Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453)















Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας, της οποίας Αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος, από τον οθωμανικό στρατό, με επικεφαλής τον σουλτάνο Μωάμεθ Β'. Η πολιορκία διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαΐου 1453 (Ιουλιανό ημερολόγιο). Η άλωση αυτή της Κωνσταντινούπολης, σήμανε και το τέλος της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο και διαιρεμένο τους τελευταίους δύο αιώνες, σκιά της παλιάς Αυτοκρατορίας. Η Άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους και αργότερα, μετά την επανάκτησή της το 1261, οι πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, η αδυναμία βοήθειας από την Δύση, η άσχημη οικονομική κατάσταση και η φυγή ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν στη σταδιακή εξασθένηση και συρρίκνωση. Η κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς, η οποία έφερε ορδές φανατικών μουσουλμάνων πολεμιστών στην Ευρώπη, σταδιακά κύκλωσε εδαφικά το Βυζάντιο, το οποίο έγινε το 1373 φόρου υποτελές στον Οθωμανό σουλτάνο. Έτσι, η Άλωση ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα και της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή. Οι συγκρούσεις ήταν ιδιαίτερα άνισες υπέρ των Τούρκων, σε σημείο που να μνημονεύεται από τις πηγές το τετελεσμένο της έκβασης της πολιορκίας. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στον ηρωισμό των πολιορκημένων και ιδιαίτερα του Αυτοκράτορα. Το γεγονός της πτώσης της «θεοφυλάκτου Πόλεως», άφησε βαθιά ίχνη στις πηγές της εποχής.
Απόρροια της Άλωσης ήταν η ανελέητη συνέχιση της εδαφικής προώθησης των Τούρκων στην Β.Αφρική και στην Κεντρική Ευρώπη . Κατά τα τέλη του 17ου αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία έφτασε στο απόγειό της, απειλώντας την Βιέννη. Πολλές φορές η Άλωση της Κωνσταντινούπολης χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς ως γεγονός που σηματοδοτεί το τέλους του Μεσαίωνα και την έναρξη της Αναγέννησης. Πολλοί μάλιστα εξ αυτών συμφωνούν στο ότι η μαζική μετακίνηση πολλών Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη στην Ιταλία λόγω της Άλωσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του περιεχομένου και της φιλοσοφίας που ακολούθησαν τα πρόσωπα της Αναγέννησης.

Πηγές

Οι διάφορες πηγές που περιγράφουν αναλυτικά τις τελευταίες στιγμές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας προέρχονται από επιφανείς ιστορικούς της εποχής και είναι καταγεγραμμένες σε διάφορες γλώσσες: ελληνικάλατινικάιταλικάσλάβικατούρκικα. Οι τέσσερις κυριότερες ελληνικές πηγές ποικίλουν ιδιαίτερα ως προς την εκτίμηση των γεγονότων. Ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας, επιφανής ιστορικός, αξιωματούχος και διπλωμάτης Γεώργιος Σφραντζής, που έλαβε και ο ίδιος μέρος στην πολιορκία και ήταν στενός φίλος του Αυτοκράτορα, περιέγραφε τις τελευταίες ημέρες του Βυζαντίου με σκοπό την αποκατάσταση της τιμής του ηττημένου Κωνσταντίνου ΙΑ', της ταπεινωμένης του χώρας και της προσβεβλημένης ορθόδοξης πίστης. Ο Μιχαήλ Κριτόβουλος, που είχε προσχωρήσει στο στρατόπεδο των Τούρκων, περιγράφει τα γεγονότα από το πρίσμα ενός υπηκόου της νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αν και ποτέ δεν επιτίθεται κατά των Ελλήνων συμπατριωτών του. Ο Δούκας, υποστηρικτής της ένωσης των εκκλησιών, τονίζει την ανάγκη συνεργασίας του Βυζαντίου με τις δυτικές δυνάμεις της εποχής. Μνημονεύει ιδιαίτερα τον Γενουάτη Ιωάννη Ιουστινιάνη, ο οποίος θα συνεισφέρει στην άμυνα της πόλης για κάποιο χρονικό διάστημα. Τέλος, ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης επιλέγει ως κύριο θέμα της ιστορίας του όχι το Βυζάντιο αλλά την Οθωμανική Αυτοκρατορία, τονίζοντας την ραγδαία επέκτασή της. Το έργο του Χαλκοκονδύλη όμως είναι ιδιαίτερα γενικού χαρακτήρα και ο ίδιος δεν υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων
Από τις Λατινικές πηγές ξεχωρίζει από τον καρδινάλιο Ισίδωρο η «Έκκληση προς όλους τους πιστούς του Χριστού» (Ad universos Christifideles de expugnatione Constantinopolis), ο οποίος μόλις που διέφυγε την αιχμαλωσία από τους Τούρκους. Ο Λεονάρδος ο Χίος, Λατίνος αρχιεπίσκοπος της Λέσβου, έστειλε μια έκθεση προς τον Πάπα, που παρουσιάζει τα γεγονότα της Άλωσης ως θεία τιμωρία των Βυζαντινών λόγω της απομάκρυνσής τους από την Καθολική πίστη. Από τις σημαντικότερες πηγές είναι το «Ημερολόγιο της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως», του Βενετού Νικόλαο Μπάρμπαρο, που περιγράφει μέρα προς μέρα τις συγκρούσεις. Αξιόλογα έργα έχει να παρουσιάσει και η ρωσική γραμματεία. Τέλος, υπάρχουν και τουρκικές πηγές που παρουσιάζουν τα γεγονότα από το πρίσμα του θριαμβεύοντος και νικηφόρου Ισλάμ και του εκπροσώπου του, Μωάμεθ Β'. Οι τουρκικές πηγές είναι εμπλουτισμένες και από θρύλους, σχετικούς με την Κωνσταντινούπολη και τον Βόσπορο 










Κατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 

Κατά τα 1.100 χρόνια ζωής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη είχε πολιορκηθεί αρκετές φορές αλλά μόνο μία φορά είχε πέσει στα χέρια των εχθρών, το 1204 από τους Σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας. Μετά το 1204 στην πόλη εγκαθιδρύθηκε ένα αδύναμο Λατινικό βασίλειο και οι υπόλοιπες περιοχές της Αυτοκρατορίας είχαν διασπαστεί σε επί μέρους βασίλεια. Ένα από αυτά, η ελληνική Αυτοκρατορία της Νίκαιας κατάφερε να επικρατήσει στην περιοχή και να ανακτήσει την Πόλη το 1261. Τους επόμενους δύο αιώνες, η εξασθενημένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεχόταν συνεχείς επιθέσεις από ΛατίνουςΣέρβουςΒουλγάρους και ιδιαίτερα από τους Οθωμανούς Τούρκους. Το 1453 στην Αυτοκρατορία ανήκαν εκτός από την ίδια την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της, το μεγαλύτερο τμήμα της Πελοποννήσου, με επίκεντρο τον Μυστρά. Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, ένα ελληνικό κράτος που δημιουργήθηκε το 1204 στην άκρη της Μικράς Ασίας και κατάφερε να επιβιώσει όλο αυτό το διάστημα, αποτελούσε εντελώς ξεχωριστή από το Βυζάντιο πολιτική οντότητα.

Οι αντίπαλοι ηγέτες

Μωάμεθ Β΄

Πορτραίτο του Μωάμεθ Β΄, από τον Τζεντίλε Μπελλίνι (Λονδίνο, Εθνική Πινακοθήκη). Σύμφωνα με μια παράδοση ο Μωάμεθ διαφώνησε με τον Μπελλίνι για το πώς έπρεπε να απεικονίζεται ο ανθρώπινος λαιμός. Για να λύσει το πρόβλημα, ο σουλτάνος διέταξε να φέρουν μπροστά τους έναν δούλο, τον οποίο έβαλε να αποκεφαλίσουν επιτόπου.

Στο οθωμανικό στρατόπεδο, ο Μωάμεθ Β', είκοσι ενός μόλις ετών (το 1453), χαρακτήρας, όπως υποστηρίζει ο βυζαντινολόγος Βασίλιεφ, ιδιαίτερα σκληροτράχηλος, φιλοπόλεμος, υπέκυπτε γενικά σε κατώτερα πάθη, ταυτόχρονα όμως έδειχνε ενδιαφέρον για την επιστήμη και τη μόρφωση, ενώ κατείχε και τα χαρίσματα του στρατηγού, του πολιτικού και του οργανωτή. Ο Γ. Σφραντζής αναφέρει ότι ασχολούνταν με ιδιαίτερο ζήλο με τις επιστήμες, παράλληλα έτρεφε ενδιαφέρον για την αστρολογία, διάβαζε παραμύθια και μιλούσε εκτός από τουρκικά και άλλες πέντε γλώσσες. Οι μουσουλμανικές πηγές εξυμνούν την ευσέβειά του και την προστασία που παρείχε στους ομοθρήσκους του λογίους.
Η επιθυμία να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη είχε γίνει έμμονη ιδέα για τον νεαρό σουλτάνο: διασώζεται ότι έμενε άυπνος για συνεχείς νύχτες, χαράσσοντας στο χαρτί το σχέδιο της πόλης και σημειώνοντας τα σημεία που μπορούσαν να προσβληθούν ευκολότερα. Αφού αποφάσισε να δώσει το τελικό χτύπημα στην Πόλη, ο Μωάμεθ άρχισε να εργάζεται με εξαιρετική προσοχή. Πρώτα έκτισε, στα βόρεια της πόλης, στις ευρωπαϊκές ακτές του Βοσπόρου, στο πιο στενό σημείο του, ένα ισχυρό φρούριο, το Ρούμελι Χισάρ (ή Μπογάζ Κεσέν, στα τουρκικά "Λαιμοκόφτης"). Τα κανόνια που τοποθετήθηκαν εκεί ήταν ό,τι πιο προηγμένο είχε να επιδείξει η πολεμική τεχνολογία της εποχής. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε ιδιαίτερη ανησυχία στους Βυζαντινούς, που πίστεψαν πια ότι πλησιάζει το τέλος τους. Το οχυρωματικό αυτό έργο απέκοπτε, σε συνδυασμό με το προϋπάρχον οχυρό στην απέναντι ασιατική ακτή (Ανατολού-χισάρ), την θαλάσσια επικοινωνία της Κωνσταντινούπολης με τα λιμάνια του Εύξεινου πόντου, στερώντας έτσι πολύτιμες ενισχύσεις και εφόδια για την πόλη Αμέσως μετά, ο Μωάμεθ Β' έστειλε τον Τουραχάν μπέη να εισβάλει στις βυζαντινές περιοχές της Πελοποννήσου, για να εμποδίσει την αποστολή ενισχύσεων από τους αδελφούς του Κωνσταντίνου, οι οποίοι διοικούσαν το Δεσποτάτο του Μυστρά

Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος

Φανταστικό πορτραίτο του Κωνσταντίνου ΙΑ' Παλαιολόγου
Η περιοχή που αναγνώριζε την εξουσία του τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορα, περιοριζόταν στην Κωνσταντινούπολη, με τις πλησιέστερες προς αυτήν εκτάσεις της Θράκης, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου (Μορέως), η οποία βρίσκονταν μακριά από την βασιλεύουσα και κάτω από την ουσιαστική κυριαρχία των αδελφών του Αυτοκράτορα.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' κατέβαλε γενναιόδωρες προσπάθειες να περισώσει από την Αυτοκρατορία ό,τι ήταν δυνατό, ο ίδιος ως χαρακτήρας διακρινόταν για την ενεργητικότητα και την ανδρεία του. Ένας Ιταλός ανθρωπιστής, ο Φραντσέσκο Φίλελφο, τον χαρακτηρίζει ως άνθρωπο «με ευσεβές και ανώτερο πνεύμα». Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο βυζαντινός Αυτοκράτορας κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια σε αυτόν τον άνισο αγώνα, μετέφερε στην πόλη όλες τις ποσότητες σιτηρών που ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν και επισκεύασε τα τείχη της πόλης. Η είσοδος του Κεράτιου κόλπου κλείσθηκε με βαριά αλυσίδα, όπως συνέβαινε κάθε φορά σε επικείμενες καταστάσεις πολιορκίας για να αποτραπεί η διείσδυση του εχθρικού στόλου. Η φρουρά της πόλης όμως μόλις έφθανε τις λίγες χιλιάδες.
Ο Αυτοκράτορας στράφηκε για βοήθεια και προς τα κράτη της Δύσης. Τελικά σοβαρές στρατιωτικές ενισχύσεις δεν κατέφθασαν ποτέ στην πόλη. Αντί για στρατιωτική βοήθεια στην Κωνσταντινούπολη έφθασε ένας καρδινάλιος, ελληνικής καταγωγής, ο Ισίδωρος, που είχε λάβει παλαιότερα μέρος στην Σύνοδο της Φλωρεντίας. Ο Ισίδωρος τέλεσε και μια λειτουργία στην Αγία Σοφία, το γεγονός αυτό όμως προκάλεσε μεγάλη αναταραχή μεταξύ του πληθυσμού της πόλης. Ένας από τους πιο σημαντικούς βυζαντινούς στρατηγούς του Αυτοκράτορα, ο Λουκάς Νοταράς, είπε:
Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν τη μέση τη πόλει φακίολον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν Λατινικήν.

Παρατάξεις

Ο Οθωμανικός στρατός

Ίσως να θεωρείται βέβαιο από τις πηγές ότι ο στρατός του Μωάμεθ Β' ήταν τουλάχιστον 150.000 άντρες. Σύμφωνα όμως με νεότερους ιστορικούς τα τακτικά στρατεύματα πρέπει να έφταναν τους 35.000-45.000 στρατιώτες, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν από τις ευρωπαϊκές και ασιατικές επαρχίες Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονταν το επίλεκτο σώμα 11.000 γενιτσάρων και αρκετοί χριστιανοί υποτελείς των Οθωμανών. Το στράτευμα συνίστατο σε πεζικό, ιππικόπυροβολικό. Επίσης υπήρχαν ελαφρά σώματα από τοξότες, σφενδονιστές και ακοντιστές. Όλοι οι πολεμιστές ήταν πολύ καλά εξοπλισμένοι με κάθε είδους όπλο, αμυντικό ή επιθετικό και έφεραν ασπίδες, επενδυμένες με σίδερο, κράνη, τόξα και βέλη, ξίφη και οτιδήποτε άλλο θεωρούνταν κατάλληλο για τειχομαχία. Ο στρατός ήταν άριστα εκπαιδευμένος και οργανωμένος και επικρατούσε μεγάλος ενθουσιασμός. Ο οθωμανικός στρατός φαινόταν πολύ μεγαλύτερος γιατί τον ακολουθούσε μεγάλος αριθμός από επικουρικό προσωπικό. Επί πλέον είχαν συγκεντρωθεί ατελείωτα πλήθη Τούρκων ατάκτων, που τους προσέλκυσε η προοπτική της λεηλασίας. Επίσης πολυάριθμοι φανατικοί μουσουλμάνοι μοναχοί (δερβίσηδες) και ιερωμένοι κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους στρατιώτες και με κηρύγματα τόνωναν την πολεμική ορμή τους.
Ο Μωάμεθ γνώριζε ότι χωρίς να μπορέσει πρώτα να ελέγξει την θαλάσσια περιοχή της πόλης πολύ δύσκολα θα κατάφερνε την άλωση της μόνο από την ξηρά. Γι΄ αυτό αποφάσισε να δημιουργήσει ένα ισχυρό στόλο που αποτελούνταν από 6 τριήρεις (οι οποίες αντί για τρεις παράλληλες σειρές κωπήλατων που είχαν οι αρχαίες, αυτές είχαν μία με τρεις κωπηλάτες), 10 διήρεις, περίπου 15 γαλέρες, περίπου 70 φούστες, 20 παραντάρια και έναν άγνωστο αριθμό από καΐκια και κότερα. Το μέγεθός του πρέπει να έφτανε τις 150 μονάδες. Ο σουλτάνος προσωπικά επέλεξε με προσοχή τους αξιωματικούς που θα τον στελέχωναν, ενώ ως διοικητή του επέλεξε έναν Βούλγαρο εξωμότη, τον Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου.
Η τελευταία πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, γαλλική μινιατούρα της εποχής, 15ος αιώνας
Όμως εκεί πού έδωσε την μεγαλύτερη προσοχή ο σουλτάνος ήταν στην κατασκευή πυροβόλων που θα μπορούσαν να καταστρέψουν τα ισχυρά τείχη που προστάτευαν την Κωνσταντινούπολη. Ο Μωάμεθ Β' υπήρξε ο πρώτος στρατιωτικός ηγέτης που είχε στην διάθεσή του πραγματικά οργανωμένο πυροβολικό. Ο άνθρωπος που το αναβάθμισε και το έκανε το καλύτερο της εποχής του ήταν ένας επιδέξιος τεχνίτης, ο Ουρβανός, ο οποίος ήταν ουγγρικής ή σαξονικής καταγωγής. Το μεγαλύτερο πυροβόλο που έφτιαξε ο Ουρβανός είχε μήκος 8 μέτρα και εκτόξευε πέτρινα βλήματα βάρους περίπου 400 κιλών. Συνολικά το οθωμανικό πυροβολικό είχε 70 πυροβόλα από τα οποία τα 11 εκτόξευαν βλήματα 250 κιλών και πάνω από 50 χρησιμοποιούσαν βλήματα 100 κιλών. Με αυτά ο Μωάμεθ σχημάτισε 14 πυροβολαρχίες, 9 από τις οποίες περιλάμβαναν μικρότερου διαμετρήματος πυροβόλα και 5 που περιλάμβαναν τα μεγαλύτερα πυροβόλα Ο ιστορικός Κριτόβουλος χαρακτηριστικά αναφέρει ότι οι υπόνομοι και οι υπόγειοι διάδρομοι που άνοιγαν οι Τούρκοι κάτω από τα τείχη αποδείχθηκαν εντελώς περιττοί καθώς τα κανόνια έδωσαν την λύση στο θέμα. Ακόμη και μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν ορατά σε πολλά σημεία της πόλης τα τεράστια βλήματα που βρίσκονταν στην ίδια θέση που είχαν πέσει το 1453.

Οι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης

Σχετικά με το στρατό των αμυνόμενων, εγκυρότερη θεωρείται η αναφορά του Σφραντζή, ο οποίος ανέλαβε την καταμέτρηση των δυνάμεων κατ’ εντολή του αυτοκράτορα. Ο Σφραντζής αναφέρει 4.937 βυζαντινούς και περίπου 2000 ξένους. Από τους ξένους ξεχωρίζαν οι 700 κατάφρακτοι στρατιώτες που έφθασαν στην βυζαντινή πρωτεύουσα τον Ιανουάριο του 1453 με δύο γενουάτικα πλοία. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος απένειμε στον αρχηγό τους Ιωάννη Ιουστινιάνη Λόνγκο, έμπειρο πολεμιστή, τον τίτλο του πρωτοστάτορος (αρχιστρατήγου) και του ανέθεσε την άμυνα της πόλης. Σε κάθε περίπτωση ο συνολικός αριθμός δεν πρέπει να υπερέβαινε τους 8.500
Οι βυζαντινοί διέθεταν και πυροβολικό, μικρότερο σε μέγεθος διαμετρημάτων σε σχέση με το οθωμανικό. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως στις πρώτες μέρες τις πολιορκίας και μετά σίγησε λόγω της ελάχιστης ποσότητας πυρίτιδας και βλημάτων, αλλά και τις διαφωνίας στον τρόπο χρήσης αυτών των όπλων
Στην αρχή τις πολιορκίας υπήρχαν στον Κεράτιο κόλπο 26 πλοία πολεμικά. Από αυτά 10 ανήκαν στο Βυζάντιο, 5 ήταν βενετικά, 5 γενοβέζικα, 3 κρητικά, 1 από την Ανκόνα, 1 από την Καταλωνία και 1 από την Προβηγκία. Υπήρχαν επίσης μικρότερα σκάφη και εμπορικά πλοία των Γενοβέζων που ήταν ελλιμενισμένα στο Πέραν

