Αλησμόνητες εικόνες του παρελθόντος ξυπνούν μέσω της καταγραφής των παλιών
επαγγελμάτων, που σκιαγραφούν ένα διαφορετικό μοντέλο ζωής, με αγιόκλημα,
γιασεμιά, μονοκατοικίες με ανθισμένες αυλές και γραφικές φιγούρες, που άφησαν ανεξίτηλο
το στίγμα τους στο χρόνο.
Παλιά επαγγέλματα που υπήρχαν πριν από τον πόλεμο, και διατηρήθηκαν εν μέρει ως
τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, έσβησαν και χάθηκαν, παραδομένα άνευ όρων στη
δίνη των κοινωνικών
και οικονομικών εξελίξεων, ή διατηρούνται ακόμη, κατέγραψε με μεγάλη επιμέλεια
ο συμπολίτης συγγραφέας Ραφαήλ Φρεζής, επίτιμος πρόεδρος της Ισραηλιτικής
Κοινότητας Βόλου
και σημαίνον στέλεχος της εμπορικής ζωής της πόλης μας, αποτυπώνοντας στην
πολύτιμη έρευνά του, τεκμήρια που συνθέτουν την ιστορική εξέλιξη της περιοχής.
Οι γραφικές φιγούρες των γυρολόγων που πουλούσαν στις γειτονιές και τα
χωριά την πραμάτειατους,
οι υπαίθριοι πωλητές της εποχής, που χρησιμοποιούσαν καρότσι που το έσερνε άλογο,
ή σε διαφορετική περίπτωση, χρησιμοποιούσαν «χειροκίνητο» μέσο
μεταφοράς των εμπορευμάτων τους, τα οποία διαλαλούσαν γυρνώντας από γειτονιά σε
γειτονιά, ζωντανεύουν, χάρη σε μια εμπνευσμένη
πρωτοβουλία.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Γλυκερία Υδραίου
(Φωτο: Μιχάλης Πόρναλης)
Η αναδρομή ξεκινάει με τους θρυλικούς Αγωγιάτες, τους χωρικούς οι οποίοι μετέφεραν
με τα ζώα τους
στην πόλη, διάφορα αγαθά ή αγροτικά προϊόντα και κατά την επιστροφή τους στο χωριό,
διάφορα είδη που τους είχαν παραγγείλει οι συγχωριανοί τους. Λόγω των μεγάλων
αποστάσεων, που έπρεπε εκ των πραγμάτων να διανύσουν, διανυκτέρευαν σε
«χάνια» ή σε «πανδοχεία» της εποχής, που κατά βάση υπήρχαν στην περιοχή των Παλαιών.
Οι θρυλικοί Ακονιστές ή Τροχιστές, οι οποίοι γυρνούσαν τις γειτονιές κουβαλώντας στον
ώμο τα εργαλεία τους, τροχούσαν ή ακόνιζαν τα ψαλίδια και μαχαίρια που
χρησιμοποιούσαν οι νοικοκυρές.
Παράλληλα, όμως, υπήρχαν και 2-3 καταστήματα που ασχολούνταν κυρίως με τα
επαγγελματικά εργαλεία, κρεοπωλών, ραφτών, μοδιστρών και άλλων.
Οι Αμαξηλάτες, μετέφεραν, ελλείψει άλλων μέσων, τους πελάτες τους, ιδίως τους τ
αξιδιώτες από το λιμάνι και το σιδηροδρομικό σταθμό, ενώ οι εύποροι συμπολίτες,
κυρίως γιατροί, διέθεταν μόνιμο αμαξηλάτη για τις μετακινήσεις τους.
Τα λουλούδια, κατείχαν πάντα εξέχουσα θέση στις γιορτές αλλά και την
καθημερινότητα των Βολιωτών, οι οποίοι διέθεταν στην πλειοψηφία τους σπίτια με
αυλές, χωρίς ωστόσο να λείπουν οι πλανόδιοι Ανθοπώλες,οι οποίοι περιφέροντο στις
γειτονιές και τα καφενεία, πουλώντας λουλούδια της
εποχής, ενώ οι Ψαράδες, πουλούσαν στις νοικοκυρές φρέσκα ψάρια από το πανέρι τους.
Οι Αυγοπώλες, το πάλαι ποτέ, πουλούσαν τα αγαθά τους από γειτονιά σε γειτονιά, όπως
άλλωστε και οι Μανάβηδες, οι Νερουλάδες, που εφοδίαζαν με πόσιμο νερό τους
Βολιώτες, ενώ οι Μπαλωματήδες, και οιΝτελάληδες, συμπλήρωνανένα σημαντικό
κομμάτι των περιφερόμενων επαγγελματιών της παλιάς εποχής.
