Πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών στο λόφο της Καστέλας στον Πειραιά, που κατέληξε σε νίκη των ελληνικών όπλων. Η αυγή του 1827 βρήκε την Επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα να φυλλορροεί. Ο Μεχμέτ Ρεσίτ Πασάς, γνωστότερος ως Κιουταχής, έχοντας καταλάβει την Αθήνα, πολιορκούσε στενά την Ακρόπολη, ενώ ο Καραϊσκάκης προσπαθούσε να σταθεροποιήσει τις ελληνικές θέσεις στη Βοιωτία. Μετά την ήττα των ελληνικών δυνάμεων στο Καματερό (27 Ιανουαρίου 1827), ο Κιουταχής, που στρατοπέδευε στα Πατήσια, θέλησε να εκμεταλλευτεί την επίδρασή της στο ηθικό των πολιορκημένων της Ακρόπολης και την ίδια ημέρα τους απέστειλε επιστολή-τελεσίγραφο: 27 Ιανουαρίου 1827. Στρατόπεδον Αθηνών Προς τους αρχηγούς Ν. Κριεζώτην, Στάθην Κατσικογιάννην και λοιπούς εγκρίτους τους εις το φρούριον των Αθηνών αποκλεισμένους. Είδατε και με τα ίδια σας ομμάτια εκείνο οπού έπραξα σήμερον πριν του γεύματος εναντίον των εις βοήθειάν σας ερχομένων και εις Καματερόν εστρατοπεδευμένων ομογενών σας, την μόνην δηλαδή ελπίδα της εδικής σας σωτηρίας. Επειδή ήργησα να τους κτυπήσω, ίσως εβάλατε τίποτε εις τον νουν σας. Αλλά δεν ήταν άλλη αιτία ειμή ότι κατεγινόμην εις την διάταξιν και των εναντίον των εις Δράκον-Πειραιά-όντων ομογενών σας διορισθέντων Στρατευμάτων μου. Ευθύς όμως οπού εκ τούτου ελευθερώθην, έγινεν εκείνο το περίφημον σημερινόν, ό εγώ δεν ημπορώ να σας το περιγράψω, παρά από το στόμα του παρόντος, αν σας ειπή την αλήθειαν, πληροφορείσθε. Βλέπετε λοιπόν όπου άλλην ελπίδα σωτηρίας σας δεν έχετε. Και σας λέγω ότι όλαι αυταί αι νίκαι οπού ο Θεός χαρίζει εις εμέ, προέρχονται από την φιλάνθρωπον σκοπόν μου, όπου εγώ επιθυμώ μόνον την ησυχίαν της Κοινότητας, και το καθήκον του καθενός. Διό και σας λέγω, αν θέλετε και σεις το εδικόν σας καλόν, αποφασίσατε να έβγετε αυτόθεν. Και όστις θέλει, ας σταθή εις την ημετέραν δούλευσιν. Όστις δε μη, έχει άδειαν να πηγαίνη, ως βούλεται, όπου θέλει. Δεν σας λέγω περισσότερον, παρά αν θέλετε, προτιμήσατε εκείνο οπού σας οφελεί. Εφ ώ και αύριον προσμένω απόκρισίν σας. Υγιαίνετε. Οι πολιορκημένοι δεν απάντησαν στο τελεσίγραφο του Κιουταχή και αυτός «ερεθισθείς εκ της περιφρονήσεως των υπερασπιστών της Ακροπόλεως», όπως αναφέρει ο Νικόλαος Σπηλιάδης στα «Απομνημονεύματά» του αποφάσισε να στραφεί με αποφασιστικό τρόπο πρώτα κατά του στρατοπέδου του σκωτσέζου φιλέλληνα Θωμά Γόρδονος (Thomas Gordon) στην Καστέλα για να διαφυλάξει τα από θαλάσσης νώτα του. Πράγματι, στις 29 Ιανουαρίου 1827 ο Κιουταχής, με 1500 άνδρες, ιππικό και 6 κανόνια, κατηφόρισε από τα Πατήσια προς τον Πειραιά και την Καστέλα. Το ελληνικό στρατόπεδο, που είχε μαντέψει τα σχέδια του Κιουταχή, προετοιμάστηκε κατάλληλα. Ο Γόρδων είχε ανεβάσει από τα πλοία και άλλα κανόνια, τα οποία τοποθετήθηκαν αριστερά και στο κέντρο του λόφου. Τα πλευρά του προς τον Πειραιά ήταν ασθενέστερα, αλλά εκεί το κάλυπταν τα κανόνια των πλοίων. Την δεξιά πλευρά κάλυπτε ο Μακρυγιάννης, την αριστερή ο Δημήτριος Καλλέργης και στο κέντρο ο Κορίνθιος οπλαρχηγός Ιωάννης Νοταράς. Όμως, η ήττα στο Καματερό είχε προκαλέσει πτώση του ηθικού και πολλοί από το ελληνικό στρατόπεδο «νέκρωσαν και φεύγαν δια νυκτός», όπως αναφέρει ο Σπηλιάδης. Για το σκοπό αυτό απομακρύνθηκαν τα πλοία, ώστε να μην υπάρχει ο πειρασμός της φυγής. Κατά τον Μακρυγιάννη και ο Γόρδων μαζί με άλλους αξιωματικούς λιποψύχησαν και ήταν έτοιμοι να φύγουν, αναγνωρίζει, όμως στη συνέχεια ότι «αν μας χαλούσαν οι Τούρκοι, ποδάρι δεν θα γλύτωνε από μάς». Την επομένη, 30 Ιανουαρίου 1827, οι Τούρκοι όρμησαν ακάθεκτοι κατά των ελληνικών οχυρωματικών θέσεων. Επί πέντε ώρες εφορμούσαν κατά κύματα, αλλά οι επιθέσεις τους αποκρούσθηκαν με επιτυχία από τους αμυνόμενους και τελικά το ασκέρι του Κιουταχή αναγκάστηκε να υποχωρήσει, υπό την πίεση των ανδρών του Μακρυγιάννη, οι οποίοι πέρασαν στην αντεπίθεση και του προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές. Πάνω από 300 ήταν οι Τούρκοι νεκροί και τραυματίες, ενώ οι απώλειες στο ελληνικό στρατόπεδο ανήλθαν σε 60 νεκρούς. Τις κρίσιμες ώρες της μάχης σημαντική βοήθεια προσέφερε το ατμοκίνητο πλοίο Καρτερία, με κυβερνήτη τον Άγγλο πλοίαρχο Φραγκίσκο Άστιγγα (Francis Hastings). Ο Κιουταχής δεν πτοήθηκε από την ήττα του στην Καστέλα. Συνέχισε την πολιορκία της Ακρόπολης, την οποία τελικά κατέλαβε στις 25 Μαΐου 1827, θέτοντας τέλος στην Επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα. Είχε προηγηθεί η καταστροφική ήττα των Ελλήνων στη μάχη του Αναλάτου (24 Απριλίου), μία ημέρα μετά τον θάνατο του Γεωργίου Καραϊσκάκη στο Φάληρο.
