ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ «ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ» ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΕΝΩ ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΑΠΑΞΙΩΝΟΥΜΕ
Ενώ στην σημερινή Τουρκία παρατηρείται μια εκπληκτική στροφή στην αυτοκρατορική λαμπρότητα του Βυζαντίου με ένα παράδοξο νεοοθωμανικό προφίλ, με την αναζωογόνηση βυζαντινών μνημείων ακόμα και με σύμβολα σαν τον Δικέφαλο Αετό, εδώ στην Ελλάδα την φυσική κληρονόμο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, έχει επικρατήσει μια πλήρης απαξίωση όλων αυτών των πολιτιστικών και θρησκευτικών προτύπων που έλαμψαν επί αιώνες για να βουλιάξουμε στην μιζέρια μιας ατέλειωτης εθνικής κρίσης.
Το Βυζάντιο ήταν ένας ολόκληρος τρόπος ζωής που είναι πολύ διαφορετικός από τον σημερινό φθοροποιό μοντέλο της σημερινής εκσυγχρονιστικής μας κοινωνίας. Και είναι πράγματι τόσο θλιβερή η διαπίστωση πως όλος αυτός ο τεχνολογικός πολιτισμός, που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να βελτιώσει το επίπεδο διαβίωσης οδήγησε στην πλήρη αλλοτρίωση των συνειδήσεων και στην μεγάλη οικονομική κρίση. Σήμερα βρισκόμαστε τόσο μακριά από την εποχή εκείνη στον προθάλαμο ενός κυριολεκτικά κοινωνικού ολοκαυτώματος.
Το Βυζάντιο, ή το σωστό η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, είτε το θέλουν είτε όχι οι πολλοί όψιμοι επικριτές του, είναι η μόνη αυτοκρατορία σε όλη την ανθρώπινη ιστορία που κράτησε επί τόσους αιώνες και επιβίωσε σε πολύ δύσκολες συνθήκες και με τόσες επιβουλές και από ανατολάς και από δυσμάς. Ακριβώς αυτή η μεγάλη μακροβιότητα αυτής της αυτοκρατορίας, που για πολλούς έχει ταυτιστεί σκόπιμα, (σύμφωνα με τις νεοεποχικές αντιλήψεις για την ιστορία), με την διαφθορά, την ίντριγκα και το σκοτεινό παρασκήνιο, είναι ένα μεγάλο θέμα και χρήζει τουλάχιστον για μας τους Έλληνες μιας αντάξιας προσοχής και έρευνας. Και είναι δυστύχημα που οι μεγαλύτεροι βυζαντινολόγοι διακρίθηκαν στο εξωτερικό και όχι εδώ στην χώρα που απετέλεσε ένα από τα σημαντικότερα τμήματα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ουσιαστική κληρονομιά της.
Οι συνεκτικοί κρίκοι αυτής της αυτοκρατορίας ήταν βασικά δυο θεμελιώδη στοιχεία που διακρίθηκαν σταδιακά και έγιναν οι στυλοβάτες του μεγαλοπρεπούς αυτού οικοδομήματος το οποίο παρήγαγε πολιτισμό την ίδια περίοδο του σκοταδισμού και της μαύρης θρησκοληψίας των δυτικών λαών. Αυτοί ήταν η Ορθοδοξία και η ελληνική γλώσσα. Το δέος που προκαλεί σήμερα σε ένα ανυποψίαστο επισκέπτη, ή σε κάποιο προσκυνητή το εσωτερικό της Αγίας Σοφίας, εκφράζει ακριβώς αυτό το αίσθημα της πνευματικού φωτός της ελληνορθόδοξης χριστιανικής αυτοκρατορίας. Αλλά και η επιγραφή στα ελληνικά που βρίσκετε στο προαύλιο αυτού του μεγαλειώδους οικοδομήματος, το «νίψον ανομηματα μη μόναν όψιν», με την ιδιότητα του αναγραμματισμού, συμπληρώνει την θεία αυτή δημιουργία και προβάλει τις βάσεις της, δηλαδή τον χριστιανισμό και την ελληνικότητα, δηλαδή την Ρωμιοσύνη. Αυτές οι θεμελιώδεις βάσεις στήριξαν, χαρακτήρισαν και εμψύχωσαν σε όλους τους αιώνες την ύπαρξη αυτής της αυτοκρατορίας.