Τα τείχη της πόλης

Η μορφή της περιτειχισμένης Κωνσταντινούπολης μπορεί να περιγραφεί ως τριγωνική. Ως βάση του τριγώνου ήταν τα χερσαία τείχη ενώ οι πλευρές του, που αποτελούσαν και την ακτογραμμή της πόλης, σχηματιζόταν από τα θαλάσσια τείχη
Σχεδιαστική τομή των χερσαίων τειχών της Κωνσταντινούπολης
Τα χερσαία (ή Θεοδοσιανά) τείχη, που είχαν μήκος 5.570 μέτρων περίπου, εκτεινόταν από την αποβάθρα των Πηγών στην ακτή της Προποντίδας μέχρι τη συνοικία των Βλαχερνών. Σε όλο τους το μήκος ήταν διπλά, με εκείνο που έβλεπε προς την πόλη έφερε την ονομασία Έσω Τείχος και εκείνο που έβλεπε προς την πεδιάδα ονομαζόταν Έξω Τείχος. Η κύρια γραμμή άμυνας των βυζαντινών ήταν το Έσω τείχος, που είχε ύψος 12 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα, και περιλάμβανε 96 πύργους ύψους 18 ως 20 μέτρα ο καθένας. Οι πύργοι αυτοί απείχαν μεταξύ τους 55 μ. περίπου. Το Έξω Τείχος είχε 8,5 μέτρα ύψος και 2 μ. πλάτος και είχε επίσης 96 πύργους, που είχαν ύψος 10 μ. περίπου και ήταν τοποθετημένοι έτσι ώστε να βρίσκονται στο κέντρο του κενού που άφηναν ανάμεσά τους οι εσώπυργοι. Τα τείχη απείχαν μεταξύ τους 15 έως 20 μ. ενώ ο χώρος που υπήρχε μεταξύ τους ονομαζόταν από τους βυζαντινούς «Περίβολος». Σε όλο το μήκος του Έξω Τείχους και σε απόσταση 15 έως 17μ. περίπου από αυτό υπήρχε τάφρος που το πλάτος της ήταν 19 μέχρι 21 μ. και το βάθος της περίπου 10 μ. Τα χερσαία τείχη είχαν 10 πύλες
Η πρόσβαση στην πόλη από την θάλασσα παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες χάρης σε ένα ισχυρό θαλάσσιο ρεύμα στον Βόσπορο, τους βόρειους ανέμους αλλά και μια σειρά από ξέρες και ύφαλους που υπήρχαν στην Προποντίδα. Έτσι, για την προστασία των ακτών αρκούσε μόνο μια σειρά τειχών. Το παραθαλάσσιο τείχος του Κερατίου κόλπου εκτείνονταν από την συνοικία των Βλαχερνών μέχρι την παλαιά Ακρόπολη και είχε ύψος 10μ. περίπου, 17 πύλες, 110 πύργους και μήκος 5.600 μ. Στην εξωτερική πλευρά του υπήρχε μια στενή λωρίδα γης. Το τείχος της Προποντίδας, που ξεκινούσε από την Ακρόπολη και έφτανε ως την αποβάθρα των Πηγών, είχε ύψος 12 ως 15 μ., διέθετε 188 πύργους, περίπου 13 πύλες και είχε μήκος 8.900 μ. Σχεδόν σε όλο το μήκος το τείχος της Προποντίδας ήταν δίπλα στη θάλασσα, επομένως η αποβίβαση εχθρικών δυνάμεων ήταν αδύνατη και το έργο της άμυνας καθίστατο πιο εύκολο

Η πολιορκία

Οι Οθωμανοί προ των τειχών

Η Κωνσταντινούπολη και τα τείχη του Θεοδόσιου
Τα πρώτα οθωμανικά αποσπάσματα έκαναν την εμφάνιση τους στις 2 Απριλίου, ενώ ολόκληρο το στράτευμα έφτασε σταδιακά έξω από τα τείχη της πόλης έως στις 5 Απριλίου. Την ίδια ημερομηνία έφτασε και ο σουλτάνος με τις τελευταίες μονάδες και αμέσως απέκλεισε την πόλη από στεριά και θάλασσα
Όσον αφορά την διάταξη των αντιπάλων, ο αυτοκράτορας με τα καλύτερα στρατεύματά του ανέλαβε την υπεράσπιση του μεσαίου τμήματος των χερσαίων τειχών (Μεσοτειχίου), που ήταν και τα πιο ευπρόσβλητα, γιατί σ΄ εκείνο το σημείο τα διέσχιζε κάθετα ο χείμαρρος Λύκος. Απέναντί του τάχθηκε ο σουλτάνος με τους γενίτσαρους και άλλες επίλεκτες μονάδες, καθώς και το μεγάλο κανόνι που κατασκεύασε ο Ουρβανός
Αριστερά του αυτοκράτορα, προς την Προποντίδα, ήταν ο Καττενάο με τα γενοβέζικα στρατεύματά του, ο Θεόφιλος Παλαιολόγος, ο οποίος μαζί με μερικούς βυζαντινούς φύλασσε την πύλη των Πηγών, ο Φίλιππος Κονταρίνι που ήταν υπεύθυνος για το τμήμα από την πύλη των Πηγών μέχρι τη Χρυσή πύλη, στην οποία ήταν ο Γενοβέζος Μανουήλ, ενώ λίγο πιο κάτω, δίπλα στα θαλάσσια τείχη, ήταν ο Δημήτριος Καντακουζηνός. Απέναντί τους οι Οθωμανοί παρέταξαν τα μικρασιατικά στρατεύματα υπό τον Ισάκ πασά
Δεξιά του αυτοκράτορα, προς τον Κεράτιο Κόλπο, στο τμήμα των τειχών που ονομάζονταν Μυριάνδριον παρατάχθηκε ο Ιουστιννιάνης, ο οποίος λίγο μετά μετακινήθηκε στο σημείο που ήταν ο αυτοκράτορας. Αντικαταστάθηκε από ένα τμήμα υπό τους αδελφούς Μποκκιάρντι. Πιο πάνω, στο παλάτι των Βλαχερνών, εγκαταστάθηκε ο Βενετός βάιλος Μιννότο, ενώ ένας συμπατριώτης του, ο Τεόντορο Καρίστο, στρατοπέδευσε μαζί με τους άντρες του στο τμήμα των τειχών μεταξύ της πύλης Καλιγαρίας και του Θεοδοσιανού τείχους. Ο αρχιεπίσκοπος Λεονάρδος μαζί με τους αδελφούς Λανγκάσκο ήταν πίσω από την τάφρο στο σημείο που κατέληγε στον Κεράτιο. Όλοι αυτοί είχαν να αντιμετωπίσουν τα ευρωπαϊκά στρατεύματα των Οθωμανών, υπό τον Καρατζά πασά.
Η διάταξη των αντιπάλων
Τα θαλάσσια τείχη φυλάσσονταν από την πλευρά της Προποντίδας από τον Τζιάκομο Κονταρίνι, ο οποίος αμυνόταν στην περιοχή του Στουδίου. Δίπλα του υπήρχε ένα τμήμα από Έλληνες καλόγερους. Στο λιμάνι του Ελευθερίου ήταν ο πρίγκιπας Ορχάν με τους Τούρκους του, ενώ στο ανατολικό παράλιο της Προποντίδας εγκαταστάθηκαν άντρες της καταλανικής παροικίας υπό τον Περέ Χούλια. Ο καρδινάλιος Ισίδωρος με 200 τοξότες υπεράσπιζε το ακρωτήριο της ακρόπολης. Τις ακτές του Κερατίου κόλπου φύλασσαν 700 Βενετοί και Γενοβέζοι ναύτες υπό τον Γκαμπριέλε Τρεβιζάνο. Στον Αλβίζο Ντιέντο παραχωρήθηκε η διοίκηση των πλοίων που ήταν στον κόλπο. Απέναντί τους είχαν τον Ζαγανός πασά με ένα τμήμα του Οθωμανικού στρατού, το οποίο παρατάχθηκε στο σημείο όπου τα χερσαία τείχη ενώνονταν με τα τείχη του Κεράτιου. Μέσα στην πόλη υπήρχαν δύο αποσπάσματα ως εφεδρεία: ένα υπό τον Λουκά Νοταρά, που στάθμευε στην συνοικία της Πέτρας, και το άλλο, υπό τον Νικηφόρο Παλαιολόγο, κοντά στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων
Στις 6 Απριλίου κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία από τον Μωάμεθ Β', αφού πρώτα, σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής, η πρόταση του για να παραδοθεί η πόλη υποσχόμενος ότι θα σέβονταν την ζωή και την περιουσία των κατοίκων, απορρίφθηκε από τους βυζαντινούς. Αμέσως ξεκίνησε ο κανονιοβολισμός, με αποτέλεσμα ένα τμήμα των τειχών κοντά στη Χαρίσια πύλη να καταστραφεί, όμως οι υπερασπιστές κατάφεραν να το επισκευάσουν γρήγορα. Ταυτόχρονα οι Οθωμανοί άρχισαν εργασίες για να παραγεμίσουν την τάφρο, ώστε σε περίπτωση ρήγματος των τειχών να μπορούν να επιτεθούν με ευκολία. Επίσης αναλήφθηκαν υπονομευτικές εργασίες εναντίον των τμημάτων των τειχών που το έδαφος ήταν κατάλληλο. Στην θάλασσα τα πλοία έκαναν την πρώτη τους επίθεση, πιθανόν στις 9 Απριλίου, χωρίς επιτυχία, με αποτέλεσμα ο Μπαλτόγλου να περιμένει την άφιξη της μοίρας του Ευξείνου για να σχεδιάσει νέες επιχειρήσεις. Το διάστημα μεταξύ 6 με 11 Απριλίου ο Μωάμεθ πήρε μερικά στρατεύματα και κυρίευσε δύο φρούρια που υπήρχαν έξω από την πόλη, το Θεράπειο και Στουδίου, ενώ την ίδια περίοδο ο Μπαλτόγλου επιτέθηκε και κατέλαβε τα Πριγκιπόνησα
Στις 12 κατέφθασε ο τουρκικός στόλος από την Καλλίπολη και αγκυροβόλησε στο Διπλοκιόνιο. Ήταν ο πρώτος πραγματικά αξιόμαχος στόλος που είχαν αποκτήσει οι Οθωμανοί. Την ίδια μέρα ξεκίνησε ο βομβαρδισμός με τα κανόνια, που συνεχίστηκε αδιάκοπα σε όλο το διάστημα της πολιορκίας. Οι Βυζαντινοί δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα δικά τους κανόνια, που άλλωστε ήταν πολύ κατώτερα από τα τουρκικά, τα οποία είχαν τοποθετήσει πάνω στα τείχη για να βάλλουν εναντίον των πολιορκητών, αλλά γρήγορα διαπίστωσαν ότι κάθε βολή τους προκαλούσε ρωγμές στα ίδια τα τείχη. Ωστόσο η άμυνα τις πρώτες βδομάδες διεξάγονταν με επιτυχία.
Την νύχτα της 18ης Απριλίου οι Οθωμανοί επιτέθηκαν με αλαλαγμούς και τυμπανοκρουσίες στο Μεσοτείχιο. Καθώς το σημείο επίθεσης ήταν στενό η αριθμητική υπεροχή των Τούρκων ήταν χωρίς νόημα, ενώ η ανώτερη θωράκιση των βυζαντινών, όπως και η ηγετική ικανότητα του Ιουστινιάνι, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην νικηφόρα απόκρουση της επίθεσης. Μετά από τέσσερις ώρες άκαρπων επιθέσεων οι Οθωμανοί υποχώρησαν έχοντας 200 νεκρούς ενώ οι υπερασπιστές κανέναν.
Στις 20 Απριλίου σημειώθηκε ένα αναπάντεχα ευχάριστο γεγονός για τους πολιορκημένους: Στολίσκος τεσσάρων πλοίων ( αποτελούμενος από τρία γενουάτικα πλοία και ένα βυζαντινό), μετά από νικηφόρα σύγκρουση με αριθμητικά υπέρτερο τουρκικό στόλο, ήλθαν να ενισχύσουν τους Βυζαντινούς μεταφέροντας, μεταξύ των άλλων, τρόφιμα και εφόδια στην πολιορκημένη πρωτεύουσα . Ο σουλτάνος είχε τόσο αναστατωθεί από την ναυμαχία αυτή που προχώρησε έφιππος στην θάλασσα. Το γεγονός αυτό ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για την ψυχολογία των πολιορκημένων, οι οποίοι πίστευαν ότι η ευνοϊκή έκβαση της πολιορκίας ήταν πλέον ορατή
Ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ επιβλέπει την υπερνεώλκηση του τουρκικού στόλου. Πίνακας του Fausto Zonaro, (1854-1929)
Στις 22 Απριλίου, ο στόλος των Τούρκων ύστερα από επιχείρηση της προηγούμενης νύχτας, κατάφερε να διεισδύσει εντός του Κεράτιου κόλπου. Για τον σκοπό είχε κατασκευαστεί στην κοιλάδα μεταξύ των λόγγων, ένα είδος ξύλινης εξέδρας, επάνω από την οποία σύρθηκαν- με τη βοήθεια πλήθους ανθρώπων που ήταν στη διάθεση του Μωάμεθ Β΄- τα οθωμανικά πλοία, που είχαν τοποθετηθεί πάνω σε τροχούς. Για να μη γίνει αντιληπτό το εγχείρημα, τα κανόνια βομβάρδιζαν ακατάπαυστα το χερσαίο τείχος. Ο στόλος των Βυζαντινών και των Ιταλών συμμάχων τους, που στάθμευε εντός του Κεράτιου κόλπου, βρέθηκε ανάμεσα σε δύο πυρά και η κατάσταση της πόλης έγινε κρίσιμη. Τότε οργανώθηκε σχέδιο για να πυρποληθεί ο τουρκικός στόλος με υγρό πυρ την επόμενη νύχτα, όμως το σχέδιο προδόθηκε στους Τούρκους και έτσι δεν πραγματοποιήθηκε. Επιπλέον, η άμυνα της πόλης εξασθενούσε, καθώς έπρεπε πλέον να τοποθετηθούν και δυνάμεις στο τείχος του Κερατίου που ως τότε δεν είχε ανάγκη από ιδιαίτερη περιφρούρηση.
Στο μεταξύ στη βυζαντινή πρωτεύουσα είχε γίνει ιδιαίτερα αισθητή η έλλειψη τροφίμων. Οι πολεμιστές είχαν αρχίζει να κουράζονται με τις αλλεπάλληλες εχθρικές επιθέσεις. Επίσης Βενετοί και Γενουάτες διαπληκτίζονταν κατηγορώντας οι πρώτοι τους δεύτερους για συνεργασία με τον εχθρό. Υπήρχαν φήμες ότι οι Γενουάτες του Γαλατά, ο οποίος έμεινε ανέγγιχτος από τους Τούρκους σε όλο το διάστημα της πολιορκίας, βοηθούσαν τον σουλτάνο. Επίσης πολλοί Βυζαντινοί αλλά και ξένοι συμβούλευαν τον Αυτοκράτορα να διαφύγει, όμως ο Κωνσταντίνος με θάρρος και αξιοπρέπεια απέρριπτε την ταπεινωτική αυτή λύση.
Ο συνεχής βομβαρδισμός της πόλης, που δεν διακόπηκε για αρκετές βδομάδες καθόλου, εξάντλησε εντελώς τον πληθυσμό, άντρες, γυναίκες παιδιά, ιερείς, μοναχοί προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τις πολυάριθμες ρωγμές του τείχους. Η πολιορκία είχε ήδη διαρκέσει πενήντα μέρες. Ταυτόχρονα στο οθωμανικό στρατόπεδο επικρατούσαν φήμες, πιθανόν ψεύτικες, για την πιθανή άφιξη πολυάριθμου χριστιανικού στόλου από τη Δύση, κάτι που ανάγκασε τον Μωάμεθ να εντείνει την προσπάθεια για κατάληψη της πόλης.
Στις 21 Μαΐου, ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη. Ζητούσε την παράδοση της πόλης με την υπόσχεση να επιτρέψει στον Αυτοκράτορα και σε όσους το επιθυμούσαν να φύγουν με τα υπάρχοντά τους. Επίσης, θα αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Τέλος, εγγυόταν για την ασφάλεια και την περιουσία του πληθυσμού που θα παρέμενε στην πόλη. Οι αντιπροτάσεις του Κωνσταντίνου διαπνέονταν από πνεύμα αξιοπρέπειας και αποφασιστικότητας. Δέχονταν να πληρώσει άκομα υψηλότερους φόρους υποτέλειας και να παραμείνουν στα χέρια των Τούρκων όλα τα κάστρα και τα εδάφη που είχαν στο μεταξύ κατακτήσει. Για την Κωνσταντινούπολη όμως δήλωσε:
Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ' ἐμὸν ἐστίν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Δηλαδή, σε σύγχρονη απόδοση:
Το να σου (παρα)δώσω όμως την πόλη ούτε σε εμένα επαφίεται ούτε σε άλλον από τους κατοίκους της• διότι με κοινή απόφαση οι πάντες θα αποθάνουμε αυτοπροαίρετα και δεν θα υπολογίσομε τη ζωή μας.