Περιφερόμενοι ήταν όμως και οι θρυλικοί Αρκουδιάρηδες, οι οποίοι χτυπούσαν ρυθμικά
το ντέφι τους για να χορεύει η αρκούδα.
Οι Εκκενωτές βόθρων, με το ολίγον... «δύσοσμο» επάγγελμα, δραστηριοποιήθηκαν
κατά κόρον μέχρι την εξέλιξη του αποχετευτικού δικτύου, ενώ ο θρυλικός
«Καραμούζας» περιφέρονταν στις γειτονιές, διαλαλώντας το είδος της εργασίας του.
Στο παρελθόν ανήκουν και οι Ζυγιστές, οι οποίοι διέθεταν μικρή ζυγαριά δαπέδου,
όπου οι πελάτες, ζύγιζαν το βάρος του σώματός τους, αντί μικρού αντίτιμου.
Χρώμα άλλης εποχής
Στη χορεία των επαγγελμάτων μιας άλλης εποχής, καταγράφονται οι Αντιγραφείς εγγράφων,
οι οποίοι ήταν μορφωμένοι και ασχολούνταν με την αντιγραφή εγγράφων που τους
προσκόμιζαν οι ενδιαφερόμενοι για διοικητική ή άλλη χρήση, ελλείψει του καρμπόν, που είναι
μεταγενέστερο.
Οι Αργυραμοιβοί ή Σαραφήδες, ασχολούνταν με την ανταλλαγή ξένων νομισμάτων,
ενίοτε δε, χορηγούσαν μικροδάνεια με ανάλογο τόκο. Διατηρούσαν μάλιστα μικρά
καταστήματα, έξω από τα οποία είχαν μικρές βιτρίνες, στις οποίες εξέθεταν νομίσματα.
Στον παλιό Βόλο, υπήρχαν 16 σαραφήδες,
εκ των οποίων ορισμένοι ήταν πολύ γνωστοί.
Οι Ασπρορουχούδες του παρελθόντος, αναλάμβαναν τη ραφή των λευκών
ειδών που προορίζονταν για την προίκα των κοριτσιών, όταν ήταν ακόμη σε μικρή
ηλικία, ενώ οι Μανταρίστρες,
αναλάμβαναν να επισκευάσουν τις γυναικείες κάλτσες όταν «έφευγαν» οι πόντοι, ενώ οι
Πλέκτριες καλτσών - τσουραπιώνείχαν επίσης την τιμητική τους το πάλαι ποτέ.
Οι Ατμοβαφείς, λέξη μάλλον άγνωστη σήμερα, ασχολούνταν με την αλλαγή χρωμάτων, ενώ οι
Αχθοφόροι, που συχνά πρωταγωνιστούν στις παλιές ελληνικές ταινίες, ασχολούντο
με τη μεταφορά μικρών αντικειμένων ή ελαφρών εμπορευμάτων, τα οποία
κουβαλούσαν στην πλάτη τους, στην οποία είχαν ζωσμένο ένα “σαμάρι” (μαξιλάρι).
Οι Βαρελάδες, όπως υποδηλώνει το όνομά τους, κατασκεύαζαν ξύλινα βαρέλια που
χρησίμευαν για τη διακίνηση προϊόντων, όπως λάδι, ελιές και κρασί, μέρος των οποίων
εξάγονταν στο εξωτερικό.
ΟιΒαρκάρηδες, αντίστοιχα, αναλάμβαναν την αποβίβαση των επιβατών πλοίων σε εποχές
που δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν την αποβάθρα.
Οσο για τους Μαουνιέρηδες, αναλάμβαναν να μεταφέρουν στην ξηρά τα εμπορεύματα των πλοίων όταν δεν ήταν δυνατή η προσάραξή τους στην αποβάθρα.
Οι Βερνικοπώλες, οι Βουστασιάρχες, οι Βυρσοδέψες, οι Δερματοπώλες, οι πλανόδιοι
γαλατάδες, οι Γανωματίδες, που αναλάμβαναν την επισκευή των χάλκινων μαγειρικών
σκευών, οι Γκαζιέρηδες, υπάλληλοι του Δήμου, που ασχολούνταν με το άναμμα των
δημοτικών φανών, όταν νύχτωνε, αλλά και οι διαχρονικές Γκουβερνάντες, που αναλάμβαναν τη διαπαιδαγώγηση των γόνων μεγαλοαστικών οικογενειών, οι Επιπλοποιοί,
οι Οικιακοί βοηθοί (υπηρέτριες, πλύστρες, σφουγγαρίστριες,
μαγείρισσες, καμαριέρες), συνθέτουν τις διαφορετικές όψεις μιας εποχής με εντελώς
διαφορετικό χρώμα, που δυστυχώς, παρήλθε ανεπιστρεπτί.