Γράφουμε κι εσείς διαβάζετε αναλύσεις επί αναλύσεων για τα Ίμια. Ποιος έφταιξε περισσότερο ποιος λιγότερο. Οι πολιτικοί ,οι στρατιωτικοί .Ποιος; Συμπέρασμα εμείς που γράφουμε δεν βγάζουμε. Ή στην καλύτερη περίπτωση ο καθένας καταλήγει στο δικό του. Νομίζουμε ότι εσείς οι αναγώστες ,οι πολίτες τα έχετε καταφέρει πολύ καλύτερα. Και δεν χρειάστηκαν 20 χρόνια για να βγάλετε άκρη. Η συντριπτική πλειοψηφία ξέρει ότι οι ευθύνες έχουν όνομα κι επίθετο. Πρωθυπουργός εκείνη την μοιραία βραδιά των Ιμίων ήταν ο Κώστας Σημίτης. Κι όσο κι αν προσπαθεί να αποποιηθεί των ευθυνών του ,αυτές μονίμως θα τον κυνηγούν. Τώρα μένει να απαντήσετε και να απαντήσουμε ,γιατί λίγους μήνες μετά από τα Ίμια τον ξανακάναμε πρωθυπουργό μας… Η καλύτερη ανάλυση των ευθυνών νομίζουμε ότι έγινε ώρες μετά από τα Ίμια. Και την έκανε η αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη ,τότε στον ΣΚΑΙ. Τα είπε ΟΛΑ με αιχμηρό χιούμορ. Ας το θυμηθούμε οι παλαιότεροι και ας το δουν οι πιο νέοι για να καταλάβουν.
Το διαβάσαμε στο Votegreece.gr Σαββατιάτικο απόγευμα στα τέλη του Γενάρη, παραμονές του μνημοσύνου που πραγματοποιεί ο Δήμος Καλυμνίων με κάθε επισημότητα για τους τρεις αξιωματικούς που έχασαν τη ζωή τους υπηρετώντας την πατρίδα στην κρίση των Ιμίων, οι ενορίτισσες του Αγίου Νικολάου Καλύμνου δεν έχουν παραμελήσει ούτε μια φορά αυτό που θεωρούν ιερό τους καθήκον και ηθική τους υποχρέωση.
Στην αίθουσα εκδηλώσεων του ναού και μπροστά στο αναμμένο καντηλάκι και στις φωτογραφίες του υποπλοίαρχου Χριστόδουλου Καραθανάση, του υποπλοίαρχου Παναγιώτη Βλαχάκου και του αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψού, στολίζουν το δίσκο με τα κόλλυβα –κυριολεκτικά τον κεντάνε- για την αυριανή τελετή, έτσι όπως θα έκαναν οι μάνες τους, οι γυναίκες και οι αδελφές τους.
Οι άνθρωποι των τριών αξιωματικών ρωτούν και μαθαίνουν πάντα τέτοιες μέρες τι γίνεται στο νησί και αν οι Καλύμνιοι θυμούνται και τιμούν τα παιδιά τους. Και γλυκαίνεται η ψυχή τους κάθε φορά που τους λένε πως τα κόλλυβα των παιδιών τους είναι έτοιμα και στολισμένα με περίσσια αγάπη και φροντίδα, από τις γυναίκες της Καλύμνου!
Κι εκείνες προσφέρουν καφέ και κόλλυβα για συγχώριο σε όσους περάσουν αυτή την ώρα από την αίθουσα εκδηλώσεων του ναού και όλες έχουν ετοιμάσει κάτι για το αυριανό μνημόσυνο, όπως κάνουν κάθε χρόνο τέτοια μέρα…
Κυριακή 29-1-2017 το μνημόσυνο
Ο Δήμος Καλυμνίων θα πραγματοποιήσει 29-1-2017 το καθιερωμένο ετήσιο μνημόσυνο των αξιωματικών. Η επιμνημόσυνη δέηση θα ψαλεί στις 10.30 το πρωί στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, όπου τον πανηγυρικό της ημέρας θα εκφωνήσει ο πρόεδρος του Αναγνωστηρίου «Αι Μούσαι» και εκπαιδευτικός κ. Παναγιώτης Γιαμαίος.
Θα ακολουθήσει κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο των Ιμίων από τις πολιτικές, στρατιωτικές και αστυνομικές αρχές του τόπου.