Η τελική επίθεση

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τον Θεόφιλο Χατζημιχαήλ
Ύστερα από την αποτυχημένη προσέγγιση, ο Μωάμεθ Β' κάλεσε πολεμικό συμβούλιο και κατόπιν έβγαλε λόγο προς τους στρατιώτες του, ζητώντας του θάρρος και σταθερότητα. Τόνισε ότι υπάρχουν τρεις προϋποθέσεις για έναν επιτυχή πόλεμο: η επιθυμία (για τη νίκη), η ντροπή (για την ήττα) και η υπακοή στους ηγέτες. Επίσης δήλωσε με όρκο πως ο ίδιος ήθελε μόνο τα τείχη και τα οικοδομήματα της πόλης και πως αφήνει στο στρατό του όλα τα άλλα. Υπογράμμισε πως υπάρχουν θησαυροί μέσα στα κτήρια και κυρίως στις εκκλησίες και πως θα επωφεληθούν από τον Εξανδραποδισμό των κατοίκων, ανάμεσά τους υπήρχαν πολλές νέες γυναίκες. Τέλος διέταξε νηστεία και προσευχή. Η επίθεση ορίστηκε για την νύχτα της 29ης Μαΐου.
Στις 28 Μαΐου συντελέστηκε μεγάλη ακολουθία στην Αγία Σοφία, η τελευταία χριστιανική ακολουθία που πραγματοποιήθηκε στην περίφημη εκκλησία της πόλης, την οποία παρακολούθησε πλήθος αξιωματούχων και πιστών. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' σε λόγο προς τον λαό του, όπως τον διασώζει ο Σφραντζής, τον προέτρεψε να αντισταθεί γενναία, λέγοντας ότι οι Τούρκοι «υποστηρίζονται από όπλα, ιππικό, πυροβολικό και την αριθμητική τους υπεροχή, εμείς όμως στηριζόμεθα πρώτα στον Θεό και Σωτήρα μας και κατόπιν στα χέρια μας και στην δύναμή μας που μας έχει χαρίσει ο ίδιος ο Θεός». Ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε την ομιλία του ως εξής:
...Γνωρίσατε λοιπόν τούτο: Εάν ειλικρινά υπακούσετε ό,τι σας διέταξα, ελπίζω ότι, με τη βοήθεια του Θεού, θα αποφύγουμε τη δίκαιη τιμωρία Του, που κρέμεται επάνω μας.
Την Τρίτη το βράδυ, 29 Μαΐου, μεταξύ 01.00 και 02.00, εκδηλώθηκε γενική τουρκική επίθεση. Μόλις δόθηκε το σύνθημα η πόλη υπέστη συνδυασμένη επίθεση από τρεις πλευρές συγχρόνως. Οι Βυζαντινοί κατάφεραν να αποκόψουν τις υπόγειες σήραγγες απ' όπου οι Τούρκοι προσπάθησαν να περάσουν κάτω από τα τείχη. Παρόλο που στις επιθέσεις ήταν περισσότεροι αριθμητικά, οι Βυζαντινοί τους απώθησαν αρκετές φορές προκαλώντας τους τρομερές απώλειες. Οι δύο πρώτες επιθέσεις αποκρούστηκαν. Όμως ο Μωάμεθ Β' οργάνωσε πολύ προσεκτικά την τρίτη και τελευταία επίθεση. Με ιδιαίτερη επιμονή οι Τούρκοι επιτέθηκαν κατά του μέρους των τειχών το οποίο ήταν κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού (Πέμπτον), όπου πολεμούσε και ο ίδιος ο Αυτοκράτορας. Ένας από τους κύριους υπερασπιστές της πόλης, ο Γενουάτης Ιουστινιάνης, τραυματίστηκε σοβαρά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα. Αυτή η απώλεια υπήρξε ανεπανόρθωτη για τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, ακόμα και μετά από αυτή την επιτυχία, οι Οθωμανοί αδυνατούσαν να διεισδύσουν στην Πόλη . Στα τείχη, όμως, δημιουργούνταν συνεχώς ρήγματα και ο Αυτοκράτορας, πολεμώντας ως απλός στρατιώτης, έπεσε στην μάχη. Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τον θάνατο του και για τον λόγο αυτό ο θάνατός του έγινε γρήγορα θέμα ενός θρύλου που έχει συσκοτίσει την ιστορική πραγματικότητα. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να σπάσουν τη γραμμή άμυνας των τειχών, παρά μόνο όταν από εσωτερική προδοσία μπήκαν από την Κερκόπορτα και περικύκλωσαν τους αμυνόμενους.

