Η 14η Ιουνίου 1987 είναι ημερομηνία – ορόσημο για τον ελληνικό αθλητισμό. Η Ελλάδα κατακτά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα μπάσκετ.
Εκείνη τη ζεστή κυριακάτικη νύχτα, η εθνική ομάδα της καλαθοσφαίρισης ανάγκασε όλους τους Έλληνες – φιλάθλους και μη- να βγουν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος μπάσκετ, την πρώτη στην ιστορία του αθλήματος, που ήλθε έπειτα από ένα συγκλονιστικό αγώνα με τη Σοβιετική Ένωση και νίκη με 103-101 στην παράταση. Τα προηγούμενα χρόνια η εθνική ομάδα του μπάσκετ προερχόταν από συνεχόμενες αποτυχίες. Το 1985 δεν ήταν καν στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας, ενώ δύο χρόνια στη Γαλλία είχε τερματίσει στην 11η θέση. Από το 1965 στη Μόσχα είχε να γνωρίσει πρόκριση στην οκτάδα. Και με αυτό το στόχο ξεκίνησε τις υποχρεώσεις της στο Ευρωμπάσκετ του 1987, που έγινε στο νεόδμητο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ), που είχε εγκαινιάσει το 1985 ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου. Λόγω έδρας, υπήρχε η πεποίθηση ότι η συμμετοχή της στην οκτάδα της διοργάνωσης θα ήταν υπέρβαση και θα αποτελούσε επιτυχία. Κανείς δεν περίμενε αυτό που θα ακολουθούσε. Στον μεγάλο τελικό της 14ης Ιουνίου, αντίπαλος η Σοβιετική Ένωση, η οποία στον άλλο ημιτελικό της διοργάνωσης είχε επικρατήσει της Ισπανίας με 113-96. Σύσσωμη η τότε πολιτική ηγεσία της χώρας και η αντιπολίτευση στις θέσεις των επισήμων με ελληνικές σημαίες στα χέρια περίμεναν με αγωνία τον τελικό. Αδιαχώρητο στο ΣΕΦ και όλη η Ελλάδα καρφωμένη στην τηλεόραση. Στον πάγκο της Εθνικής και ο σπουδαίος Ρόνι Σεϊκέλι με πολιτικά, για να εμψυχώσει τους παίκτες, έστω κι αν πριν από ένα χρόνο αγωνίστηκε με τις ΗΠΑ στο Μουντομπάσκετ κι έχασε το δικαίωμα να φορέσει κάποια στιγμή τη «γαλάζια» φανέλα. Ελλάδα (Πολίτης): Γκάλης 40 (1), Γιαννάκης 10 (2) , Καμπούρης 10, Ρωμανίδης 3, Ανδρίτσος 10, Φασούλας 12, Ιωάννου 8, Χριστοδούλου 10 (1), Φιλίππου. Σοβιετική Ένωση (Γκομέλσκι): Βολκόφ 4, Ταρακάνοφ 5, Χομίτσιους 10, Μπαμπένκο, Τικχονένκο, Βάλτερς 23 (2), Τκατσένκο 14 (1), Μαρτσουλιόνις 16 (1), Γιοβάισα 17 (4), Πανκράσκιν 8, Γκομπόροφ 4. 38 χρόνια μετά το χάλκινο μετάλλιο στο Κάιρο, η Ελλάδα ανέβαινε ξανά στο βάθρο και μάλιστα στο ψηλότερο σκαλί του. Η Ελλάδα ήταν πρωταθλήτρια Ευρώπης. Ποιος να το φανταζόταν εκείνα τα χρόνια. Πολυτιμότερος παίκτης αναδείχθηκε ο Νίκος Γκάλης (37 πόντοι μ.ο) και τη χρυσή πεντάδα της διοργάνωσης συγκρότησαν οι Νίκος Γκάλης, Παναγιώτης Γιαννάκης, Αντρές Χιμένεθ (Ισπανία), Σαρούνας Μαρτσιουλιόνις (ΕΣΣΔ) και Αλεξάντερ Βολκόφ (ΕΣΣΔ). Με τη κόρνα της λήξης στήνεται ολονύχτιο πανηγύρι σε κάθε σημείο της χώρας. Στα αποδυτήρια επικρατεί πανδαιμόνιο. Η Μελίνα Μερκούρη βρίσκεται ξαφνικά στην αγκαλιά του Παναγιώτη Φασούλα και η ομάδα φτάνει στο ξενοδοχείο της Γλυφάδας, ύστερα από τρεις ώρες. Ο Νίκος Φιλίππου αναγκάστηκε να κατέβει από το πούλμαν και να ανέβει σε δίτροχο της Τροχαίας για να φτάσει πιο γρήγορα στη Γλυφάδα. Εκεί περίμενε τον Κώστα Πολίτη και η μητέρα του, που ήταν άρρωστη και σηκώθηκε να πάει στο ξενοδοχείο για να φιλήσει τον γιο της. Εκεί την επομένη ο εφοπλιστής Γιάννης Λάτσης έστειλε ένα συγκινητικότατο ποίημα στον Κώστα Πολίτη και μαζί ανοιχτές επιταγές για να μοιραστούν στους παίκτες. Τα δώρα από παντού, οι προσκλήσεις για φιλοξενία σε διάφορα νησιά ήταν μία αυθόρμητη πράξη ευγνωμοσύνης.
Η 14η Ιουνίου 1987 αποτέλεσε εφαλτήριο για την περαιτέρω εξέλιξη του αθλήματος, αλλά κυρίως σημάδεψε όλους τους Έλληνες εντός κι εκτός των συνόρων.
Ο ελληνικός αθλητισμός χρειαζόταν μία επιτυχία, οι Έλληνες αναζητούσαν ένα θαύμα και οι «12» διεθνείς του Κώστα Πολίτη ανέλαβαν να γίνουν οι ήρωες που τόσο είχε ανάγκη ολόκληρος ο ελληνισμός. Τι κι αν το ποδόσφαιρο ήταν πάντα το άθλημα που υπερτερούσε στις συνειδήσεις των Ελλήνων φιλάθλων, τι κι αν το μπάσκετ μέχρι τότε εκτιμάτο από μία μειοψηφία της ελίτ.
Μέσα σε λιγότερο από ένα λεπτό, δύο εύστοχες βολές από τον Αργύρη Καμπούρη στον τελικό με τη Σοβιετική Ένωση αποδείχτηκαν αρκετές για να ανακηρυχτεί το μπάσκετ εθνικό σπορ!
πηγή: sansimera |
**Ένα βιβλίο η ζωή μας** Εδώ γράφω αυτό που σκέφτομαι , καθώς και κείμενα που τα έχω ξεχωρίσει
Κυριακή 14 Ιουνίου 2020
14 Ιουνίου 1987 -ΕΠΙΣΗΜΗ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΤΙΝΗ!
Σάββατο 13 Ιουνίου 2020
Η άγνωστη ιστορία της ανέγερσης του Πύργου των Αθηνών
Το υψηλότερο κτίριο της Ελλάδας κι ένα από τα υψηλότερα της Ευρώπης, ο Πύργος των Αθηνών, θεμελιώθηκε στις 13 Ιουνίου 1968 και δόθηκε προς χρήση το 1971.
Πύργος των Αθηνών. Με την ονομασία αυτή είναι γνωστό το υψηλότερο κτίριο της Ελλάδας κι ένα από τα υψηλότερα της Ευρώπης την εποχή της αποπεράτωσής του το 1971.
Βρίσκεται στην Αθήνα επί της οδού Μεσογείων 2-4 και είναι μετά την Ακρόπολη το πλέον αναγνωρίσιμο κτίριο της πρωτεύουσας.
Έχει ύψος 103 μέτρα και αποτελείται από 28 ορόφους, ενώ δίπλα του υπάρχει ένα χαμηλότερο κτίριο ύψους 65 μέτρων. Όλο αυτό το κτιριακό συγκρότημα φιλοξενεί γραφεία και καταστήματα.
Ο Πύργος των Αθηνών είναι ένα από τα λίγα υψηλά κτίρια της πρωτεύουσας, σε μία πόλη που πάσχει ανεξήγητα από πολεοδομική υψοφοβία. Οι λόγοι πολλοί: η καταλυτική παρουσία του ιερού βράχου της Ακρόπολης, η σεισμικότητα του Αττικού εδάφους, η μη διατάραξη του Αττικού τοπίου, αλλά και ιδεολογικο-κοινωνικές παράμετροι.
Η ιστορία του κτιρίου ταυτίζεται με την ταχύτατη οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας τη δεκαετία του '60. Ο οικοδομικός τομέας δια της αντιπαροχής έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο και το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού ήταν το πιο περιζήτητο. Η τυπική οικοδομή της εποχής ήταν η πολυκατοικία των έξι ορόφων και το υψηλότερο κτίριο της Αθήνας το δεκατεσσάρων ορόφων ξενοδοχείο «Χίλτον», που αποπερατώθηκε το 1963.
Όλα αυτά βάλθηκε να τα ξεπεράσει η οικοδομική εταιρεία «Αλβέρτης - Δημόπουλος Α.Ε.», μία από τις μεγαλύτερες της εποχής εκείνης, με σημαντικά έργα στην Ελλάδα (Αμερικανική και Βρετανική Πρεσβεία, Ευγενίδειο Πλανητάριο κ.ά.) και τη Μέση Ανατολή. Οι ιδιοκτήτες της εταιρείας θέλησαν να κατασκευάσουν έναν ουρανοξύστη στην Αθήνα για να αποτυπώσουν το στίγμα της επιτυχημένης πορείας τους.
Τους βοήθησε σε αυτό και ο αναπτυξιακός νόμος της χούντας (ΑΝ 395/68 «Περί του ύψους των οικοδομών και ελευθέρας δομήσεως»), που προέβλεπε την ανέγερση υψηλών κτηρίων σε πανταχόθεν ελεύθερο χώρο. Μέχρι τότε το μέγιστο ύψος των κτιρίων ήταν τα 35 μέτρα (σήμερα 27 μέτρα). Σίγουρα, η μεγαλομανία των απριλιανών έπαιξε το ρόλο της, αλλά είχαν και στόχο την ανάδειξη της Αθήνας ως διεθνούς επιχειρηματικού κέντρου.