Οι παλαιότεροι, θυμούνται ασφαλώς τους Εισπράκτορες των λεωφορείων,
οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για την έκδοση εισιτηρίων, το πάλαι ποτέ, αλλά
και τους πλανόδιους Εφημεριδοπώλες, που περιφέρονταν στις γειτονιές και
στην αγορά, διαλαλώντας τις τοπικές και Αθηναϊκές εφημερίδες.
Πτυχές του παρελθόντος
Στην ατέλειωτη λίστα των παλιών επαγγελμάτων που κατέγραψε ο κ. Φρεζής,
συμπεριλαμβάνονται οι Ζυθοπώλες, οι παρασκευαστές ζύθου. Οι Μυλωνάδες,
προμήθευαν πολλά νοικοκυριά με το στάρι της χρονιάς, το οποίο άλεθαν το καλοκαίρι σε
μεγάλες μυλόπετρες, ενώ υπήρχαν επίσης, ατμόμυλοι και υδρόμυλοι. Οι Ζωέμποροι
και μεσίτες ζώων, αναλάμβαναν δράση στα εβδομαδιαία παζάρια της πόλης,
όπου γίνονταν αγοραπωλησίες ζώων, ενώ οι Ιχθυοτρόφοι εργάζονταν στο
ιχθυοτροφείο που υπήρχε στην περιοχή της Μπουρμπουλήθρας.
Οι Καλαθοποιοί, γύριζαν στις γειτονιές και πουλούσαν τα καλάθια και τα πανέρια που
έπλεκαν με μοναδική μαεστρία, όπως και οι Καρεκλάδες, που αναλάμβαναν την
επισκευή των χαλασμένων καρεκλών. Συνώνυμοι με την εικόνα του παρελθόντος
είναι επίσης οι Καπνέμποροι, αλλά και οι Καπνοκόπτες, οι Καραγκιοζοπαίχτες,
που αναλάμβαναν την ψυχαγωγία των παιδιών, έχοντας στη διάθεσή τους ένα σεντόνι
για οθόνη και οι Καρβουνιάρηδες, οι οποίοιπεριφέρονταν, επίσης, στις
γειτονιές με κάρο και πουλούσαν κάρβουνα για το μαγκάλι ή τις κουζίνες των νοικοκυριών.
Οι Καραγωγείς διέθεταν κάρο με άλογο για τη μεταφορά εμπορευμάτων, αλλά και των
επίπλων κατά τις μετακομίσεις, οι Καροποιοί κατασκεύαζαν κάρα αλλά και τα
ανταλλακτικά τους, όπως εξάλλου και οι Κατασκευαστές Αγροτικών Μηχανημάτων,
που όπως υποδηλώνει το όνομά τους, ασχολούνταν με την κατασκευή αγροτικών
μηχανημάτων.
Ανατρέχοντας στην καθημερινότητα του παρελθόντος, συναντάμε τις περίφημες
Κεντήστρες, οι οποίες αναλάμβαναν να δημιουργήσουν έργα τέχνης που προορίζονταν
για την προίκα των νεαρών κοριτσιών, ενώ οι Κιβωτοποιοί κατασκεύαζαν τα μπαούλα,
στα οποία οι παλιές νοικοκυρές τοποθετούσαν ρούχα και άλλα αντικείμενα.
Οι παλιοί Κουρείς, πέρα από τα συνήθη, δηλαδή το κούρεμα και το ξύρισμα των πελατών
τους, ασχολούνταν παράλληλα και με τη θεραπεία του κρυολογήματος.
Τα «γιατροσόφια» της εποχής ήταν οι βεντούζες και οι βδέλλες, που «τραβούσαν»
το αίμα για να φύγει το κρυολόγημα.
Οι Κωδωνοκρούστες χτυπούσαν την καμπάνα της εκκλησίας, ενώ οι Λατερνατζήδες
γυρνούσαν στις γειτονιές, συντροφιά με την αχώριστη σύντροφό τους, τη λατέρνα τους,
που συνήθως ήταν στολισμένη με μεγάλες φωτογραφίες και ψεύτικα λουλούδια.
Οι παλαιότεροι θυμούνται ακόμη τους Λούστρους, που αναλάμβαναν να γυαλίζουν τα
παπούτσια των περαστικών.