Λεηλασίες

Η είσοδος του Μωάμεθ Β΄ στην Κωνσταντινούπολη (πίνακας του Jean-Joseph Benjamin-Constant, 19ος αιώνας).
Η πολιορκία κράτησε σχεδόν 2 μήνες και, τελικά, ο σημαντικά ισχυρότερος Μωάμεθ κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη την Τρίτη 29 Μαΐου 1453 (αποφράς ημέρα). Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου οι Τούρκοι όρμησαν μέσα στην πόλη, αρχίζοντας μαζικές λεηλασίες. Ένα μεγάλο πλήθος πολιτών κατέφυγε στην Αγία Σοφία, ελπίζοντας να βρει εκεί ασφάλεια. Αλλά οι Τούρκοι διέρρηξαν την κεντρική πύλη και όρμησαν μέσα στην εκκλησία όπου έσφαξαν το πλήθος. Την ημέρα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης, ή πιθανόν την επόμενη, ο Σουλτάνος εισήλθε επίσημα στην πόλη και πήγε στην Αγία Σοφία, όπου και προσευχήθηκε. Κατόπιν ο Πορθητής εγκαταστάθηκε στα αυτοκρατορικά ανάκτορα των Βλαχερνών.
Όπως παραδίδει ο Σφραντζής, δόθηκε διαταγή για τριήμερη λεηλασία της πόλης. Άλλες πηγές αναφέρουν πως ουσιαστικά η λεηλασία έπαυσε μετά την πρώτη ημέρα. O ιστορικός Δούκας αναφέρει πως ο σουλτάνος επιφύλαξε για τον εαυτό του τα οικοδομήματα και τα τείχη της πόλης, αφήνοντας τα υπόλοιπα αγαθά, τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα στη διάθεση των στρατευμάτων. Ο άμαχος πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης θανατωνόταν χωρίς διάκριση Οι εκκλησίες με επικεφαλής την Αγία Σοφία, καθώς και τα μοναστήρια με όλο τους τον πλούτο λεηλατήθηκαν και βεβηλώθηκαν, ενώ οι ιδιωτικές περιουσίες έγιναν αντικείμενο αρπαγής και λαφυραγωγίας. Κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών χάθηκαν αναρίθμητοι πολιτιστικοί θησαυροί. Πολύτιμα βιβλία κάηκαν, κομματιάστηκαν ή πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές. Ο ιστορικός Κριτόβουλος, που ανήκε στο οθωμανικό στρατόπεδο, αναφέρει ότι δεν υπήρξε στοιχειώδης οίκτος κατά τις λεηλασίες και η πόλη ερημώθηκε ολοσχερώς

Επακόλουθα της Άλωσης

ΣύμπτυξηΒυζαντινή Κωνσταντινούπολη
Byzantine Constantinople-el.svg
330Ίδρυση της πόλης
413Ολοκλήρωση των Θεοδοσιανών Τειχών
474Μεγάλη πυρκαγιά
532Στάση του Νίκα
537Ολοκλήρωση της Αγίας Σοφίας
626Πολιορκία από τους Άβαρους
674-78Α´ αραβική πολιορκία
717-18Β´ αραβική πολιορκία
1204Σταυροφορική άλωση
1261Επανάκτηση της πόλης
από τον Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγο
1453Οθωμανική άλωση

Η Ορθόδοξη Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπαψε πια να υφίσταται και στη θέση της ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, της οποίας η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από την Αδριανούπολη στην Κωνσταντινούπολη όπου και μετονομάστηκε από τους Τούρκους Κονσταντινιγιέ. Το όνομα Ιστάνμπουλ πορέκυψε αργότερα ,από την συνβίωση των δύο γλωσσών παρέμεινε όμοως λαϊκό (από τη φράση εις την πόλιν) και παρέμεινε έδρα της Αυτοκρατορίας ως την οριστική κατάλυσή της, το 1922. Αντίθετα το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης έλαμψε με την ανάδειξη σε πατριάρχη του ανθενωτικού Γεννάδιου Σχολάριου καθ΄ υπόδειξη του Μωάμεθ λαμβάνοντας από τον ίδιο και διάφορα πρόσθετα προνόμια μέχρι ακόμα και οθωμανική φρουρά.
Πρώτος που φέρεται να προσπάθησε να συνεγείρει τους Ηγεμόνες της Δύσης για ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Χριστιανούς ήταν ο τότε Μέγας Μάγιστρος του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη των Ιεροσολύμων, που έδρευε την εποχή εκείνη στη Ρόδο, ο Ζαν ντε Λαστίκ ο οποίος με γράμματά του στον Πάπα και σε όλους τους Ηγεμόνες τους εξόρκιζε να πάρουν τα όπλα και «να εκδικηθούν για το χριστιανικό αίμα που χύθηκε στην Κωνσταντινούπολη εξ αιτίας των Τούρκων αλλά και για τη σωτηρία της Ρόδου του ισχυρότατου αυτού προμαχώνα της χριστιανικής πολιτείας». Παράλληλα όμως υπήρχαν και πολλοί Έλληνες που διέτρεχαν την Ευρώπη κηρύττοντας "ιερό πόλεμο" κατά των Τούρκων, μεταξύ αυτών ήταν ο Ισίδωρος ο Πελοποννήσιος, ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος, ο Ανδρόνικος ο Θεσσαλονικεύς κ.ά., ενώ ο Ρόδιος λαϊκός στιχουργός Εμμανουήλ Γεωργιλάς απέδιδε το πνεύμα της εποχής σε ποιήματά του προτρέποντας τη Δύση να συνασπιστεί κατά των Τούρκων για την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης, επειδή:
"Η Πόλις ήτον το σπαθί, / η Πόλις το κοντάρι.
Η Πόλις ήτον το κλειδί / της Ρωμανίας όλης
Κ΄ εκλείδωνε κ΄ εσφάλιζεν / όλην την Ρωμανίαν
Κ΄ όλον το Αρχιπέλαγος / εσφικτοκλείδωνέν το".
Στις παραπάνω εκκλήσεις ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ επέδειξε πλήρη αδιαφορία, σε αντίθεση με τους διαδόχους του στον παπικό θρόνο Κάλλιστο Γ΄ και Πίο Β΄. Επίσης ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καθώς και ο Δούκας Φίλιππος της Βουργουνδίας ο επιλεγόμενος Καλός μόλις ενημερώθηκαν σχετικά με την άλωση συναντήθηκαν και συσκέφθηκαν πλην όμως οι προθέσεις τους ναυάγησαν από την «ακατονόμαστη αντίσταση» και για «ελεεινές μικροφιλοτιμίες» του τότε βασιλέως της Γαλλίας Καρόλου Ζ΄
Υπενθυμίζεται ότι την εποχή εκείνη ένα μεγάλο μέρος του ελλαδικού χώρου αποτελούσαν βασίλεια όπως της Κύπρου, Δουκάτα όπως το φράγκικο των Αθηνών και κυρίως ενετικές κτήσεις όπως το Δουκάτο του Αρχιπελάγους με έδρα τη Νάξο, η Εύβοια ή Νεγρεπόντε και Κεφαλονιά (από το 1209), η Κρήτη (από το 1212), η Κέρκυρα (από το 1215), η Ρόδος κ.ά., τα δύο δεσποτάτα Μυστρά και Ηπείρου καθώς και κάποια αρχονταρίκια.
Όταν το 1456 ο Μωάμεθ Β' απέσπασε από τους Φράγκους την Αθήνα και λίγο αργότερα υπέταξε όλες τις ελληνικές περιοχές, όπως και την Πελοπόννησο τότε ξύπνησε από το λήθαργο η Δύση και άρχισαν ν΄ ακούγονται οι πρώτες φωνές για τον άπιστο και κοινό εχθρό. Ο Παρθενώνας, που τότε είχε μετατραπεί από τους χριστιανούς σε εκκλησία της Θεοτόκου, επανα-μετατράπηκε με διαταγή του ίδιου του Μωάμεθ Β΄ σε τζαμί. Το 1457 εμφανίζεται στο Αιγαίο ο παπικός στόλος που ξεκινά επιδρομές για κατάληψη νήσων που βρίσκονταν υπό τουρκική κυριαρχία με συνέπεια την κατάργηση της Ηγεμονίας του Αίμου του Οίκου των Κατελούζων. Το 1461, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας περιήλθε και αυτή στην εξουσία των Οθωμανών. Την ίδια χρονιά καταλήφθηκαν και τα τελευταία υπολείμματα του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης μπορεί να σηματοδότησε την έναρξη της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα, πλην όμως το σημαντικότερο: οδήγησε στον κολοφώνα της αναγέννησης των αρχαίων ελληνικών σπουδών που μεταλαμπαδεύτηκε στην Ιταλία αρχικά καθώς και στην υπόλοιπη Ευρώπη στη συνέχεια. Πόλεις όπως η Βενετία, η Φλωρεντία, η Ρώμη κ.ά. άνοιξαν την αγκαλιά τους στους πρόσφυγες βυζαντινούς λόγιους που εγκαταστάθηκαν σε αυτές μεταφέροντας το πολύτιμο φορτίο της αρχαίας Ελλάδας, συμβάλλοντας έτσι στην ανάδειξη των νέων τάσεων κυρίως του ουμανισμού που έφερνε ο νέος αιώνας (15ος αιώνας).

Θρύλοι και παραδόσεις

Η Πύλη του Χαρίσιου από την οποία μπήκε στην Κωνσταντινούπολη ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής όπως είναι σήμερα. Υπάρχει στα δεξιά μαρμάρινη επιγραφή που υπενθυμίζει το γεγονός.
Ο τρόπος που θυσιάστηκε ο τελευταίος Αυτοκράτορας, καθώς και ότι δεν διασώθηκαν πληροφορίες για τις τελευταίες στιγμές του στο πεδίο της μάχης, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για ποικίλους θρύλους με κυριότερο αυτόν του «μαρμαρωμένου βασιλιά» που περιμένει την στιγμή να ανακτήσει την Πόλη και την Αυτοκρατορία του
Μια λαϊκή χριστιανική παράδοση, αναφέρει ότι τη στιγμή που διέρρηξαν οι Τούρκοι την πύλη της Αγίας Σοφίας τελούνταν η θεία λειτουργία και ο ιερέας τη στιγμή που είδε τους μουσουλμάνους να ορμούν στο πλήθος των πιστών, εισήλθε και εξαφανίσθηκε μέσα στον τοίχο, πίσω από το Άγιο Βήμα, που άνοιξε μπροστά του κατά τρόπο θαυμαστό. Λέγονταν ότι όταν η Κωνσταντινούπολη θα επανέλθει στα χέρια των Χριστιανών, ο ιερέας θα βγει από τον τοίχο για να συνεχίσει την λειτουργία. Ένας άλλος θρύλος λέει ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος στο ένα του χέρι είχε έξι δάχτυλα και αν βρεθεί κάποιος Έλληνας που έχει έξι δάχτυλα τότε θα ανακτήσει (ο Κωνσταντίνος) την Πόλη και την αυτοκρατορία του.
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ο Αμερικάνος ιστορικός Ε. Α. Γκρόσβενορ αναφέρει ότι στην συνοικία Αμπού Βέφα στην Κωνσταντινούπολη, υπήρχε ένας χαμηλός ανώνυμος τάφος τον οποίο οι Έλληνες τιμούσαν ως τάφο του Κωνσταντίνου και τον χρησιμοποιούσαν κρυφά ως τόπο προσευχής. Όμως η Οθωμανική Κυβέρνηση επενέβη εκείνη την εποχή επιβάλλοντας ποινές και ερημώνοντας το μέρος

Η πρόσληψη της Άλωσης από την διεθνή και νεοελληνική ιστοριογραφία

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης του 1453 αποτέλεσε ένα από τα γεγονότα-ορόσημα της Παγκόσμιας Ιστορίας τα οποία σηματοδοτούσαν την μετάβαση από τη μεσαιωνική εποχή έως τους νεώτερους χρόνους, σύμφωνα και με την τριμερή διάκριση του Christoph Cellarius με το έργο του Historia Medii Aevi
Η πρόσληψη και ενσωμάτωση της Άλωσης από την ιστοριογραφία του 19ου αιώνα ακολουθεί την ενσωμάτωση του Βυζαντίου και της Βυζαντινής ιστορικής περιόδου. Οι ποϋποθέσεις αφομοίωσής της ήταν μεταξύ άλλων, η θρησκευτική της σημασία, κάτι που έβρισκε υποδοχές στην λαϊκή κουλτούρα. Μπορούσε να γίνει ένα απτό σύμβολο στα πλαίσια συγκρότησης της εθνικής ιδεολογίας. Έτσι γινόταν αντιληπτή ως πτώση της βασιλείας των Ορθοδόξων. Εθνικοποιείται επειδή η Κωνσταντινούπολη αποτελούσε το πιο σημαντικό κέντρο της Ανατολής και επομένως κεντρικό σημείο στα πλαίσια της υλοποίησης της Μεγάλης Ιδέας
Σπυρίδων Ζαμπέλιος στην εκτεταμένη εισαγωγή του στο έργο του Άσματα Δημοτικά της Ελλάδος, δεν επικεντρώνεται στους εσωτερικούς παράγοντες παρακμής της αυτοκρατορίας, αλλά στην άπληστη καθολική Δύση, η οποία από το 1204 συνέβαλε στην παρακμή της αυτοκρατορίας. Τελικά η Θεία Πρόνοια επέλεξε τον Οθωμανό κατακτητή ώστε να σωθεί από τους Καθολικούς δυνάστες. Σε αυτό το σημείο συμφωνεί και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, χωρίς όμως να υιοθετεί και τη φιλοσοφική θεώρηση του Ζαμπέλιου
Διάφοροι άλλοι εκπρόσωποι της ρομαντικής ιστοριογραφικής τάσης, όπως ο Αλέξανδρος ΠασπάτηςΚωνσταντίνος ΣάθαςΣπυρίδων ΛάμπροςΑδαμάντιος ΑδαμαντίουΒασίλειος ΜυστακίδηςΘεοδόσιος ΒενιζέλοςΑθανάσιος ΒερναρδάκηςΚωνσταντίνος Άμαντος εμπλουτίζουν το αντιδυτικό ερμηνευτικό τους σχήμα με αναφορές σε προδοτικές ενέργειες των Λατίνων (π.χ. η αλλαγή στρατοπέδου του Ουρβανού του τεχνίτη που κατασκεύασε το κανόνι, η βοήθεια των Γενουατών του Γαλατά στους Τούρκους, η λιποψυχία του Ιουστινιάνη). Οι ιστορικοί αυτοί επέλεγαν το λεγόμενο Majus χρονικό του Γεώργιου Σφρατζή -ένα συμπίλημα συνταγμένο στα 1573-1575 από τον Μακάριο Μελισσηνό- με έντονα θρησκευτικό χαρακτήρα και διαπνεόμενο από την αντίληψη πως ο Θεός κατευθύνει τις τύχες του κόσμου χρησιμοποιώντας τους ανθρώπους και ακόμα και τους Τούρκους για να εκπληρώσει τους σκοπούς του

Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Η κλοπή των αλόγων της Χίου - Για πρώτη φορά στη σύγχρονη εποχή έρχεται στο φως η φωτογραφία της μεταφοράς.


Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΓΛΥΠΤΩΝ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ
Για πρώτη φορά στη σύγχρονη εποχή έρχεται στο φως η φωτογραφία της μεταφοράς από τη Ρώμη στη Βενετία των δύο περίφημων αγαλμάτων αλόγων, τα οποία έχουν κλαπεί από το κάστρο μας ως λάφυρα πολέμου. Τα αριστουργηματικά γλυπτά κοσμούν σήμερα την εκκλησία του Αγ. Πέτρου στη Βενετία και τα θαυμάζει όλος ο κόσμος, όταν μεταδίδεται η λειτουργία στην οποία χοροστατεί ο Πάπας.


Στην λεζάντα της φωτογραφίας αναφέρεται ότι αποτέλεσαν λάφυρα πολέμου και ακολούθησαν τη διαδρομή από την Χίο στην Ρώμη, στην Κωνσταντινούπολη, στην Βενετία το 1204, στο Παρίσι το 1797, επέστρεψαν στη στην Βενετία το 1815, από εκεί μεταφέρθηκαν πάλι στην Ρώμη το 1915 και επιστράφηκαν στην Βενετία το 1919.
Την ιστορική φωτογραφία – ντοκουμέντο από το φύλλο της 2/3/1919 των New York Times ανάρτησε ο Γιάννης Κοκκαράκης στην ομάδα Παλαιές Φωτογραφίες Χίου, στο FB.


politischios.gr


Σάββατο 26 Μαΐου 2018

Γάμοι και Βαφτίσεις: Ημερομηνίες που δεν επιτρέπονται


Πολλοί δεν γνωρίζουν ότι η θρησκεία μας απαγορεύει κάποιες συγκεκριμένες ημέρες να γίνονται γάμοι και βαφτίσεις, με αποτέλεσμα να βρίσκουν μια ημερομηνία που τελικά δεν είναι διαθέσιμη.

Για να κάνετε τον προγραμματισμό σας σωστά, μαζέψαμε όλες τις ημερομηνίες σε ένα άρθρο ώστε να μπορείτε να τις βρείτε εύκολα. 

Ημερομηνίες που δεν γίνονται γάμοι και βαφτίσεις είναι οι ακόλουθες: 

14 Σεπτεμβρίου (Ύψωση του Τιμίου Σταυρού)
Από 18 ως 25 Δεκεμβρίου (Νηστεία Χριστουγέννων)
5 Ιανουαρίου (παραμονή των Φώτων)
6 Ιανουαρίου (Θεοφάνεια – Ημέρα των Φώτων)
Σαρακοστή (Καθαρά Δευτέρα μέχρι Μεγάλο Σάββατο)
Τα Ψυχοσάββατα (Αν είναι μέσα στη Σαρακοστή)
Του Αγίου Πνεύματος
Των Αγίων Αποστόλων (από Κυριακή Αγίων Πάντων μέχρι της Παραμονής της εορτής)
Από 1 ως 15 Αυγούστου (Νηστεία Δεκαπενταύγουστου)
29 Αυγούστου (Αποτομή Τιμίας Κεφαλής Προδρόμου)
Σαρακοστή (Καθαρά Δευτέρα μέχρι Μεγάλο Σάββατο) 


Αξίζει να γνωρίζετε επίσης ότι: 
Κάποιος Ναός, μπορεί να απαγορεύσει έναν γάμο ή μια βάφτιση αν η ημερομηνία συμπίπτει με την ημερομηνία που γιορτάζει ο Ναός.
Εάν υπάρχει σοβαρός λόγος που πρέπει να τελεσθεί ένα μυστήριο τότε πρέπει να δοθεί ειδική άδεια από τον Μητροπολίτη. 


Θα κλείσουμε το άρθρο μας, λέγοντάς σας ότι πάντα καλό είναι να ρωτάτε και τον ιερέα του Ναού που θέλετε να τελεστεί το μυστήριο. Κάποιοι ιερείς λειτουργούν αυτόνομα οπότε καλό είναι να ρωτήσετε για τη διαθεσιμότητα της ημέρας για να είστε απολύτως σίγουροι.

[vimaorthodoxias.gr]

Η βάση της ελληνικής μυθολογίας χρονολογικά πρέπει να φτάνει ως το 16.000 πριν από σήμερα


Η εποχή που, όταν οι θεοί «θύμωναν», γίνονταν σεισμοί και κατακλυσμοί, δημιουργούνταν νέες στεριές, νησιά αναδύονταν από τη θάλασσα και άλλα καταποντίζονταν χαρακτηρίζεται σήμερα απλώς μυθική, άρα στη σφαίρα της φαντασίας.

Στην πραγματικότητα όμως αυτοί οι μύθοι αντανακλούσαν μεγάλα φυσικογεωλογικά γεγονότα, που διασώθηκαν έτσι στο πέρασμα χιλιετιών. Αυτός είναι και ο λόγος που ο καθηγητής Γεωλογίας κ. Ηλίας Μαριολάκος θέτει το ζήτημα της επανεξέτασης της Προϊστορικής εποχής κάτω από τα νέα δεδομένα της γεωλογικής έρευνας.

«Θεοί, θεότητες, ήρωες, τέχνες και τεχνολογία, οικονομική δραστηριότητα, ακόμα και το πολίτευμα συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το φυσικογεωλογικό περιβάλλον και τις μεταβολές του. Γι΄ αυτό πιστεύω ότι θα μπορούσε να αναπτυχθεί η γεωμυθολογική ανάλυση διαφόρων συμβάντων στη Γη και ιδιαίτερα στον δικό μας χώρο», λέει ο κ. Μαριολάκος. Αλλωστε θεωρεί ότι η βάση της ελληνικής μυθολογίας χρονολογικά πρέπει να φτάνει ως το 16.000 πριν από σήμερα!

Για το θεό Αχελώο δεν ήταν τίποτε να ξαποστείλει τις νύμφες που ζούσαν γύρω από τις εκβολές του, στη… θάλασσα _ «σε έναν άλλο τόπο» όπως λέει χαρακτηριστικά ο μύθος_ για να τις τιμωρήσει που δεν τον τιμούσαν όπως έπρεπε ενώ αντίθετα τιμούσαν άλλους θεούς. Και όντως έτσι έγινε, με αποτέλεσμα οι Εχινάδες νύμφες να γίνουν τα μικρά νησάκια, που βρίσκονται… έκτοτε στο Ιόνιο, κατά μήκος των ακτών της Αιτωλοακαρνανίας.

Ο περιγραφόμενος από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη κατακλυσμός της Σαμοθράκης που, όπως λέει, ήταν ο αρχαιότερος από όλους και στον οποίο εμπλέκεται και ο Δάρδανος, που σύμφωνα με διάφορες εκδοχές θεωρείται ο θεμελιωτής της Τροίας ήταν πραγματικό γεγονός. Άλλωστε, η ονομασία Δαρδανέλια αλλά και η προϊστορική χώρα Δαρδανία φέρουν το όνομά του. Ο κατακλυσμός αυτός, πριν από 14.000 _ 12.500 χρόνια προέκυψε από την είσοδο της Μαύρης θάλασσας στο Αιγαίο έτσι, που η περιοχή του Βοσπόρου (πόρος βοός) από κοιλάδα που ήταν, να αποκτήσει ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα. Αλλά και τα πολλά επίθετα του Ποσειδώνα «Ισθμιος», «Γεωσείστης», «Σεισίχθων» κ. ά. φανερώνουν μεγάλες γεωλογικές μεταβολές, όπως και οι μύθοι που σχετίζονται με τους Τιτάνες.

