “Η αχαριστία υποχωρεί, η νοσταλγία έρχεται. Σύντομα θα είσαι κοντά μας”. Τον είχαν εγκαταλείψει όλοι επί χούντας. Εγώ δεν ήμουν κομματικός φίλος του Καραμανλή κι αυτό ήταν το μεγαλείο. Αλλά είχα και την τύχη, απ’ τον Θεό ήταν αυτό, να μην του ζητήσω ποτέ τίποτα. Όταν αρρώστησε κι έκανε μια εγχείρηση στον Ευαγγελισμό, του πήγαινα εκεί το φαγητό κάθε μέρα. Ύστερα είχε τη μέση του και παιδευόταν δυό μήνες. Φέραμε έναν Ιταλό ορθοπεδικό και δεν τον άφησα μια μέρα. Και κοίταξα και την Αμαλία όταν χώρισε.
- Εμένα μ’ αγάπησαν τρεις άνθρωποι. Η μάνα μου, ένας καθηγητής μου και τρίτος -θα σου πω και θα μου πεις ότι χάνω λάδια- μ’ αγάπαγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Του έλεγαν τότε “δεν ντρέπεσαι Κώστα να πηγαίνεις στον Αντωνόπουλο, στον κομμουνιστή να τρως”… ‘Ομως ερχόταν. Κι εγώ όμως, δεν τον άφησα ούτε μια βδομάδα, όσον καιρό ήταν στην εξορία. Κι ας ήμουν κομμουνιστής. Γιατί από παιδί ήμουν κατά της αδικίας. Δεν είχα ανάγκη, ήταν από τη φύση μου.
Ήρθε λοιπόν ο Καραμανλής 24 Ιουνίου το βράδυ από το Παρίσι και στις 25 το μεσημέρι φάγαμε εδώ… Μ’ αγκάλιαζε, με φίλαγε κι έκλαιγε, γιατί κάθε εβδομάδα του έστελνα μια καρτ ποστάλ με τα Αστέρια που ήταν η καμπάνα του και του έγραφα “Η αχαριστία υποχωρεί, η νοσταλγία έρχεται. Σύντομα θα είσαι κοντά μας”. Τον είχαν εγκαταλείψει όλοι επί χούντας. Εγώ δεν ήμουν κομματικός φίλος του Καραμανλή κι αυτό ήταν το μεγαλείο. Αλλά είχα και την τύχη, απ’ τον Θεό ήταν αυτό, να μην του ζητήσω ποτέ τίποτα. Όταν αρρώστησε κι έκανε μια εγχείρηση στον Ευαγγελισμό, του πήγαινα εκεί το φαγητό κάθε μέρα. Ύστερα είχε τη μέση του και παιδευόταν δυό μήνες. Φέραμε έναν Ιταλό ορθοπεδικό και δεν τον άφησα μια μέρα. Και κοίταξα και την Αμαλία όταν χώρισε.
Και πες μου τώρα, ποιός έχει τέτοια φωτογραφία; Ξέρεις τί κόστος έχει αυτό; Αριστεροί, Παπανδρεϊκοί και άλλοι φανατισμένοι, έφευγαν μόλις έβλεπαν την φωτογραφία. Ποιός άλλος τιμάει έτσι την μνήμη του;
εκείνος, που όλοι ήθελαν να τον πλησιάσουν, είχε συνομιλητή τον ταβερνιάρη τον Αντωνόπουλο.
- Και πώς ξεκίνησε αυτή η φιλία;
- Άκου τώρα. Ο Καραμανλής είναι εδώ μια Κυριακή και τρώει με τον Παπαληγούρα. Κι ενώ εγώ ήμουν στο νοσοκομείο με μια σοβαρή αρρώστια, την ημέρα εκείνη πέθανε ο πατέρας μου. Και βγαίνει η μάνα μου, σ’ αυτή την ανθρωποθάλασσα -τότε ήταν εδώ όλη η Αθήνα- και λέει “κύριοι φύγετε κι όποτε ξαναπεράσετε μας πληρώνετε”. Και τότε μπαίνει μέσα στην κουζίνα ο Καραμανλής και λέει στη μάνα μου: “Η οικογένεια έχει προστάτη εμένα”.