Ο Πύργος των Αθηνών κατα την περίοδο κατασκευής του
Ως χώρος για την ανέγερση του πρώτου ελληνικού ουρανοξύστη επελέγη ένα οικόπεδο, που βρισκόταν στη διασταύρωση των λεωφόρων Βασιλίσσης Σοφίας και Μεσογείων, που για εκείνη την εποχή ήταν το όριο της Αθήνας του κέντρου και των προαστίων. Τα σχέδια ανατέθηκαν σ' ένα νεαρό και ανερχόμενο αρχιτέκτονα, τον Ιωάννη Βικέλα. Αυτός επέλεξε να δημιουργήσει ένα μινιμαλιστικό φουτουριστικό κτίριο (ουσιαστικά ένα κουτί) με υαλοπετάσματα, που θα γίνει ο κανόνας για κτίρια εμπορικών χρήσεων στην Αθήνα («γυάλινα κτίρια»).
Έκπληκτοι οι περαστικοί είδαν ένα πρωί στα τέλη του 1967 μία ταμπέλα στο οικόπεδο της Μεσογείων 2-4 με την επιγραφή:
ΑΝΕΓΕΡΣΙΣ ΟΥΡΑΝΟΞΥΣΤΟΥ
ΠΥΡΓΟΣ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΝΑΔΟΧΟΣ ΕΡΓΟΥ: ΑΛΒΕΡΤΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ ΑΕ
Το έργο θεμελιώθηκε στις 13 Ιουνίου 1968 κι ένα χρόνο αργότερα ολοκληρώθηκε ο σκελετός. Το κτίριο περατώθηκε και δόθηκε προς χρήση το 1971. Από τότε μέχρι και σήμερα βρίσκεται στο στόχαστρο ειδικών και μη, που το χαρακτηρίζουν κακόγουστο. Πάντως, αποδείχτηκε ιδιαίτερα ανθεκτικό στους σεισμούς του 1981 και 1999 και δεν ακούστηκε το παραμικρό, σε αντίθεση με άλλα χαμηλότερα κτήρια, που είτε κατέρρευσαν ή έπαθαν σοβαρές ζημιές. Η εταιρεία κατασκευής του, «Αλβέρτης - Δημόπουλος ΑΕ» διαλύθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '70.
Πηγή:
Παρασκευή 12 Ιουνίου 2020
Πόλεμος – Πολιτική – Πολιτισμός στην Αρχαία Σπάρτη Αναδημοσίευση άρθρου του Σπ. Ι. Ράγκου Ίδρυμα ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
η Ελλάδα με τις αποικίες της
Η Σπάρτη υπήρξε η ισχυρότερη ελληνική πόλη για τριακόσια περίπου χρόνια. Από τον ύστερο 7ο έως τον πρώιμο 4ο αιώνα, αυτή η δωρική κοινωνία με την εκτεταμένη επικράτεια κυριαρχούσε στην πολεμική σκηνή της Ελλάδας – ειδικά της Πελοποννήσου. Η πολιτική και στρατιωτική της δύναμη ήταν το αποτέλεσμα θεσμικών μεταρρυθμίσεων που αποδόθηκαν στον θρυλικό Λυκούργο. Βάση τους ήταν μια ῥήτρα («συμφωνία, συνθήκη») που είχε την έγκριση του μαντείου των Δελφών.
Τόσο το πρόσωπο όσο και το νομοθετικό έργο του Λυκούργου είναι χαμένα στην ομίχλη του μύθου. Πάντως, από τον 6ο αιώνα η Σπάρτη παρουσίαζε μια εικόνα αρκετά διαφορετική από αυτή της πολιτιστικά προηγμένης πόλης όπου ανθούν τα γράμματα και οι τέχνες, όπως ακριβώς ήταν πριν. Όλη η ενέργειά της ήταν πλέον αφιερωμένη σε ένα και μόνο μέλημα: τη στρατιωτική υπεροχή. Οι πολεμικές παροτρύνσεις του Τυρταίου αποτελούν την καλύτερη δίοδο πρόσβασης στο ήθος της Σπάρτης κατά τη διάρκεια της ιστορικής εμπέδωσής του. Ο ποιητής όμως μας κατατοπίζει ελάχιστα για την πολιτική πραγματικότητα της εποχής του. Για τις σημαντικές πολιτειακές μεταρρυθμίσεις του 7ου αιώνα είμαστε αναγκασμένοι να ανατρέχουμε σε μεταγενέστερους συγγραφείς (από τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα έως τον Πλούταρχο), πολλοί από τους οποίους είχαν υποστεί την επίδραση μιας επιτυχημένης σπαρτιατικής προπαγάνδας μακράς διάρκειας. Σαν τις παραισθήσεις που δημιουργούνται στους ταξιδιώτες της ερήμου, η εικόνα της Σπάρτης μετεωρίζεται ανάμεσα στον θρύλο και την ιστορία.
Σύμφωνα με μια εύλογη υπόθεση, τρεις φυλές Δωριέων, των οποίων τα ονόματα διατηρήθηκαν στα ιστορικά χρόνια, εισέβαλαν γύρω στον 11ο αιώνα από τον βορρά στην περιοχή της Λακωνίας, κατέκτησαν τον εντόπιο πληθυσμό και τον εξανάγκασαν σε ένα ιδιαίτερο είδος δουλείας. Οι εἵλωτες, όπως ονομάστηκαν οι προηγούμενοι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής (με μια λέξη που μάλλον σήμαινε τους «κατακτημένους»), περιήλθαν στην κατοχή των Σπαρτιατών γαιοκτημόνων, αλλά δεν έγιναν ατομική ιδιοκτησία τους, όπως ήταν οι δούλοι στις άλλες πόλεις. Οι είλωτες λογίζονταν πάντοτε περιουσία της πόλης. Οι περισσότεροι δεν εργάζονταν στα σπίτια των κυρίων τους ούτε διαβιούσαν μαζί με ελεύθερους πολίτες, αλλά ασχολούνταν με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και ζούσαν σε καλύβες μέσα στα χωράφια ως δουλοπάροικοι.
Εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσής τους, οι είλωτες είχαν σχετική αυτονομία σε σύγκριση με τους οικόσιτους δούλους άλλων πόλεων. Συγκροτούσαν οικογένειες, κατείχαν περιουσιακά στοιχεία -μέχρι και την επικαρπία γης-, τελούσαν δικές τους θρησκευτικές λατρείες και διατηρούσαν τα έθιμά τους. Το κυριότερο: ήταν όλοι Έλληνες, όπως ακριβώς και οι δεσπότες τους. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε αργότερα ως μία από τις πολλές ιδιαιτερότητες της Σπάρτης – μολονότι δεν συνέβαινε μόνο εκεί. Παρά τη σχετική αυτονομία τους, οι είλωτες (που έφταναν κάποτε να είναι έως και δέκα φορές πολυπληθέστεροι από τους ελεύθερους πολίτες) ζούσαν σε καθεστώς ιδιαίτερης καταπίεσης. Η παρουσία τους αποτελούσε μόνιμο κίνδυνο για την πολιτική σταθερότητα της Σπάρτης. Για να αποφευχθεί το μίασμα που θα προκαλούσε ο φόνος τους, αλλά και για να είναι δυνατή η άμεση καταστολή οποιασδήποτε επαναστατικής τους ενέργειας, η Σπάρτη κήρυσσε επίσημα συμβολικό πόλεμο εναντίον τους κάθε χρόνο. Με τον τρόπο αυτό οι ελεύθεροι πολίτες μπορούσαν να σκοτώνουν είλωτες χωρίς να λογοδοτούν. Μάλιστα, η αυστηρότατη εκπαίδευση των νεαρών Σπαρτιατών, γνωστή ως αγωγή, περιλάμβανε ενέδρες και θανατώσεις ειλώτων ως μέρος των θεσπισμένων τελετών ενηλικίωσής τους. Οι υπόδουλοι ζούσαν διαρκώς κάτω από τον ζυγό της επίσημης κρατικής τρομοκρατίας.
Καθώς ήταν οι μόνοι που δούλευαν στη γη των πολιτών και επίσης η μοναδική πηγή εργατικού δυναμικού για όλες τις χειρωνακτικές εργασίες, οι είλωτες αποτελούσαν τον σημαντικότερο παράγοντα στην οικονομία της Σπάρτης. Ο άλλος ήταν οι περίοικοι, αυτόνομες ομάδες ανθρώπων που κατοικούσαν στην περιφέρεια. Οι περίοικοι καλλιεργούσαν τη δική τους (λιγότερο εύφορη) γη, ασχολούνταν με την αλιεία και το εμπόριο και διέθεταν ελευθερία κινήσεων. Επίσης, είχαν περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα, τα οποία ασκούσαν στις μικρές κοινότητές τους. Επειδή θεωρούνταν Λακεδαιμόνιοι (δηλαδή ελεύθεροι κάτοικοι της Σπάρτης), αλλά όχι Σπαρτιάτες πολίτες, οι περίοικοι συμμετείχαν, μαζί με τους πολίτες, σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις της πόλης.
Ο συνολικός πληθυσμός των κατοίκων της Σπάρτης ήταν, συνεπώς, διαστρωματωμένος σε τρεις τελείως διακριτές κοινωνικές ομάδες, με πληθυσμό αντιστρόφως ανάλογο των πολιτικών δικαιωμάτων της καθεμίας: τους σχετικά λιγοστούς ελεύθερους Σπαρτιάτες, τους πολυπληθέστερους περίοικους, που ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, και τις μεγάλες μάζες των υποδουλωμένων ειλώτων.
Το ἄστυ, η πολιτική καρδιά της Σπάρτης -εκεί που βρίσκεται η σημερινή πόλη- προήλθε από τον συνοικισμό τεσσάρων χωριών (στα οποία προστέθηκαν κατόπιν οι Αμύκλες) και παρέμεινε για πολλούς αιώνες ατείχιστο, ως ένδειξη αυτοπεποίθησης και δύναμης. Η αρχαία πόλις, όμως, της Σπάρτης εκτεινόταν σε ολόκληρο το νότιο τμήμα της Πελοποννήσου. Αρχικά περιλάμβανε μόνο τη Λακωνία και συγκεκριμένα την εύφορη κοιλάδα του Ευρώτα, ανάμεσα στον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα. Κατά το τελευταίο τρίτο του 8ου αιώνα (περ. 735-715), όμως, οι Σπαρτιάτες αποφάσισαν, μάλλον λόγω υπερπληθυσμού, να προσαρτήσουν τη Μεσσηνία στα δυτικά του Ταΰγετου. Κατέλαβαν τη νέα περιοχή με πόλεμο και τη διατήρησαν με σκληρή καταπίεση του επίσης ελληνικού πληθυσμού, τον οποίο υποδούλωσαν αμέσως.