«Σε όλα αυτά υπάρχει ταύτιση του μύθου με γεωφυσικά γεγονότα, κι επειδή, όσο πάμε σε παλαιότερες εποχές, τόσο περισσότερο ο άνθρωπος – στην προκειμένη περίπτωση ο Homo sapiens – εξαρτάται από το περιβάλλον, τόσο η ελληνική μυθολογία είναι γεμάτη από περιγραφές τέτοιων φαινομένων, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο πολιτισμικό γίγνεσθαι των προϊστορικών ανθρώπων», λέει ο Μαριολάκος.

Ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός συνδέεται άμεσα με το γεωπεριβάλλον και τις μεταβολές του, κατά τα τελευταία 18.000 χρόνια κυρίως, πιστεύει ο κ. Μαριολάκος. «Στον Αιγαιακό και Περι – Αιγαιακό χώρο οι ρίζες του πολιτισμού συνδέονται όχι μόνον με τις ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες της περιοχής αλλά και με το γεωτεκτονικό δυναμικό.

Μέσα σε 12.000 χρόνια είχε αλλάξει εντελώς ολόκληρο το παράκτιο τοπίο. Οι ρίζες λοιπόν του αρχαιοελληνικού πολιτισμού συνδέονται με αυτές τις φυσικογεωλογικές μεταβολές και με το γεωδυναμικό καθεστώς που επικρατούσε στην περιοχή», λέει.

Κι επειδή, όσο η μελέτη πηγαίνει βαθύτερα στο παρελθόν, τόσο περισσότερο ο άνθρωπος – στην προκειμένη περίπτωση ο Homo sapiens – εξαρτάται από το περιβάλλον, τόσο η μυθολογία είναι γεμάτη από περιγραφές τέτοιων φαινομένων. Επομένως, όπως λέει ο κ. Μαριολάκος «Η ελληνική μυθολογία δεν είναι μόνον αποκύημα της φαντασίας των ευφάνταστων Ελλήνων αλλά υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα σε πολλούς μύθους και σε φυσικογεωλογικές διεργασίες που εξελίχθηκαν στον Περι – Αιγαιακό και Παρα – Ευξείνιο χώρο ενώ υπάρχουν αναφορές που συνδέονται με πάρα πολύ παλαιά φυσικογεωλογικά φαινόμενα και διεργασίες, δηλαδή κατά την Άνω Παλαιολιθική Εποχή».

Αναπόφευκτα όμως δημιουργούνται έτσι και πολλά εύλογα ερωτήματα, που ζητούν απάντηση: Πως είναι δυνατόν δηλαδή να διατηρήθηκαν όλοι αυτοί οι μύθοι, δηλ. η προφορική παράδοση ως την ιστορική εποχή. Σε ποια γλώσσα έγινε η προφορική μετάδοση από γενιά σε γενιά. Δηλαδή σε ποια γλώσσα μεταβιβάστηκε η φυσικογεωλογική αυτή εξέλιξη από τις γενιές της Άνω Παλαιολιθικής εποχής, της Μεσολιθικής και της Νεολιθικής εποχής, ως την εποχή του Ησιόδου και των άλλων που τα κατέγραψαν.

Επιπλέον, αν οι Έλληνες έφτασαν στον ευρύτερο Αιγαιακό χώρο γύρω στο 2000 π. Χ. (ή κατ’ άλλους γύρω στο 3000 π. Χ)., σε ποια γλώσσα συνεννοηθήκαν με τους «Προέλληνες» ντόπιους. Και εν τέλει αν ήλθαν από το Βορρά (ινδοευρωπαϊκή εκδοχή), γιατί δεν έφεραν μαζί τους κάποιον μύθο, που να συνδέεται με τους παγετώνες, και γενικότερα τα φαινόμενα που συνδέονται με το ψύχος. 

[tovima.gr]

Και όμως, η Γη δεν είναι το μέρος με τη μεγαλύτερη ποσότητα νερού στο Ηλιακό Σύστημα (ούτε κατά διάνοια)


Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την εντύπωση πως ο πλανήτης είναι ένας παραδεισένιος κόσμος με τεράστιες ποσότητες νερού που επιτρέπουν την δημιουργία και διατήρηση ζωής. Στη πραγματικότητα όμως, η Γη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «έρημος» σε σχέση με άλλα ουράνια σώματα του ηλιακού μας συστήματος.

Ο δορυφόρος Ευρώπη του πλανήτη Δία έχει μελετηθεί από διαστημικές αποστολές και με βάση μόνο τα στοιχεία του Voyager, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις πως κάτω από τη παγωμένη επιφάνειά του, υπάρχει διπλάσια ποσότητα νερού απ’ όση στη Γη. Η πολυαναμενόμενη αποστολή Europa Clipper που θα εκτοξευτεί κάποια στιγμή μετά το 2022, θα μελετήσει με μοναδική ακρίβεια αυτό το μακρινό και μυστηριώδη κόσμο.

Ακόμη και ο μικροσκοπικός Πλούτωνας διαθέτει πιθανότατα ποσότητα νερού ίση με αυτή της Γης όπως προέκυψε από τα στοιχεία της αποστολής New Horizon. 

Η παρακάτω εικόνα μας δίνει μια ιδέα των εκτιμήσεων για τις ποσότητες νερού που υπάρχουν σε εννέα κόσμους του ηλιακού μας συστήματος.



Η ποσότητες που αναγράφονται στη παραπάνω εικόνα είναι σε ζεταλίτρα (ZL), δηλαδή μια μονάδα μέτρησης που αντιστοιχεί σε 1.000.000.000.000.000.000.000 λίτρα ή 1 δισεκατομμύριο κυβικά χιλιόμετρα νερού.

Η Γη διαθέτει «μόλις» 1,335 ZL νερού, τη στιγμή που η Ευρώπη διαθέτει διπλάσια ποσότητα, δηλαδή 2,6 ZL, Η Καλλιστώ 5,3 ZL, ο Τιτάνας 18,6 ZL και ο Γανυμήδης 35,4 ZL νερού δηλαδή 26 φορές περισσότερο από αυτό του πλανήτη μας. 

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, δεν είναι τυχαίο που οι διαστημικές υπηρεσίες σχεδιάζουν μελλοντικές αποστολές σε αυτούς τους μακρινούς κόσμους, τόσο για να υπολογίσουν με ακρίβεια τη ποσότητα νερού που διαθέτουν, όσο και να ερευνήσουν τις πιθανότητες εξωγήινης ζωής. 

