Η σελίδα αυτή της οικονομικής μας ιστορίας παραμένει ακατάγραφη, όπως και πολλές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειές της.
Το 1978, όταν καταργήθηκε η Διεθνής Οικονομική Επιτροπή στεγαζόταν στην οδό Πατριάρχου Ιωακείμ. Η φωτογραφία έχει ληφθεί τις ημέρες που εκδόθηκε ο νόμος για την κατάργησή της.
Η καλαίσθητη μεταλλική πινακίδα που κοσμούσε την είσοδο του κτιρίου.
Ο Αλέξανδρος Ζαίμης ήταν Πρωθυπουργός όταν εγκαταστάθηκε
η Διεθνής Οικονομική Επιτροπή στην Αθήνα (1898)
η Διεθνής Οικονομική Επιτροπή στην Αθήνα (1898)
ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος, ο Υπουργός Οικονομικών
που υπέγραψε την διάλυση και απομάκρυνσή της (1978).
που υπέγραψε την διάλυση και απομάκρυνσή της (1978).
Στις θέσεις των σημερινών κ.κ. Σερβάας Ντερούζ, Πόουλ Τόμσεν και Κλάους Μαζούχ ήταν οι αείμνηστοι Τέστα (Γερμανός), Λετάν (Γάλλος) και Λόου (Αγγλος). Μόνον που τότε οι κυβερνήσεις είχαν φανεί πιο γαλαντόμες και για να μην ταλαιπωρούν τους υψηλούς ελεγκτές μας φρόντισαν να τους κτίσουν και ιδιαίτερο Μέγαρο. Διάλεξαν δε μία από τις καλύτερες τοποθεσίες, πίσω από το τότε παλάτι του Διαδόχου, που δεν ήταν άλλο από το σημερινό Μέγαρο της Προεδρίας της Δημοκρατίας.
Πρόκειται για το ακίνητο που σήμερα καταγράφεται στο Κτηματολόγιο της Προεδρίας της Δημοκρατίας και βρίσκεται στη συμβολή των οδών Βασιλέως Γεωργίου (τότε ονομαζόταν Διοχάρους) και Στησιχόρου και ανεγέρθηκε για τις ανάγκες της Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπής!
Μάλιστα, η ανέγερσή του βάφτηκε με αίμα, αφού κατά την ανατίναξη φουρνέλου (1901) τραυματίστηκε ένας σαραντάχρονος εργάτης, δίνοντας αφορμή για συζητήσεις.
Σαρκαστική γελοιογραφία από τον «ΝΕΟ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ». Ο Χαρίλαος Τρικούπης, που εμφανίζεται ως καραγκιόζης επί χοίρου, δεν βρισκόταν στη ζωή όταν η Ελλάδα πλήρωνε το τίμημα της χρεοκοπίας του. Το γουρούνι συμβόλιζε τον χειμαζόμενο λαό.
Ο «Ελεγχος» εξανέστη, απαίτησε «ζεστό» χρήμα από τον αρμόδιο υπουργό Οικονομικών Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, ο οποίος δεν πρόλαβε να αντιδράσει, αφού μαζί με τον πρωθυπουργό και τέσσερις ακόμη συναδέλφους του εκτελέστηκαν στο Γουδή. Βρέθηκαν βέβαια άλλοι για να εξυπηρετήσουν τις απαιτήσεις του «Ελέγχου».
Λίγα χρόνια αργότερα τους «τάραξε» ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος κήρυξε στάση πληρωμών την 1η Μαϊου 1932, ως απόρροια της οικονομικής κρίσης του προηγούμενου χρόνου. Οι τροϊκανοί της εποχής εξανέστησαν εκ νέου και μαζί τους σχεδόν όλη η Ευρώπη αλλά και η Αμερική!
Λίγα χρόνια αργότερα τους «τάραξε» ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος κήρυξε στάση πληρωμών την 1η Μαϊου 1932, ως απόρροια της οικονομικής κρίσης του προηγούμενου χρόνου. Οι τροϊκανοί της εποχής εξανέστησαν εκ νέου και μαζί τους σχεδόν όλη η Ευρώπη αλλά και η Αμερική!
Χαρακτηριστική είναι έκθεση που έστειλε ο πρεσβευτής της Ελλάδος στο Λονδίνο (1935), γράφοντας: «Η συζήτησίς μου με τους εμπειρογνώμονας υπήρξεν εξόχως διαφωτιστική. Το Φορέϊν Οφφις πνέει μένεα εναντίον μας»!