Ο Καραμανλής ήταν λεβέντης στην ψυχή. Είχε χάρες… Πώς να ξεχάσω αυτό που έκανε; Ξέρεις πως όταν πρωτοέφυγε, τα τρία πρώτα χρόνια, ήταν όλοι με τη χούντα. Όλοι. Ύστερα άρχισαν να φεύγουν και να πηγαίνουν μαζί του. Εγώ δεν τον εγκατέλειψα ποτέ. Κι εκείνος, που όλοι ήθελαν να τον πλησιάσουν, είχε συνομιλητή τον ταβερνιάρη τον Αντωνόπουλο. Που δεν είχε πάει σχολείο. Μόνο δυό χρόνια στην Βάρη. Γιατί, για να κάνεις στη ζωή σου φιλία πρέπει να έχεις ανιδιοτέλεια.
Δες εδώ, στο βιβλίο του Κοττάκη για τον Καραμανλή που κυκλοφόρησε πρόσφατα, την ιστορία, πώς έκανα τον Παπούλια πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έρχεται εδώ ο Παπούλιας ακόμα. Θες να πάμε στα Ανάκτορα να δεις πώς κάνει για μένα; Δεν λέω περισσότερα γιατί δεν θέλω να ξεφτιλίσω τον θεσμό, αλλά το σκέφτομαι και λέω… κοίτα Θεέ μου η μοίρα τί έκανε. Τί δουλειά έχω εγώ στις αίθουσες των ανακτόρων. Εγώ, ο τίποτα, να έχω βγάλει πρόεδρο της Δημοκρατίας… Εγώ, όταν όλοι αυτοί έτρωγαν και συζητούσαν ποιόν θα προτείνουν, καθόμουν σε μια γωνία. Κι όταν με ρώτησαν… για πες μας ταβερνιάρη, απλά μετέφερα την κουβέντα του Καραμανλή. Ότι ο μόνος που του φέρθηκε ωραία ήταν ο Κάρολος, απ’ όλη την κυβέρνηση του Ανδρέα.
- Άκου τώρα. Ο Καραμανλής είναι εδώ μια Κυριακή και τρώει με τον Παπαληγούρα. Κι ενώ εγώ ήμουν στο νοσοκομείο με μια σοβαρή αρρώστια, την ημέρα εκείνη πέθανε ο πατέρας μου. Και βγαίνει η μάνα μου, σ’ αυτή την ανθρωποθάλασσα -τότε ήταν εδώ όλη η Αθήνα- και λέει “κύριοι φύγετε κι όποτε ξαναπεράσετε μας πληρώνετε”. Και τότε μπαίνει μέσα στην κουζίνα ο Καραμανλής και λέει στη μάνα μου: “Η οικογένεια έχει προστάτη εμένα”.
Ο Καραμανλής ήταν λεβέντης στην ψυχή. Είχε χάρες… Πώς να ξεχάσω αυτό που έκανε; Ξέρεις πως όταν πρωτοέφυγε, τα τρία πρώτα χρόνια, ήταν όλοι με τη χούντα. Όλοι. Ύστερα άρχισαν να φεύγουν και να πηγαίνουν μαζί του. Εγώ δεν τον εγκατέλειψα ποτέ. Κι εκείνος, που όλοι ήθελαν να τον πλησιάσουν, είχε συνομιλητή τον ταβερνιάρη τον Αντωνόπουλο. Που δεν είχε πάει σχολείο. Μόνο δυό χρόνια στην Βάρη. Γιατί, για να κάνεις στη ζωή σου φιλία πρέπει να έχεις ανιδιοτέλεια.
Δες εδώ, στο βιβλίο του Κοττάκη για τον Καραμανλή που κυκλοφόρησε πρόσφατα, την ιστορία, πώς έκανα τον Παπούλια πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έρχεται εδώ ο Παπούλιας ακόμα. Θες να πάμε στα Ανάκτορα να δεις πώς κάνει για μένα; Δεν λέω περισσότερα γιατί δεν θέλω να ξεφτιλίσω τον θεσμό, αλλά το σκέφτομαι και λέω… κοίτα Θεέ μου η μοίρα τί έκανε. Τί δουλειά έχω εγώ στις αίθουσες των ανακτόρων. Εγώ, ο τίποτα, να έχω βγάλει πρόεδρο της Δημοκρατίας… Εγώ, όταν όλοι αυτοί έτρωγαν και συζητούσαν ποιόν θα προτείνουν, καθόμουν σε μια γωνία. Κι όταν με ρώτησαν… για πες μας ταβερνιάρη, απλά μετέφερα την κουβέντα του Καραμανλή. Ότι ο μόνος που του φέρθηκε ωραία ήταν ο Κάρολος, απ’ όλη την κυβέρνηση του Ανδρέα.