Σε όλη τη διάρκεια της αρχαϊκής και της κλασικής εποχής, οι Μεσσήνιοι είλωτες αγωνίζονταν να ανακτήσουν την ανεξαρτησία τους. Εξεγέρθηκαν για πρώτη φορά γύρω στο μέσον του 7ου αιώνα, όταν, με αρχηγό τον θρυλικό Αριστομένη, κατόρθωσαν να βρουν συμμάχους σε πόλεις της Πελοποννήσου και να απειλήσουν τη Σπάρτη. Η επανάστασή τους απέτυχε. Οι μάχες από την πλευρά των Σπαρτιατών, σε αυτόν τον λεγόμενο Β’ Μεσσηνιακό Πόλεμο -πρώτος θεωρήθηκε η αρχική κατάκτηση της περιοχής- δόθηκαν με τον νέο οπλιτικό τρόπο της φάλαγγας. Η ιστορία επαναλήφθηκε, με λιγότερο συντριπτική νίκη των Σπαρτιατών, δύο αιώνες αργότερα, κατά τη διάρκεια του επονομαζόμενου Γ’ Μεσσηνιακού Πολέμου, για τον οποίο είμαστε καλύτερα πληροφορημένοι. Ο πόλεμος διήρκεσε δέκα περίπου χρόνια (περ. 465-455), και τελικά οι εξεγερμένοι Μεσσήνιοι, που είχαν κλειστεί στην Ιθώμη μαζί με άλλους είλωτες από τη Λακωνία, αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Η διατήρηση της Μεσσηνίας υπήρξε επί μακρόν επίπονη υπόθεση για τη Σπάρτη, αλλά μείωσε σημαντικά την ανάγκη της για αποικισμό σε μακρινές περιοχές.
Πριν από την επιτυχία του Β’ Μεσσηνιακού Πολέμου, οι Σπαρτιάτες είχαν υποστεί ατιμωτική ήττα από τους Αργείους το 669 στη μάχη των Υσιών. Η νίκη των Αργείων, που ήταν έως τότε η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της Πελοποννήσου, οφειλόταν πιθανόν στην πρώιμη χρήση της φάλαγγας. Οι Λακεδαιμόνιοι υιοθέτησαν αμέσως την αποτελεσματική αυτή στρατιωτική μηχανή και τελειοποίησαν τη χρήση της. Τότε συντελέστηκαν οι πολιτικές αλλαγές που μετασχημάτισαν τη Σπάρτη σε αδιαμφισβήτητα πρώτη στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας και τότε εντοπίζονται οι απαρχές της μεγάλης συμμαχίας της με τις άλλες πόλεις της Πελοποννήσου (πλην του Άργους), που είναι σήμερα γνωστή ως Πελοποννησιακή. Στη συμμαχία αυτή η Σπάρτη παρείχε πολιτική και στρατιωτική στήριξη για ανατροπή τυραννικών καθεστώτων και επίλυση εδαφικών διαφορών, ενώ οι Πελοποννήσιοι σύμμαχοι τη βοηθούσαν να διατηρεί την εσωτερική σταθερότητά της, που βασιζόταν, όπως και η οικονομία της, στην εκμετάλλευση ενός μεγάλου υπόδουλου πληθυσμού.
Σπαρτιάτης οπλίτης του 5ου π.χ αιώνα
Μετά την οριστική κατάκτηση της Μεσσηνίας, μια αναδιανομή της καλλιεργήσιμης γης στο μέσον του 7ου αιώνα επέτρεψε τη δημιουργία ενός σχετικά διευρυμένου σώματος οπλιτών, που πιθανότατα έφτασε τις 9.000. Πολιτικά δικαιώματα απέκτησαν όλοι οι νέοι κάτοχοι γης που μπορούσαν να συνεισφέρουν στα κοινά συσσίτια (ή φιδίτια), ένα από τα πιο ιδιάζοντα χαρακτηριστικά του σπαρτιατικού βίου. Κριθαρένιο αλεύρι, κρασί, σύκα και τυρί ήταν τα συνηθισμένα είδη που οι είλωτες αναγκάζονταν να παρέχουν στους κατόχους των αγροτεμαχίων που καλλιεργούσαν. Από τα τρόφιμα αυτά ένα μεγάλο μέρος πήγαινε στην κοινή σίτιση των οπλιτών. Η καθημερινή συμμετοχή στα συσσίτια ήταν υποχρεωτική για όλους τους ελεύθερους άρρενες πολίτες. Αυτοί οι πολίτες-οπλίτες ονομάζονταν ὅμοιοι (για να δηλωθεί η πολιτική ισότητα και η αδελφοσύνη τους) και ήταν οι μόνοι αρμόδιοι για την πολιτική και τον πόλεμο. Έχοντας πλήρως απαλλαγεί από τις καθημερινές φροντίδες βιοπορισμού, επιδίδονταν αποκλειστικά στη σωματική άσκηση και τη βελτιστοποίηση της αλκής, μάθαιναν να ζουν λιτά και να αντέχουν στις κακουχίες και είχαν, σε σχέση με τις άλλες πόλεις, μάλλον χαλαρό καθημερινό οικογενειακό βίο, αλλά εξίσου σθεναρές οικογενειακές παραδόσεις.
Ολόκληρη η ζωή των Σπαρτιατών ήταν μια διαρκής προετοιμασία για τον πόλεμο. Τα πολιτιστικά αγαθά του λόγου και της τέχνης τούς έγιναν ξένα και απεχθή. Η ποίηση ατόνησε. Οι καλές τέχνες περιέπεσαν σε ύφεση. Φιλοσοφία και επιστήμη δεν αναπτύχθηκαν ποτέ. Η ρητορεία αποθαρρύνθηκε. Από τους δύο στυλοβάτες της ομηρικής αρετής, η Σπάρτη επέλεξε να τελειοποιήσει μόνο τον έναν: την αποτελεσματική πράξη, κυρίως στην αντιμετώπιση εχθρών. Ο ευφράδης λόγος άφηνε τους πολίτες της αδιάφορους και συχνά τους έβρισκε εχθρικούς. Οι Σπαρτιάτες άρχισαν μάλιστα να φοβούνται τόσο πολύ τη διαβρωτική επιρροή άλλων ελληνικών πόλεων πάνω στο ήθος της δικής τους ιδιοπροσωπίας, ώστε ανέπτυξαν έντονη ξενοφοβία με συχνές απελάσεις ανεπιθύμητων προσώπων (ξενηλασίας). Στη Σπάρτη η παρουσία μετοίκων, γνωστή σε άλλες ελληνικές πόλεις, ήταν αδιανόητη, το εμπόριο υποτυπώδες και ανταλλακτικό, η κυκλοφορία νομισμάτων περιορισμένη -αντί κανονικών κερμάτων χρησιμοποιούσαν κυρίως δύσχρηστες σιδερένιες ράβδους- και η σχέση με τη θάλασσα συρρικνωμένη στις ανάγκες του πολέμου. Ωστόσο, η Σπάρτη ανέπτυξε πνευματικό πολιτισμό μέσα στις ψυχές των πολιτών της. Το πολίτευμά της, τόσο ιδιόμορφο όσο και το ήθος που ανδρώθηκε μέσα του, υπήρξε βασική αιτία της φήμης που απέκτησε στην αρχαιότητα.
Η Σπάρτη είχε βασιλεία. Η βασιλεία της όμως δεν ήταν μοναρχική. Για τις απαρχές του θεσμού δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες, αλλά ο Ηρόδοτος διηγείται μια ωραία ιστορία για το πώς προέκυψε το παράδοξο καθεστώς της διπλής βασιλείας. Παλιά -εξηγεί- μία και μοναδική ήταν στη Σπάρτη η βασιλική οικογένεια, όπως παντού στον πρώιμο ελληνικό κόσμο, και η διαδοχή στο ύπατο αξίωμα γινόταν με τον γνωστό κληρονομικό τρόπο. Η γυναίκα όμως του νεκρού βασιλιά Αριστόδημου γέννησε δίδυμα και προσποιήθηκε ότι δεν γνώριζε ποιο από τα δύο παιδιά της ήταν πρεσβύτερο. Ήθελε να ανέβουν και τα δύο στον θρόνο. Οι Σπαρτιάτες βρέθηκαν σε μεγάλο δίλημμα και αποφάσισαν να λύσουν το μυστήριο ρωτώντας το μαντείο των Δελφών. Η Πυθία αποκρίθηκε ότι έπρεπε να θεωρήσουν και τα δύο παιδιά βασιλείς, αλλά να τιμήσουν περισσότερο εκείνο που γεννήθηκε πρώτο. Οι Σπαρτιάτες βρέθηκαν και πάλι σε απορία. Η λύση δόθηκε από έναν Μεσσήνιο, ονόματι Πανίτη (που σημαίνει τον υφαντουργό, αλλά μπορεί επίσης να δηλώσει τον πανούργο που διεισδύει παντού), ο οποίος πρότεινε να κατασκοπεύσουν τη μάνα και να δουν ποιο παιδί φροντίζει πρώτο στο τάισμα και το πλύσιμο. Η ιδέα υπήρξε επιτυχής. Οι Σπαρτιάτες ανακήρυξαν και τα δύο παιδιά βασιλείς, αλλά αναγνώρισαν τα πρωτεία τιμής στον Ευρυσθένη. Ο αδελφός του Προκλής αποδείχθηκε πολύ διαφορετικός χαρακτήρας, και οι δύο βασιλικές οικογένειες που προέκυψαν (οι Αγιάδες και οι Ευρυποντίδες) διέφεραν σημαντικά στη νοοτροπία. Κατά παράδοση οι Αγιάδες, οι απόγονοι του Ευρυσθένη, αναγνωρίζονταν ως ανώτεροι.
Η ιστορία αυτή μπορεί να μην αποτελεί ιστορικό γεγονός. Δείχνει όμως μια ιδιαιτερότητα του πολιτεύματος της Σπάρτης που χρησιμοποιήθηκε τελικά προς όφελος του πολέμου. Από τον ύστερο 6ο αιώνα μόνο ο ένας από τους δύο βασιλείς πρωτοστατούσε ως αρχηγός στα εκστρατευτικά σώματα έξω από τα σύνορα της πόλης. Ο άλλος παρέμενε στη Σπάρτη. Η συνεχής απειλή των ειλώτων ίσως συνέβαλε σε αυτή τη διευθέτηση. Οπωσδήποτε όμως έπρεπε να αποτρέπεται η πιθανή διχογνωμία των βασιλέων στις κρίσιμες ώρες της μάχης. Σε καιρό πολέμου ο ένας βασιλιάς φρόντιζε τα εσωτερικά ζητήματα της πόλης και ο άλλος ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της εκστρατείας.
