Γράφει η Μαίρη Καρά
Ο Αλέξανδρος συνεχίζοντας νότια την πορεία του το 332 π.Χ. προσέγγισε την πλούσια και ισχυρή πόλη της ΤΥΡΟΥ. Η Τύρος ήταν η μεγαλύτερη παράκτια βάση της ΦΟΙΝΙΚΗΣ και το μοναδικό Περσικό κοντινό νησί στις ακτές της Μεσογείου, με δυο φυσικά λιμάνια. Μ' αυτή την στρατηγική θέση αποτελούσε εμπόδιο για τον Αλέξανδρο και πολύ σοβαρή ναυτική ΑΠΕΙΛΗ.
Εξω απ' την πόλη ο Αλέξανδρος δέχτηκε αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον γιο του Βασιλιά ΑΖΕΜΙΛΚΟΥ, που βρισκόταν στο Αιγαίο με τον στόλο του Αυτοφραδάτη. Οι Τύριοι δήλωσαν μεν υποταγή, δεν του επέτρεψαν όμως να επισκεφτεί την πόλη και να θυσιάσει στο ιερό του θεού ΜΕΛΚΑΡ, που ταυτιζόταν με τον Ηρακλή, όπως δεν το επέτρεψαν και στους Πέρσες, επειδή μόνο ο Βασιλιάς τους είχε αυτό το δικαίωμα. Γιατί αν το επέπτρεπαν, θα ήταν σαν να τον αναγνώριζαν σαν ΚΥΡΙΑΡΧΟ.
Αργότερα ο Αλέξανδρος έστειλε κήρυκες για έναν ειρηνικό συμβιβασμό. Οι Τυρινοί υπέθεσαν πως ήταν σημάδι αδυναμίας και σκότωσαν τους απεσταλμένους, ρίχνοντας τα σώματά τους πάνω στο τείχος. Τότε αποφάσισε να καταλάβει την πόλη με τον Στρατό του δια της βίας. Οι μηχανικοί του όμως έδειχναν απρόθυμοι και τον συμβούλευαν, πως θα ήταν δύσκολο χωρίς σωστή δομή, που κρίθηκε απαραίτητος ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ.
Η Νέα Τύρος ήταν κτισμένη σε νησί πλάτους 1.000 μέτρων και την χώριζε απ' την στεριά ένας πορθμός πλάτους 750 μέτρων, τον οποίο ο Αλέξανδρος αποφάσισε να προσχώσει με υλικό απ' τις οικίες της Παραιτόνιο και κέδρα απ' την κοιλάδα Μπεκάα. Αυτό ήταν τεχνικό κατόρθωμα της λαμπρότητάς του. Καθώς δεν μπορούσε να επιτεθεί στην πόλη απ' την θάλασσα, έχτισε ένα χιλιόμετρο δρόμο, που εκτεινόταν μέχρι το νησί σε φυσική γέφυρα σχεδόν δυο μέτρα βαθιά και δυο πύργους 150 ποδιών μεταφέροντάς τους στο τέλος του ΔΡΟΜΟΥ.
Οι Τύριοι επινόησαν μια αντεπίθεση, με χρήση ενός παλιού πλοίου μεταφοράς αλόγων. Το γέμισαν με ξερά κλαδιά, πίσσα, θείο και καύσιμα, σαν ένα είδος πρωτόγονης μορφής βόμβας ΝΑΠΑΛΜ. Εβαλαν φωτιά στην μια άκρη και το έτρεξαν στον δρόμο. Η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα, κατακλύζοντας και τους δύο πύργους κι άλλους εξοπλισμούς της ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ.
Αυτή η αποτυχία έπεισε τον Αλέξανδρο, πως μόνο με ναυτικό θα μπορούσε να πάρει την Τύρο, αν τον βοηθούσε και η τύχη. Δυστυχώς όμως επέστρεψε το περσικό ναυτικό και δεδομένης της πίστης και υπακοής του στην πόλη, ο Αλέξανδρος βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Απρόσμενα όμως κι εκεί που είχε μόνο 80 πλοία, βρέθηκε με άλλα 120 που έφτασαν απ' την Κύπρο, γιατί είχαν μαθευτεί οι νίκες του και ήθελαν να τον ΣΥΝΟΔΕΨΟΥΝ.