Πώς σκότωσε τον αδελφό της τροφού του... Η ιστορία μας λέει κάποια πράγματα για τους δασκάλους του Αλέξανδρου, αλλά παραμένει σχεδόν σιωπηλή όσον αφορά το τι του δίδαξαν. Το όνομα της τροφού του ήταν Λανίκη, ο αδερφός της, ο Κλείτος, γνωστός ως Μέλας, έσωσε τη ζωή του Αλέξανδρου στον Γρανικό αλλά αργότερα δολοφονήθηκε από τον στρατηλάτη, στη διάρκεια φιλονικίας υπό την επήρεια μέθης, στη Σαμαρκάνδη. Ο πρώτος του παιδαγωγός ήταν κάποιος συγγενής της μητέρας του, Ολυμπιάδας, ένας αυστηρός και δύστροπος ηλικιωμένος οπαδός της πειθαρχίας, ονόματι Λεωνίδας, ο οποίος έδινε μεγάλη έμφαση στα χαρακτηριστικά της σωματικής αντοχής. Ο Αλέξανδρος έλεγε ότι η αντίληψη του Λεωνίδα για το πρόγευμα ήταν μια μακρά νυχτερινή πορεία και για το δείπνο, ένα ελαφρύ πρόγευμα. Αν και το αγόρι εξαγριωνόταν από όλη αυτή την πειθαρχία, εκείνη την εποχή – ο Φίλιππος έλεγε ότι ήταν δεκτικός στην επιχειρηματολογία, αλλά όχι στον εξαναγκασμό – η εκπαίδευση του Λεωνίδα άφησε πάνω του το σημάδι της. Οι προσωπικές αντοχές του, οι αναγκαστικές πορείες μέσα από ερήμους και βουνά έγιναν θρυλικές. Ποτέ δεν ξέχασε τον αυστηρό γέρο παιδαγωγό του. Τον βρίσκουμε να λέει στη Βασίλισσα Άδα της Καρίας, με ένα είδος θλιμμένης περηφάνιας, πως ο Λεωνίδας «ερχόταν κι άνοιγε τα σεντούκια μου με τα κλινοσκεπάσματα και τα ρούχα, για να διαπιστώσει ότι δεν είχε κρύψει εκεί η μητέρα μου τίποτα πολυτελές ή περιττό». Σε αυτό το επίπεδο, είναι σαφές ότι η αφοσιωμένη Ολυμπιάδα είχε κρατηθεί στη θέση της. Το ανέκδοτο για τον Αλέξανδρο και τον Λεωνίδα
Κάποτε, όταν ο νεαρός πρίγκιπας πρόσφερε θυσία πήρε, με τη γενναιοδωρία μέλλοντος βασιλιά, χούφτες θυμίαμα για να το ρίξει στη φωτιά του βωμού. Αυτό προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια του δασκάλου του: « Όταν θα έχεις κατακτήσει τις χώρες των μπαχαρικών», είπε ο Λεωνίδας, με τον περίτεχνο σαρκασμό που χαρακτηρίζει τους δασκάλους σε ολόκληρο τον κόσμο, «μπορείς να πετάς όσο θυμίαμα θέλεις. Μέχρι τότε μην το σπαταλάς». Χρόνια αργότερα, ο Αλέξανδρος κατέλαβε τη Γάζα, το βασικό κέντρο εμπορίας μπαχαρικών ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. Όπως πάντοτε, έστειλε δώρα στη μητέρα και την αδερφή του. Όμως αυτή τη φορά, υπήρχε και δώρο για τον Λεωνίδα. Ένα φορτίο δεκαοκτώ τόνων λιβανιού και μύρου παραδόθηκε στον ηλικιωμένο άνδρα. Ήταν αρκετό για να τον κάνει πλουσιότερο απ’όσο θα μπορούσε να φανταστεί στα πιο τρελά του όνειρα, λόγω της αξίας μεταπώληση. «Σε ανάμνηση της ελπίδας με την οποία με είχατε εμπνεύσει στην παιδική ηλικία», του έγραφε, μαζί με την παραίνεση να πάψει να είναι φειδωλός απέναντι στους θεούς. Λυσίμαχος
Ο δεύτερος παιδαγωγός του Αλέξανδρου, ο Λυσίμαχος από την Ακαρνανία, ήταν πολύ διαφορετικός χαρακτήρας: ένας οξυδερκής αν και ακαλλιέργητος ηλικιωμένος κόλακας που κέρδιζε εύκολα δημοτικότητα, ενθαρρύνοντας τις φαντασιώσεις του βασιλικού μαθητή του. Αποκαλούσε τον Αλέξανδρο Αχιλλέα, τον Φίλιππο Πηλέα και τον εαυτό του Φοίνικα (το όνομα του ηλικιωμένου μέντορα του Αχιλλέα στην «Ιλιάδα»). Το αγόρι διδάχτηκε μουσική – έδειχνε αξιοσημείωτη κλίση στο παίξιμο της λύρας – ανάγνωση και γραφή. Ειδικοί τον μύησαν στην τέχνη της ξιφομαχίας, της τοξοβολίας και της ρίψης ακοντίου. Όπως όλα τα παιδιά των μακεδονικών καλών οικογενειών, ίππευε σχεδόν πριν αρχίσει να περπατά. Αλλά φαίνεται ότι ποτέ δεν έμαθε να κολυμπά και σε ολόκληρη τη ζωή του διατήρησε έντονη απέχθεια για τη θάλασσα. ΠΗΓΗ: Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, ο μέγας στρατηλάτης της ιστορίας, Peter Green, εκδόσεις Διόπτρα - mixanitouxronou.gr
Στο Δελτίο του (ART -TV) και στον Αντώνη Μυλωνάκη μίλησε ο Αντιστράτηγος ε.α τ.Γενικός Στρατιωτικός Εισαγγελέας των Ενόπλων Δυνάμεων για το θέμα των Αλβανών Οπλιτών σε Κέντρο Κατατάξεως Νεοσυλλέκτων.
Ο τ. Στρατιωτικός Εισαγγελέας ήταν Καταπέλτης και είπε επί λέξη : Ότι για την πράξη των Αλβανών Οπλιτών δεν πρέπει να επιβληθεί καμιά απολύτως ποινή …Αλλά αφαίρεση της Ελληνικής Ιθαγένειας των Οπλιτών και των Οικογενειών τους και Άμεση απέλαση τους στην Αλβανία !
Μετά από αυτό δήλωσε ο Στρατηγός δεν θα «τολμήσει» να κουνηθεί κανείς!
Οπως ξεκαθάρισε ο Στρατηγός αυτά είναι Εντεταλμένα όργανα και κάλεσε και τον ΥΕΘΑ να προστατέψει τα Σύνορα και αναφέροντας οτι και την κλοπή των Εικόνων από την Εκκλησία της Μολυβδοσκέπαστου πριν απο λίγες ημέρες , εκτίμησε ότι η κλοπή των εικόνων έγινε κατά παραγγελία από την πλευρά των Αλβανών…
«Τυχαία λέτε να είναι τα γεγονότα ή μήπως συνδέονται κύριοι;»
Επισήμανε δε ότι στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη υπηρετούν Άριστοι Αξιωματικοί Νομικοί Σύμβουλοι , που πρέπει να συμβουλεύσουν το ΥΕΘΑ για τις κινήσεις που πρέπει να κάνει !
Ο Αντιστράτηγος ε.α Κώστας Δάφνης γέννημα θρέμμα από το Μολυβδοσκέπαστο της Κόνιτσας, παιδί πολύτεκνης οικογένειας, ήταν τα τελευταία χρόνια στην κορυφή της Στρατιωτικής δικαιοσύνης !
Ο Αντιστράτηγος ήταν ο Γενικός Εισαγγελέας των Ενόπλων Δυνάμεων και είχε μέχρι πρόσφατα υπό την δικαιοδοσία του , όλα τα Στρατοδικεία, Αεροδικεία και Ναυτοδικεία της χώρας.
Επί έναν χρόνο ο Στρατιωτικός Εισαγγελέας Δάφνης Κωνσταντίνος υπηρέτησε και ήταν ο Μοναδικός Στρατιωτικός Εισαγγελέας που εκπροσωπούσε τη χώρα μας στα Τίρανα και είχε ενταχθεί στην πολυεθνική ειρηνευτική δύναμη με την κωδική ονομασία «Αlba» δηλαδή «Ειρήνη».