Οι κάτοικοι της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν και ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα που σταθεροποιήθηκε σταδιακά και έγινε ο πολιτιστικός πώλος της αυτοκρατορίας. Αυτό ήταν η ελληνική γλώσσα. Η ελληνική γλώσσα γρήγορα καθιερώθηκε και έγινε ο μοχλός της διάδοσης των ευαγγελίων που γραφτήκαν ακριβώς σε αυτή την γλώσσα, την γλώσσα που μιλιούνταν σχεδόν σε όλη την αυτοκρατορία παρά του ότι γίνονταν δεκτές και ελεύθερες η χρήση και των άλλων τοπικών γλωσσών. Η ελληνική γλώσσα και η κληρονομιά των ελληνιστικών βασιλείων των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο εκατομμυρίων ανθρώπων, ποικίλων θρησκευτικών, κοινωνικών και φυλετικών προελεύσεων, για να εκφράσουν με τον καλύτερο τρόπο την έννοια της πολιτικής συνοχής. Τα ελληνικά από την ίδρυση της αυτοκρατορίας ασκούσανε ήδη μια μεγάλη γοητεία και ήταν η γλώσσα του πνεύματος σε όλη την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και με την επικράτηση του χριστιανισμού που διαμορφώθηκε σαν η ανατολική Ορθοδοξία, απέβησαν ο στύλος και το σώμα της έκφρασης αυτής της ρωμαίικης ψυχής.
Οι Ρωμιοί του Βυζαντιου χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα που άλλαξε λίγο καθώς ο γλώσσες αλλάζουν με τον χρόνο. Αυτό ήταν ένα μεγάλο κίνητρο για την μελέτη της φιλοσοφίας και την συνεχή άνοδο του πνευματικού επιπέδου του λαού. Ο αυτοκράτορας ήταν αυτός που έπρεπε να συμβαδίσει με την ανώτερη παιδεία της ελληνικής γλώσσας και να φέρεται σωστά και δίκαια.
Η ελληνική γλώσσα χαρακτήρισε όλη την ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Πολλοί υψηλοί αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας ακόμα και αυτοκράτορες δεν ήταν εκ γενετής Έλληνες, όμως η απαραίτητη προϋπόθεση της ανόδου τους ήταν η ορθόδοξη πίστη τους και η ελληνική γλώσσα.
Η ελληνική γλώσσα είναι αυτή που σηματοδότησε την ίδρυση του Βυζαντιου με εκείνο το περίφημο στα ελληνικά «Εν τούτω νίκα» και στη συνέχεια με τον ελληνικό εθνικό ύμνο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όταν υψώθηκε από την αγία Ελένη ο Τίμιος Σταυρός. «Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου, νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος και το σον φυλάττων, δια του Σταυρού Σου, πολίτευμα».
Αιώνες μετά με τον περίφημο ελληνικό Ακάθιστο Ύμνο, «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια, Ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια, Αναγράφω σοι η Πόλις σου, Θεοτόκε. Αλλ’ ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον, Εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον. Ίνα κράζω σοι, Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε. Και στο τέλος της ζωής αυτής της αυτοκρατορίας, με τον περίφημο λόγω του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του τελευταίου αυτοκράτορα, του Μαρμαρωμένου Βασιλιά στην ελληνική γλώσσα: «Για τέσσερα πράγματα αξίζει όλοι μας να πεθάνουμε, για το καθένα μόνο του ξεχωριστά: πρώτον μεν υπέρ της πίστεως ημών και ευσεβείας, δεύτερον δε υπέρ της πατρίδος, τρίτον δε υπέρ του βασιλέως ως Χριστού κυρίου, και τέταρτον υπέρ συγγενών και φίλων».
Πόσο αλήθεια όλα αυτά ακούγονται απόμακρα στην σημερινή νεοελληνική εποχή! Και όμως, η ταυτότητα και η επιβίωση του νεοέλληνα που είναι βυθισμένος στην εκσυγχρονιστική του «ρουφήχτρα», είναι άμεσα συνδεδεμένη με την συνειδητοποίηση του σαν ο άμεσος κληρονόμος αυτή της περιόδου. Μόνο τότε θα κατανοήσουμε ότι η Ρωμιοσύνη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, είναι το μόνο «σωσίβιο» στην σημερινή τραγική μας πραγματικότητα σε ένα λαό που παραπαίει με μια ολέθρια οικονομική κρίση απόρροια της βαθύτερης πνευματικής του κρίσης.
