Με ιδιαίτερη χαρά ανταποκρίθηκα στο κάλεσμά σας, να θέσω υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας και να εγκαινιάσω αυτή την Έκθεση, προϊόν μακροχρόνιου διαλόγου μεταξύ κορυφαίων Ακαδημαϊκών Δασκάλων στον χώρο της Τέχνης, οι οποίοι αποφάσισαν στο τέλος του να οπτικοποιήσουν το σημαντικό και καίριο ερώτημα «Γιατί μισούμε το διαφορετικό;», μέσ’ από μια Έκθεση υψηλών προδιαγραφών υπό τον τίτλο: «De Differentia». Ως μη ειδικός, και ενώπιον τόσων ειδικών, θ’ αποφύγω να εκφράσω άποψη για την ουσία της Έκθεσης και θα περιορισθώ να σας κάνω κοινωνούς ορισμένων σκέψεων, αναφορικά με το πώς και γιατί ο σεβασμός της Διαφορετικότητας κάθε Ανθρώπου είναι ένα κορυφαίο πρόταγμα Ανθρωπισμού, που φθάνει στον πυρήνα της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας.
I. Αν ρίξουμε μια ματιά στον Κόσμο που μας περιβάλλει -με ό,τι ο Κόσμος αυτός περικλείει- εύκολα θ’ αντιληφθούμε ότι η Διαφορετικότητα είναι μια οιονεί «φυσική» κατάσταση.
Α. Σε αυτό τον Κόσμο τίποτα δεν είναι ίδιο. Και για να κάνω ένα βήμα πιο πέρα: Στο Σύμπαν -όσο μέρος του γνωρίζουμε- τίποτα δεν είναι ίδιο. Αναπόφευκτα δε και στον μικρό μας Πλανήτη, την Γη μας, επίσης τίποτα δεν είναι ίδιο. Δεν απέχει -καθόλου μάλιστα- από την πραγματικότητα η διαπίστωση ότι η Φύση αποστρέφεται την απόλυτη ομοιότητα και, ακόμη περισσότερο, την ισοπεδωτική ισότητα. Τούτο οφείλεται στο ότι το Σύμπαν, η Φύση, βρίσκονται, από την ίδια τους την υπόσταση, σε μια κατάσταση διαρκούς δημιουργίας και εξέλιξης, γεγονός που ουδόλως συμβιβάζεται με την αναπόφευκτη ακινησία της απόλυτης ομοιότητας και της ισοπεδωτικής ισότητας. Στο Σύμπαν και στην Φύση λοιπόν δεν νοείται «θάλασσα δικαιοτάτη», δηλαδή θάλασσα «ακίνητη», για να θυμηθούμε τον Πλούταρχο («Βίοι Παράλληλοι», 4, ρήση που αποδίδεται στον Σόλωνα).
Β. Ως μέρος του Κόσμου και της Φύσης -και δη στο επίκεντρό του- ο Άνθρωπος, υπό τα δεδομένα αυτά, είναι και μέρος της ως άνω Διαφορετικότητας. Με άλλες λέξεις ο κάθε Άνθρωπος, «εκ καταγωγής», είναι διαφορετικός. Συνακόλουθα, ο πραγματικός σεβασμός του Ανθρώπου από τους Συνανθρώπους του προϋποθέτει, πρωτίστως, τον σεβασμό της Διαφορετικότητάς του. Μόνον έτσι αυτός ο σεβασμός φθάνει στην ουσία του, ήτοι στον πραγματικό σεβασμό της αξίας του Ανθρώπου και, επέκεινα, στον πραγματικό σεβασμό της ελεύθερης ανάπτυξης της Προσωπικότητάς του.
II. Μέσω αυτής της διανοητικής οδού φθάνουμε στο να κατανοήσουμε και την πιο «κρίσιμη» πτυχή και πλευρά της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου και της ανάγκης πραγματικού και ειλικρινούς σεβασμού της από τον Συνάνθρωπο. Κατ’ αποτέλεσμα, ως ύψιστο δείγμα στοιχειώδους Ανθρωπισμού, ένας τέτοιος σεβασμός της Διαφορετικότητας ισοδυναμεί με τον σεβασμό της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας.