Πλανόδιοι σομπάδες
Το πολύχρωμο παζλ της καθημερινής ζωής του παρελθόντος, διανθίζεται
από τις Ξεματιάστρες της γειτονιάς, οι οποίες ασχολούνταν με το «ξεμάτιασμα»
των μικρών, κυρίως, παιδιών, για τα οποία
οι μητέρες πίστευαν ότι τα είδε το «κακό μάτι». Οι πλανόδιοι Οργανοπαίχτες,
οι Ομπρελάδες, οι Οπλοδιορθωτές, οιΟινοπνευματοποιοί, που εργάζονταν στο
εργοστάσιο της Θεσσαλικής Οινοπνευματικής Εταιρείας, οιΠαγοπώλες,
οι Παπλωματήδες, οι Παλιατζήδες, οι Παγωτατζήδες,
οι Πλέκτριες, οι Πεταλουργοί, που άλλαζαν τα φθαρμένα πέταλα των ζώων, οι πλανόδιοι
Σομπάδες, οι Φανοποιοί, αλλά και οι Σιγαροπώλες, που περιφέροντο με το μεταλλικό
βαλιτσάκι, όπου είχαν τις λιγοστές, τότε, μάρκες τσιγάρων προς πώληση, ενισχύουν
επίσης τη διαφορετική εικόνα του παρελθόντος.
Στην ατέλειωτη λίστα των επαγγελμάτων του παρελθόντος, που με περισσή υπομονή
κατέγραψε ο κ. Φρεζής, συμπεριλαμβάνονται επίσης οι Παλαιοπώλες,
οι Παπατζήδες, οι Παραγγελιοδόχοι, οι Πιλοποιοί, οι οποίοι κατασκεύαζαν τα
καπέλα που φορούσαν άνδρες και γυναίκες,
οι Πωλητές στρατιωτικών ειδών, οι Πλινθοκεραμοποιοί,
οι Σαγματοποιοί - Σαμαράδες, οι Σακκουλοποιοί, οι Σανδαλοποιοί, οι Σαπωνοποιοί,
οι Κατασκευαστές κόσκινων και σιτών, οι Σφαγείς αμνών, οι Ταβερνιάρηδες,
οι Τηλεγραφητές, οιΤοκιστές, οι Τροφοί-Παραμάνες, οι Τσαρουχάδες, οι Τυποβαφείς,
οι Υπάλληλοι Μονοπώλειου, οιΥποκαμισούδες, οι Υφάντριες, οι Φαροφύλακες,
οι Φαρμακοτρύφτες, ελλείψει τυποποιημένων φαρμάκων, οι πλανόδιοι Χαλκοματάδες,
οι Γκαζιέριδες, αλλά και οι κατασκευαστές Ψυγείων πάγου, οι Αλωνιστές,
οι Αυλακάρηδες, που κατασκεύαζαν αυλάκια για τη διοχέτευση νερού στα
αγροκτήματα, οι Αγροφύλακες,
οι Ζευγολάτες, οι Κορδελιάστρες, οι Ξυλοκόποι, οι Πανδοχείς,
οι Πηγαδάδες, που κατασκεύαζαν πηγάδια για ύδρευση, οι Πρακτικοί γιατροί,
οι Πριονάδες, οι Σχοινοποιοί, οι Σφουγγαράδες,
οι Τσιγκογράφοι, οιΑνθρακείς, παρασκευαστές, δηλαδή, κάρβουνου από ξύλα,
οι Κατασκευαστές ποντικοπαγίδων, οιΣιδερωτές φεσιών, οι Κηπουροί,
οι Κηροπλάστες, κ.α.
«Ασφαλώς, καταλήγει ο κ. Φρεζής, ο κατάλογος των επαγγελμάτων που έσβησαν,
δεν τελειώνει εδώ.
Σήμερα, συνεχίζει, υπάρχουν υπολείμματα μιας παλιάς λατέρνας, μιας φυσαρμόνικας
ή ενός παλιού μαντολίνου, για να μας θυμίζουν μια άλλη εποχή, όπου οι άνθρωποι,
αν και φτωχοί, δεν παραπονούνταν και ικανοποιούνταν με τα απλά πράγματα
που είχαν ζώντας ευτυχισμένοι.
Οι τότε επαγγελματίες εργάζονταν με ευσυνειδησία και τιμιότητα, παρά τις αντίξοες
συνθήκες.
Πολλές φορές ξεπερνούσαν τις ανθρώπινες δυνάμεις τους χωρίς λογικό ωράριο εργασίας,
χωρίς κοινωνική ασφάλιση και συνταξιοδότηση. Ζούσαν χωρίς άγχος και στεναχώριες που
δημιούργησε η σημερινή «καταναλωτική κοινωνία» και η «βιομηχανική επανάσταση»
μετά τον πόλεμο που προκάλεσε ριζικές κοινωνικές αλλαγές».