Στο πολίτευμα της Σπάρτης υπήρχαν και άλλες ιδιαιτερότητες. Μία από αυτές ήταν η Γερουσία. Στο σώμα αυτό εκλέγονταν είκοσι οκτώ επιφανείς πολίτες, ηλικίας άνω των εξήντα ετών, για να υπηρετήσουν την πόλη διά βίου. Η εκλογή γινόταν από τους ομοίους. Στο σώμα συμμετείχαν αυτοδικαίως και οι δύο βασιλείς, με διπλή μάλιστα ψήφο ο καθένας, ώστε ο συνολικός αριθμός των ανδρών της Γερουσίας έφτανε τους τριάντα. Μάλιστα, σε περίπτωση απουσίας ενός βασιλιά, υπήρχε η δυνατότητα εκπροσώπησής του στη Γερουσία από κάποιο προσφιλές και έμπιστο πρόσωπο.
Η Γερουσία είχε πολλές αρμοδιότητες. Στη δικαιοδοσία της ανήκαν η εφαρμογή του νόμου, η διατήρηση της τάξης και, κυρίως, η προεργασία των θεμάτων που θα έρχονταν για έγκριση στη συνέλευση των ομοίων. Η συνέλευση των ομοίων, που ονομαζόταν Ἐκκλησία τοῦ Δάμου ή απλώς δᾶμος (δωρική μορφή του δήμου), ήταν το κύριο εκτελεστικό όργανο και η βάση του σπαρτιατικού πολιτεύματος. Το μικρό κείμενο της «λυκούργειας» ρήτρας, που διασώζει ο Πλούταρχος, όριζε ότι «στον δήμο ανήκει η εξουσία και η δύναμη» της πόλης. Στην Εκκλησία του Δήμου συμμετείχαν όλοι οι ελεύθεροι ενήλικες άρρενες πολίτες. Στις συνελεύσεις της γινόταν συζήτηση και εκφράζονταν διαφορετικές απόψεις, αλλά δεν μπορούσαν να πάρουν τον λόγο όλοι οι όμοιοι με την ίδια ευκολία. Οι αντιλογίες συνήθως περιορίζονταν στα μέλη των ανώτερων οικογενειών. Οι τελικές αποφάσεις (για αποδοχή ή απόρριψη των προτάσεων της Γερουσίας) λαμβάνονταν διά βοής.
Μεγάλη εξουσία στη Σπάρτη είχαν επίσης οι πέντε ἔφοροι, άρχοντες εκλεγμένοι από την Εκκλησία του Δήμου, με πολλές εκτελεστικές και δικαστικές αρμοδιότητες – άλλη μια ιδιαιτερότητα του σπαρτιατικού πολιτεύματος. Η ενιαύσια θητεία τους δεν επιτρεπόταν να ανανεωθεί, και το γεγονός αυτό μείωνε τον πιθανό καιροσκοπισμό των αποφάσεών τους. Ο θεσμός των εφόρων, που ήταν οι «επιστάτες» του κράτους, εισήχθηκε σε στάδιο μεταγενέστερο από τους άλλους τρεις πολιτικούς θεσμούς (τη διπλή βασιλεία, τη Γερουσία και την Εκκλησία του Δήμου) και είχε ως στόχο την τήρηση της νομιμότητας στην καθημερινή ζωή και τον έλεγχο της βασιλικής αυθαιρεσίας. Σταδιακά η δύναμη των εφόρων αυξήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τρέμουν ενώπιόν τους οι πάντες, ακόμη και οι βασιλείς. Από τους εφόρους, δύο ακολουθούσαν πάντοτε τα εκστρατευτικά σώματα εκτός των συνόρων.
Η Σπάρτη έγινε υπόδειγμα πολιτείας για αρκετούς συγγραφείς της αρχαιότητας. Στο ιδιόρρυθμο πολίτευμά της, με τους πολλούς ελεγκτικούς μηχανισμούς και την έμφαση στο δημόσιο συμφέρον, πολλοί έβλεπαν την αληθινή πραγματοποίηση της ευνομίας.
οπλιτική φάλαγγα
Γραπτοί νόμοι στη Σπάρτη δεν υπήρχαν. Το δίκαιο της πόλης ήταν εξαρχής και παρέμεινε μέχρι το τέλος εθιμικό. Με την προσκόλληση στην παράδοση και το συντηρητικό πνεύμα που ανέπτυξε, η Σπάρτη δεν γνώρισε τυραννία ή άλλη πολιτειακή αλλαγή για αιώνες. Τουλάχιστον ως ιδανικό, το ήθος ζωής που διέπνεε την πόλη διατηρήθηκε επίσης σχετικά σταθερό.
Τα συμπόσια των αριστοκρατών, με τις εταίρες, τη μουσική και το άφθονο κρασί, ήταν άγνωστα στη Σπάρτη. Αντίθετα, ήταν υποχρεωτικά τα συσσίτια, που ενίσχυαν καθημερινά τους δεσμούς μεταξύ των πολιτών. Ο γάμος ήταν υποχρέωση του πολίτη και η τεκνοποιία επιβεβλημένη. Ο ψόγος των Σπαρτιατών για τους ανύμφευτους και άτεκνους συμπολίτες τους ήταν συχνά αμείλικτος.
Σε σύγκριση με άλλες ελληνικές πόλεις, τα κορίτσια της Σπάρτης παντρεύονταν σε μεγαλύτερη ηλικία (γύρω στα δεκαοκτώ) και οι άνδρες σε μικρότερη (κάτω από τριάντα). Αυτή η σχετικά περιορισμένη ηλικιακή διαφορά των συζύγων θεωρούνταν ότι ενώνει τα σώματά τους σε παράλληλη ακμή. Για να τονωθεί μάλιστα η γονιμοποιός δύναμη του σπέρματος που μειώνεται -όπως διατείνονταν- από τη συμβίωση και την καθημερινή συναναστροφή, απαγορευόταν στους Σπαρτιάτες να βλέπουν τις γυναίκες τους στα φανερά. Έτσι, η ερωτική επαφή καλύφθηκε με χαρακτηριστική αιδημοσύνη, ενώ η ίδια η τελετή του γάμου θεωρήθηκε μια συμβολική βίαιη αρπαγή.
Στις διαθέσιμες αρχαίες πηγές υπογραμμίζεται έντονα το γεγονός ότι η πόλη ακολουθούσε αυστηρούς ευγονικούς κανόνες. Αν και πολλές περιπτώσεις βρεφών θα πέρασαν οπωσδήποτε απαρατήρητες, η έγκριση του κράτους ήταν καταρχήν απαραίτητη για την ανατροφή ενός νεογέννητου παιδιού, και υποτίθεται ότι την έδιναν οι έφοροι ως αρμόδιοι για όλα τα ζητήματα του καθημερινού βίου. Λέγεται, επίσης, ότι ο άτεκνος σύζυγος μπορούσε, αν ήθελε, να παραχωρήσει τη γυναίκα του σε κάποιον νεότερο και δυνατό Σπαρτιάτη για τεκνοποιία.
Ανεξάρτητα από την ιστορική ακρίβεια αυτών των πληροφοριών, γεγονός παραμένει ότι ολόκληρη η ερωτική ζωή των Λακεδαιμονίων πολιτών ήταν ιδεολογικά προσανατολισμένη στη δημιουργία ρωμαλέων απογόνων. Στο ίδιο πνεύμα οι Σπαρτιάτισσες είχαν ελευθερίες και προνόμια που θα ήταν απίστευτα οπουδήποτε αλλού στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Στη Σπάρτη, και μόνο εκεί, επιτρεπόταν -ή μάλλον επιβαλλόταν- στις γυναίκες να γυμνάζονται και να μετέχουν σε αγώνες, τα δε νεαρά κορίτσια αγωνίζονταν γυμνά, όπως και οι συνομήλικοί τους έφηβοι.
Η Σπάρτη διέθετε ένα περίτεχνο σύστημα οργάνωσης των νέων σε ηλικιακές κατηγορίες, με δυσνόητες ονομασίες και χαρακτηριστικά προνόμια των μεγαλυτέρων έναντι των νεοτέρων. Η αυστηρή παιδεία των νέων από την ηλικία των επτά ετών μέχρι την ενηλικίωση στα είκοσι (ἀγωγή) ήταν κρατική υπόθεση και αποσκοπούσε στην πειθαρχία και τη μεγαλύτερη δυνατή εμπέδωση του αγωνιστικού πνεύματος. Για τα επόμενα δέκα χρόνια το κράτος παρέμενε επίσης υπεύθυνο για τη σωματική κατάσταση των ανδρών του. Στις μεγαλύτερες ηλικίες, το κυνήγι παρείχε σε καιρούς ειρήνης ένα υποκατάστατο του πολέμου και ήταν, μαζί με τη γύμναση, μια διά βίου ἀγωγή. (Στην αρχαιότητα η Σπάρτη υπήρξε επίσης διάσημη για τα κυνηγετικά σκυλιά της.) Αρχαίοι φιλολάκωνες συγγραφείς, όπως ο Αθηναίος ιστορικός Ξενοφών, τα έβλεπαν όλα αυτά με απεριόριστο και απροσποίητο θαυμασμό.
Με αυστηρή έννοια, ιδιωτική ζωή για τους ομοίους δεν υπήρχε. Ολόκληρος ο βίος τους βρισκόταν κάτω από την επιστασία του κράτους, που μεριμνούσε για την αλκή, τη ρώμη και την πολεμική υπεροχή. Στις εκστρατείες τους οι Σπαρτιάτες συνοδεύονταν, για όλες τις αναγκαίες χειρωνακτικές εργασίες, από μεγάλο αριθμό ειλώτων, που σε μία τουλάχιστον περίπτωση έφτασε τους επτά για κάθε οπλίτη. Για ευνόητους λόγους οι είλωτες δεν είχαν δικά τους όπλα και συνήθως δεν πολεμούσαν – αν και ορισμένες φορές οι Σπαρτιάτες αναγκάστηκαν να τους χρησιμοποιήσουν επικουρικά. Οι περίοικοι, από την άλλη, υπηρετούσαν σε χωριστές μοίρες στρατού.
Αντίθετα με τους περισσότερους Έλληνες, που θεωρούσαν την κόμη γυναικείο χαρακτηριστικό, οι Σπαρτιάτες άφηναν μακριά μαλλιά, σαν τους ομηρικούς Αχαιούς -δείγμα ότι δεν είχαν την παραμικρή σχέση με τη χειρωναξία-, τα οποία άλειφαν με λάδι τακτικά, και οπωσδήποτε πριν από τις μάχες. Η στρατιωτική περιβολή τους ήταν κόκκινη σαν αίμα (για να φοβίζει τον αντίπαλο και να περιορίζει την εμφάνιση των πληγών) και οι ασπίδες τους επενδεδυμένες με στρώση χαλκού, για να γυαλίζονται εύκολα και να λάμπουν στον ήλιο. Το θέαμα μιας σπαρτιατικής φάλαγγας σε πλήρη σχηματισμό πρέπει να ήταν εντυπωσιακό και ταυτόχρονα τρομακτικό.