- Και τον Ανδρέα Παπανδρέου; Τον γνωρίσατε;
- Ο Ανδρέας περνούσε εδώ τα καλοκαίρια, τα παιδικά του χρόνια. Ήμουν φίλος του. Με περνάει τέσσερα χρόνια. Ψαρεύαμε μαζί και για τρεις μήνες έμενε εδώ στα καμαράκια που νοικιάζαμε εμείς στους παραθεριστές. Έχουμε μεγαλώσει μαζί. Και την ημέρα που έγινε Πρωθυπουργός, ήταν Γενάρης θυμάμαι και χιόνιζε κι ήρθε και κάτσαμε εδώ στην γωνία. Είχαν νοικιάσει ένα ξενοδοχείο στο Καβούρι τότε κι είχαν πολιτικό γεύμα κι ήρθε να μου πει να μην κλείσω για να έρθουν να φάνε… εδώ συζήτησαν το ποιός θα γίνει Υπουργός.
Όταν ήμασταν παιδιά τον είχα πάει δυό φορές στην Βούλα. Βούτηξε εδώ κι έσκισε το κεφάλι του τη μια φορά και την άλλη τα πόδια του σε μιά άγκυρα και τον έβαλα στο ποδήλατο και τον πήγα στο νοσοκομείο. Δεν έχεις ιδέα ποιός ήταν. Ούτε ήξερε τί του γινόταν… Έλεγε τρέλες. Κι αυτοί όλοι που είχε μαζέψει ήταν για κωμωδία. Τραγική κατάσταση. Δεν τα βλέπεις τώρα; Ο Άκης, ο Λαλιώτης, ένας χωροφύλακας που ‘χε μαζέψει… ο Κουτσόγιωργας. Επίσης, η χούντα έγινε σε εκείνο εκεί το τραπέζι. Την έκανε ο Καραμπεσίνης. Ένας πράκτορας από την Καλαμάτα…
- Ο Ανδρέας περνούσε εδώ τα καλοκαίρια, τα παιδικά του χρόνια. Ήμουν φίλος του. Με περνάει τέσσερα χρόνια. Ψαρεύαμε μαζί και για τρεις μήνες έμενε εδώ στα καμαράκια που νοικιάζαμε εμείς στους παραθεριστές. Έχουμε μεγαλώσει μαζί. Και την ημέρα που έγινε Πρωθυπουργός, ήταν Γενάρης θυμάμαι και χιόνιζε κι ήρθε και κάτσαμε εδώ στην γωνία. Είχαν νοικιάσει ένα ξενοδοχείο στο Καβούρι τότε κι είχαν πολιτικό γεύμα κι ήρθε να μου πει να μην κλείσω για να έρθουν να φάνε… εδώ συζήτησαν το ποιός θα γίνει Υπουργός.
Όταν ήμασταν παιδιά τον είχα πάει δυό φορές στην Βούλα. Βούτηξε εδώ κι έσκισε το κεφάλι του τη μια φορά και την άλλη τα πόδια του σε μιά άγκυρα και τον έβαλα στο ποδήλατο και τον πήγα στο νοσοκομείο. Δεν έχεις ιδέα ποιός ήταν. Ούτε ήξερε τί του γινόταν… Έλεγε τρέλες. Κι αυτοί όλοι που είχε μαζέψει ήταν για κωμωδία. Τραγική κατάσταση. Δεν τα βλέπεις τώρα; Ο Άκης, ο Λαλιώτης, ένας χωροφύλακας που ‘χε μαζέψει… ο Κουτσόγιωργας. Επίσης, η χούντα έγινε σε εκείνο εκεί το τραπέζι. Την έκανε ο Καραμπεσίνης. Ένας πράκτορας από την Καλαμάτα…
Δεν μπορείτε να φανταστείτε τί κουβέντες έχω ακούσει και τί διαστροφές τόσα χρόνια εδώ. Εγώ τον Φρόυντ τον παίρνω υπάλληλο για τα πιάτα.