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας- Τουρκολόγος
Ενώ στην σημερινή Τουρκία παρατηρείται μια εκπληκτική στροφή στην αυτοκρατορική λαμπρότητα του Βυζαντίου με ένα παράδοξο νεοοθωμανικό προφίλ, με την αναζωογόνηση βυζαντινών μνημείων ακόμα και με σύμβολα σαν τον Δικέφαλο Αετό, εδώ στην Ελλάδα την φυσική κληρονόμο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, έχει επικρατήσει μια πλήρης απαξίωση όλων αυτών των πολιτιστικών και θρησκευτικών προτύπων που έλαμψαν επί αιώνες για να βουλιάξουμε στην μιζέρια μιας ατέλειωτης εθνικής κρίσης.
Το Βυζάντιο ήταν ένας ολόκληρος τρόπος ζωής που είναι πολύ διαφορετικός από τον σημερινό φθοροποιό μοντέλο της σημερινής εκσυγχρονιστικής μας κοινωνίας. Και είναι πράγματι τόσο θλιβερή η διαπίστωση πως όλος αυτός ο τεχνολογικός πολιτισμός, που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να βελτιώσει το επίπεδο διαβίωσης οδήγησε στην πλήρη αλλοτρίωση των συνειδήσεων και στην μεγάλη οικονομική κρίση. Σήμερα βρισκόμαστε τόσο μακριά από την εποχή εκείνη στον προθάλαμο ενός κυριολεκτικά κοινωνικού ολοκαυτώματος.
Το Βυζάντιο, ή το σωστό η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, είτε το θέλουν είτε όχι οι πολλοί όψιμοι επικριτές του, είναι η μόνη αυτοκρατορία σε όλη την ανθρώπινη ιστορία που κράτησε επί τόσους αιώνες και επιβίωσε σε πολύ δύσκολες συνθήκες και με τόσες επιβουλές και από ανατολάς και από δυσμάς. Ακριβώς αυτή η μεγάλη μακροβιότητα αυτής της αυτοκρατορίας, που για πολλούς έχει ταυτιστεί σκόπιμα, (σύμφωνα με τις νεοεποχικές αντιλήψεις για την ιστορία), με την διαφθορά, την ίντριγκα και το σκοτεινό παρασκήνιο, είναι ένα μεγάλο θέμα και χρήζει τουλάχιστον για μας τους Έλληνες μιας αντάξιας προσοχής και έρευνας. Και είναι δυστύχημα που οι μεγαλύτεροι βυζαντινολόγοι διακρίθηκαν στο εξωτερικό και όχι εδώ στην χώρα που απετέλεσε ένα από τα σημαντικότερα τμήματα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ουσιαστική κληρονομιά της.
Οι συνεκτικοί κρίκοι αυτής της αυτοκρατορίας ήταν βασικά δυο θεμελιώδη στοιχεία που διακρίθηκαν σταδιακά και έγιναν οι στυλοβάτες του μεγαλοπρεπούς αυτού οικοδομήματος το οποίο παρήγαγε πολιτισμό την ίδια περίοδο του σκοταδισμού και της μαύρης θρησκοληψίας των δυτικών λαών. Αυτοί ήταν η Ορθοδοξία και η ελληνική γλώσσα. Το δέος που προκαλεί σήμερα σε ένα ανυποψίαστο επισκέπτη, ή σε κάποιο προσκυνητή το εσωτερικό της Αγίας Σοφίας, εκφράζει ακριβώς αυτό το αίσθημα της πνευματικού φωτός της ελληνορθόδοξης χριστιανικής αυτοκρατορίας. Αλλά και η επιγραφή στα ελληνικά που βρίσκετε στο προαύλιο αυτού του μεγαλειώδους οικοδομήματος, το «νίψον ανομηματα μη μόναν όψιν», με την ιδιότητα του αναγραμματισμού, συμπληρώνει την θεία αυτή δημιουργία και προβάλει τις βάσεις της, δηλαδή τον χριστιανισμό και την ελληνικότητα, δηλαδή την Ρωμιοσύνη. Αυτές οι θεμελιώδεις βάσεις στήριξαν, χαρακτήρισαν και εμψύχωσαν σε όλους τους αιώνες την ύπαρξη αυτής της αυτοκρατορίας.