Όπως αποκάλυψε ο Α. Σβώλος, το 1942, μεσούσης της Κατοχής, η βρετανική κυβέρνηση είχε δηλώσει εγγράφως προς τον πρόεδρο της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης Εμμ. Τσουδερό ότι ήταν σύμφωνη με την κατάργηση του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Όταν η ελληνική «Κυβέρνησις Εθνικής Ενότητος» βρισκόταν στην Ιταλία (Νοέμβριος 1944) απέρριψε την άφιξη στην υπό απελευθέρωση Ελλάδα του Huge Jones, που ήταν ο τελευταίος προπολεμικός αντιπρόσωπος της Αγγλίας στον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο των Αθηνών. Αποφασίστηκε να έρθει μόνο για την τακτοποίηση υπηρεσιακών θεμάτων, άποψη που ασπάστηκε και η βρετανική κυβέρνηση. Εν τω μεταξύ, ο «Ελεγχος» εγκατέλειπε το ακίνητο της οδού Στησιχόρου και «βολευόταν» με την υπηρεσία του σε μικρότερες –αλλά εξίσου πολυτελείς– εγκαταστάσεις.
Μετά την απελευθέρωση ήρθε στην Αθήνα ο Huge Jones και περιορίστηκε στην παράκληση να μην απολυθεί το προσωπικό και να μεταταχθεί σε δημόσιες υπηρεσίες. Έγιναν και οι συνεννοήσεις με τις υπηρεσίες για να παραληφθούν τα υπάρχοντα στις αποθήκες προϊόντα. Αλλά, ως εκ θαύματος, ο Έλληνας αντιπρόσωπος που παραβρέθηκε στη Διάσκεψη της Ειρήνης των Παρισίων (1946) συνηγόρησε υπέρ της παραμονής του «Ελέγχου», με αποκλεισμό μόνον της Ιταλίας. Έτσι, μας ξέμεινε πάλι Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος στην Αθήνα!
Όπως αποκάλυψε ο Α. Σβώλος, το 1942, μεσούσης της Κατοχής, η βρετανική κυβέρνηση είχε δηλώσει εγγράφως προς τον πρόεδρο της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης Εμμ. Τσουδερό ότι ήταν σύμφωνη με την κατάργηση του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Όταν η ελληνική «Κυβέρνησις Εθνικής Ενότητος» βρισκόταν στην Ιταλία (Νοέμβριος 1944) απέρριψε την άφιξη στην υπό απελευθέρωση Ελλάδα του Huge Jones, που ήταν ο τελευταίος προπολεμικός αντιπρόσωπος της Αγγλίας στον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο των Αθηνών. Αποφασίστηκε να έρθει μόνο για την τακτοποίηση υπηρεσιακών θεμάτων, άποψη που ασπάστηκε και η βρετανική κυβέρνηση. Εν τω μεταξύ, ο «Ελεγχος» εγκατέλειπε το ακίνητο της οδού Στησιχόρου και «βολευόταν» με την υπηρεσία του σε μικρότερες –αλλά εξίσου πολυτελείς– εγκαταστάσεις.
Μετά την απελευθέρωση ήρθε στην Αθήνα ο Huge Jones και περιορίστηκε στην παράκληση να μην απολυθεί το προσωπικό και να μεταταχθεί σε δημόσιες υπηρεσίες. Έγιναν και οι συνεννοήσεις με τις υπηρεσίες για να παραληφθούν τα υπάρχοντα στις αποθήκες προϊόντα. Αλλά, ως εκ θαύματος, ο Έλληνας αντιπρόσωπος που παραβρέθηκε στη Διάσκεψη της Ειρήνης των Παρισίων (1946) συνηγόρησε υπέρ της παραμονής του «Ελέγχου», με αποκλεισμό μόνον της Ιταλίας. Έτσι, μας ξέμεινε πάλι Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος στην Αθήνα!
Αλλά η μακρά σειρά των διατυπώσεων που ζητούσε ο «Έλεγχος» προβλημάτιζε τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις. Υπουργεία και υπηρεσίες διαμαρτύρονταν διαρκώς για τις δυσχέρειες που παρουσιάζονταν στη διοίκηση με τα περίφημα «ένσημα» του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Μέχρι που ο Σοφοκλής Βενιζέλος –το 1951– από το βήμα της Βουλής δήλωνε πως ο «Έλεγχος| «θεωρείτο ουσιαστικώς κατηργημένος». Αλλά μόνον κατηργημένος δεν ήταν, αφού ταλάνισε την ελληνική οικονομία και πραγματικότητα για 27 ολόκληρα χρόνια ακόμη.
Το τέλος εκείνης της ογδοηκονταετούς περιπέτειας δόθηκε με νόμο που εξέδωσε ο αείμνηστος Θανάσης Κανελλόπουλος το 1978. Επιστρατεύοντας τη «σπιρτάδα» και το χιούμορ του στο έγγραφο που απέστειλε στη Βουλή έγραφε ότι με το νομοσχέδιο για τη διάλυση της Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπής όχι μόνον δεν προκαλείτο δαπάνη εις βάρος του Προϋπολογισμού, αλλά πραγματοποιούνταν οικονομίες περίπου τετρακοσίων χιλιάδων δραχμών που αντιστοιχούσαν στα έξοδα λειτουργίας της (ενοίκιο, κοινόχρηστα, φωτισμός, τηλέφωνα κ.ά.)