Α. Πριν απ’ όλα, σε θεσμικό και αξιακό γενικότερα επίπεδο, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι πρόταγμα της Δημοκρατίας μας. Τούτο προκύπτει εκ του ότι, στο πλαίσιο της Δημοκρατίας που πρέπει να διέπει την οργάνωση του Κράτους κατά τα δεδομένα αυτού τούτου του κοινού μας Δυτικού και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, συγκεκριμένα δε στο πλαίσιο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι θεμελιώδης θεσμικός κανόνας που απορρέει από την, σύμφυτη με την Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, Αρχή της Ισότητας και, κατά συνέπεια, την γενική ρήτρα της Δικαιοσύνης. Ειδικότερα:
1. Η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία θεμελιώνεται, μεταξύ άλλων, πάνω στην Αρχή της Ισότητας, η οποία συνιστά, εν τέλει, «κοιτίδα» και «λίκνο» όλων των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τόσον ως προς την καταγωγή τους όσο και ως προς την in concreto άσκησή τους. Αυτό οφείλεται, κατά μεγάλο μέρος, στο ότι, σύμφωνα με τα δεδομένα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, υπάρχει ευθεία σύνδεση της Αρχής της Ισότητας με τις συνταγματικώς κατοχυρωμένες γενικές ρήτρες του σεβασμού της Αξίας του Ανθρώπου και της ελεύθερης ανάπτυξης της Προσωπικότητάς του, αφού μόνον υπό όρους ουσιαστικής ισότητας είναι νοητός ένας τέτοιος σεβασμός κατά τον προορισμό του.
2. Όμως αυτή η Αρχή της Ισότητας, για να πραγματώσει το περιεχόμενό της κατά την εφαρμογή της, νοείται μόνον υπό όρους αναλογικότητας. Μιας αναλογικότητας -για ν’ αναχθούμε στις πηγές των «Ηθικών Νικομαχείων» του Αριστοτέλους- η οποία αφενός σημαίνει ίση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων καταστάσεων αλλά και άνιση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων και, αφετέρου, συνιστά αντηρίδα της έννοιας της Δικαιοσύνης, ως «αναδιανεμητικής Δικαιοσύνης» («Justitia Distributiva»). Η ως άνω αναλογική προϋπόθεση ως προς την ουσία της Αρχής της Ισότητας είναι απολύτως αυτονόητη, αν κατανοήσουμε ότι σ’ ευθεία παραβίασή της οδηγούν, εξ ίσου, από την μια πλευρά η άνιση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων καταστάσεων και η ίση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων.
3. Λογική συνέχεια των προαναφερόμενων συλλογισμών ως προς την Αρχή της Ισότητας είναι λοιπόν και το ότι εφόσον, όπως προεκτέθηκε, κάθε Άνθρωπος αντιπροσωπεύει την δική του «φυσική» Διαφορετικότητα, η σύζευξη της Δημοκρατικής Αρχής και της Αρχής της Ισότητας, υπό αναλογικούς όρους, επιβάλλει, ως θεμελιώδες πρόταγμα, τον πλήρη σεβασμό αυτής της Διαφορετικότητας. Συμπερασματικώς, η Πολιτεία και η Κοινωνία που δεν σέβονται, στο ακέραιο, την Διαφορετικότητα του Ανθρώπου δεν μπορούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, να θεωρηθούν ως δημοκρατικώς οργανωμένες. Άρα, η ισοπεδωτική αντιμετώπιση του Ανθρώπου από μια Πολιτεία και μια Κοινωνία που θέλει να λέγεται «δημοκρατική» είναι, κατά βάθος, ένα τυπικό είδος «contradictio in adjecto».
Β. Οι σκέψεις που προεκτέθηκαν εξηγούν ευχερώς γιατί, επιπλέον, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι βασικό αξιακό πρόταγμα αυτού τούτου του Πολιτισμού μας.
1. Ο Πολιτισμός μας, ο Δυτικός και ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, στηριγμένος πάνω στους τρεις πυλώνες του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, της Θεσμικής Κληρονομιάς της Αρχαίας Ρώμης και των πνευματικών αποσταγμάτων της Χριστιανικής Διδασκαλίας, είναι ο Πολιτισμός του Ανθρωπισμού. Με την έννοια ότι στο επίκεντρό του, κατά τον εκ καταγωγής προορισμό του, βρίσκεται ο Άνθρωπος. Ακόμη πιο πέρα, αυτός ο Πολιτισμός μας υπηρετεί την αποστολή του μόνον όταν κάνει πράξη, και μάλιστα σε καθημερινή βάση, τον πλήρη σεβασμό της Αξίας του Ανθρώπου και της ελεύθερης ανάπτυξης της Προσωπικότητάς του.