Οι Τύριοι που αντιμετώπισαν την πρόσχωση με ελαφρότητα αρχικά, βλέποντας την ταχύτητα των εργασιών, πυρπόλησαν πολιορκητικές μηχανές και πασσάλους του προγεφυρώματος. ΄Ετσι δυσκόλεψαν την πολιορικία και σκοτώθηκαν πολυάριθμοι εργάτες της πρόσχωσης. Ο Αλέξανδρος δεν παραιτήθηκε απ' το σχέδιό του, γιατί διέθετε εκπληκτικούς μηχανικούς, που κατασκεύαζαν νέες επιθετικές πολιορκητικές ΜΗΧΑΝΕΣ.
Ιδιαίτερα ο Θεσσαλός ΔΙΑΔΗΣ έφτιαξε κλιμακωτούς πύργους, πάνω σε πλοία με καταπέλτες, που εκτόξευαν ογκόλιθους σε ικανή απόσταση. Τότε οι Τύριοι κατασκεύασαν δεύτερη σειρά οχύρωσης στα αδύναμα σημεία του τείχους. Απλωσαν σειρές κατεργασμένων δερμάτων στα τείχη, για να εξομαλύνουν τον κραδασμό της πρόσκρουσης και κινούμενους τροχούς, που εμπόδιζαν τους επιτιθέμενους και έσπαζαν τα ΒΕΛΗ ΤΟΥΣ.
Με αμείωτους ρυθμούς συνεχίστηκε η πολιορικία με διαπλάτυνση της πρόσχωσης, την κατασκευή νέων μηχανών και την συγκέντρωση στόλου 250 πλοίων απ' την Σιδώνα, απ' τους Βασιλείς της Βύβλου και της Αράδου, που αυτομόλησαν μόλις έμαθαν ότι οι πόλεις τους ήταν στα χέρια των Μακεδόνων, τους Βασιλείς της Κύπρου, της Λυκίας και και της ΡΟΔΟΥ.
Ο Κυπριακός στόλος απέκλεισε τα δυο λιμάνια της Τύρου προκαλώντας το ναυτικό της σε ναυμαχία. Ο Τύριος ναύαρχος ανέκρουσε πρύμνα, αφήνοντας πίσω του τρεις τριήρεις, τις οποίες βύθισαν οι Μακεδόνες. Ετσι απέκλεισαν τις εξόδους των δύο λιμένων, αφαιρώντας την επαφή των Τυρίων με την θάλασσα. Η επόμενη κίνηση ήταν η κατάληψη ή η εκπόρθηση των τειχών, που πραγματοποιήθηκε σε αδύναμο σημείο του νότιου θαλάσσιου τείχους κατόπιν δοκιμαστικών επιθέσεων. Η κύρια επίθεση στράφηκε σε αυτό το αδύναμο σημείο, ενώ παράλληλα έγιναν και δευτερεύουσες επιθέσεις στο βόρειο θαλάσσιο τείχος και κατά του τείχους της ΠΡΟΣΧΩΣΗΣ.
Το τελικό χτύπημα έγινε στά τέλη Ιουλίου. Οι πολιορκητικοί κριοί πάνω σε πλωτές εξέδρες, προστατευμένοι από επιθέσεις εκ των άνω προξένησαν μεγάλο ρήγμα στο νότιο τείχος. Εκεί επιτέθηκαν οι υπασπιστές με επικεφαλής τον ΑΔΜΗΤΟ, που σκοτώθηκε μόλις έφτασε στο τείχος. Πίσω τους ακολούθησε η φάλαγγα με τον ΚΡΑΤΕΡΟ και το τμήμα του τείχους κοντά στο ρήγμα καταλήφθηκε και σταδιακά οι Μακεδόνες έθεσαν υπό την κατοχή τους έναν προς έναν τους πύργους και τις ΕΠΑΛΞΕΙΣ.
Συγχρόνως ο Αλέξανδρος συντόνισε μια ναυτική επίθεση κατά μήκος της παραβίασης με βομβαρδισμό απ' όλες τις πλευρές. Διασπώντας τα προστατευτικά φράγματα πέρασε στους δύο λιμένες της πόλης, συντρίβοντας τα ακινητοποιημένα πλοία. Τα στρατεύματα ξεπέρασαν την φρουρά και κατέλαβαν την πόλη. Μα ο Αλέξανδρος ήταν τόσο εξοργισμένος με την απώλεια των 400 πολεμιστών του και γι' αυτό φέρθηκε με πρωτοφανή σκληρότητα στους άμοιρους ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ.