- Και ποιοί άλλοι διάσημοι πέρασαν από εδώ;
- Τί να σου λέω τώρα… Συλλογή διασημοτήτων θα κάνουμε; Ο Τσώρτσιλ ήρθε δυό φορές, η Σοράγια, ο Φράνκ Σινάτρα…
Άκου… εγώ όλα τα έμαθα εδώ μέσα. Δεν ξέρεις τί έχω ακούσει. Αν μ’ έβγαζες από εδώ και με πήγαινες στην πλατεία, θα πουλούσα γιαούρτια μαζί με τον Νικολάκη που είχε την ΕΒΓΑ. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τί κουβέντες έχω ακούσει και τί διαστροφές τόσα χρόνια εδώ. Εγώ τον Φρόυντ τον παίρνω υπάλληλο για τα πιάτα. Από μικρό παιδί ήμουν συλλέκτης όσων άκουγα. Πώς μαζεύει κάποιος γραμματόσημα;
Εδώ έτρωγε ο Ωνάσης όταν τον ειδοποίησαν για τον θάνατο του γιού του. Αυτός ο λογαριασμός έμεινε απλήρωτος… Αυτό ήταν και το τέλος του. Δεν μπορείς να φανταστείς. Η Χριστίνα ήταν εδώ, όλοι εδώ μέσα.
Θυμάμαι το 1957 είχε κάνει μια γιορτή εδώ στ’ Αστέρια που είχε αφήσει εποχή. Δεν είχε πάρει ακόμα την Ολυμπιακή. Μόλις είχε έρθει στην Ελλάδα απ’ την Αργεντινή. Έφερε τους Πλάτερς, ένα συγκρότημα απ’ την Αμερική, έφερε τον Ρενιέ με την Γκρέις Κέλλυ κι έφερε και διακόσιες μαζορέτες απ’ το Παρίσι. Έφτιαξαν προβλήτες από βαρέλια μέσα στην θάλασσα και τις έβαλαν εκεί πάνωνα χορεύουν καν καν. Ξέρεις τί είναι καν καν; Έδειχναν… τα μεριά τους!
- Τί να σου λέω τώρα… Συλλογή διασημοτήτων θα κάνουμε; Ο Τσώρτσιλ ήρθε δυό φορές, η Σοράγια, ο Φράνκ Σινάτρα…
Άκου… εγώ όλα τα έμαθα εδώ μέσα. Δεν ξέρεις τί έχω ακούσει. Αν μ’ έβγαζες από εδώ και με πήγαινες στην πλατεία, θα πουλούσα γιαούρτια μαζί με τον Νικολάκη που είχε την ΕΒΓΑ. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τί κουβέντες έχω ακούσει και τί διαστροφές τόσα χρόνια εδώ. Εγώ τον Φρόυντ τον παίρνω υπάλληλο για τα πιάτα. Από μικρό παιδί ήμουν συλλέκτης όσων άκουγα. Πώς μαζεύει κάποιος γραμματόσημα;
Εδώ έτρωγε ο Ωνάσης όταν τον ειδοποίησαν για τον θάνατο του γιού του. Αυτός ο λογαριασμός έμεινε απλήρωτος… Αυτό ήταν και το τέλος του. Δεν μπορείς να φανταστείς. Η Χριστίνα ήταν εδώ, όλοι εδώ μέσα.
Θυμάμαι το 1957 είχε κάνει μια γιορτή εδώ στ’ Αστέρια που είχε αφήσει εποχή. Δεν είχε πάρει ακόμα την Ολυμπιακή. Μόλις είχε έρθει στην Ελλάδα απ’ την Αργεντινή. Έφερε τους Πλάτερς, ένα συγκρότημα απ’ την Αμερική, έφερε τον Ρενιέ με την Γκρέις Κέλλυ κι έφερε και διακόσιες μαζορέτες απ’ το Παρίσι. Έφτιαξαν προβλήτες από βαρέλια μέσα στην θάλασσα και τις έβαλαν εκεί πάνωνα χορεύουν καν καν. Ξέρεις τί είναι καν καν; Έδειχναν… τα μεριά τους!
Πώς ο Ταβερνιάρης εξέλεξε Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Από το βιβλίο του Μανώλη Κοττάκη “Καραμανλής off the record”
Ο Αντωνόπουλος, αναφέρεται στο βιβλίο, αγαπούσε τόσο πολύ τον εθνάρχη, ώστε στα επτά χρόνια της εξορίας του στο Παρίσι του έστελνε ανελλιπώς κάθε εβδομάδα φρέσκο ψάρι και φέτα Δωδώνης μαζί μ’ ένα σημείωμα που έγραφε “Η αχαριστία υποχωρεί, η νοσταλγία μεγαλώνει, σύντομα θα είσαι κοντά μας!”.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε στην Ελλάδα το βράδυ της 24ης Ιουλίου. Το μεσημέρι της επόμενης ημέρας, μέσα στις χιλιάδες σκοτούρες που είχε στο μυαλό του, θυμήθηκε τον Αντωνόπουλο και πήγε να γευματίσει στο μαγαζί του. Μόλις τον είδε, τον αγκάλιασε, τον φίλησε και δάκρυσε. Φωτογραφία του συγκινητικού αυτού στιγμιότυπου υπάρχει σήμερα στους τοίχους της ταβέρνας.