2. Όπως ήδη εξηγήθηκε, ένας τέτοιος σεβασμός προϋποθέτει, ανυπερθέτως, και τον πλήρη σεβασμό της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου. Και, e contrario, ο σύμφυτος με τον Πολιτισμό μας Ανθρωπισμός ουδόλως συμβιβάζεται, κατ’ ουδένα τρόπο, με την ισοπεδωτική αντιμετώπιση του Ανθρώπου, δηλαδή την αντιμετώπιση που «συντρίβει» την Αρχή της Ισότητας και την εμβληματική ρήτρα της Δικαιοσύνης. Για να επανέλθω στον τρίτο πυλώνα του Πολιτισμού μας, την Χριστιανική Διδασκαλία, αυτό το συμπέρασμα σηματοδοτεί κατά βάθος η ρήση που, ξεκινώντας από την Παλαιά Διαθήκη, κατοχυρώθηκε ως προμετωπίδα και στην Καινή Διαθήκη: «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της Γης».
Ως ελάχιστο καταληκτικό «οβολό» μου σ’ αυτόν τον Χαιρετισμό -και αφού σας εκφράσω εκ νέου τις ευχαριστίες μου και τα συγχαρητήριά μου για την πρωτοβουλία της Έκθεσης- επιτρέψατέ μου, με δεδομένη μάλιστα την «ζέουσα» επικαιρότητα των προσεχών Ευρωεκλογών, να παραθέσω, σχεδόν αυτούσιο, το φετινό μήνυμά μου για την επέτειο της Παγκόσμιας Ημέρας, που είναι αφιερωμένη στον Αγώνα κατά του ρατσισμού: «Η φετινή επέτειος της Παγκόσμιας Ημέρας Αγώνα κατά του ρατσισμού πρέπει ν’ αποτελέσει αφετηρία περίσκεψης και αυτογνωσίας για όλους τους Λαούς του Κόσμου, πρωτίστως δε για τους Λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ας μου επιτραπεί ν’ αφιερώσω το Μήνυμά μου για την Επέτειο αυτή στον κοινό αγώνα με στόχο την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Πριν απ’ όλα εμείς, οι Έλληνες, οφείλουμε, μαζί με όλα τα άλλα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, να εργασθούμε, συνειδητά και με ζήλο, για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Ήτοι για την διαμόρφωση του τελικού Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, πάνω στις βάσεις της ομοσπονδιακού τύπου ένωσης και της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, με πλήρη σεβασμό όλων, ανεξαιρέτως, των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ενόψει μάλιστα των κρίσιμων προσεχών Ευρωεκλογών, έχουμε κοινό ιστορικό χρέος, με βάση την παράδοση που μας κληροδότησαν οι «Πατέρες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους λόγους, για τους οποίους αποφάσισαν την ίδρυσή της, να την υπερασπισθούμε σθεναρά και να συνεργασθούμε, με ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα, για να εξουδετερώσουμε τα μορφώματα επικίνδυνου λαϊκισμού και ρατσισμού, που ξεπήδησαν σε πολλά Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιβουλεύονται, ευθέως και απροκαλύπτως, το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα, την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Και κάθε συνειδητοποιημένος Ευρωπαίος οφείλει, ιδίως σήμερα, να γνωρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και Ολοκλήρωση είναι αναγκαίες όχι μόνο για τους Λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και προκειμένου η Ευρώπη μας να διαδραματίσει τον πλανητικό ρόλο που της αναλογεί στον σύγχρονο Κόσμο. Αυτός ο ρόλος ανήκει a fortioriσ’ εμάς, τους Ευρωπαίους, δοθέντος ότι άλλες Δυνάμεις αδυνατούν ή δεν θέλουν να διαδραματίσουν τον ρόλο αυτό, καίτοι η ιστορική τους προοπτική το επιβάλλει. Και αναφέρομαι, κατ’ εξοχήν, στον ρόλο υπεράσπισης ιδίως των αρχών και των αξιών της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης, της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης, κατ’ εξοχήν δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης».–