επαγγελμάτων, που σκιαγραφούν ένα διαφορετικό μοντέλο ζωής, με αγιόκλημα,
γιασεμιά, μονοκατοικίες με ανθισμένες αυλές και γραφικές φιγούρες, που άφησαν ανεξίτηλο
το στίγμα τους στο χρόνο.
Παλιά επαγγέλματα που υπήρχαν πριν από τον πόλεμο, και διατηρήθηκαν εν μέρει ως
τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, έσβησαν και χάθηκαν, παραδομένα άνευ όρων στη
δίνη των κοινωνικών
και οικονομικών εξελίξεων, ή διατηρούνται ακόμη, κατέγραψε με μεγάλη επιμέλεια
ο συμπολίτης συγγραφέας Ραφαήλ Φρεζής, επίτιμος πρόεδρος της Ισραηλιτικής
Κοινότητας Βόλου
και σημαίνον στέλεχος της εμπορικής ζωής της πόλης μας, αποτυπώνοντας στην
πολύτιμη έρευνά του, τεκμήρια που συνθέτουν την ιστορική εξέλιξη της περιοχής.
Οι γραφικές φιγούρες των γυρολόγων που πουλούσαν στις γειτονιές και τα
χωριά την πραμάτειατους,
οι υπαίθριοι πωλητές της εποχής, που χρησιμοποιούσαν καρότσι που το έσερνε άλογο,
ή σε διαφορετική περίπτωση, χρησιμοποιούσαν «χειροκίνητο» μέσο
μεταφοράς των εμπορευμάτων τους, τα οποία διαλαλούσαν γυρνώντας από γειτονιά σε
γειτονιά, ζωντανεύουν, χάρη σε μια εμπνευσμένη
πρωτοβουλία.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Γλυκερία Υδραίου
(Φωτο: Μιχάλης Πόρναλης)
Η αναδρομή ξεκινάει με τους θρυλικούς Αγωγιάτες, τους χωρικούς οι οποίοι μετέφεραν
με τα ζώα τους
στην πόλη, διάφορα αγαθά ή αγροτικά προϊόντα και κατά την επιστροφή τους στο χωριό,
διάφορα είδη που τους είχαν παραγγείλει οι συγχωριανοί τους. Λόγω των μεγάλων
αποστάσεων, που έπρεπε εκ των πραγμάτων να διανύσουν, διανυκτέρευαν σε
«χάνια» ή σε «πανδοχεία» της εποχής, που κατά βάση υπήρχαν στην περιοχή των Παλαιών.
Οι θρυλικοί Ακονιστές ή Τροχιστές, οι οποίοι γυρνούσαν τις γειτονιές κουβαλώντας στον
ώμο τα εργαλεία τους, τροχούσαν ή ακόνιζαν τα ψαλίδια και μαχαίρια που
χρησιμοποιούσαν οι νοικοκυρές.
Παράλληλα, όμως, υπήρχαν και 2-3 καταστήματα που ασχολούνταν κυρίως με τα
επαγγελματικά εργαλεία, κρεοπωλών, ραφτών, μοδιστρών και άλλων.
Οι Αμαξηλάτες, μετέφεραν, ελλείψει άλλων μέσων, τους πελάτες τους, ιδίως τους τ
αξιδιώτες από το λιμάνι και το σιδηροδρομικό σταθμό, ενώ οι εύποροι συμπολίτες,
κυρίως γιατροί, διέθεταν μόνιμο αμαξηλάτη για τις μετακινήσεις τους.
Τα λουλούδια, κατείχαν πάντα εξέχουσα θέση στις γιορτές αλλά και την
καθημερινότητα των Βολιωτών, οι οποίοι διέθεταν στην πλειοψηφία τους σπίτια με
αυλές, χωρίς ωστόσο να λείπουν οι πλανόδιοι Ανθοπώλες,οι οποίοι περιφέροντο στις
γειτονιές και τα καφενεία, πουλώντας λουλούδια της
εποχής, ενώ οι Ψαράδες, πουλούσαν στις νοικοκυρές φρέσκα ψάρια από το πανέρι τους.
Οι Αυγοπώλες, το πάλαι ποτέ, πουλούσαν τα αγαθά τους από γειτονιά σε γειτονιά, όπως
άλλωστε και οι Μανάβηδες, οι Νερουλάδες, που εφοδίαζαν με πόσιμο νερό τους
Βολιώτες, ενώ οι Μπαλωματήδες, και οιΝτελάληδες, συμπλήρωνανένα σημαντικό
κομμάτι των περιφερόμενων επαγγελματιών της παλιάς εποχής.