Άρα γνωρίζει τα πράγματα πολύ καλύτερα από τον καθένα στην Αλβανία!
Δεκέμβριος του 1386, Γαλλία. Πλήθος ανθρώπων έχει συγκεντρωθεί στην αυλή ενός μοναστηριού στα προάστια του Παρισιού για να παρακολουθήσει δύο άνδρες να μονομαχούν μέχρι θανάτου. Ο νικητής , σύμφωνα με τον νόμο, θα έχει το δίκαιο με το μέρος του όχι μόνο ενώπιον των ανθρώπων αλλά και ενώπιον του Θεού.
Το συγκεκριμένο γεγονός έμεινε στην ιστορία ως η τελευταία judicial duel επί Γαλλικού εδάφους.
Η εν λόγω «δικαστική» μονομαχία (δικαστική απόφαση δια μονομαχίας -judicial duel ,trial by combat) διαδόθηκε ευρέως στην εκχριστιανισμένη Δύση καθώς είχε την απαρχή της στο judicium dei στην ιδέα δηλαδή ότι ο Θεός θα κρίνει και θα βοηθήσει τον αθώο όσο δύσκολες ή ανυπέρβλητες είναι οι δοκιμασίες στις οποίες θα υποβληθεί!
Καταγραφές trial by combat υπάρχουν ήδη από τις αρχές του 8ου αιώνα και αφορούσαν εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ οικογενειών.
Εκείνη την εποχή πολίτες όλων των κονωνικών τάξεων μπορούσαν να καταφύγουν ή να απαιτήσουν την επίλυση των δικαστικών διαφορών τους μέσω μονομαχίας.
Αυτός ο ιδιάιτερος τρόπος απονομής της δικαιοσύνης αφορούσε τόσο ποινικές όσο και αστικές υποθέσεις. Στις αστικές διαφορές οι αντίδικοι μπορούσαν να προσλάβουν «μονομάχους» (έμπειρους πολεμιστές) να μονομαχήσουν για λογαριασμό τους.
Στις ποινικές υποθέσεις όμως οι αντιδικοι ήταν υποχρεωμένοι να πολεμήσουν οι ίδιοι εκτός αν ήταν ηλικιωμένοι, είχαν κάποια μορφή αναπηρίας ή ανήκαν στο γυναικείο φύλλο (αν και υπάρχουν καταγραφές για γυναίκες που έχουν λάβει μέρος σε μονομαχίες).
Στην Ευρώπη του Ύστερου Μεσαίωνα η συγκεκριμένη πρακτική περιορίστηκε κυρίως στις τάξεις της αριστοκρατίας και αφορούσε μόνο υποθέσεις ποινικού χαρακτήρα. Πολλοί βασιλείς είχαν θέσει τις μονομαχίες εκτός νόμου ενώ άλλοι είχαν θεσπίσει πολύ αυστηρά κριτήρια για την επίσημη αναγνώριση τους. Ο λόγος ήταν ότι υπήρχαν μεγάλες απώλειες στις τάξεις των ευγενών και κινδύνευε η συνοχή και λειτουργία του ίδιου του κράτους. Στις περιπτώσεις σοβαρού αδικήματος όπου το δικαστήριο έκρινε ότι το σώμα των ενόρκων αδυνατούσε να καταλήξει σε ορθή απόφαση, ο ένας εκ των αντιδίκων επιθυμούσε την επίλυση δια μονομαχίας και εφόσον εξασφάλιζαν την έγκριση του βασιλιά, τότε και μόνο τότε αποφάσιζαν υπέρ αυτής της διαδικασίας!
Η βαρύτητα του αδικήματος οδήγησε το 1386 τον Κάρολο τον 6ο –Βασιλιά της Γαλλίας και μόλις 17 ετών- μέσω του αντιπροσώπου του και προεδρεύων της έδρας Arnold de Corbie, να δώσει την έγκριση του για την συγκεκριμένη μονομαχία που εξετάζουμε.
Το αδίκημα: Ο βιασμός της συζύγου ενός ιππότη από έναν squire (κοινωνικά κατώτερος από τον ιππότη, δόκιμος ιππότης ευγενής)
Ο ιππότης Jean de Carrouges έγινε δεκτός ακρόασης από τον βασιλιά την άνοιξη του ίδιου χρόνου όταν παρουσιάστηκε μαζί με τον δικηγόρο του. Γονατίζοντας μπροστά στον μονάρχη τράβηξε το σπαθί του από την θήκη όπως εθιμοτυπικά όφειλε να κάνει σύμφωνα με τους κανόνες πέρι αίτησης για δικαστική μονομαχία και προσέχοντας να μην στραφεί η αιχμή του προς τον βασιλιά διατύπωσε το αίτημα του: «Κατηγορώ τον Jacques Le Gris, squire, ότι την Τρίτη εβδομάδα του Ιανουαρίου ανάγκασε την σύζυγο μουLady Marguerite de Carrouges σε συνουσία παρά την θέληση της στην περιοχή του Capomesnil και είμαι έτοιμος να υπερασπιστώ αυτή την κατηγορία σε μια μονομαχία μεταξύ μας μέχρι θανάτου σε ορισμένο τόπο και ημερομηνία».
Υποκλίθηκε για άλλη μια φορά στον βασιλιά ευχαριστώντας τον και μαζί με τον δικηγόρο του-ο οποίος παρέστη και ως μάρτυρας της ακρόασης- αποχώρησε.
Γνώριζε ότι θα έπρεπε να περιμένει αρκετές εβδομάδες , ίσως και μήνες μέχρι να γίνει δεκτό ή να απορριφθεί το αίτημα του. Ο βασιλιά ακολουθώντας τον νόμο παρέπεμψε αμέσως την υπόθεση στο Βασιλικό Κοινοβούλιο του Παρισιού το οποίο ήταν το αρμόδιο όργανο που χειριζόταν αυτές τις υποθέσεις.