Ο πόλεμος ήταν για τους Σπαρτιάτες το πραγματικό πεδίο επίδειξης των σωματικών και ψυχικών αρετών, στις οποίες στόχευε ολόκληρη η ειρηνική διαβίωση μέσα στην πόλη. Στο επικίνδυνο μεταίχμιο ζωής και θανάτου, εκεί που όλα κρίνονταν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, βρήκαν οι Σπαρτιάτες το βαθύτερο νόημα της αγωνιστικής τους ύπαρξης. Αυτοί που τόσο υμνήθηκαν για τη σχεδόν κοριτσίστικη αιδώ μέσα στην πόλη τους, και ιδιαίτερα έναντι των πρεσβυτέρων, γίνονταν ομαδικά θρασείς στο πεδίο της μάχης. Όσοι εγκατέλειπαν τη θέση τους από δειλία, οι τρέσαντες («αυτοί που φοβήθηκαν»), έχαναν αυτομάτως τα πολιτικά δικαιώματα και την περιουσία τους και υποβιβάζονταν, αν επέστρεφαν στην πατρίδα, σε αμφίβολη και ατιμασμένη κοινωνικά θέση.
Το σπαρτιατικό ήθος υπήρξε επίσης διάσημο για τη «λακωνικότητά» του. Ο Πλούταρχος αναφέρει σωρεία σύντομων απαντήσεων που υποτίθεται ότι έδωσαν σημαντικοί Σπαρτιάτες σε διάφορες περιστάσεις. Οι ολιγόλογες αυτές ρήσεις διακρίνονται για την αποφθεγματική διαύγεια με την οποία κυριολεκτικά καθήλωναν την πραγματικότητα. Η ιδιότυπη «φιλοσοφία» που ανέπτυξε η Σπάρτη, ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο τόσο πολύ θαυμάστηκε σε αρχαίους και νεότερους χρόνους και το πραγματικό έργο του πολιτισμού της, που δεν έχει επιζήσει στα υλικά κατάλοιπα του τόπου (όπως είχε προειδοποιήσει με διορατικότητα ο Θουκυδίδης), ήταν η καίρια και διεισδυτική ματιά στην καρδιά της παλλόμενης από τον αγώνα ζωής. Η οξύτητα του ιδιαίτερου αυτού βλέμματος γεννήθηκε μέσα στους αγώνες του 7ου και του 6ου αιώνα.
Ιατρικά Στατιστικά δεδομένα του 19ου αιώνα
Από το Blog "Μανιάτικα"
Ο 18ος και ο 19ος αιώνας αποτελούν αιώνες μεγάλων επαναστάσεων και πολιτικών αλλαγών σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα όμως αποτελούν και περίοδοι εκδήλωσης πληθυσμιακών μεταβολών και σοβαρών επιδημιών. Στο παρόν άρθρο θα δούμε κάποια περιστατικά ασθενειών που ταλαιπώρησαν την χώρα μας την περίοδο εκείνη καθώς και κάποια στατιστικά στοιχεία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους για την υγειονομική κατάσταση των κατοίκων της Λακωνίας.
Οι σοβαρές επιδημίες μάλιστα οδήγησαν σε περιοριστικά μέτρα ανάλογα με σημερινά. Η έννοια της καραντίνας μάλιστα δεν είναι σύγχρονη αλλά προέρχεται από τα χρόνια του Μεσαίωνα (14ος αιών.) όταν η πανώλη ή ο λεγόμενος «μαύρος θάνατος» εξολόθρευσε το 1/3 του πληθυσμού της Ευρώπης. Συμβόλιζε τις 40 ημέρες απομόνωσης που έπρεπε κάποιος να υποστεί προκειμένου να είναι ασφαλής.
Το 1717 εκδηλώνεται στην Καλαμάτα σοβαρή επιδημία πανώλης που αποδεκάτιζε τον πληθυσμό. Τα μέτρα που έπαιρνε τότε ο πληθυσμός είχαν να κάνουν κυρίως με τον περιορισμό των ανθρώπων που είχαν εκδηλώσει την ασθένεια και όχι τον περιορισμό της διασποράς της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το μορφωτικό επίπεδο ήταν περιορισμένο και οι ιατρικές γνώσεις ελάχιστες. Το 1820 πάντως η πόλη βρίσκεται σε εξέλιξη του εμπορίου της και με πληθυσμό 2500 κατοίκων.
Κατά την διάρκεια της ελληνικής επανάστασης του 1821 μεγάλο μέρος των επαναστατών νόσησε και τελικώς πέθανε από τις άθλιες συνθήκες του αγώνα. Τα άταφα πτώματα, η έλλειψη τρεχούμενου νερού, η έλλειψη υγειονομικού υλικού, η κακή διατροφή, η έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης στα τραύματα οδήγησε μεγάλο μέρος των αγωνιστών τελικά να πεθάνει. Η πρώτη μάλιστα επιδημία τύφου εκδηλώθηκε στην Τρίπολη λίγο μετά την έναρξη της επανάστασης καθώς εκεί συσσωρεύτηκε πλήθος κόσμου προκειμένου να γλιτώσει από το μένος των επαναστατημένων Ελλήνων. Ο υπερπληθυσμός στην πόλη οδήγησε σε συνωστισμό των κατοίκων και τελικά σε 3,000 νεκρούς από τύφο. Ανάλογη κατάσταση εκδηλώθηκε και στην πολιορκία του Ναυπλίου.
Η ελληνική επανάσταση δεν είχε ακόμα τελειώσει κι όμως το νεοσύστατο ελληνικό κράτος αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις σε υγειονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Τον Απρίλιο του 1828 εκδηλώνεται επιδημία τύφου στην Ύδρα. Το νησί αυτό αποτελούσε την περίοδο αυτή καθώς και σε όλη την Τουρκοκρατία εμπορικό κέντρο στην μεσόγειο με ναυτική επικοινωνία με Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Είναι λοιπόν ευνόητος ο λόγος εκδήλωσης σε αυτόν τον τόπο.
Ιωάννης Καποδίστριας
Ο κυβερνήτης Καποδίστριας έχοντας σπουδάσει ιατρική και παρά το ότι το κράτος δεν ήταν επαρκώς οργανωμένο, δεν υποτίμησε τον κίνδυνο και προσπάθησε με περιορισμούς να οργανώσει την υγειονομική άμυνα της χώρας. Μεταξύ των περιοριστικών μέτρων ήταν ο αυστηρός έλεγχος των νοσούντων, ο αποκλεισμός των λιμένων, η καύση των ρούχων, 50 ημέρες καραντίνα, απαγόρευση συναθροίσεων κ.ά. Τελικώς με την βοήθεια του Ελβετού γιατρού Andre – Louis Gosse η επιδημία περιορίστηκε. Ωστόσο ο πολιτικός αντίκτυπος από τα οικονομικά μέτρα ήταν μεγάλος καθώς οι περιορισμοί είχαν σοβαρές οικονομικές απώλειες για το εφοπλιστικό κεφάλαιο της εποχής.
η άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο
Μετά τον θάνατο του κυβερνήτη Καποδίστρια την διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβε η αντιβασιλεία του Βαυαρού βασιλιά Όθωνα η οποία προσπάθησε σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου να ακολουθήσει τους ρυθμούς και τους τυπικούς κανονισμούς των κρατών της τότε δυτικής Ευρώπης. Ακολούθως το ίδιο έπραξε και ο ίδιος ο Όθωνας μετά την ενθρόνιση του. Σε αυτήν την κυβερνητική πολιτική εντάσσεται και η οργάνωση του κράτους σε διοικητικό και υγειονομικό έλεγχο. Ανατίθεται σε επιστημονικό προσωπικό της εποχής η σύνταξη εκθέσεων με στατιστικά μεγέθη που αφορούν την υγεία, την διατροφή, τα οικονομικά ακόμα και την ένδυση του πληθυσμού της εποχής ανά δήμο προκειμένου να έχουν μια αναλυτική εικόνα της ποιότητας ζωής των υπηκόων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Τα στατιστικά αυτά μεγέθη, που περισσότερο μοιάζουν με ανάλυση των συνθηκών της καθημερινότητας και της οικιακής τους οικονομίας, είχαν ως στόχο να προλάβουν εκδηλώσεις σοβαρών ασθενειών που μάστιζαν την ύπαιθρο αλλά και τα αστικά κέντρα της εποχής. Παρακάτω ακολουθούν τμήματα αυτών των εκθέσεων που συνετάχθησαν την πενταετία (1838 – 1842) από την Διοίκηση Λακωνικής στην οποία υπαγόταν τότε η Μάνη. Στο βιβλίο της Δήμητρας Σταθοπούλου – Καπετανάκη παρουσιάζονται αναλυτικά οι εκθέσεις αυτές.
Διοίκηση Λακωνικής – Δήμος Ιππολών
«έχει έκταση τριών περίπου μυριομέτρων περιφέρειαν και σύνορα προς βοράν την μονήν των Ταξιαρχών προς δυσμάς τον Μεσσηνιακόν κόλπον προς ανατολάς την άλυσον του Ταυγέτου προς μεσημβρίαν την /Κίτταν. Ο δήμος όλος είναι εις υψηλήν γην και τινά χωρία εις τας υπωρείας του Ταυγέτου, είναι όλος δευτερόγονος υγιής και ηδύνατο να καλλιεργηθή πολύ περισσότερο αφ όσον είναι. Τα κυριότερα προϊόντα είναι δημητριακοί καρποί, έλαιον, μετάξη, πρινοκόκκι και βαμβάκι.
Οι 1577 κάτοικοι δυνατοί, εύρωστοι και αιματηράς ως επί το πολύ έξεως είναι κτηματίαι, οι δε γυναίκαι γεωργοί. Τα νοσήματα είναι τόσα λίγα ώστε δεν είναι καν άξια μνείας. Οι κάτοικοι αντιδρούν στους εμβολιασμούς και μολονότι ο Ηλίας Αραπάκος και δια τον δήμον τούτον δημοτικός εμβολιαστής, ο εμβολιασμός δεν ενεργήθι εισέτι. Νεκροταφείο δεν υπάρχει και οι άνθρωποι θάπτονται εντός των χωρίων ή τουλάχιστον πολύ πλησίον των χωρίων εις παρεκκλήσιον. Υπάρχει μία μονή η της Πεντάδας καλούμενη με τρεις μοναχούς.
Δρυάλος: έδρα του Δήμου κείται εις τας κλιτύας του Ταϋγέτου, έχον δε ελεύθερον αέρα από όλα τα μέρη εκτός από ανατολάς χαίρει υγείαν. Τα πόσιμα ύδατα είναι δεξαμένια οποίαν δια την κακήν κατασκευήν και χειροτέρους υδραγωγούς είναι κακά και επιβλαβή. Οι άνεμοι είναι βορειοδυτικοί. Τα κυριότερα προϊόντα δημητριακοί καρποί, έλαιον, έλαιον, πρινοκόκκι και μέλι.
Τσόπακας, Παληόχωρα, Βάμβακα, Βρίκι, Καφιώνα, Καλούμι, Έρημος, Λάκκος, Άγιος Γεώργιος, Κότσιφας, Μίνα και Καρύνια: εις υψηλήν γην ως άνω. Προϊόντα ως άνω.
Κουτρέλα:ως άνω χωρίς μετάξη».
Σχόλια
Στο παραπάνω κείμενο που συντάχθηκε από τον γιατρό Σταμάτη Γαλάτη γίνεται μια προσπάθεια αναλυτικής καταγραφής των ασχολιών των κατοίκων με γνώμονα την υγειονομική τους κατάσταση. Παράλληλα καταγράφεται η παράγωγη των τοπικών προϊόντων καθώς η διατροφή θεωρείται βασικός παράγοντας για την καλή υγεία.
Στον συγκεκριμένο Δήμο της μέσα Μάνης κρίνοντας από τα στατιστικά δεδομένα που εκτέθηκαν βλέπουμε ότι οι κάτοικοι έχαιραν καλής υγείας παρόλο που ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας αλλά και κακουχίας. Παράλληλα βλέπουμε το παλαιό έθιμο των Μανιατών της απαξίας εργασίας στα χωράφια (ως υποτιμητικό), της χρήσης γυναικών ως εργάτριες και γενικότερα τον πολεμικό χαρακτήρα των κατοίκων.
Περιγράφονται οι στέρνες ως συλλέκτες για πόσιμο νερό μη ιδανικές. Περιγράφεται το οικογενειακό νεκροταφείο πλησίον του χωριού μη ιδανικό ως προς τους κανόνες υγείας. Επίσης βλέπουμε την αναφορά σε εμβόλια που έπρεπε να γίνουν ωστόσο ο πληθυσμός από άγνοια και καχυποψία αρνιόταν.
Ο δημοτικός εμβολιαστής Ηλίας Αραπάκης δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους εμπειρικούς γιατρούς της εποχής από την Χαριά του Οιτύλου με μεγάλη προσφορά στην επανάσταση του 1821.
η μονή της Φανερομένης στην οποία αναφέρεται η έκθεση
συγγραφή – επιμέλεια
Γιάννης Μιχαλακάκος
εκπαιδευτικός
Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020
Μιλούσαν ελληνικά οι αρχαίοι Πολυνήσιοι; Δείτε 1.100 Αρχαίες Ελληνικές Λέξεις στις Γλώσσες των Νησιών του Ειρηνικού !.....
Η επιστημονική υποψία ότι η πολιτιστική επίδραση των πανάρχαιων Ελλήνων θαλασσοπόρων στην Άπω Ασία, την Αυστραλία και την Πολυνησία – Μελανησία – Ινδονησία είναι υπαρκτή εδώ και αρκετό καιρό.Μία από τις σημαντικότερες αποδείξεις ήρθε από έναν ξένο ερευνητή, τον Γερμανό καθηγητή Γλωσσολογίας κ. Νόρς Σ. Γιόζεφσον (Nors S. Josephson), ο οποίος μετά από οκτάχρονη έρευνα, συνόψισε τα πορίσματά του στο αγγλόγλωσσο βιβλίο «Greek Linguistic Elements in The Polynesian Languages – Hellenicum Pacificum» (= Ελληνικά Γλωσσικά Στοιχεία στις Πολυνησιακές Γλώσσες – Ελληνικός Ειρηνικός) εκδόσεως του ιστορικού Γερμανικού Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, 1987 στο οποίο παρέθεσε πίνακα από 808 αρχαίες Ελληνικές λέξεις, που οι ρίζες τους υπάρχουν στις Πολυνησιακές γλώσσες. Τον Νοέμβριο του 1999 κυκλοφόρησε η νέα έκδοση του βιβλίου του κ. Γιόζεφσον και πάλι από το Γερμανικό Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης στην Γερμανική γλώσσα.
Στο νέο βιβλίο παρουσιάζονται 300 νέες λέξεις με Ελληνική ρίζα, πολλές από τις οποίες αποτελούν ονόματα της βοτανικής και ζωολογίας.
Εκτενέστερα είναι και τα κεφάλαια που αφορούν την γραμματική και τον πολιτισμό, ενώ περιλαμβάνεται και νέο κεφάλαιο πάνω στην επιρροή της Ελληνικής μουσικής στην μουσική της Νήσου του Πάσχα.
Επί πλέον γίνεται εκτενής αναφορά στον ρουχισμό, στα μαγειρικά σκεύη, στην θρησκεία, στην μυθολογία καθώς και στην κατασκευή πλοίων.
- Πως ανακαλύψατε τα ελληνικά γλωσσολογικά στοιχεία στις Πολυνησιακές γλώσσες;
- Ανέκαθεν είχα έντονο ενδιαφέρον για τον αρχαίο πολιτισμό της Νήσου του Πάσχα. Είχα επισκευθή το νησί κι αργότερα ταξίδεψα και στην Πολυνησία, όπου συγκέντρωσα ο ίδιος λεξικά και καταλόγους λέξεων των Πολυνησιακών γλωσσών.
Αρκετοί μελετητές πρίν από εμένα, κυρίως γλωσσολόγοι, είχαν επισημάνει τις ασυνήθιστες και τις μη-Πολυνησιακής προελεύσεως λέξεις, οι οποίες παραμένουν στην σημερινή ομιλούμενη γλώσσα της Νήσου του Πάσχα.
Έτσι αποφάσισα να συγκρίνω τις λέξεις αυτές με τις σημαντικότερες γλώσσες της Ασίας, Αμερικής και Ευρώπης συμπεριλαμβανόμενης και της αρχαίας Ελληνικής.
- Έχετε μελετήσει την ελληνική γλώσσα;
- Έχω σπουδάσει νέα ελληνικά και κατέχω βασικές γνώσεις ετυμολογίας και της γραμματικής δομής των αρχαίων Ελληνικών.
Οκτώ χρόνια μελετούσε τις γλώσσες του Ειρηνικού
- Από πού εκπηγάζει το ενδιαφέρον σας για μία τόσο εξειδικευμένη μελέτη;
- Ως γλωσσολόγος αλλά και ως μουσικός, γοητεύομαι από τους ηχητικούς τύπους και την χρήση των γλωσσών καθώς επίσης και από την μουσική ως «όχημα» της επικοινωνίας.
Από τότε που επισκέφθηκα την Νήσο του Πάσχα το 1978, αποφάσισα να ερευνήσω την ομιλούμενη γλώσσα, ώστε να βρω πιθανές πολιτιστικές ρίζες του αρχαίου πολιτισμού της.
- Πόσα χρόνια αφιερώσατε στη σχετική μελέτη και ποια τα κύρια συμπεράσματά σας;
- Χρειάστηκα περίπου οκτώ χρόνια, για να ολοκληρώσω το πρώτο μου βιβλίο «Greek Linguistic Elements in The Polynesian Languages – Hellenicum Pacificum» το οποίο δημοσιεύθηκε το 1987.
Στην συνέχεια και επί πέντε χρόνια εργάσθηκα για την νέα και αρκετά εμπλουτισμένη έκδοση του βιβλίου μου, το οποίο εκδίδεται αυτές τις μέρες και πάλι από το Γερμανικό Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης (C. Winter Universitatsverlag, Heidelberg, Germany).
Τα κύρια συμπεράσματά μου συνοψίζονται, στο ότι οι ανατολικές Πολυνησιακές γλώσσες (κυρίως δε η γλώσσα της Νήσου του Πάσχα) έχουν ένα σημαντικό υπόστρωμα γραμματικής δομής και λέξεων, που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελληνική γλώσσα και κυρίως σε αρχαϊκούς τύπους.(βλ. σχετικά την σελίδα "Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ"). Επί πλέον ο πολιτισμός της Νήσου του Πάσχα έχει πολλά αρχαία Ελληνικά αλλά και αιγυπτιακά πρωτότυπα, τα οποία αναφέρονται εκτενώς στην νεότερη έκδοση του βιβλίου μου.
Μέσω Περού – Βολιβίας έγινε η Ελληνική διείσδυση
- Πως εξηγείτε την Ελληνική πολιτιστική επίδραση στην Πολυνησία αλλά και στο Περού, στο οποίο επίσης αναφέρεστε;
- Οι φορείς του Ελληνικού πολιτισμού, οι οποίοι εποίκησαν την ανατολική Πολυνησία, προφανώς προήρχοντο από την περιοχή που βρίσκεται το σύγχρονο Περού και η Βολιβία, αφού ο πολιτισμός της Νήσου του Πάσχα έχει να επιδείξει πολυάριθμες ομοιότητες με τις προαναφερθείσες περιοχές κατά την προ των Ίνκας εποχή.
Επί πλέον τα ρεύματα του Ωκεανού κινούνται σε νοτιοδυτική κατεύθυνση, από την ακτή του Περού προς την νοτιανατολική Πολυνησία.
Αυτοί οι Ελληνόφωνοι κάτοικοι ομιλούσαν αρχαία Ελληνικά και επίσης μετέφεραν έναν αρχαϊκό Ελληνικό πολιτισμό (με πλήθος επιπρόσθετα αιγυπτιακά στοιχεία), ο οποίος θυμίζει την Κύπρο αλλά και νησιά των Κυκλάδων, όπως τη Νάξο και την Μήλο κατά την ίδια χρονική περίοδο.
- Αποκλείετε την περίπτωση η Ελληνική πολιτιστική επίδραση να είναι πολύ αρχαιότερη;
- Υπάρχουν και γλωσσολογικές και αρχαιολογικές αποδείξεις (οι οποίες παρουσιάζονται στην νέα έκδοση του βιβλίου μου), ότι κάλλιστα μπορεί να είχαμε πολλαπλές μεταναστεύσεις στο αρχαίο Περού και στην Νήσο του Πάσχα.
Για παράδειγμα η αρχιτεκτονική των Ίνκας χρησιμοποιεί κατασκευές τοίχου «ζίγκ-ζάγκ» και τραπεζοειδής εισόδους, οι οποίες θυμίζουν τα Μυκηναϊκά πρωτότυπα. Έτσι είναι πιθανόν να υπήρξαν προ-αρχαίες μεταναστεύσεις Ελλήνων στην νότιο Αμερική.
- Πως εξηγείτε τη δυνατότητα εξαπλώσεως των Ελλήνων σε τέτοια κλίμακα στους πανάρχαιους χρόνους;
- Εποικισμοί Ελλήνων στην Σικελία, νότιο Ιταλία και σε τμήματα της Ισπανίας ήταν δυνατοί χάρη στις πολλές καινοτομίες στην κατασκευή πλοίων και στα συστήματα ναυσιπλοΐας> Επί πλέον το Ελληνικό εμπόριο κασσιτέρου με την Αγγλία (το οποίο εμφανίζεται να χρονολογείται το 1000 π.Χ.) εξοικείωσε τους Έλληνες θαλασσοπόρους με τα Στενά του Γιβραλτάρ (τα αποκαλούμενα «Στήλες του Ηρακλέους») και τις ακτές του Μαρόκου.
Από το σημείο αυτό τα νοτιοδυτικά ρεύματα εύκολα μετέφεραν πλοία στην περιοχή της Καραϊβικής ή στα ανοιχτά της βορείου ακτής της Νότιας Αμερικής: μικρή απόσταση για τα προ των Ίνκας πολιτιστικά κέντρα του Περού και της Βολιβίας. (βλ. σχετικά την σελίδα "ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ)
Και επίδραση της αρχαιοελληνικής μουσικής
- Εντοπίσατε κοινά στοιχεία μεταξύ της Πολυνησιακής και Ελληνικής μουσικής;
- Το νέο μου βιβλίο περιέχει ένα κεφάλαιο για την αρχαία μουσική της Νήσου του Πάσχα, η οποία διασώθηκε από τον Ramon Campbell το 1960 και δημοσιεύθηκε στο βιβλίο του «La herencia musical Rapanui».
Υπάρχουν πολλά παράλληλα στοιχεία μεταξύ της παλαιότερης μουσικής της Νήσου του Πάσχα και των μελωδιών των Nazca στο νότιο Περού αφ’ ενός και της αρχαιοελληνικής μουσικής αφ’ ετέρου
- Ποιες οι αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας στην έκδοση του βιβλίου σας;
- Οι ελάχιστες αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας που δέχτηκα ήταν μικτές. Από την Ελλάδα ιδιαίτερα ενθουσιώδης ήταν η υποδοχή της μελέτης μου από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης κ. Τ. Καζάκη.
- Έχετε ταξιδέψει στην Ελλάδα; Ποια η γνώμη σας για την σύγχρονη Ελλάδα και τους Έλληνες;
- Ταξίδεψα στην Ελλάδα αρκετές φορές και στην Κύπρο τρεις. Κατά την γνώμη μου είναι καλό για την Ελλάδα το γεγονός ότι ανήκει στην ευρωπαϊκή κοινότητα.
Ελπίζω ότι το πρόβλημα της Κύπρου θα βρει μία ειρηνική λύση, ώστε η Ελλάδα να μην είναι υποχρεωμένη να δαπανά μεγάλα ποσά για την άμυνά της. Προς την κατεύθυνση αυτή έχω καταγράψει και διανείμει σ’ όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σχέδιο για ειρηνική επίλυση του Κυπριακού.
- Ποια η προσφορά της αρχαιοελληνικής σκέψης και του πολιτισμού;
- Ο Ελληνικός πολιτισμός έχει συνεισφέρει με μοναδικό τρόπο στην προαγωγή της φιλοσοφίας, των πολιτικών συστημάτων, της εκπαίδευσης και της τεχνολογίας.
Έθεσε τις βάσεις για την δραματική τέχνη και την μουσική των δυτικών. Χωρίς τον Ελληνικό πολιτισμό δεν θα γνωρίζαμε τον πολιτισμό, όπως υπάρχει σήμερα.
ΠΗΓΗ: συνέντευξη της Νάνσυ Μπίσκα.
https://thesecretrealtruth.
ΟΔΥΣΣΕΙΑ TV
Τετάρτη 10 Ιουνίου 2020
Απλά παραδέχονται ότι δεν είναι δική τους
Του Θοδωρή Ασβεστόπουλου
Ήταν 3 Ιουνίου 1453 όταν ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β΄, αποκεφάλιζε τον Λουκά Νοταρά, Μεγάλο Δούκα (πρωθυπουργό με τα σημερινά δεδομένα) της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το “δεξί χέρι” του τελευταίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, αφού είχε χάσει τους δύο μεγαλύτερους υιούς του κατά την διάρκεια της Άλωσης, αρνήθηκε να παραδώσει τον όμορφο μικρότερο υιό του στο χαρέμι του Πορθητή, προσπαθώντας να μεταπείσει τον κατακτητή δίνοντας του τον κρυμμένο του θησαυρό…
Με αυτόν τον τρόπο γραφόταν ο επίλογος της Αλώσεως της Κωνσταντινούπολης, πέντε μέρες μετά το γεγονός που σημάδεψε την παγκόσμια ιστορία.
Σήμερα ο τούρκος υπουργός εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου ήρθε να δηλώσει πως «η Αγία Σοφία κατακτήθηκε και ανήκει στην Τουρκία».
Μάλιστα, υποστήριξε πως η Ελλάδα δεν έχει λόγο να μιλάει για την Αγία Σοφία και με το τι θα κάνει η Τουρκία στην επικράτειά της.
Προηγήθηκε την Παρασκευή 29 Μαΐου, ανήμερα της επετείου της Άλωσης, ανάγνωση αποσπασμάτων του Κορανίου που αναφέρονται στην κατάκτηση της Μέκκας από ιμάμη μέσα στην Αγία Σοφία.
Παράλληλα έξω από το μνημείο στήθηκε μία κακόγουστη ψηφιακή παράσταση με ψεύτικα τείχη τα οποία γκρεμίστηκαν από τις οθωμανικές ορδές.
«Δικαίωμα Άλωσης η μετατροπή της Αγιάς Σοφιάς σε τέμενος»
«Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης δεν είναι κατοχή», δήλωσε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, χαρακτηρίζοντας άσχετους εκείνους που προσπαθούν να δώσουν ένα τέτοιο νόημα.
«Η κατάκτηση είναι κυρίως κατάκτηση της καρδιάς» είπε ενώ «τα τεμένη στην Αθήνα έχουν όλα γκρεμιστεί».
«O Mωάμεθ όταν μπήκε στην πόλη του έγινε υποδοχή σαν λυτρωτή που τον περίμεναν. Η Αγία Σοφία αντί να κατεδαφιστεί με ένα θρησκευτικό μίσος, καλλωπίστηκε περισσότερο και ως δικαίωμα Άλωσης προσφέρθηκε στους Μουσουλμάνους.
Δεν άγγιξαν άλλα θρησκευτικά μνημεία και αφέθηκαν να υπάρχουν αναποκρινόμενα στις ανάγκες. Όμως σε σημεία που αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε πριν από έναν αιώνα, τα θρησκευτικά μας μνημεία και σύμβολα μας εξαφανίστηκαν.
Κοιτάξτε σήμερα στην Αθήνα δεν έχουμε ένα δικό μας τζαμί. Όλα έγιναν ένα με το έδαφος. Αλλά εμείς σε μια πόλη όπως η Κωνσταντινούπολη δεν επιλέξαμε αυτό τον δρόμο. Κοιτάζοντας μόνο αυτήν την εικόνα μπορούμε να δούμε το μεγαλείο της καρδιάς του προγόνου μας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Επίσης, ο εκπρόσωπος του Ερντογάν, Ιμπραχίμ Καλίν, υποστήριξε ότι «όταν μπήκε ο Μωάμεθ ο Πορθητής στην Πόλη η Αγία Σοφία ήταν ένα ετοιμόρροπο και ξεχασμένο κτήριο, ωστόσο το πνεύμα της κατάκτησης ήταν εκείνο που κράτησε όρθια την Αγία Σοφία και έκανε την Κωνσταντινούπολη μια παγκόσμια πόλη».
Κάθε πρόταση τόσο του Τούρκου προέδρου όσο και του εκπροσώπου του χαρακτηρίζονται από ιστορικές ανακρίβειες και πολύ θράσος.
Σύμφωνα με τα ισλαμικά έθιμα ο Πορθητής είχε δώσει το ελεύθερο στους στρατιώτες του για λεηλασία και σφαγές όταν κατακτούσαν η Πόλη.
Την ώρα που έμπαινε λοιπόν στην Βασιλεύουσα, ο Μωάμεθ Β΄ πατούσε κυριολεκτικά επί πτωμάτων.
Στη συνέχεια, εκτός από την Αγιά Σοφιά, μετέτρεψε σε τζαμιά τις περισσότερες εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης.
Τζαμιά στην Βαλκανική χερσόνησο δεν υπήρχαν έως το 1300 όταν άρχιζε σταδιακά η οθωμανική κατάκτηση. Συνεπώς μιλάμε για κτίσματα των κατακτητών τα οποία σταμάτησαν να έχουν λόγο ύπαρξης μετά από πέντε αιώνες, όταν οι κατακτητές αποχωρούσαν.
Ασφαλώς υφίστανται και λειτουργούν κανονικότατα πάρα πολλοί μουσουλμανικοί χώροι λατρείας, σε περιοχές όπου ζουν ντόπιοι μουσουλμάνοι σε Ελλάδα, Βουλγαρία, αλλά κυρίως σε Αλβανία και πρώην Γιουγκοσλαβία.
Συνεπώς ο συμψηφισμός που επιχειρεί ο Ερντογάν είναι παντελώς άστοχος.
Δεν είναι δικά τους, το ξέρουν και τους ενοχλεί ακόμα
Το 1609 ο σουλτάνος Αχμέτ Α’ διέταξε να χτιστεί ένα μεγαλοπρεπές τέμενος που θα έφερε το όνομα του, στη νοτιοδυτική πλευρά του ιπποδρόμου της Κωνσταντινούπολης.
Το καθαρά ισλαμικό αυτό οικοδόμημα χτίστηκε σκόπιμα απέναντι από την Αγία Σοφία έτσι ώστε, ως μεγαλύτερο από τον ιστορικό ναό που ανεγέρθηκε τον 6ο αιώνα μ.Χ., να δεσπόζει κατά την προσέγγιση των πλοίων από τον Βόσπορο.
Όμως δεν το κατάφερε, γιατί το γνωστό ως «μπλε τζαμί», χτίστηκε σε έδαφος λίγο χαμηλότερο από την Αγιά Σοφιά!