Οι κάτοικοι της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν και ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα που σταθεροποιήθηκε σταδιακά και έγινε ο πολιτιστικός πώλος της αυτοκρατορίας. Αυτό ήταν η ελληνική γλώσσα. Η ελληνική γλώσσα γρήγορα καθιερώθηκε και έγινε ο μοχλός της διάδοσης των ευαγγελίων που γραφτήκαν ακριβώς σε αυτή την γλώσσα, την γλώσσα που μιλιούνταν σχεδόν σε όλη την αυτοκρατορία παρά του ότι γίνονταν δεκτές και ελεύθερες η χρήση και των άλλων τοπικών γλωσσών. Η ελληνική γλώσσα και η κληρονομιά των ελληνιστικών βασιλείων των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου, αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο εκατομμυρίων ανθρώπων, ποικίλων θρησκευτικών, κοινωνικών και φυλετικών προελεύσεων, για να εκφράσουν με τον καλύτερο τρόπο την έννοια της πολιτικής συνοχής. Τα ελληνικά από την ίδρυση της αυτοκρατορίας ασκούσανε ήδη μια μεγάλη γοητεία και ήταν η γλώσσα του πνεύματος σε όλη την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και με την επικράτηση του χριστιανισμού που διαμορφώθηκε σαν η ανατολική Ορθοδοξία, απέβησαν ο στύλος και το σώμα της έκφρασης αυτής της ρωμαίικης ψυχής.
Οι Ρωμιοί του Βυζαντιου χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα που άλλαξε λίγο καθώς ο γλώσσες αλλάζουν με τον χρόνο. Αυτό ήταν ένα μεγάλο κίνητρο για την μελέτη της φιλοσοφίας και την συνεχή άνοδο του πνευματικού επιπέδου του λαού. Ο αυτοκράτορας ήταν αυτός που έπρεπε να συμβαδίσει με την ανώτερη παιδεία της ελληνικής γλώσσας και να φέρεται σωστά και δίκαια.
Η ελληνική γλώσσα χαρακτήρισε όλη την ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Πολλοί υψηλοί αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας ακόμα και αυτοκράτορες δεν ήταν εκ γενετής Έλληνες, όμως η απαραίτητη προϋπόθεση της ανόδου τους ήταν η ορθόδοξη πίστη τους και η ελληνική γλώσσα.
Η ελληνική γλώσσα είναι αυτή που σηματοδότησε την ίδρυση του Βυζαντιου με εκείνο το περίφημο στα ελληνικά «Εν τούτω νίκα» και στη συνέχεια με τον ελληνικό εθνικό ύμνο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όταν υψώθηκε από την αγία Ελένη ο Τίμιος Σταυρός. «Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου, νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος και το σον φυλάττων, δια του Σταυρού Σου, πολίτευμα».
Αιώνες μετά με τον περίφημο ελληνικό Ακάθιστο Ύμνο, «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια, Ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια, Αναγράφω σοι η Πόλις σου, Θεοτόκε. Αλλ’ ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον, Εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον. Ίνα κράζω σοι, Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε. Και στο τέλος της ζωής αυτής της αυτοκρατορίας, με τον περίφημο λόγω του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του τελευταίου αυτοκράτορα, του Μαρμαρωμένου Βασιλιά στην ελληνική γλώσσα: «Για τέσσερα πράγματα αξίζει όλοι μας να πεθάνουμε, για το καθένα μόνο του ξεχωριστά: πρώτον μεν υπέρ της πίστεως ημών και ευσεβείας, δεύτερον δε υπέρ της πατρίδος, τρίτον δε υπέρ του βασιλέως ως Χριστού κυρίου, και τέταρτον υπέρ συγγενών και φίλων».
Πόσο αλήθεια όλα αυτά ακούγονται απόμακρα στην σημερινή νεοελληνική εποχή! Και όμως, η ταυτότητα και η επιβίωση του νεοέλληνα που είναι βυθισμένος στην εκσυγχρονιστική του «ρουφήχτρα», είναι άμεσα συνδεδεμένη με την συνειδητοποίηση του σαν ο άμεσος κληρονόμος αυτή της περιόδου. Μόνο τότε θα κατανοήσουμε ότι η Ρωμιοσύνη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, είναι το μόνο «σωσίβιο» στην σημερινή τραγική μας πραγματικότητα σε ένα λαό που παραπαίει με μια ολέθρια οικονομική κρίση απόρροια της βαθύτερης πνευματικής του κρίσης.
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου