Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας Μάνη.
Η κυριότερη είναι εκείνη που παραπέμπει στο κτίσιμο του περίφημου κάστρου της Μαΐνης, στις αρχές
του 10ου αι. Το τοπωνύμιο Μαΐνη αναφέρεται για πρώτη φορά στα 876. Στη συνέχεια
η ονομασία "Μαΐνη" από αναφορά σε μια πολύ μικρή περιοχή έφτασε να
αναφέρεται στην ευρύτερη περιοχή που από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας είναι
γνωστή ως Μάνη. Η εκδοχή αυτή υποστηρίζεται και από την ονομασία brazzo di
Maina (βραχίονας - μπράτσο της Μάνης) που είχαν καθιερώσει οι παραπλέοντες
Βενετοί ναυτικοί σε χάρτες και άλλα έγγραφα της εποχής.
Άλλες θεωρίες αναφέρουν:
·
στη
ναυτική εντολή maina=μάινα (μάζεμα) των πανιών, που ήταν αναγκασμένοι να κάνουν
οι ναυτικοί, όταν ταξίδευαν στη θάλασσα του Ταινάρου, λόγω των ισχυρών ανέμων
που πνέουν στην περιοχή.
·
στο
θεό Μάνη, αλλιώς ο θεός
Ουρανός, πατέρας του Κρόνου και παππούς του Δία.
·
στο
επίθετο μανή (= αραιή, φαλακρή, άδενδρη) που περιγράφει την κυρίαρχη εικόνα
αραιής βλάστησης με ελιές και φραγκοσυκιές.
στη λατινική λέξη manes (ψυχή), και στη
συσχέτιση της περιοχής με το ψυχοπομπείο και ναό του Ποσειδώνα στο Ακροταίναρο
Ιστορία
Σύμφωνα με αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή, η Μάνη ήταν
κατοικημένη από την παλαιολιθική εποχή. Τα ευρήματα στο Σπήλαιο Απήδημα και ο "Ταινάριος άνθρωπος"
έχουν αυξήσει κατακόρυφα το επιστημονικό ενδιαφέρον για την περιοχή. Για πρώτη
φορά συναντάμε αναφορές σε πόλεις της περιοχής (Καρδαμύλη, Οίτυλος, Γύθειον,
Ενόπη κ.α.) από τον Όμηρο.
Οι πρώτοι κάτοικοι, κατά τον περιηγητή Παυσανία, ήταν οι Λέλεγες. Ακολούθησαν οι Αχαιοί και οι [Δωριείς]]. Για τους επόμενους
αιώνες η ιστορία της Μάνης ταυτίστηκε με τη Σπάρτη. Στα ρωμαϊκά χρόνια
αποτέλεσε ιδιαίτερη ομοσπονδία, «το Κοινό των Λακεδαιμόνιων». Στα
βυζαντινά χρόνια, κατά τον αποικισμό των Σλάβων στην Πελοπόννησο τον 8ο μ.Χ.
αιώνα, εγκαταστάθηκαν Σλάβοι γύρω απ' τη Μάνη και κυρίως στις πλαγιές του Ταϋγέτου. Οι Μανιάτες
έγιναν χριστιανοί στα μέσα του 9ου αιώνα, όταν ήρθε ο Νίκων
ο Μετανοείτε για να
τους σταθεροποιήσει την πίστη στο χριστιανισμό. Με την πάροδο του χρόνου, με
την επίδραση της χριστιανικής θρησκείας και κυρίως με την επικοινωνία και
επιμειξία των Σλάβικων χωριών με τους Έλληνες κατοίκους, μετά τον
εκχριστιανισμό συνετελέσθη και ο εξελληνισμός αυτών. Στους αιώνες που
ακολουθούν οι κάτοικοι της περιοχής αποσύρονται στα ορεινά του Ταϋγέτου, όταν
οι Άραβες σπέρνουν τον τρόμο στα ελληνικά παράλια.
Αργότερα οι Φράγκοι δυσκολεύτηκαν πάρα πολύ να υποτάξουν τους
Μανιάτες, και τελικά αρκέστηκαν στο να χτίσουν τρία φρούρια: του Πασσαβά, της
Μεγάλης Μάνης και του Λεύκτρου, για να εξασφαλίσουν τη γενική επίβλεψη της
περιοχής. Μετά την πτώση των Βιλλαρδουΐνων, η Μάνη αποτέλεσε περιοχή του δεσποτάτου του Μυστρά,
του κράτους των Παλαιολόγων. Η Φραγκική κατάκτηση της Πελοποννήσου το 13ο αιώνα
φέρνει στα βουνά της Μάνης κι άλλους πρόσφυγες. Την ίδια επίσης εποχή αλλά και
τα επόμενα χρόνια οι πειρατές έβρισκαν καταφύγιο στις ακτές της Μάνης.