Περιφερόμενοι ήταν όμως και οι θρυλικοί Αρκουδιάρηδες, οι οποίοι χτυπούσαν ρυθμικά
το ντέφι τους για να χορεύει η αρκούδα.
Οι Εκκενωτές βόθρων, με το ολίγον... «δύσοσμο» επάγγελμα, δραστηριοποιήθηκαν
κατά κόρον μέχρι την εξέλιξη του αποχετευτικού δικτύου, ενώ ο θρυλικός
«Καραμούζας» περιφέρονταν στις γειτονιές, διαλαλώντας το είδος της εργασίας του.
Στο παρελθόν ανήκουν και οι Ζυγιστές, οι οποίοι διέθεταν μικρή ζυγαριά δαπέδου,
όπου οι πελάτες, ζύγιζαν το βάρος του σώματός τους, αντί μικρού αντίτιμου.
Χρώμα άλλης εποχής
Στη χορεία των επαγγελμάτων μιας άλλης εποχής, καταγράφονται οι Αντιγραφείς εγγράφων,
οι οποίοι ήταν μορφωμένοι και ασχολούνταν με την αντιγραφή εγγράφων που τους
προσκόμιζαν οι ενδιαφερόμενοι για διοικητική ή άλλη χρήση, ελλείψει του καρμπόν, που είναι
μεταγενέστερο.
Οι Αργυραμοιβοί ή Σαραφήδες, ασχολούνταν με την ανταλλαγή ξένων νομισμάτων,
ενίοτε δε, χορηγούσαν μικροδάνεια με ανάλογο τόκο. Διατηρούσαν μάλιστα μικρά
καταστήματα, έξω από τα οποία είχαν μικρές βιτρίνες, στις οποίες εξέθεταν νομίσματα.
Στον παλιό Βόλο, υπήρχαν 16 σαραφήδες,
εκ των οποίων ορισμένοι ήταν πολύ γνωστοί.
Οι Ασπρορουχούδες του παρελθόντος, αναλάμβαναν τη ραφή των λευκών
ειδών που προορίζονταν για την προίκα των κοριτσιών, όταν ήταν ακόμη σε μικρή
ηλικία, ενώ οι Μανταρίστρες,
αναλάμβαναν να επισκευάσουν τις γυναικείες κάλτσες όταν «έφευγαν» οι πόντοι, ενώ οι
Πλέκτριες καλτσών - τσουραπιώνείχαν επίσης την τιμητική τους το πάλαι ποτέ.
Οι Ατμοβαφείς, λέξη μάλλον άγνωστη σήμερα, ασχολούνταν με την αλλαγή χρωμάτων, ενώ οι
Αχθοφόροι, που συχνά πρωταγωνιστούν στις παλιές ελληνικές ταινίες, ασχολούντο
με τη μεταφορά μικρών αντικειμένων ή ελαφρών εμπορευμάτων, τα οποία
κουβαλούσαν στην πλάτη τους, στην οποία είχαν ζωσμένο ένα “σαμάρι” (μαξιλάρι).
Οι Βαρελάδες, όπως υποδηλώνει το όνομά τους, κατασκεύαζαν ξύλινα βαρέλια που
χρησίμευαν για τη διακίνηση προϊόντων, όπως λάδι, ελιές και κρασί, μέρος των οποίων
εξάγονταν στο εξωτερικό.
ΟιΒαρκάρηδες, αντίστοιχα, αναλάμβαναν την αποβίβαση των επιβατών πλοίων σε εποχές
που δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν την αποβάθρα.
Οσο για τους Μαουνιέρηδες, αναλάμβαναν να μεταφέρουν στην ξηρά τα εμπορεύματα των πλοίων όταν δεν ήταν δυνατή η προσάραξή τους στην αποβάθρα.
Οι Βερνικοπώλες, οι Βουστασιάρχες, οι Βυρσοδέψες, οι Δερματοπώλες, οι πλανόδιοι
γαλατάδες, οι Γανωματίδες, που αναλάμβαναν την επισκευή των χάλκινων μαγειρικών
σκευών, οι Γκαζιέρηδες, υπάλληλοι του Δήμου, που ασχολούνταν με το άναμμα των
δημοτικών φανών, όταν νύχτωνε, αλλά και οι διαχρονικές Γκουβερνάντες, που αναλάμβαναν τη διαπαιδαγώγηση των γόνων μεγαλοαστικών οικογενειών, οι Επιπλοποιοί,
οι Οικιακοί βοηθοί (υπηρέτριες, πλύστρες, σφουγγαρίστριες,
μαγείρισσες, καμαριέρες), συνθέτουν τις διαφορετικές όψεις μιας εποχής με εντελώς
διαφορετικό χρώμα, που δυστυχώς, παρήλθε ανεπιστρεπτί.