Ο Αλέξανδρος έδωσε χάρη μόνο στον Βασιλιά και στην οικογένειά του, ενώ 8.000 σκοτώθηκαν και 30.000 κάτοικοι και αλλοδαποί πουλήθηκαν δούλοι. Η πολιορκία διήρκησε 10 μήνες και μόνο ο βασιλιάς Αζέμιλκος κι άλλοι αξιωματούχοι, που είχαν καταφύγει ικέτες στο ιερό του Ηρακλή, διασώθηκαν κι αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι. Οι μαχητές που υποχωρώντας είχαν συγκεντρωθεί στο Αγηνόριο για άμυνα, σφαγιάσθηκαν όλοι. Αν και οι κάτοικοι της πόλης ήταν 40.000, οι γυναίκες και τα παιδιά είχαν από πριν μεταφερθεί στην παλιά αποικία ΚΑΡΧΗΔΟΝΑ.
Η κατάκτηση της Τύρου ήταν σημαντική στρατηγική νίκη του Αλέξανδρου, για την γεωγραφική της θέση. Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των Διοικητών του και την δυσαρέσκεια που προκάλεσε στο στράτευμα η εκτεταμένη εργασία για την πρόσχωση, ο Αλέξανδρος διέκρινε πως η στρατηγική θέση της ήταν απειλή στα νώτα του και ενήργησε με την στρατιωτική του ΙΔΙΟΦΥΙΑ. Η πόλη έγινε σημαντική μακεδονική βάση και ναύσταθμος της Επικράτειας, αφού απαλλάχτηκε απ' το ισχυρό εμπόδιό της προς την πορεία του νότια. Τα φοινικικά, ροδιακά και κυπριακά πλοία μπήκαν πλέον υπό τις διαταγές του κι έτσι εξασφάλισε τα νώτα του και τον έλεγχο της κυριαρχίας όλης της ανατολικής Μεσογείου. Κι αφού αποκαταστάθηκε η Τύρος, συνέχισε την πορεία του προς την ΑΙΓΥΠΤΟ.
Ο Αλέξανδρος συνεχίζοντας νότια την πορεία του το 332 π.Χ. προσέγγισε την πλούσια και ισχυρή πόλη της ΤΥΡΟΥ. Η Τύρος ήταν η μεγαλύτερη παράκτια βάση της ΦΟΙΝΙΚΗΣ και το μοναδικό Περσικό κοντινό νησί στις ακτές της Μεσογείου, με δυο φυσικά λιμάνια. Μ' αυτή την στρατηγική θέση αποτελούσε εμπόδιο για τον Αλέξανδρο και πολύ σοβαρή ναυτική ΑΠΕΙΛΗ.
Εξω απ' την πόλη ο Αλέξανδρος δέχτηκε αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον γιο του Βασιλιά ΑΖΕΜΙΛΚΟΥ, που βρισκόταν στο Αιγαίο με τον στόλο του Αυτοφραδάτη. Οι Τύριοι δήλωσαν μεν υποταγή, δεν του επέτρεψαν όμως να επισκεφτεί την πόλη και να θυσιάσει στο ιερό του θεού ΜΕΛΚΑΡ, που ταυτιζόταν με τον Ηρακλή, όπως δεν το επέτρεψαν και στους Πέρσες, επειδή μόνο ο Βασιλιάς τους είχε αυτό το δικαίωμα. Γιατί αν το επέπτρεπαν, θα ήταν σαν να τον αναγνώριζαν σαν ΚΥΡΙΑΡΧΟ.
Αργότερα ο Αλέξανδρος έστειλε κήρυκες για έναν ειρηνικό συμβιβασμό. Οι Τυρινοί υπέθεσαν πως ήταν σημάδι αδυναμίας και σκότωσαν τους απεσταλμένους, ρίχνοντας τα σώματά τους πάνω στο τείχος. Τότε αποφάσισε να καταλάβει την πόλη με τον Στρατό του δια της βίας. Οι μηχανικοί του όμως έδειχναν απρόθυμοι και τον συμβούλευαν, πως θα ήταν δύσκολο χωρίς σωστή δομή, που κρίθηκε απαραίτητος ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ.