Πέρασαν τέσσερις αιώνες από τότε και ακόμα οι Τούρκοι γνωρίζουν μέσα τους ότι δεν είναι δική τους ούτε η Αγιά Σοφιά, ούτε και η Κωνσταντινούπολη.
Ξέρουν πολύ καλά (πως μπορούν να κάνουν κι αλλιώς) ότι άλλοι ήταν αυτοί που έκτισαν την Πόλη, άλλοι ήταν αυτοί που την έκαναν Βασιλεύουσα και οι ίδιοι άλλοι έκτισαν τον υπέρλαμπρο ναό της Αγιάς Σοφιάς.
Όσοι αιώνες και να περάσουν, όσο και αν προσπαθούν να αφήσουν το δικό τους αποτύπωμα πάνω τους και να γράψουν την δική τους ιστορία, όσους σταυρούς και να γκρεμίσουν, όσους μιναρέδες ή ημισελήνους και να υψώσουν, η αλήθεια δεν θα αλλάξει ποτέ.
Γι’ αυτό και πανηγυρίζουν με κακόγουστες φιέστες και εμπρηστικές δηλώσεις κάθε 29η Μαΐου, πασχίζοντας να αποδείξουν ότι η αρχαία αποικία των Μεγαρέων, η Νέα Ρώμη, η Πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου τους ανήκει.
Από το 1453 η Βασιλίδα των πόλεων είναι υπό την κυριαρχία τους, ουδείς το αμφισβητεί.
Όμως η στάση τους προδίδει τεράστια ανασφάλεια…
Πηγή: Κανάλι ένα
<span style="font-family: "georgia" , "times new roman" ,
Μια απίστευτη ιστορική μαρτυρία για το ολοκαύτωμα του Διστόμου
Ο Δαμιανός Βασιλειάδης στο μνημείο του Διστόμου |
Ο επικεφαλής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα Στούρε Λιννέρ, Σουηδός, στο βιβλίο του: «Η Οδύσσεια μου», γράφει για την σφαγή του Διστόμου:
Παντρευτήκαμε στις 14 Ιουνίου. Ο υπεύθυνος της ελληνικής επιτροπής, Εμίλ Σάντστρομ, παρέθεσε γαμήλιο γεύμα προς τιμήν μας. Αργά το βράδυ με πλησίασε και με απομάκρυνε από τα γέλια και τις φωνές, προς μια γωνιά, όπου θα μπορούσαμε να μιλήσουμε οι δυο μας. Μου έδειξε ένα τηλεγράφημα που μόλις είχε λάβει:
Οι Γερμανοί έσφαζαν για τρεις μέρες τον πληθυσμό του Διστόμου, στην περιοχή των Δελφών, στην συνέχεια πυρπόλησαν το χωριό. Πιθανοί επιζώντες είχαν ανάγκη άμεσης βοήθειας.
Το Δίστομο ήταν μέσα στα όρια της περιοχής, την εποχή εκείνη, που ήμουν αρμόδιος να τροφοδοτώ με τρόφιμα και φάρμακα. Έδωσα με την σειρά μου το τηλεγράφημα στην Κλειώ να το διαβάσει, εκείνη έγνεψε κι έτσι αποχωρήσαμε διακριτικά από την χαρούμενη γιορτή.
Περίπου μια ώρα αργότερα ήμασταν καθ’ οδόν μέσα στην νύχτα. Απαιτήθηκε ανυπόφορα μεγάλο χρονικό διάστημα, έως ότου διασχίσουμε τους χαλασμένους δρόμους και τα πολλά μπλόκα για να φτάσουμε, χαράματα πια, στον κεντρικό δρόμο, που οδηγούσε στο Δίστομο.
Από τις άκρες του δρόμου ανασηκώνονταν γύπες από χαμηλό ύψος, αργά και απρόθυμα, όταν μας άκουγαν που πλησιάζαμε. Σε κάθε δέντρο, κατά μήκος του δρόμου και για εκατοντάδες μέτρα, κρεμόντουσαν ανθρώπινα σώματα, σταθεροποιημένα με ξιφολόγχες, κάποια εκ των οποίων ήταν ακόμη ζωντανά. Ήταν οι κάτοικοι του χωριού, που τιμωρήθηκαν με αυτόν τον τρόπο: θεωρήθηκαν ύποπτοι για παροχή βοήθειας στους αντάρτες της περιοχή, οι οποίοι επιτέθηκαν σε δύναμη των Ες Ες. Η μυρωδιά ήταν ανυπόφορη.
Μέσα στο χωριό σιγόκαιγε ακόμη φωτιά στα αποκαΐδια των σπιτιών. Στο χώμα κείτονταν διασκορπισμένοι εκατοντάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, από υπερήλικες έως νεογνά. Σε πολλές γυναίκες είχαν σκίσει τη μήτρα με την ξιφολόγχη και αφαιρέσει τα στήθη, άλλες κείτονταν στραγγαλισμένες, με τα εντόσθια τυλιγμένα γύρω από τον λαιμό. Φαινόταν σαν να μην είχε επιζήσει κανείς…
Μα να! Ένας παππούς στην άκρη του χωριού! Από θαύμα είχε καταφέρει να γλιτώσει τη σφαγή. Ήταν σοκαρισμένος από τον τρόμο, με άδειο βλέμμα, τα λόγια του πλέον μη κατανοητά. Κατεβήκαμε στην μέση της συμφοράς και φωνάζαμε στα ελληνικά: «Ερυθρός Σταυρός! Ερυθρός Σταυρός! Ήρθαμε να βοηθήσουμε».
Από μακριά μας πλησίασε διστακτικά μια γυναίκα. Μας αφηγήθηκε ότι ένας μικρός αριθμός χωρικών πρόλαβε να διαφύγει προτού ξεκινήσει η επίθεση. Μαζί με εκείνη αρχίσαμε να τους ψάχνουμε. Αφού ξεκινήσαμε οι τρεις μας, διαπιστώσαμε ότι {η γυναίκα} είχε πυροβοληθεί στο χέρι. Την χειρουργήσαμε αμέσως με χειρουργό την Κλειώ. Ήταν το ταξίδι του μέλητός μας…!
Λίγον καιρό αργότερα η επαφή μας με το Δίστομο θα αποκτούσε και έναν αξιοσημείωτο επίλογο.
Όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, δεν πήγαν και τόσο καλά τα πράγματα, αφού μια γερμανική μονάδα κατάφερε να περικυκλωθεί από αντάρτες ακριβώς στην περιοχή του Διστόμου. Σκέφτηκα ότι αυτό ίσως θεωρηθεί από τους Έλληνες ως ευκαιρία για αιματηρή εκδίκηση, πόσω μάλλον που η περιοχή εδώ και καιρό είχε αποκοπεί από κάθε παροχή βοήθειας σε τρόφιμα. Ετοίμασα λοιπόν φορτηγά με τα αναγκαία τρόφιμα, έστειλα μήνυμα στο Δίστομο για την άφιξή μας κι έτσι βρεθήκαμε στο δρόμο για εκεί, για άλλη μια φορά, η Κλειώ κι εγώ.
Όταν φτάσαμε στα όρια του χωριού, μας συνάντησε μια επιτροπή, με τον παπά στην μέση. Έναν παλαιών αρχών πατριάρχη, με μακριά, κυματιστή, λευκή γενειάδα. Δίπλα του στεκόταν ο αρχηγός των ανταρτών, με πλήρη εξάρτηση. Ο παπάς πήρε τον λόγο και μας ευχαρίστησε εκ μέρους όλων που ήρθαμε με τρόφιμα. Μετά πρόσθεσε: «Εδώ είμαστε όλοι πεινασμένοι, τόσο εμείς οι ίδιοι, όσο και οι Γερμανοί αιχμάλωτοι. Τώρα εάν εμείς λιμοκτονούμε, είμαστε τουλάχιστον στον τόπο μας. Δώστε τους το φαγητό που έχετε μαζί σας, έχουν μακρύ δρόμο μπροστά τους».
Σ’ αυτή την φράση γύρισε η Κλειώ το βλέμμα της και με κοίταξε. Υποψιαζόμουν τι ήθελε να μου πει με αυτό το βλέμμα, αλλά δεν έβλεπα πλέον καθαρά. Απλά στεκόμουν κι έκλαιγα…
Μετάφραση στα Γερμανικά από τον Δαμιανό Βασιλειάδη, ιδρυτικό μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του ΕΣΔΟΓΕ (Εθνικού Συμβουλιου διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα)
Ρώσος καθηγητής: «Έλληνες, είστε οι κληρονόμοι μιας μεγάλης κουλτούρας και αυτοκρατορίας»
Να διατηρήσουν την ιστορική τους μνήμη ευχήθηκε ο Ρώσος βυζαντινός ιστορικός Σεργκέι Παύλοβιτς Καρπόφ στους Έλληνες Πόντιους του 21ου αιώνα, σε διαδικτυακή συζήτηση.
«Αγαπητοί Έλληνες, θυμηθείτε ότι είστε οι κληρονόμοι μιας μεγάλης κουλτούρας και μιας μεγάλης Αυτοκρατορίας! Αν τα κρατήσετε αυτά στην καρδιά σας, τότε θα είστε καλά!» επισήμανε, μεταξύ άλλων, σε διαδικτυακή συζήτηση ο Σεργκέι Παύλοβιτς Καρπόφ, ο Ρώσος βυζαντινός ιστορικός, πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας του Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, ακαδημαϊκός της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, προϊστάμενος του Τμήματος Ιστορίας του Μεσαίωνα και Επιστημονικός Διευθυντής του Εργαστηρίου Ιστορίας του Βυζαντίου και της Μαύρης Θάλασσας.
Μεταξύ άλλων, ερευνά σήμερα την ιστορία της Τάνα (σ.σ. η σύγχρονη πόλη Αζόφ), τον δεύτερο σημαντικότερο θύλακα του ελληνισμού στην περιοχή της Βόρειας Μαύρης Θάλασσας.
Παράλληλα μίλησε για την επιλογή του να αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη της ιστορίας του Βυζαντίου και της αυτοκρατορίας των Τραπεζούντας σχετικά με τον ρόλο της αυτοκρατορίας των Τραπεζούντων στη μοίρα του Ελληνισμού στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και στον ελληνικό κόσμο συνολικά.
Ο καθηγητής είναι πολύγλωσσος.
Ειδικότερα, μιλά 12 ξένες γλώσσες: Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ελληνικά, Αρχαία Ελληνικά, Λατινικά, Τουρκικά, Ισπανικά, Καταλανικά, Σέρβικα, Βουλγαρικά, ενώ είναι συγγραφέας μοναδικών μελετών, βιβλίων, μονογραφιών.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)