Αμέσως μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους,
η Μάνη έγινε το επίκεντρο σημαντικών γεγονότων. Το Μάιο του 1460, που ο Μωάμεθ ο Β' μπήκε στηνΠελοπόννησο,
γνωρίζοντας τον ιδιότυπο χαρακτήρα των Μανιατών δεν εξεστράτευσε εναντίον τους,
αλλά προσπάθησε να προσεταιριστεί τον αρχηγό τους, Κροκόδειλο Κλαδά,
για να έχει τη στήριξή του στην προδιαγραφόμενη σύρραξη μεταξύ Τούρκων και
Ενετών. Οι Μανιάτες απόκρουσαν τις προσφορές του Τούρκου κατακτητή και
συμμάχησαν με τους Ενετούς.
Οι Μανιάτες πολέμησαν με κάθε τρόπο τους Τούρκους. Ουσιαστικά η
Μάνη ποτέ δεν υποτάχθηκε. Το μεγαλύτερο διάστημα οι Τούρκοι την άφηναν υπό τη
διακυβέρνηση ενός Μπέη, με μοναδική υποχρέωση να πληρώνει φόρο 4.000 γρόσια το
χρόνο, που ούτε και αυτό έκανε. Παράλληλα, το απρόσβλητο της περιοχής έκανε
πολλούς κατοίκους από τουρκοκρατούμενες περιοχές να καταφεύγουν στη Μάνη.
Στον απελευθερωτικό αγώνα η Μάνη πρόσφερε πάρα πολλά. Η Φιλική Εταιρεία θεωρούσε τη Μάνη ως την πιο ασφαλή
αφετηρία για τον ξεσηκωμό και τα γεγονότα δεν τη διέψευσαν. Ιστορική είναι η
μάχη της Βέργας, όπου ο Ιμπραήμ χάνει τα δύο τρίτα του στρατού του, ενώ τον
κατατροπώνουν και οι γυναίκες του Δυρού, που αμυνόμενες με δρεπάνια και ξύλα
ματαιώνουν την προσπάθειά του για απόβαση.
Μετά την ηρωική περίοδο της επανάστασης του 1821,
στις προσπάθειες του Ιωάννη Καποδίστρια και του Όθωνα να ανασυντάξουν σε ενιαίο κράτος τις
απελευθερωμένες περιοχές, οι Μανιάτες αντιστέκονταν στο να υποταχθούν στην
κυβέρνηση του ελληνικού κράτους, αντιδρώντας στο διοικητικό σύστημα πού
επιβλήθηκε. Η αντίδραση τους αυτή εκδηλώθηκε ένοπλα, και σημαδεύτηκε με τη
δολοφονία του Καποδίστρια από τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, γιο του
οπλαρχηγού και ηγεμόνα της Μάνης Πετρόμπεη
Μαυρομιχάλη. Οι τελευταίες ταραχές έγιναν το 1862-63. Στα επόμενα
χρόνια επικράτησε μια προσπάθεια συμβιβασμού και η Μάνη ειρήνευσε.
Δεσμοί με Μακεδονία και Κρήτη
Κατεξοχήν εκπαιδευμένοι ως πολεμιστές, οι Μανιάτες δεν σταμάτησαν
με την απελευθέρωση του τόπου τους. Πολέμησαν ηρωικά σε όλους τους αγώνες της
Ελλάδας, στηΘεσσαλία, στην Ήπειρο, στην Κρήτη και
στη Μικρά Ασία.
Ειδικότερα, η σημαντική προσφορά των Μανιατών στο Μακεδονικό Αγώνα [4](1904 – 1907), με χιλιάδες εθελοντές
αγωνιστές που ακολούθησαν τους Μανιάτες καπεταναίους οπλαρχηγούς του ελληνικού
στρατού, έχει διατηρήσει έκτοτε ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των Μακεδόνων και των
Μανιατών.
Λόγω της εγγύτητας της νότιας Πελοποννήσου με τη δυτική Κρήτη και
τα Κύθηρα, των εμπορικών και
ναυτικών σχέσεων, αλλά και της ασφάλειας των απόρθητων χωριών της Μάνης,
υπήρξαν κρίσιμες ιστορικές στιγμές όπου Κρητικοί βρήκαν καταφύγιο και
εγκαταστάθηκαν εκεί. Το 1645, όταν οι Τούρκοι επιτέθηκαν εναντίον των Ενετών
και κατέλαβαν τα Χανιά, όπως και το 1669, όταν η πόλη του «Χάνδακα» (Ηράκλειο) παραδόθηκε
στους Τούρκους, οι κάτοικοι της πόλης και άλλοι Κρητικοί που είχαν καταφύγει
εκεί, πέρασαν στις απέναντι ακτές της Μάνης όπου πίστευαν ότι θα ήταν ασφαλείς.