Η Νέα Τύρος ήταν κτισμένη σε νησί πλάτους 1.000 μέτρων και την χώριζε απ' την στεριά ένας πορθμός πλάτους 750 μέτρων, τον οποίο ο Αλέξανδρος αποφάσισε να προσχώσει με υλικό απ' τις οικίες της Παραιτόνιο και κέδρα απ' την κοιλάδα Μπεκάα. Αυτό ήταν τεχνικό κατόρθωμα της λαμπρότητάς του. Καθώς δεν μπορούσε να επιτεθεί στην πόλη απ' την θάλασσα, έχτισε ένα χιλιόμετρο δρόμο, που εκτεινόταν μέχρι το νησί σε φυσική γέφυρα σχεδόν δυο μέτρα βαθιά και δυο πύργους 150 ποδιών μεταφέροντάς τους στο τέλος του ΔΡΟΜΟΥ.
Οι Τύριοι επινόησαν μια αντεπίθεση, με χρήση ενός παλιού πλοίου μεταφοράς αλόγων. Το γέμισαν με ξερά κλαδιά, πίσσα, θείο και καύσιμα, σαν ένα είδος πρωτόγονης μορφής βόμβας ΝΑΠΑΛΜ. Εβαλαν φωτιά στην μια άκρη και το έτρεξαν στον δρόμο. Η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα, κατακλύζοντας και τους δύο πύργους κι άλλους εξοπλισμούς της ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ.
Αυτή η αποτυχία έπεισε τον Αλέξανδρο, πως μόνο με ναυτικό θα μπορούσε να πάρει την Τύρο, αν τον βοηθούσε και η τύχη. Δυστυχώς όμως επέστρεψε το περσικό ναυτικό και δεδομένης της πίστης και υπακοής του στην πόλη, ο Αλέξανδρος βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Απρόσμενα όμως κι εκεί που είχε μόνο 80 πλοία, βρέθηκε με άλλα 120 που έφτασαν απ' την Κύπρο, γιατί είχαν μαθευτεί οι νίκες του και ήθελαν να τον ΣΥΝΟΔΕΨΟΥΝ.
Οι Τύριοι που αντιμετώπισαν την πρόσχωση με ελαφρότητα αρχικά, βλέποντας την ταχύτητα των εργασιών, πυρπόλησαν πολιορκητικές μηχανές και πασσάλους του προγεφυρώματος. ΄Ετσι δυσκόλεψαν την πολιορικία και σκοτώθηκαν πολυάριθμοι εργάτες της πρόσχωσης. Ο Αλέξανδρος δεν παραιτήθηκε απ' το σχέδιό του, γιατί διέθετε εκπληκτικούς μηχανικούς, που κατασκεύαζαν νέες επιθετικές πολιορκητικές ΜΗΧΑΝΕΣ.
Ιδιαίτερα ο Θεσσαλός ΔΙΑΔΗΣ έφτιαξε κλιμακωτούς πύργους, πάνω σε πλοία με καταπέλτες, που εκτόξευαν ογκόλιθους σε ικανή απόσταση. Τότε οι Τύριοι κατασκεύασαν δεύτερη σειρά οχύρωσης στα αδύναμα σημεία του τείχους. Απλωσαν σειρές κατεργασμένων δερμάτων στα τείχη, για να εξομαλύνουν τον κραδασμό της πρόσκρουσης και κινούμενους τροχούς, που εμπόδιζαν τους επιτιθέμενους και έσπαζαν τα ΒΕΛΗ ΤΟΥΣ.
Με αμείωτους ρυθμούς συνεχίστηκε η πολιορικία με διαπλάτυνση της πρόσχωσης, την κατασκευή νέων μηχανών και την συγκέντρωση στόλου 250 πλοίων απ' την Σιδώνα, απ' τους Βασιλείς της Βύβλου και της Αράδου, που αυτομόλησαν μόλις έμαθαν ότι οι πόλεις τους ήταν στα χέρια των Μακεδόνων, τους Βασιλείς της Κύπρου, της Λυκίας και και της ΡΟΔΟΥ.