Οι παλαιότεροι, θυμούνται ασφαλώς τους Εισπράκτορες των λεωφορείων,
οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για την έκδοση εισιτηρίων, το πάλαι ποτέ, αλλά
και τους πλανόδιους Εφημεριδοπώλες, που περιφέρονταν στις γειτονιές και
στην αγορά, διαλαλώντας τις τοπικές και Αθηναϊκές εφημερίδες.
Πτυχές του παρελθόντος
Στην ατέλειωτη λίστα των παλιών επαγγελμάτων που κατέγραψε ο κ. Φρεζής,
συμπεριλαμβάνονται οι Ζυθοπώλες, οι παρασκευαστές ζύθου. Οι Μυλωνάδες,
προμήθευαν πολλά νοικοκυριά με το στάρι της χρονιάς, το οποίο άλεθαν το καλοκαίρι σε
μεγάλες μυλόπετρες, ενώ υπήρχαν επίσης, ατμόμυλοι και υδρόμυλοι. Οι Ζωέμποροι
και μεσίτες ζώων, αναλάμβαναν δράση στα εβδομαδιαία παζάρια της πόλης,
όπου γίνονταν αγοραπωλησίες ζώων, ενώ οι Ιχθυοτρόφοι εργάζονταν στο
ιχθυοτροφείο που υπήρχε στην περιοχή της Μπουρμπουλήθρας.
Οι Καλαθοποιοί, γύριζαν στις γειτονιές και πουλούσαν τα καλάθια και τα πανέρια που
έπλεκαν με μοναδική μαεστρία, όπως και οι Καρεκλάδες, που αναλάμβαναν την
επισκευή των χαλασμένων καρεκλών. Συνώνυμοι με την εικόνα του παρελθόντος
είναι επίσης οι Καπνέμποροι, αλλά και οι Καπνοκόπτες, οι Καραγκιοζοπαίχτες,
που αναλάμβαναν την ψυχαγωγία των παιδιών, έχοντας στη διάθεσή τους ένα σεντόνι
για οθόνη και οι Καρβουνιάρηδες, οι οποίοιπεριφέρονταν, επίσης, στις
γειτονιές με κάρο και πουλούσαν κάρβουνα για το μαγκάλι ή τις κουζίνες των νοικοκυριών.
Οι Καραγωγείς διέθεταν κάρο με άλογο για τη μεταφορά εμπορευμάτων, αλλά και των
επίπλων κατά τις μετακομίσεις, οι Καροποιοί κατασκεύαζαν κάρα αλλά και τα
ανταλλακτικά τους, όπως εξάλλου και οι Κατασκευαστές Αγροτικών Μηχανημάτων,
που όπως υποδηλώνει το όνομά τους, ασχολούνταν με την κατασκευή αγροτικών
μηχανημάτων.
Ανατρέχοντας στην καθημερινότητα του παρελθόντος, συναντάμε τις περίφημες
Κεντήστρες, οι οποίες αναλάμβαναν να δημιουργήσουν έργα τέχνης που προορίζονταν
για την προίκα των νεαρών κοριτσιών, ενώ οι Κιβωτοποιοί κατασκεύαζαν τα μπαούλα,
στα οποία οι παλιές νοικοκυρές τοποθετούσαν ρούχα και άλλα αντικείμενα.
Οι παλιοί Κουρείς, πέρα από τα συνήθη, δηλαδή το κούρεμα και το ξύρισμα των πελατών
τους, ασχολούνταν παράλληλα και με τη θεραπεία του κρυολογήματος.
Τα «γιατροσόφια» της εποχής ήταν οι βεντούζες και οι βδέλλες, που «τραβούσαν»
το αίμα για να φύγει το κρυολόγημα.
Οι Κωδωνοκρούστες χτυπούσαν την καμπάνα της εκκλησίας, ενώ οι Λατερνατζήδες
γυρνούσαν στις γειτονιές, συντροφιά με την αχώριστη σύντροφό τους, τη λατέρνα τους,
που συνήθως ήταν στολισμένη με μεγάλες φωτογραφίες και ψεύτικα λουλούδια.
Οι παλαιότεροι θυμούνται ακόμη τους Λούστρους, που αναλάμβαναν να γυαλίζουν τα
παπούτσια των περαστικών.