Υπήρξαν όμως και Μανιάτες που αναζήτησαν καταφύγιο στην Κρήτη, σε
στιγμές όπως το 1715 (ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους) και το
1770 (μετά ταΟρλωφικά). Στην μεγάλη
κρητική επανάσταση του 1866-69 οι Μανιάτες φέρθηκαν στους Κρητικούς σαν γνήσιοι
αδελφοί, όταν εκατοντάδες εμπειροπόλεμοι εθελοντές Μανιάτες βρέθηκαν στην
Κρήτη. Την ίδια συμπεριφορά έδειξαν οι Μανιάτες και στην Επανάσταση του ‘97.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος,
ηγετική φυσιογνωμία της Κρήτης με καταγωγή της οικογένειάς του από τη Λακωνική Μάνη,
είχε δηλώσει "Αισθάνομαι
υπερηφάνεια, διότι στις φλέβες μου ρέει διασταυρωμένο Λακωνικό και Κρητικό αίμα
και άμα έχω κοντά μου τους Κρητικούς και τους Μανιάτες έχω ολόκληρη την
Ελλάδα".
Μεταναστεύσεις των Μανιατών
Οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης λόγω της φτωχής σε νερό και χώμα
γης της Μάνης, αλλά και οι ακατάπαυστοι αγώνες για ελευθερία, οδήγησε σε πολλές
δύσκολες στιγμές της ιστορίας κατοίκους της Μάνης να καταφύγουν σε ασφαλή μέρη,
για να διαφύγουν κινδύνων ή να προστατέψουν τις οικογένειές τους από αντίποινα.
Μια άλλη αιτία ήταν οι κόντρες ανάμεσα σε τοπικές αρχοντικές οικογένειες, και ο
βαθιά ριζωμένος νόμος του γδικιωμού(βεντέτας) ώθησε οικογένειες να χωριστούν
και να εγκαταλείψουν τα πάτρια εδάφη.
Από τις μεταναστεύσεις Μανιατών προς προορισμούς της Μεσογείου,
χαρακτηριστικότερες είναι αυτές δύο οικογενειών από το Οίτυλο: των Γιατριάνων (Μεδίκων, Medici), που
έφυγαν το 1670 και εγκαταστάθηκαν στο Λιβόρνο της Ιταλίας, και των Στεφανόπουλων,
που έφυγαν το 1675 για την Κορσική, και μετά από
περιπέτειες λόγω της διαμάχης Κορσικανών-Γενοβέζων κατέληξαν στο Καργκέζε [5] της
Κορσικής, όπου διατήρησαν τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμά τους και είναι και
σήμερα ακόμα γνωστοί ως «Έλληνες».[6]Εκεί τοποθετούνται ιστορικά και τα
στοιχεία που υποστηρίζουν [7] την
ελληνική καταγωγή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και τους δεσμούς με τη γενιά των
Στεφανόπουλων.
Η νεότερη ιστορία της Μάνης συνοδεύτηκε από μια μεγαλύτερη
μετανάστευση, με το τέλος του 19ου αιώνα και την αυγή του 20ου, αυτή τη φορά
προς την Αμερική. Το γεγονός αυτό, που συνεχίστηκε κατά κύματα για περισσότερο
από μισό αιώνα, άφησε πεντακάθαρα τα σημάδια του στα ερειπωμένα χωριά της
ορεινής Μάνης, πολλά από τα οποία εγκαταλείφθηκαν και μετατράπηκαν σε
χωριά-φαντάσματα, μουσεία του ένδοξου παρελθόντος τους.
Το ενιαίο και αδιαίρετο της Μάνης
Παρ' όλο που σήμερα η Μάνη παραμένει διοικητικά χωρισμένη στους
δήμους Ανατολικής Μάνης και Δυτικής Μάνης, διατηρεί ακόμα ανέπαφη την
ιδιαιτερότητα που της χάρισε ο βράχος και η θάλασσα. Η Μητρόπολη
Γυθείου, Οιτύλου και πάσης Μάνης (ονομάζεται
πλέον Ιερά Μητρόπολη Μάνης), δεν διασπάστηκε και αποτελεί για τους κατοίκους
μνήμη και αναφορά στα γεωγραφικά και πολιτισμικά όρια της Μάνης. Το ζήτημα του
ενιαίου και αδιαιρέτου της Μάνης επανήλθε [8] [9] στην
επικαιρότητα κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων για τη νέα Διοικητική
διαίρεση της Ελλάδας 2011, περισσότερο γνωστή ως Πρόγραμμα Καλλικράτης ή Καποδίστριας ΙΙ. Το αίτημα των
κατοίκων για διοικητική ένωση [10] και
σύσταση ενός ενιαίου, βιώσιμου δήμου Μάνης παραμένει, για λόγους οικονομικούς,
αναπτυξιακούς, περιβαλλοντικούς και ιστορικούς, ως ελάχιστο δείγμα τιμής και
ευγνωμοσύνης για τη συμβολή των Μανιατών στη δημιουργία του Ελληνικού Κράτους.