Ο Κυπριακός στόλος απέκλεισε τα δυο λιμάνια της Τύρου προκαλώντας το ναυτικό της σε ναυμαχία. Ο Τύριος ναύαρχος ανέκρουσε πρύμνα, αφήνοντας πίσω του τρεις τριήρεις, τις οποίες βύθισαν οι Μακεδόνες. Ετσι απέκλεισαν τις εξόδους των δύο λιμένων, αφαιρώντας την επαφή των Τυρίων με την θάλασσα. Η επόμενη κίνηση ήταν η κατάληψη ή η εκπόρθηση των τειχών, που πραγματοποιήθηκε σε αδύναμο σημείο του νότιου θαλάσσιου τείχους κατόπιν δοκιμαστικών επιθέσεων. Η κύρια επίθεση στράφηκε σε αυτό το αδύναμο σημείο, ενώ παράλληλα έγιναν και δευτερεύουσες επιθέσεις στο βόρειο θαλάσσιο τείχος και κατά του τείχους της ΠΡΟΣΧΩΣΗΣ.
Το τελικό χτύπημα έγινε στά τέλη Ιουλίου. Οι πολιορκητικοί κριοί πάνω σε πλωτές εξέδρες, προστατευμένοι από επιθέσεις εκ των άνω προξένησαν μεγάλο ρήγμα στο νότιο τείχος. Εκεί επιτέθηκαν οι υπασπιστές με επικεφαλής τον ΑΔΜΗΤΟ, που σκοτώθηκε μόλις έφτασε στο τείχος. Πίσω τους ακολούθησε η φάλαγγα με τον ΚΡΑΤΕΡΟ και το τμήμα του τείχους κοντά στο ρήγμα καταλήφθηκε και σταδιακά οι Μακεδόνες έθεσαν υπό την κατοχή τους έναν προς έναν τους πύργους και τις ΕΠΑΛΞΕΙΣ.
Συγχρόνως ο Αλέξανδρος συντόνισε μια ναυτική επίθεση κατά μήκος της παραβίασης με βομβαρδισμό απ' όλες τις πλευρές. Διασπώντας τα προστατευτικά φράγματα πέρασε στους δύο λιμένες της πόλης, συντρίβοντας τα ακινητοποιημένα πλοία. Τα στρατεύματα ξεπέρασαν την φρουρά και κατέλαβαν την πόλη. Μα ο Αλέξανδρος ήταν τόσο εξοργισμένος με την απώλεια των 400 πολεμιστών του και γι' αυτό φέρθηκε με πρωτοφανή σκληρότητα στους άμοιρους ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ.
Ο Αλέξανδρος έδωσε χάρη μόνο στον Βασιλιά και στην οικογένειά του, ενώ 8.000 σκοτώθηκαν και 30.000 κάτοικοι και αλλοδαποί πουλήθηκαν δούλοι. Η πολιορκία διήρκησε 10 μήνες και μόνο ο βασιλιάς Αζέμιλκος κι άλλοι αξιωματούχοι, που είχαν καταφύγει ικέτες στο ιερό του Ηρακλή, διασώθηκαν κι αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι. Οι μαχητές που υποχωρώντας είχαν συγκεντρωθεί στο Αγηνόριο για άμυνα, σφαγιάσθηκαν όλοι. Αν και οι κάτοικοι της πόλης ήταν 40.000, οι γυναίκες και τα παιδιά είχαν από πριν μεταφερθεί στην παλιά αποικία ΚΑΡΧΗΔΟΝΑ.
Η κατάκτηση της Τύρου ήταν σημαντική στρατηγική νίκη του Αλέξανδρου, για την γεωγραφική της θέση. Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των Διοικητών του και την δυσαρέσκεια που προκάλεσε στο στράτευμα η εκτεταμένη εργασία για την πρόσχωση, ο Αλέξανδρος διέκρινε πως η στρατηγική θέση της ήταν απειλή στα νώτα του και ενήργησε με την στρατιωτική του ΙΔΙΟΦΥΙΑ. Η πόλη έγινε σημαντική μακεδονική βάση και ναύσταθμος της Επικράτειας, αφού απαλλάχτηκε απ' το ισχυρό εμπόδιό της προς την πορεία του νότια. Τα φοινικικά, ροδιακά και κυπριακά πλοία μπήκαν πλέον υπό τις διαταγές του κι έτσι εξασφάλισε τα νώτα του και τον έλεγχο της κυριαρχίας όλης της ανατολικής Μεσογείου. Κι αφού αποκαταστάθηκε η Τύρος, συνέχισε την πορεία του προς την ΑΙΓΥΠΤΟ.