Πλανόδιοι σομπάδες
Το πολύχρωμο παζλ της καθημερινής ζωής του παρελθόντος, διανθίζεται
από τις Ξεματιάστρες της γειτονιάς, οι οποίες ασχολούνταν με το «ξεμάτιασμα»
των μικρών, κυρίως, παιδιών, για τα οποία
οι μητέρες πίστευαν ότι τα είδε το «κακό μάτι». Οι πλανόδιοι Οργανοπαίχτες,
οι Ομπρελάδες, οι Οπλοδιορθωτές, οιΟινοπνευματοποιοί, που εργάζονταν στο
εργοστάσιο της Θεσσαλικής Οινοπνευματικής Εταιρείας, οιΠαγοπώλες,
οι Παπλωματήδες, οι Παλιατζήδες, οι Παγωτατζήδες,
οι Πλέκτριες, οι Πεταλουργοί, που άλλαζαν τα φθαρμένα πέταλα των ζώων, οι πλανόδιοι
Σομπάδες, οι Φανοποιοί, αλλά και οι Σιγαροπώλες, που περιφέροντο με το μεταλλικό
βαλιτσάκι, όπου είχαν τις λιγοστές, τότε, μάρκες τσιγάρων προς πώληση, ενισχύουν
επίσης τη διαφορετική εικόνα του παρελθόντος.
Στην ατέλειωτη λίστα των επαγγελμάτων του παρελθόντος, που με περισσή υπομονή
κατέγραψε ο κ. Φρεζής, συμπεριλαμβάνονται επίσης οι Παλαιοπώλες,
οι Παπατζήδες, οι Παραγγελιοδόχοι, οι Πιλοποιοί, οι οποίοι κατασκεύαζαν τα
καπέλα που φορούσαν άνδρες και γυναίκες,
οι Πωλητές στρατιωτικών ειδών, οι Πλινθοκεραμοποιοί,
οι Σαγματοποιοί - Σαμαράδες, οι Σακκουλοποιοί, οι Σανδαλοποιοί, οι Σαπωνοποιοί,
οι Κατασκευαστές κόσκινων και σιτών, οι Σφαγείς αμνών, οι Ταβερνιάρηδες,
οι Τηλεγραφητές, οιΤοκιστές, οι Τροφοί-Παραμάνες, οι Τσαρουχάδες, οι Τυποβαφείς,
οι Υπάλληλοι Μονοπώλειου, οιΥποκαμισούδες, οι Υφάντριες, οι Φαροφύλακες,
οι Φαρμακοτρύφτες, ελλείψει τυποποιημένων φαρμάκων, οι πλανόδιοι Χαλκοματάδες,
οι Γκαζιέριδες, αλλά και οι κατασκευαστές Ψυγείων πάγου, οι Αλωνιστές,
οι Αυλακάρηδες, που κατασκεύαζαν αυλάκια για τη διοχέτευση νερού στα
αγροκτήματα, οι Αγροφύλακες,
οι Ζευγολάτες, οι Κορδελιάστρες, οι Ξυλοκόποι, οι Πανδοχείς,
οι Πηγαδάδες, που κατασκεύαζαν πηγάδια για ύδρευση, οι Πρακτικοί γιατροί,
οι Πριονάδες, οι Σχοινοποιοί, οι Σφουγγαράδες,
οι Τσιγκογράφοι, οιΑνθρακείς, παρασκευαστές, δηλαδή, κάρβουνου από ξύλα,
οι Κατασκευαστές ποντικοπαγίδων, οιΣιδερωτές φεσιών, οι Κηπουροί,
οι Κηροπλάστες, κ.α.
«Ασφαλώς, καταλήγει ο κ. Φρεζής, ο κατάλογος των επαγγελμάτων που έσβησαν,
δεν τελειώνει εδώ.
Σήμερα, συνεχίζει, υπάρχουν υπολείμματα μιας παλιάς λατέρνας, μιας φυσαρμόνικας
ή ενός παλιού μαντολίνου, για να μας θυμίζουν μια άλλη εποχή, όπου οι άνθρωποι,
αν και φτωχοί, δεν παραπονούνταν και ικανοποιούνταν με τα απλά πράγματα
που είχαν ζώντας ευτυχισμένοι.
Οι τότε επαγγελματίες εργάζονταν με ευσυνειδησία και τιμιότητα, παρά τις αντίξοες
συνθήκες.
Πολλές φορές ξεπερνούσαν τις ανθρώπινες δυνάμεις τους χωρίς λογικό ωράριο εργασίας,
χωρίς κοινωνική ασφάλιση και συνταξιοδότηση. Ζούσαν χωρίς άγχος και στεναχώριες που
δημιούργησε η σημερινή «καταναλωτική κοινωνία» και η «βιομηχανική επανάσταση»
μετά τον πόλεμο που προκάλεσε ριζικές κοινωνικές αλλαγές».