Δεν θα μπούμε σε λεπτομέρειες για τους λόγους που ο Jean de Carrouges κατηγόρησε τον Jacques Le Gris για μια τόσο επαχθή πράξη. Ούτε αν συνέβη πραγματικά ή όχι, κάτι που δεν θα μάθουμε ποτέ. Ενδιαφέρον ωστόσο παρουσιάζει η φιλία των δύο ανδρών από τα παιδικά τους χρόνια όταν ήταν ακόμα και οι δύο squires. O Jacques Le Gris κατάφερε με το πέρασμα των χρόνων να διατηρήσει εξαιρετικές σχέσεις με την βασιλική αυλή και να του παραχωρηθούν καθόλου ευκαταφρόνητοι τίτλοι ευγενίας και ιδιοκτησίας. Παρ’ όλα αυτά δεν έγινε ποτέ ιππότης. Η ευνοϊκή αυτή μεταχείριση δεν άφησε αδιάφορο τον Jean de Carrouges ο οποίος και απευθύνθηκε στις αρμόδιες αρχές εγείροντας εδαφικές διεκδικήσεις κατά του Le Gris και των ευγενών που τον προστάτευαν, ιδιαίτερα του Κόμητος Pierre της Φλάνδρας. Εν αντιθέσει με τον Le Gris , o de Carrouges κέρδισε το αξίωμα της ιπποσύνης αποδεικνύοντας την αξία του στο πεδίο της μάχης.
Ο Le Gris επειδή ήταν και κληρικός είχε δικαίωμα από τον νόμο να αρνηθεί την πρόκληση χωρίς καμμία επίπτωση. Αγνοώντας τις συμβουλές του δικηγόρου του αποφάσισε να παρουσιαστεί ενώπιον του Βασιλιά και το Κοινοβουλίου μαζί με τον de Carrouges το πρωινό της 9ης Ιουλίου για να υπερασπιστεί ο ίδιος τον εαυτό του και την τιμή του στην ακροαματική διαδικασία. Σύμφωνα με το έθιμο ο εγκαλών κάθισε εκ δεξιών του Βασιλιά και ο κατηγορούμενος εξ αριστερών του.
Πρώτος μίλησε ο de Carrouges εμμένοντας στο κατηγορητήριο και αίτημα του για μονομαχία μέχρι θανάτου, πετώντας το gauntlet (μεταλλικο γάντι , εξάρτημα της πανοπλίας) στο μέσο της αίθουσας. Ο Le Gris υποστήριξε την αθωότητα του αλλα κα ταυτόχρονα αποδέχτηκε την πρόκληση –σηκώνοντας το γάντι από το πάτωμα-σε περίπτωση που το δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτηση του de Carrouges. Το δικαστήριο αποφασισε να παραπέμψει την υπόθεση σε κανονική δίκη κι έτσι έδωσε χρόνο στους αντίδικους να ετοιμάσουν τις καταθέσεις τους, περιορίζοντας τους ταυτόχρονα εντός των τειχών της πόλης και υποχρεώνοντας τους να παρουσιάσουν ο καθένας από έξι ευγενείς που θα εγγυόντουσαν την εμφάνιση τους στην προκαθορισμένη δικάσιμο.
Πράγματι λίγες ημέρες αργότερα οι δύο αντίδικοι παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο μαζί με τους δικηγόρους τους. Οι καταθέσεις τους διήρκησαν αρκετή ώρα παρουσιάζοντας λεπτομέρειες του πρότερου τους βίου καθώς και επιχειρήματα και μαρτυρίες (κατέθεσε και η σύζυγος του de Carrouges, Marguerite)που χρησιμοποίησε ο καθένας για να στηρίξει τις θέσεις του. Το δικαστήριο ακούγοντας και καταγράφοντας τις καταθέσεις των αντιδίκων τους ανακοίνωσε ότι σε δύο μήνες θα λάβει την τελική του απόφαση, απορρίπτοντας ή αποδέχοντας την αίτηση του de Carrouges για μονομαχία μέχρι θανάτου.
Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1386 και με προέδρο της έδρας τον Arnold de Corbie (λόγω απουσίας του βασιλιά) το ανώτατο δικαστήριο του Παρισιού ανακοίνωσε ενώπιον των αντιδίκων ότι κάνει δεκτό το αίτημα για μονομαχία μέχρι θανάτου του ιππότη Jeans de Carrouges με τον squire, Jacques Le Gris ορίζοντας ως τόπο διεξαγωγής την αρένα του μοναστηριού Saint Martin des Champs στο Παρίσι και ως χρόνο διεξαγωγής την 27η Νοεμβρίου.
Οι άσχημες καιρικές συνθήκες του Νοέμβριου κράτησςν τον βασιλιά μακριά από το Παρίσι. Ήθελε όμως να είναι παρόν στην μονομαχία κι έτσι μετά από σύσκεψη με τους συμβούλους αποφάσισε να μεταφέρει την ημερομηνία διεξαγωγης στις 29η Δεκεμβρίου.
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Εκείνο το πρωινό οι δύο μονομάχοι σηκώθηκαν νωρίς και αφού παρακολούθησαν την θεία λειτουργία , προσευχήθηκαν , εξομολογήθηκαν και ετοιμάστηκαν για την αναμέτρηση.
Φόρεσαν πρώτα τα ρούχα τους, μετά την προστατευτική επένδυση και ξεκίνησαν με την βοήθεια των ακολούθων τους να φοράνε τα εξαρτήματα της πανοπλίας τους. Πρώτα τα πόδια τα οποία έντυναν με μεταλλικά μέρη και πλάκες. Ακολουθούσε το αλυσιδωτό χιτώνιο και από πάνω έμπαινε ο μεταλλικος θώρακας.
Το επόμενο βήμα ήταν τα μεταλλικά προστατευτικά για τους ώμους, τους πήχεις, τους αγκώνες.
Το κράνος αποτελούσε το τελευταίο κομμάτι και κάλυπτε όλο το κεφάλι με ένα αποσπόμενο μέρος (προμετωπίδα) που κάλυπτε το πρόσωπο αφήνοντας μια σχισμή για να βλέπει ο ιππότης.
Πάνω από την πανοπλία έφεραν χιτώνιο με το οικόσημο της οικογενέιας τους. Παρόμοια θωράκιση έφερε και το άλογο του πολέμιστή. Ήταν συνήθως μεγαλόσωμα και δυνατά ζώα που θα μπορούσαν να αντέξουν και το βάρος αλλά και την ένταση κατα την διάρκεια της μάχης.
Τα όπλα που διάλεξαν οι δύο πολεμιστές ήταν: η λόγχη, το μακρύ σπαθί, ο πολεμικός πέλεκυς, το σπαθί για ένα χέρι, το εγχειρίδιο και φυσικά η ασπίδα που θα τους προστάτευε από την λόγχη του αντιπάλου.