Πηγή: Business Insider

Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

Τί αναφέρει ο Πλάτωνας για τη «Χαμένη» Ατλαντίδα


Η αναφορά του Πλάτωνα, που είναι ο μόνος ο οποίος έγραψε για την Ατλαντίδα και μάλιστα σε δύο Διαλόγους του, στον Τίμαιο και στον Κριτία, εξακολουθεί να αποτελεί αξεδιάλυτο μυστήριο που εξάπτει το ενδιαφέρον και αφήνει τη φαντα σία να καλπάζει. Ένας πραγματικός μύθος καθώς δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί αλλιώς αφ’ ης στιγμής δεν υπάρχει καμία ένδειξη για την ύπαρξη αυτής της ηπείρου.Υπήρξε, δεν υπήρξε η Ατλαντίδα, δεν μπορεί να δοθεί σαφής απάντηση, εφόσον οι έρευνες έχουν αποβεί άκαρπες μέχρι τώρα, δεδομένου ότι οι επιστήμονες και ερευνητές την έχουν αναζητήσει εξαντλητικά από τον Ατλαντικό και τις Αζόρες ως τις Σκανδιναβικές χώρες, και από την αμερικανική ήπειρο ως τη Σαντορίνη και τ’ ανοιχτά της Κύπρου.
Τι άραγε ήταν αυτό που ώθησε τον Πλάτωνα να γράψει την «ιστορία» αυτού του μεγάλου νησιού, και σημειωτέον με εκπληκτικές λεπτομέρειες στην περιγραφή του – μολονότι όλο το πνευματικό συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει μέσα στις μεγάλες φιλοσοφικές του αναζητήσεις και αρκετούς μύθους; Όπως είναι γνωστό από τη βιογραφία του αναφέρεται ότι επισκέφθηκε την Αίγυπτο. Μήπως λοιπόν εκεί διάβασε τα ιερά βιβλία των Αιγυπτίων και ήθελε ή να μας μεταφέρει από αυτά κάποιες κοσμογονικές αλήθειες με τη μορφή μύθου ή κάποια άγνωστα προϊστορικά γεγονότα; Ή μήπως τα περί Ατλαντίδας μεταφέρθηκαν όντως από τον ίδιο τον Σόλωνα όπως ο Πλάτωνας καταθέτει;
Ο μεγάλος φιλόσοφος έδωσε το έναυσμα, και από τότε γράφτηκαν τόσα πολλά. Ο πρώτος που απέρριψε τη θεωρία της Ατλαντίδας ήταν ο Αριστοτέλης, εν αντιθέ σει με τον Πρόκλο και τους άλλους νεοπλατωνιστές που ήταν υπέρμαχοι των λεγομένων του Πλάτωνα. Έχουν γραφτεί χιλιάδες τόμοι, έχουν ειπωθεί ανακρί βειες, έχουν διατυπωθεί απίστευτες απόψεις από επιστήμονες και μη, που αντί να λύνουν το μυστήριο το περιπλέκουν πιο πολύ.
Οι έρευνες εν τω μεταξύ συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό και ποιος ξέρει, μπορεί να βρεθεί κάποτε ένας νέος Σλήμαν να αποδείξει, όπως με την Τροία του Ομή ρου, ότι η Ατλαντίδα υπήρξε και δεν είναι μια φιλοσοφική επινόηση του Πλάτω να.
Φανταστική απεικόνιση της Ατλαντίδας
Εμείς στην αναδίφηση αυτή θα κάνουμε το χρέος μας, και θα ακολουθήσουμε πιστά τα κείμενα του Πλάτωνα ξεκινώντας από τον Τίμαιο (ή περί φύσεως, φυσικός):
Ο διάλογος σχετικά με το θέμα, που κατ’ ανάγκη παρατίθεται εν συνόψει, διαμείβεται μεταξύ του Σωκράτη, του Λοκρού φιλοσόφου και αστρονόμου Τίμαιου, του Κριτία και του Ερμοκράτη, με θέμα την ιδανική πολιτεία και τη δημιουργία του Σύμπαντος.
Όταν έρχεται η σειρά του Κριτία να μιλήσει, απευθυνόμενος στον Σωκράτη τον προτρέπει να ακούσει μία παράξενη παράδοση που θα διηγηθεί, που είναι όμως εντελώς αληθινή, όπως την αφηγήθηκε κάποτε ο πλέον σοφός από τους επτά, ο Σόλων, που ήταν φίλος και συγγενής της οικογένειάς του, και ο Κριτίας την άκουσε από τον παππού του, όταν αυτός ήταν 90 χρόνων και ο Κριτίας 10.
Την ιστορία αυτή την είπαν, λέει, στον Σόλωνα, όταν ζήτησε πληροφορίες για την παλαιά ιστορία, οι Αιγύπτιοι ιερείς της Σάιδας, από όπου καταγόταν ο Άμασις και όπου λάτρευαν τη θεά Νηίθ, ελληνικά Αθηνά. Στην πόλη αυτήν αγα πούσαν τους Αθηναίους και τους θεωρούσαν και συγγενείς τους.
Ένας γέρων ιερέας είπε λοιπόν στον Σόλωνα: «ὦ Σόλων, Σόλων, Ἕλληνες ἀεὶ παῖδές ἐστε, γέρων δὲ Ἕλλην οὐκ ἔστιν». Και ο ιερέας εξηγεί την αιτία της οιονεί νεότητας των Αθηναίων:
Εσείς οι Αθηναίοι δεν γνωρίζετε την αρχαία παράδοση διότι στη χώρα σας έχουν γίνει πολλές πυρκαγιές, κατακλυσμοί και καταστροφές από άλλα αίτια. Αυτό που λέτε για τον Φαέθοντα, που πήρε το άρμα του πατέρα του Ήλιου και κατόπιν η γη πυρπολήθηκε και αυτός κεραυνοκτυπήθηκε, είναι μύθος, ενώ η πραγμα τικότητα είναι ότι συνέβη κάποια παράλλαξη (εννοεί το φυσικό γεγονός –κατά Πλάτωνα– της παρέκκλισης της κυκλικής κίνησης ενός πλανήτη).Όταν συμβαίνει αυτό, εξηγεί, αυτοί που κατοικούν στα όρη και σε υψόμετρα κατα στρέφονται περισσότερο από εμάς που ζούμε στον Νείλο. Και στις πλημμύρες ακόμη που κατακλύζουν τις χώρες, πάλι εμείς έχουμε περισσότερο νερό στη γη παρά από τον ουρανό. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα σε εσάς να χάνονται οι άνθρωποι οι μορφωμένοι  και να επιζούν οι αγράμματοι που ζουν στα βουνά, έτσι ώστε να μένετε πάντα νέοι, χωρίς μνήμη, να μη γνωρίζετε δηλαδή παρά μόνο έναν κατα κλυσμό, ενώ εμάς είναι όλα διασωσμένα και γραμμένα στους ναούς μας.
Και ο ιερέας συνεχίζει λέγοντας ότι η ιστορία των Αιγυπτίων ξεκινάει πριν από 8.000 χρόνια (προ του Σόλωνα, 640-560 π.Χ.), ενώ των Αθηναίων πιο παλιά, ξεκινάει 9.000 χρόνια πριν.Τότε, λοιπόν, πέραν των Ηρακλείων Στηλών (Γιβραλτάρ) υπήρχε μια παμμέγιστη νήσος, η Ατλαντίς, μεγαλύτερη από τη Λιβύη (Αφρική) και την Ασία ενωμένες.Οι βασιλείς της είχαν συγκεντρώσει μεγάλη ισχύ και ήθελαν να κυριαρχήσουν σε Ευρώπη, Ασία και Λιβύη. Οι μόνοι που αντιτάχθηκαν στους Ατλαντιδείς βασιλιάδες ήταν οι τότε κάτοικοι των Αθηνών που κατόρθωσαν παρά την ολιγαριθμία τους να τους νικήσουν και να ελευθερώσουν όλους τους υποδουλωμένους. Ύστερα όμως από σεισμούς και κατακλυσμούς καταστράφηκε η Αθήνα ενώ ολόκληρη η Ατλαντίδα καταβυθίσθηκε και όλη η περιοχή σκεπάστηκε από λάσπη. Αυτή την παράδοση, διατείνεται ο ιερέας των Αιγυπτίων, δεν τη γνωρίζουν οι Αθηναίοι διότι δεν υπάρχουν γραπτές πηγές και μόνο στα ιερά βιβλία της Αιγύπτου, που δεν καταστράφηκε ποτέ, σώζονται.
Απεικόνιση της Αρχαίας Ατλαντίδας  σύμφωνα με τον Πλάτωνα
Στο κέντρο είναι ο ναός του Ποσειδώνα και τα ανάκτορα
και περιβάλλονται από τρείς ομόκεντρους τάφρους που συνδέονται με
διώρυγες
Ο Κριτίας (ή Ατλαντικός• ηθικός) που είναι συνέχεια του Τίμαιου, επομένως μετέχουν τα ίδια πρόσωπα και τον οποίο αξίζει να αναφερθεί ότι ο Πλάτωνας τον άφησε ημιτελή.
Θα λάβει τον λόγο πάλι εδώ ο Κριτίας και θα μιλήσει λέει για έναν πόλεμο που έγινε προ 9.000 χρόνων μεταξύ Αθηνών και Ατλαντίδας. Έχει συγκρατήσει, ισχυρίζεται, στη μνήμη του τα λεγόμενα και τα παραθέτει ακριβώς σχεδόν όπως τα είπαν οι ιερείς της Σάιδας.
Θα προτάξει την περιγραφή και τα όρια της αρχαίας Αττικής, που με κλήρο των θεών είχε περιέλθει στην Αθηνά και στον Ήφαιστο.Κατόπιν αρχίζει την εξιστόρηση της Ατλαντίδας που με κλήρο πάλι εκείνη είχε περιέλθει στον Ποσειδώνα. Η περιγραφή του Πλάτωνα είναι εκτεταμένη σε πολλές σελίδες και ακόμη και οι πιο φανταστικές σημερινές μας προσλαμβάνουσες ωχριούν μπροστά της. Θα κάνουμε μια περιεκτική περίληψη κρατώντας την ουσία.
Η Ατλαντίδα ήταν μια χώρα πλούσια, με δέκα βασιλείς, ανώτερους των νόμων και τιμωρούς, που εξουσίαζε και τις άλλες νήσους μέχρι την Αίγυπτο και την Τυρρηνία και που διατηρούσε μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Πραγματοποιούσε εξορύξεις μετάλλων και δη ορείχαλκου, που μόνο κατ’ όνομα ξέρουμε τώρα, γράφει ο φιλόσοφος.Μια ιερά νήσος που παρήγε αξιοθαύμαστα προϊόντα και σε υπεραφθονία τα πάντα, είχε ήμερα και άγρια ζώα και πολλούς ελέφαντες, πλούσια βλάστηση, δέντρα, ξυλεία, άφθονα φυτά, ανθοφόρα και μη, χόρτα, καρπούς ήμερους και ξηρούς και όσπρια.
Θαυμαστά έργα είχαν κατασκευάσει γύρω από την παλαιά μητρόπολη, που βρισκόταν στο κέντρο του νησιού, αλλεπάλληλες κυκλικές ομόκεντρες τάφρους με τεράστιο πλάτος, βάθος και μήκος, διώρυγες, τεχνητά λιμάνια, ναυστάθμους κ.λπ. Υπερμεγέθη έργα πλήρους ωραιότητας. Τα μέσα στην Ακρόπολη ανάκτορα είχαν στο κέντρο τους ιερά της Κλειτούς και του Ποσειδώνα (που από τη συνεύρεση τους είχαν γεννηθεί οι Ατλαντίδες) με χρυσό μαντρότοιχο όπου εκεί οι βασιλείς τελούσαν θυσίες. Ο ναός του Ποσειδώνα ήταν από άργυρο εκτός από τις άκρες που ήταν χρυσές. Μέσα στον ναό υπήρχαν χρυσά αγάλματα και ο θεός παριστάνετο επί άρματος να οδηγεί έξι πτερωτούς ίππους και το ύψος του άγγιζε την κορυφή. Υπήρχε μία ορειχάλκινη στήλη στο ιερό του Ποσειδώνα όπου ήταν γραμμένοι οι νόμοι από τους πρώτους βασιλείς, και η οποία περιείχε όρκο και μεγάλες κατάρες εναντίον των παραβατών.
Τα τείχη της πόλης και του ιερού είχαν καλυφθεί ολόκληρα με μέταλλα χρυσού, αργύρου, κασσίτερου και ορείχαλκου. Είχαν γυμναστήρια και ιπποδρόμους.
Επίσης υπήρχαν δύο πηγές ψυχρού και θερμού ύδατος με θαυμάσιες ιδιότητες. Ομορφιές, απίστευτη χλιδή, και μεγαλοπρέπεια, φυσικός και υλικός πλούτος, περιγράφονται ενδελεχώς από τον Πλάτωνα ξεπερνώντας κάθε φαντασία.
Επί πολλές γενιές οι κάτοικοι ήταν νομοταγείς και τιμούσαν τον θεό, ήρεμοι και σώφρονες σε όλα. Με διαύγεια νου και οξυδέρκεια, περιφρονούσαν ό,τι άλλο πλην της αρετής και θεωρούσαν βάρος τον άφθονο χρυσό.
Πλάτων
Όταν όμως εξαλείφθηκε το θείο στοιχείο που είχαν μέσα τους, διότι αναμείχθηκε πολλές φορές με πολύ θνητό στοιχείο, και επικράτησε ο ανθρώπινος χαρακτήρας, τότε άρχισαν να ασχημονούν, κυριευόμενοι από άδικο, πλεονεξία και επιθυμία να αυξήσουν τη δύναμή τους. Αλλά ο θεός των θεών, ο Ζευς, που τηρεί τους νόμους, θέλησε να τους τιμωρήσει και συγκαλώντας τους άλλους θεούς τους είπε………………………………………………
Στο σημείο αυτό διακόπτεται η διήγηση του Πλάτωνα, καθώς όπως προαναφέρθηκε το έργο έμεινε ημιτελές αφήνοντάς μας ενεούς μεν, προβληματισμένους δε, γιατί δύσκολα μπορεί να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα,αφού τα κείμενα είναι αινίγματα με γόρδιους άλυτους δεσμούς που επιτρέπουν μόνον εικασίες.
Πλάτωνος Τίμαιος (24d-25d)
Άπαντα Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, Πλάτωνος Διάλογοι, Τίμαιος.

Πηγή: cityreport.com