Θέρος, τρύγος, πόλεμος!
Σε μια χώρα με μεγάλη αμπελοοινική παράδοση, όπως η δική μας, είναι φυσικό να έχουν αναπτυχθεί πολυάριθμα έθιμα γύρω απo τον τρύγο.
Σεπτέμβριος, ο Τρυγομηνάς ή ο Τρυγητής.
Το όνομά του το οφείλει στο λατινικό αριθμητικό septum (= επτά) και ήταν ο έβδομος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου.
Οι αγροτικές εργασίες έδωσαν κι άλλες ονομασίες στο μήνα αυτό, όπως Σταυριάτης ή Σταυρίτης και Σταυρός, Πετμεζάς, Χινόπωρος, Ορτυκολόγος (λόγω του περάσματος των ορτυκιών που αποδημούν), Τρυγομηνάς ή Τρυγητής (λόγω τρύγου).
Ονομάζεται και «χρονογράφος», γιατί επικρατούσε η πίστη ότι κατά τον μήνα αυτό ο χάρος «γράφει» εκείνους που πρόκειται να πεθάνουν κατά τη διάρκεια του χρόνου.
Οι βυζαντινοί τον είχαν ως πρώτο μήνα του επίσημου ημερολογίου για αυτό και η 1η Σεπτεμβρίου σε πολλά σημεία της Ελλάδος ονομάζεται «η Αρχιχρονιά».
Σε πολλά σημεία του αγροτικού χώρου, αν δεν κάνουν την «Αρχιχρονιά», δεν αρχίζουν καμιά αγροτική εργασία.
Στη ΚΩ, το βράδυ της 31ης Αυγούστου, δηλ. της τελευταίας ημέρας του έτους! «αστρονομούν», όπως λένε, δηλ. αφήνουν κάτω από τ’ άστρα ένα μεγάλο καρπούζι, με πολλά σπόρια, ένα ρόδι, μια σκελίδα σκόρδο, ένα κυδώνι, ένα φύλλο από τον «πλάτανο του Ιπποκράτη» κι ένα τσαμπί σταφύλι.
Το πρωί της «Αρχιχρονιάς» γυναίκες και παιδιά σηκώνονται πριν βγει ο ήλιος και κατεβαίνουν στην παραλία παίρνοντας μαζί, τους «αστρονομημένους» αυτούς καρπούς που φύλαγαν για ένα χρόνο στο εικονοστάσι, τους πετούν στη θάλασσα και βουτάνε στο νερό τους καινούργιους.
Στη ΡΟΔΟ, τη μέρα αυτή κρεμούν στο μεσιά – το μεσαίο χοντρό δοκάρι, που βαστάζει τη στέγη – τη δική τους «Αρχιχρονιά»: ένα άσπρο σακουλάκι γεμάτο στάχυα και σιτάρι. Γύρω απ’ αυτό δένουν μια αρμαθιά καρύδια, ένα κρεμμύδι, ένα σκόρδο, ένα κεχρί, καρπό βαμβακιού κι ένα τσαμπί σταφύλι.
Αλλο έθιμο στη Μακεδονία, είναι να χαρίζει η νοικοκυρά, ξεκινώντας ο τρύγος, από μια «μάλλινη μισάλα(ποδήρης ποδιά)», σε όλους αυτούς που θα ασχοληθούν με τον τρύγο.
Μάλιστα θεωρούνταν προσβολή αν η νύφη δεν συμπεριλάμβανε ανάμεσα στα προικιά της «μάλλινες μισάλες» για τον τρύγο.
Σε άλλα μέρη επίσης επικρατεί η συνήθεια – έθιμο, να αφήνουν ατρύγητη μια μικρή άκρη του αμπελιού, ως προσφορά και ευχαριστία στις θεότητες της γης.
Το έθιμο της «απαρχής»
Το πανάρχαιο έθιμο των «απαρχών» όπως αποκαλούνταν, ήταν οι πρώτοι ώριμοι καρποί να προσφέρονται στους θεούς.
Προσαρμοσμένο στη χριστιανική πραγματικότητα, όλο το δέκατο ένατο αιώνα, οι εφημερίδες έγραφαν την είδηση: «Σήμερον εις τους ναούς ευλογούνται αι ευλογημέναι σταφυλαί και αναγινώσκεται υπό του ιερέως η ωρισμένη ευχή. Κατά το έθιμον διανέμονται τοις εκκλησιαζομένοις ολίγοι βότρυς μετά την ανάγνωσιν της ευχής».
Όπως διέσωσε ο Καθηγητής Παν. Τρεμπέλας, η Εκκλησία μας υιοθέτησε τις αρχαίες «απαρχές» όχι με τη μορφή θυσίας αλλά στις 6 Αυγούστου- γιορτή του Σωτήρος, οι παλιοί Αθηναίοι υπολόγιζαν επίσημα ως την ημέρα της αρχής των σταφυλιών και να διαβάζεται από τους ιερείς η ιδιαίτερη ευχή, για να καταξιώσει ο Θεός «τοις αιωνίοις θησαυροίς εναποθέσθαι ταύτα».
Μέχρι εκείνη την ημέρα, ένας άγραφος νόμος απαγόρευε στους παλαιούς Αθηναίους να καταναλώνουν σταφύλια. Και η απαγόρευση ίσχυε μέχρι την παραμονή της γιορτής, οπότε και δοκίμαζαν τα σταφύλια για να γιορτάσουν ανήμερα του Σωτήρος το γεγονός.
Τα έθιμα της 6ης Αυγούστου τηρούνταν αυστηρά στην Αθήνα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Διατηρήθηκαν και για κάμποσα χρόνια μετά την απελευθέρωση. Το όμορφο έθιμο της γιορτής των πρώτων σταφυλιών κρατούσε ακόμη τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Τα έθιμα της 6ης Αυγούστου τηρούνταν αυστηρά στην Αθήνα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Διατηρήθηκαν και για κάμποσα χρόνια μετά την απελευθέρωση. Το όμορφο έθιμο της γιορτής των πρώτων σταφυλιών κρατούσε ακόμη τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
H αμπελουργία και η οινοποίηση στην Αρχαία Eλλάδα
Οι αναφορές στην αμπελουργία ανάγονται στην 3η χιλιετία π.X
O Oμηρος μας δίνει την παλαιότερη περιγραφή τρύγου. Nέοι και νέες μαζεύουν τον καρπό και τον βάζουν σε καλάθια.Eνα αγόρι παίζει κιθάρα και όλοι τραγουδούν «το λίνο», το τραγούδι των αμπελουργών.
Τα έθιμα του τρύγου έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα, όπου τα Διονυσιακά έθιμα κρατούσαν μέρες ολόκληρες, αφιερωμένες στο θεό του κρασιού τον Διόνυσο, στο Βάκχο και στην Αφροδίτη και γινόταν μεγάλη κατανάλωση κρασιού, μέχρι μέθης.
Κατά τη μυθολογία, ο Άμπελος ήταν γιος σατύρου και νύμφης και ευνοούμενος του Θεού Διόνυσου. Όπως αναφέρεται, μια μέρα ο Άμπελος βγήκε πάνω στο δέντρο για τον τρύγο, έπεσε όμως στο έδαφος και σκοτώθηκε. Τότε ο Διόνυσος παρεκάλεσε τον Δία και μεταμόρφωσε τον Άμπελο σε ομώνυμο φυτό.
Σύμφωνα με μια άλλη από τις πολλές μυθολογικές εκδοχές, το κρασί φανερώθηκε, για πρώτη φορά, στον βασιλιά της Αιτωλίας, τον Οινέα. Ο τσοπάνης του, ο Στάφυλος, είχε βρει ένα περίεργο φυτό γεμάτο καρπούς και, ενθουσιασμένος από τη θεσπέσια γεύση τους, έκοψε κάμποσους και τους πήγε στο βασιλιά για να ευφρανθεί η ψυχή του.
Από τότε ο Διόνυσος ονόμασε τον χυμό οίνο και τους καρπούς σταφύλια.
Από τότε ο Διόνυσος ονόμασε τον χυμό οίνο και τους καρπούς σταφύλια.
«Κρεμαστάρες» και «κληματσίδες» και «φούντες» και «χωσάδες»
Αρχίζοντας το τρύγημα των σταφυλιών, ο παππούς της οικογένειας έκοβε 5-6 χοντρά κλωνάρια κλήματος (κληματσίδες) με αγκύλη στην άκρη.
Κατόπιν πήγαινε και διάλεγε τα ροζακιά και τα γκρανουάρια, σταφύλια με χοντρή φλούδα και όψιμα.
Με αυτά θα έκανε τις «φούντες» ή τις «κρεμαστάρες».
Οι φούντες ήταν τα σταφύλια που στηρίζονταν από το κοτσάνι, το ένα επάνω στο άλλο, στην κληματσίδα που την κρεμούσαν σε ένα δοκάρι του υπογείου (μαζί με τα ρόδια και τα κυδώνια) για να τρώνε σταφύλια μέχρι τα Χριστούγεννα!
Κατόπιν πήγαινε και διάλεγε τα ροζακιά και τα γκρανουάρια, σταφύλια με χοντρή φλούδα και όψιμα.
Με αυτά θα έκανε τις «φούντες» ή τις «κρεμαστάρες».
Οι φούντες ήταν τα σταφύλια που στηρίζονταν από το κοτσάνι, το ένα επάνω στο άλλο, στην κληματσίδα που την κρεμούσαν σε ένα δοκάρι του υπογείου (μαζί με τα ρόδια και τα κυδώνια) για να τρώνε σταφύλια μέχρι τα Χριστούγεννα!
Στη Λευκάδα, οι νοικοκυραίοι των αμπελιών γέμιζαν καλάθια με διαλεχτά σταφύλια, τα σκέπαζαν με φύλλα, χαλούσαν μια λιθιά και
τα έκρυβαν μέσα, ξανάφτιαχναν τη λιθιά, τοποθετώντας τις πέτρες πάλι στη σειρά και τα σταφύλια έμεναν κρυμμένα εκεί μέχρι τον
χειμώνα, σε μέρος που μόνο εκείνοι γνώριζαν, διατηρημένα στο φυσικό ψυγείο της φύσης.
τα έκρυβαν μέσα, ξανάφτιαχναν τη λιθιά, τοποθετώντας τις πέτρες πάλι στη σειρά και τα σταφύλια έμεναν κρυμμένα εκεί μέχρι τον
χειμώνα, σε μέρος που μόνο εκείνοι γνώριζαν, διατηρημένα στο φυσικό ψυγείο της φύσης.
Tις κρυψώνες αυτές τις έλεγαν «χωσάδες».
H συνήθεια αυτή καταγράφεται στη λαογραφική μελέτη του φιλολόγου Πανταζή Kεντομίχη «Tα Γεωργικά της Λευκάδας».
Λεξιλόγιο τρύγου
Βαένια = τα βαρέλια.
Γαλίκια = κοφίνια καμωμένα από λυγαριά.
Γκιούμια = χάλκινα δοχεία μεταφοράς υγρών με μικρό στόμιο.
Καρούτα = το πατητήρι.
Κασταλαή = σταχτόνερο, αλισίβα.
Καρπουλόι = μακρύ, γερό ξύλο με τρεις ή τέσσερις άκρες (σαν ένα μεγάλο πιρούνι) που χρησίμευε για το λίχνισμα του σταριού στα αλώνια.
Καφαλτού = πρωινό, δεκατιανό.
Λιγκέρ’ = μεγάλο μεταλλικό κύπελλο.
Μισάλα = ποδήρης ποδιά.
Μουστόπτα = μουσταλευριά.
Μπακράτσ’ = πλατύστομο ανοιχτό χάλκινο σκεύος με χερούλι.
Ξύστρους = σταθερή ξύλινη κατασκευή
Γαλίκια = κοφίνια καμωμένα από λυγαριά.
Γκιούμια = χάλκινα δοχεία μεταφοράς υγρών με μικρό στόμιο.
Καρούτα = το πατητήρι.
Κασταλαή = σταχτόνερο, αλισίβα.
Καρπουλόι = μακρύ, γερό ξύλο με τρεις ή τέσσερις άκρες (σαν ένα μεγάλο πιρούνι) που χρησίμευε για το λίχνισμα του σταριού στα αλώνια.
Καφαλτού = πρωινό, δεκατιανό.
Λιγκέρ’ = μεγάλο μεταλλικό κύπελλο.
Μισάλα = ποδήρης ποδιά.
Μουστόπτα = μουσταλευριά.
Μπακράτσ’ = πλατύστομο ανοιχτό χάλκινο σκεύος με χερούλι.
Ξύστρους = σταθερή ξύλινη κατασκευή
Θα χαρώ πολύ άν ξέρετε έθιμα του τόπου σας και τα συμπληρώσετε στο άρθρο μου.