Οι διαστάσεις της αρένας ήταν 30 μέτρα πλάτος και 80 μέτρα μήκος. Περιμετρικά υπήρχε ξύλινο τείχος για να εμποδίζει την διαφυγή των συμμετέχοντων με πύλες εισόδου-εξόδου στις δύο πλέυρές. Ένα δεύτερο εσωτερικό κυκλικό ξύλινο τείχος φιλοξενούσε τους φρουρούς του βασιλιά οι οποίοι ήταν υπέυθυνοι για τον έλεγχο του πλήθους. Στις τέσσερις γωνίες υπήρχαν οι πυργισκοι των αξιωματούχων οι οποίοι ως παρατηρητές όφειλαν να διασφαλίσουν την εγκυρότητα της μονομαχίας και την τήρηση των κανόνων.
Το πλήθος συγκεντρώθηκε στο μοναστήρι για να παρακολουθήσει τον αγώνα.
Έναν αγώνα ζωής και θανάτου μεταξύ δύο επιφανών ανδρών της Γαλλικής κοινωνίας. Η έξαψη και η ανυπομονησία του πλήθους ήταν έκδηλη. Με την άφιξη του βασιλιά (συνοδευόμενου από τον Δούκα της Βουργουνδίας) και της ακολουθίας του , ολοκληρώθηκε η προσέλευση του κόσμου και όλοι αδημονούσαν για την έναρξη.
Πρώτος εμφανίστηκε στην αρένα ο Jeans de Carrouges συνοδευόμενος από τους υπηρέτες του και τον σημαιφόρο με το λάβαρο της οικογενείας του. Ακουλούθησε η Lady Marguerite de Carrouges επιβαίνουσα σε μάυρη άμαξα συνοδευόμενη από τον πατέρα της και τον εξάδελφο της. Σε περίπτωση που ο σύζυγος της πέθαινε στην μονομαχία ήταν και αυτή καταδικασμένη σε θάνατο κατηγορούμενη για μοιχεία και ψευδορκία. Τελευταίος εμφανίστηκε ο κατηγορούμενος Jacques Le Gris συνοδευόμενος από υπηρέτες, συγγενείς και φίλους, ο οποίος όπως και στην ακρόαση έθεσε εαυτόν αριστερά του βασιλιά.
die cut scrap of medieval knights jousting
Για άλλη μια φορά οι μονομάχοι κατέθεσαν γραπτώς και προφορικώς τις κατηγορίες και τις ενστάσεις τους ενωπίον των παρευρισκομένων. Μετά την επιθεώρηση των όπλων και των θωρακίσεων από τα αρμόδιους αξιωματούχους, ο επίσημος Κριτής ανακοίνωσε στους θεατές τους κανόνες συμπεριφοράς τους κατα την διάρκεια της μονομαχίας.
Ένας σημαντικός παράγοντας στις μονομαχίες ήταν η συμμετρία των αντιπάλων , τόσο στον οπλισμό όσο και στην κοινωνική θέση. Ο βασιλιάς διέταξε να χρίσουν ιππότη τον le Gris έτσι ώστε ο de Carrouges να αναμετρηθεί με έναν όμοιο του!
Οι αντίπαλοι επέστρεψαν στις θέσεις τους για να ακούσουν τους κανόνες διεξαγωγής της μονομαχίας από τον εντεταλμένο αξιωματούχο. Χ
ωρίς εκτενή αναφορά ο κανόνας ότι απαγορεύεται να χρησιμοποιούν όπλα στα οποία έχει χρησιμοποιηθεί μαγεία και έχουν δεθεί με ξόρκια προκαλεί σήμερα ιδιαίτερη εντύπωση!
Τους κανόνες ακολούθησαν οι ιεροί όρκοι. Ένας βωμός με τον Εσταυρωμένο και την Βίβλο έιχε τοποθετηθεί για τον λόγο αυτό στο κέντρο της αρένας και ο ιερέας προέτρεψε τους αντίπαλους να πλησιάσουν. Έδιναν τρεις όρκους: ότι ο σκοπός τους είναι ιερός, ότι λένε μόνο την αλήθεια και δεν χρησιμοποιούν μαγεία και ο τρίτος τον οποίο ορκίζονταν γονυπετείς και αντικρυστά ότι ο αγώνας τους είναι δίκαιος και κρίνεται από τον Θεό. Επεσφράγισαν τους όρκους τους με μια χειραψία (με το αριστερό χέρι που δηλώνει εχθρότητα) και επέστρεψαν στα πρόχειρα καταλύματα τους που είχαν στηθεί στα άκρη της αρένας να προετοιμαστούν για την μάχη.
Οι όρκοι πριν την μονομαχία
Η ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ
Ο αγγελιοφόρος στάθηκε στο κέντρο της αρένας απέναντι από την βασιλική εξέδρα περιμένοντας το πλήθος να ησυχάσει. Σύντομα όλοι σώπασαν. ‘Αξαφνα φώναξε με δυνατή και σταθερή φωνή:Faites vos devoirs!(Πράξτε το καθήκον σας!). Τίποτα….σιγή. Ο αγγελιοφόρος επανέλαβε την διαταγή. Οι θεατές κρατούσαν την ανάσα τους. Για Τρίτη και τελευταία φορά ο αγγελιοφόρος φώναξε:
ΠΡΑΞΤΕ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΣΑΣ!
Οι δύο μονομάχοι εμφανίστηκαν και με ταχύ βηματισμό ανέβηκαν στα άλογα που τους περίμεναν στις δύο αντικρυστές πύλες. Ο επικεφαλής αξιωματικός προχωρησε στο κέντρο της αρένας κρατώντας ένα λευκό γάντι. Τινάζοντας το στον αέρα φώναξε: Laissez-les aller! (Aφήστε τους!)
Οπλισμένοι με λόγχη και ασπίδα, μακρύ σπαθί και τσεκούρι στην σέλα τους φέροντας επάνω τους κοντό σπαθί και εγχειρίδιο οι δύο αντίπαλοι ξεχύθηκαν με ορμή! Το πλήθος ζητωκράυγασε με ενθουσιασμό και ο θανάσιμος αγώνας ξεκίνησε.
Καθώς πλησίαζαν χαμήλωσαν τις λόγχες τους για να επιφέρουν το πολυπόθητο χτύπημα…η δυναμη πρόσκρουσης της λόγχης πάνω στην ασπίδα ήταν τέτοια που αν δεν ήταν έμπειροι αναβάτες θα έπεφταν από τα άλογα τους.
Γύρισαν τα άτια τους και ετοιμάστηκαν για το δεύτερο χτύπημα αυτή την φορά σημαδέυοντας λίγο ψηλότερα , στο κεφάλι του αντιπάλου…για αλλη μια φορά η τυχη βοήθησε και τους δύο και οι λόγχες εξοστρακιστηκαν επάνω στα κράνη τους.
Οι θεατές είχαν ήδη ξεσηκωθεί στις κερκίδες φωνάζοντας και χειροκροτώντας. Αυτή την φορά οι δύο άνδρες χαμήλωσαν τις λόγχες τους και εκμεταλευόμενοι όλη την ορμη των αλόγων τους θρυμάτισαν κυριολεκτικά τις λόγχες τους πάνω στην αντίπαλη ασπίδα!
Ο de Carrouges τράβηξε τον πέλεκυ και ευθύς αμέσως το ίδιο έκανε και ο αντίπαλος του.
Αυτή την φορά πλησίασαν πιο αργά και επιφυλακτικά ώσπου έφτασαν σε απόσταση χτυπήματος και ξεκίνησαν μια ανηλεη έφιππη μάχη σώμα με σώμα.
Ένας ιπποτικός χορός θανάτου, χτυπήματα και κοψίματα πάνω σε ασπίδες και πανοπλίες, με κάθε πρωταγωνιστή να προσπαθεί να πετάξει τον εχθρό του από το άλογο! Υπήρχαν στιγμές που άφηναν τις ασπίδες τους και κραδαιναν τους πέλεκεις με τα δύο χέρια για να καταφέρουνε όσο πιο δυνατά χτυπήματα μπορούσαν. Με την θωράκιση που έφεραν και την ιππική εμπειρία που διέθεταν και οι δύο, ήταν δύσκολο να πάρει κάποιος το προβάδισμα.
Ξαφνικά ο le Gris στριβει το άλογο του και φαίνεται σαν να υποχωρεί, αλλά με έναν απότομο ελιγμό επιτίθεται ξανά στον de Carrouges που σηκώνει την ασπίδα του για να προστατευτεί από το τρομακτικό χτύπημα. Ο πελεκυς γλιστράει και με όλη του την ορμή βυθίζεται στο πίσω μέρος του λαιμού του αλογου σχεδόν αποκεφαλίζοντας το! Ο de Carrouges βλέποντας το αλογο του να καταρέει αφιππέυει γρήγορα και ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τον le Gris πεζός, ο οποίος γυρίζει και επιτίθεται κρατώντας τον πέλεκυ με τα δύο του χέρια.
Στιγμιότυπο απο την ταινία ΕΛ ΣΙΝΤ με παρόμοιο θέμα
Ο de Carrouges με μια έξυπνη κίνηση τον αποφέυγει και καρφωνει το spike (ένα είδος μεγάλου μεταλλικού καρφιού που έφεραν οι πολεμικοί πέλεκεις στην άκρη τους) με όλη του την δύναμη στην κοιλιά του αντίπαλου αλόγου!
Το άλογο κατακηρημνίζεται μαζί με τον αναβάτη του που όμως καταφέρνει να σηκωθεί αλώβητος από την πτώση και τραβόντας το σπαθί του κατευθύνεται προς τον de Carrouges.
Oι δύο μονομάχοι με σπαθί στο ένα χέρι και ασπίδα στο άλλο , ανταλάσσουν χτυπήματα, κοψίματα, νύξεις σε μια γρήγορη αλληλουχία κινήσεων που εντυπωσιάζει τους θεατές και ξεσπούν σε ζητωκραυγές!
Η κούραση όμως έχει ήδη αρχίσει να καταβάλλει τους δύο άνδρες.
Δεν είναι καθόλου εύκολο να μάχεσαι ασταμάτητα για πολύ ώρα φέροντας τέτοια θωράκιση.
Ο le Gris βλέποντας την κούραση του αντιπάλου του επιχερεί μία νύξη και καταφέρνει να τραυματίσει τον de Carrouges ψηλά στον μηρό. Αίμα αρχίζει με ορμή να ξεπηδάει από την πληγή.
Η θέα του αίματος σοκάρει το πλήθος και μετατρέπει τις ζητωκραυγές του σε ένα αποδοκιμαστικό μουρμουρητό…..
Η Marguerite de Carrouges νιώθει την καρδιά της μα σφίγγεται στην σκέψη ότι όλα τελέιωσαν γι αυτήν και τον σύζυγο της. Εκείνη την στιγμή όμως ο le Gris κάνει ένα σημαντικό λάθος: τραβάει το σπαθί του κα κάνει μερικά βήματα πίσω! Ο τραυματισμένος de Carrouges συγκεντρώνει όσες δυνάμεις του έχουν απομείνει και ορμώντας στον αντίπαλο του τον ρίχνει στο έδαφος με μια εξαιρετική λαβή!
Ο le Gris βρίσκεται σε μεονεκτική θέση που το μόνο που μπορέι να κάνει είναι να αποκρούει τα συνεχόμενα χτυπήματα του αντιπάλου του χωρίς να να μπορεί να βρει ευκαιρία να σταθεί και πάλι όρθιος. Ο de Carrouges αντιλαμβάνεται όμως ότι το σπαθί του δεν μπορεί να διαπεράσει την πανοπλία του le Gris και πρέπει σύντομα να βρεί κάποιον τρόπο να τον αποτελειώσει.
Ήδη νιώθει τις δυναμεις του να το εγκαταλείπουν από την ακατάσχετη αιμορραγία στον μηρό του. Με ένα δυνατό χτύπημα διώχνει το σπαθί από τα χέρια του αντιπάλου του και πέφτει επάνω του προσπαθόντας να περάσει την αιχμή του σπαθιού του από την σχισμή του κράνους!
Μην φέρνοντας αποτέλεσμα γυρίζει το σπαθί του ανάποδα και καταφέρνει απανωτά χτυπήματα με τον φυλακτήρα στην κλειδαρειά που κρατάει το προμετωπίδα του προσώπου ώστε να την σπάσει και σηκώνοντας το κάλλυμα να αποτελειώσει τον αντίπαλο του.
Ο le Gris που αντιλαμβάνεται την πρόθεση του προσπαθεί να σταθεροποιήσει το κράνος του και ταυτόχρονα να αποτινάξει τον de Carrouges από πάνω του.
Κάποια στιγμη η κλειδαριά σπάει , το κάλλυμα σηκώνεται και ο de Carrouges βλέπει για πρώτη φόρα εδώ και πολύ ώρα το πρόσωπο του αντιπάλου του! Τραβάει το εγχειρίδιο του και λέει στον Le Gris:
«Ομολόγησε το έγκλημα σου!».
Ο le Gris απαντά: «Είμαι αθώος ορκίζομαι στον Θεό!»
«Τότε καταραμένος να’σαι!» απαντάει ο de Carrouges βυθίζοντας την λεπίδα στον λαιμό του……
Oι θεατές έχουν παγώσει. Ο de Carrouges σηκώνει το κάλυμμα του κράνους του και στρέφει το βλέμμα του στην σύζυγο του , η οποία κλαίει δάκρυα χαράς και ανακούφισης. Ύστερα γυρίζει στον βασιλιά, υποκλίνεται και φωνάζει στο πλήθος: «Έπραξα το καθήκον μου;»
«Ναι, ναι!» απήντησαν δέκα χιλιάδες φωνές που ακούστηκαν σαν μία….
Αυτή ήταν η τελευταία δικαστική απόφαση δια μονομαχίας που ενέκρινε το Γαλλικό κοινοβούλιο. Έκτοτε έγιναν πολλές αιτήσεις όμως απορρίφθηκαν όλες.
Οι δικαστικές μονομαχίες φυσικά δεν σταμάτησαν. Συνέχισαν να γίνονται σε άλλα μέρη της Γαλλίας όπου η δικαιοδοσία του Κοινοβουλίου δεν είχε ισχύ….ο άνθρωπος δεν σταμάτησε ποτέ να αναζητά την δικαιοσύνη μέσω του αίματος….
Γεώργιος Ζαχαρόπουλος
Δείτε επίσης την σκηνή της μονομαχίας για παρόμιο δικαστικό λόγο απο την ταινία ΕΛ ΣΙΝΤ
Η μάχη των Φιλίππων πραγματοποιήθηκε το 42 π.Χ. στους Φιλίππους της Καβάλας.
Αντίπαλοι ήταν από τη μια πλευρά ο Οκταβιανός και ο Μάρκος Αντώνιος και από την άλλοι ο Βρούτος και ο Κάσσιος, δηλαδή οι δολοφόνοι του Ιούλιου Καίσαρα.
Το 44 π.Χ. ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας είχε αποκτήσει τεράστια δύναμη κατακτώντας τη Γαλατία και νικώντας στον Ρωμαϊκό Εμφύλιο τον Πομπήιο. Αναγορεύθηκε δικτάτορας και προς τιμήν του οι Ρωμαίοι μετονόμασαν το μήνα Κουιντίλιο σε Ιούλιο. Όμως ακουγόταν ότι ο Καίσαρας ήθελε να καταλύσει το δημοκρατικό πολίτευμα. Είχε αποφασίσει να επιτεθεί κατά των Πάρθων και των Γετών, αλλά πριν αναχωρήσει εκδηλώθηκε κίνημα εναντίον του. Δύο από αυτούς που ήταν στο κίνημα, ο Γάιος Κάσσιος Λογγίνος και ο Βρούτος, δολοφόνησαν τον Ιούλιο Καίσαρα στις 15 Μαρτίου στο κτήριο της Συγκλήτου. Ο Μάρκος Αντώνιος έθεσε υπό τον έλεγχο του την αναταραχή. Ο Κάσσιος και ο Βρούτος, του οποίους ο Καίσαρας είχε ορίσει διοικητές, τον πρώτο στη Συρία και τον δεύτερο στη Μακεδονία, φοβούμενοι το λαό έφυγαν από τη Ρώμη.
Τότε στη Ρώμη ήρθε ο Οκταβιανός, θετός γιος του Καίσαρα ζητώντας από τον Αντώνιο την τιμωρία των δολοφόνων. Τελικώς ο Οκταβιανός, ο Μάρκος Αντώνιος και ο Λέπιδος σχημάτισαν τη Δεύτερη Τριανδρία και συμφώνησαν για την τιμωρία των δολοφόνων. Η μάχη
Τελικώς οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στους Φιλίππους το 42 π.Χ., μια πόλη της Μακεδονίας την οποία είχε μετονομάσει ο Φίλιππος Β’, πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, από Κρηνίδες σε Φιλίππους.
Ο Βρούτος και ο Κάσσιος στρατοπεύδευσαν στην όχθη του ποταμού Γάγγα ή αλλιώς Γαγγίτη.
Ο Οκταβιανός και ο Μάρκος Αντώνιος είχαν στρατοπεδεύσει στην απέναντι όχθη.
Η κάθε πλευρά διέθετε 80.000 άνδρες, δηλαδή 19 λεγεώνες. Ακόμη ο Οκταβιανός και ο Μάρκος Αντώνιος διέθεταν 13.000 ιππείς και οι δολοφόνοι του Καίσαρα 12.000 ιππείς.
Η μάχη άρχισε με τον Μάρκο Αντώνιο να θέλει να περικυκλώσει το στρατόπεδο και το στρατό του Κάσσιου περνώντας από ένα έλος που βρισκόταν εκεί.
Ο Κάσσιος όταν κατάλαβε το σχέδιο του Αντώνιου δημιούργησε ένα τείχισμα και απέκοψε τους στρατιώτες του αντιπάλου του. Εν τω μεταξύ ο Βρούτος επιτέθηκε στο στρατόπεδο της Τριανδρίας και το κατέλαβε. Από την άλλη πλευρά όμως ο Αντώνιος επικράτησε και κατέλαβε το στρατόπεδο του Κάσσιου.
Ο Κάσσιος, βλέποντας την ήττα του και νομίζοντας ότι ο Βρούτος στην άλλη πλευρά έχανε, αυτοκτόνησε.
Ο Βρούτος όμως, που νικούσε τον Οκταβιανό, υποχώρησε στο στρατόπεδό του και πολιορκήθηκε από τις δυνάμεις της Τριανδρίας.
Ύστερα από την πολιορκία, στη μάχη που ακολούθησε ανάμεσα στις δυο δυνάμεις, νικητές βγήκαν οι Οκταβιανός και Μάρκος Αντώνιος. Τελικά, αυτοκτόνησε και ο Βρούτος.
Μετά τη μάχη ο Οκταβιανός μετρούσε 16.000 νεκρούς, ενώ οι αντίπαλοί τους 8.000 νεκρούς. Ο Οκταβιανός με τον Μάρκο Αντώνιο παραμέρισαν τον Λέπιδο και συγκρούστηκαν μεταξύ τους. Το αποκορύφωμα της σύγκρουσής τους ήταν η Ναυμαχία του Ακτίου το 31 π.Χ., όπου βγήκε νικητής ο Οκταβιανός ο οποίος τελικά έμεινε μόνος κυρίαρχος στη Ρώμη. Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία καταλύθηκε το 27 π.Χ. με την ανακήρυξη του Οκταβιανού ως αυτοκράτορα.