Χρόνια μετά, όταν ο Ανδρέας εξαπάτησε τον εθνάρχη και πρότεινε τον Σαρτζετάκη για την προεδρία, ο Καραμανλής εξομολογήθηκε στον Αντωνόπουλο, σε μια επίσκεψή του στην Γλυφάδα όπου πήγαινε τακτικά παρέα με τον Χατζηδάκι, τον Χορν και τον Λαμπρία, το εξής: “Απ’ αυτή την παράταξη μόνο ο Παπούλιας μου φέρθηκε καλά”.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε στην Ελλάδα το βράδυ της 24ης Ιουλίου. Το μεσημέρι της επόμενης ημέρας, μέσα στις χιλιάδες σκοτούρες που είχε στο μυαλό του, θυμήθηκε τον Αντωνόπουλο και πήγε να γευματίσει στο μαγαζί του. Μόλις τον είδε, τον αγκάλιασε, τον φίλησε και δάκρυσε. Φωτογραφία του συγκινητικού αυτού στιγμιότυπου υπάρχει σήμερα στους τοίχους της ταβέρνας.
Χρόνια μετά, όταν ο Ανδρέας εξαπάτησε τον εθνάρχη και πρότεινε τον Σαρτζετάκη για την προεδρία, ο Καραμανλής εξομολογήθηκε στον Αντωνόπουλο, σε μια επίσκεψή του στην Γλυφάδα όπου πήγαινε τακτικά παρέα με τον Χατζηδάκι, τον Χορν και τον Λαμπρία, το εξής: “Απ’ αυτή την παράταξη μόνο ο Παπούλιας μου φέρθηκε καλά”.
Ο Αντωνόπουλος διατήρησε ισχυρή στη μνήμη του αυτή την κουβέντα του Καραμανλή. Μετά την εκλογική νίκη της Ν.Δ. το 2004, η ταβέρνα του έγινε ξανά στέκι υπουργών και λοιπών αξιωματούχων… Σε μια από τις πολλές συνάξεις Καραμανλικών υπουργών, λοιπόν, ο γερο Αντωνόπουλος άκουσε έναν υπουργό να προβλέπει ότι ο Κώστας Καραμανλής θα προτείνει για πρόεδρο της Δημοκρατίας είτε τον Νίκο Κωνσταντόπουλο είτε τον Μίκη Θεοδωράκη. “Είστε τρελοί; Θα κάνετε πρόεδρο τον Θεοδωράκη και τον Κωνσταντόπουλο; Είναι δυνατόν; Τον Παπούλια, τον Ηπειρώτη πρέπει να κάνετε. Μην ξεχνάτε ότι ο Γεώργιος Καραμανλής, ο πατέρας του Εθνάρχη είχε καταγωγή από το Γραμμένο Ιωαννίνων”, ήταν το επιχείρημά του. Ποιος όμως ν’ ακούσει έναν αγαθό ταβερνιάρη; Οι υπουργάρες γέλασαν με το αστείο και δεν πήραν στα σοβαρά την πρόβλεψη του γερο Αντωνόπουλου. Εκείνον όμως, κάτι τον έτρωγε και, όπως διηγήθηκε σε φίλους του, έκανε κάτι απροσδόκητο: ζήτησε από τον ακαδημαϊκό Αντώνη Κουνάδη, με τον οποίο γευμάτιζε τακτικά ο Παπούλιας στην ταβέρνα του, το τηλέφωνό του στους Φραγκάδες Ιωαννίνων. Εκεί που δεν τον έβρισκε κανείς. Στο ησυχαστήριό του. Τηλεφώνησε στη στάνη του. Ο Παπούλιας αιφνιδιάστηκε. “Πού βρήκες το τηλέφωνο;” ήταν η πρώτη ερώτηση. “Ο Κουνάδης μου το έδωσε” ήταν η απάντηση. “Πιστεύω ότι θα γίνεις πρόεδρος της Δημοκρατίας…” διατύπωσε την πρόβλεψη ο ταβερνιάρης. Δεν υπήρχε τότε καμία ένδειξη περί αυτού και ο Πρόεδρος δεν έδωσε σημασία. Μην πω ότι τον πήρε και για τρελό…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου