H Αθηνά ήταν η θεά που συμβόλιζε τη σοφία. Οι Έλληνες, ο πρώτος λαός που κατέκτησε τη λογική σκέψη και διατύπωσε καθολικούς νόμους για τη λειτουργία του σύμπαντος, έπλασαν μια θεά που προσωποποιούσε την εξυπνάδα και τη φρόνηση. Άλλωστε, ακόμη και ο τρόπος γέννησης της θεάς ήταν τέτοιος που μαρτυρούσε τις ιδιότητές της. Η γαλανομάτα κόρη ξεπήδησε από το κεφάλι του παντοδύναμου και πάνσοφου
Δία.
Τον καιρό που ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων ανατρεφόταν στην Κρήτη, χωρίς να το γνωρίζει ο Κρόνος, από τις Νύμφες του βουνού και τις Ωκεανίδες, ερωτεύτηκε τη Μήτιδα. Αυτή ήταν η πιο συνετή από όλες τις αδερφές της. Με τις συμβουλές της βοήθησε αποφασιστικά τον
Δία να πάρει την τελική νίκη. Αυτή του έδωσε το μαγικό βοτάνι με το οποίο ο φοβερός παιδοφάγος αναγκάστηκε να βγάλει από το στομάχι του τους θεούς που είχε καταπιεί.
Η Μήτιδα ήταν η πρώτη σύζυγος του
Δία ή σύμφωνα με άλλους η πρώτη ερωμένη του. Σε κάποιο γλέντι που έγινε στον Όλυμπο για να επισημοποιήσουν τη σχέση τους, ο Ουρανός και η Γη αποκάλυψαν στον εγγονό τους πως θα του χάριζε πρώτα μια κόρη και ύστερα ένα γιο, που θα γινόταν τόσο δυνατός, ώστε θα ονομαζόταν πρώτος των θεών. Ο χρησμός αυτός των προγόνων του τον έβαλε σε σκέψεις. Έτσι, όταν είδε τη γυναίκα του έγκυο, δεν μπορούσε να ηρεμήσει. Γι' αυτό ζήτησε ένα βοτάνι από τη γιαγιά του που όποιος το έτρωγε γινόταν μικρός σαν το δάχτυλο. Η Γαία του έκανε τη χάρη και αυτός έτρεξε στη Μήτιδα και της το έδωσε να το καταπιεί, λέγοντας πως θα έκανε γερά παιδιά. Έτσι κι έγινε μα σε λίγο η Μήτιδα άρχισε να μικραίνει. Τότε ο
Δίας άνοιξε το τεράστιο στόμα του και την κατάπιε. Κατέφυγε δηλαδή στο κόλπο του πατέρα του, αλλά ο ίδιος εξαφάνισε και τη σύζυγό του μαζί με το παιδί που είχε στην κοιλιά της. Ο
Δίας από τη στιγμή που κατάπιε τη Μήτιδα κατέκτησε ολόκληρη τη σοφία του κόσμου. Ήξερε κάθε στιγμή ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό.
Ύστερα από λίγες μέρες άρχισε να τον ενοχλεί κάτι στο κεφάλι του. Ένιωθε σαν ένα μικρό σπαθί να αγγίζει απαλά το μυαλό του. Καθώς όμως ο καιρός περνούσε οι ενοχλήσεις έγιναν πιο έντονες και ο πόνος στο κεφάλι πολύ δυνατός. Ο
Δίας βογκούσε από τους πόνους! όλες οι θεές προσπαθούσαν να τον καταπραΰνουν με μαγικά βότανα, αλλά τίποτε. Ούρλιαζε και χτυπιόταν καταγής, έτσι που ολόκληρος ο Όλυμπος αντιλαλούσε και σειόταν από τις σπαρακτικές του φωνές. Μια νύχτα που δεν άντεχε άλλο, κάλεσε τον Ήφαιστο να έρθει στο παλάτι του με το τεράστιο σφυρί του. Ο γιος του έφτασε μουντζουρωμένος και ιδρωμένος.
Μόλις τον είδε ο
Δίας του είπε: - Γρήγορα Ήφαιστε, δώσε μια με το σφυρί σου στο κεφάλι μου για να με γλιτώσεις μια και καλή απ' αυτό το μαρτύριο. Ο θεϊκός σιδηρουργός κοντοστάθηκε, γούρλωσε τα μάτια του και αρνήθηκε να κάνει κάτι τέτοιο. Όμως ο
Δίας δεν αστειευόταν. Οργισμένος απείλησε τον Ήφαιστο πως θα τον πετούσε για δεύτερη φορά από τον Όλυμπο. Τρομαγμένος ο νεαρός θεός σήκωσε το τεράστιο σφυρί και το κατέβασε μ' όλη του τη δύναμη στο κεφάλι του πατέρα του. Τότε μπροστά στα κατάπληκτα μάτια των Ολυμπίων ξεπετάχτηκε από το κεφάλι του
Δία μια γαλανομάτα κόρη πάνοπλη. Κρατούσε ασπίδα, φορούσε περικεφαλαία και κουνούσε απειλητικά το δόρυ της. Ήταν η Αθηνά, πολεμική θεά μα και προστάτιδα της σοφίας κληρονόμησε την παντοδυναμία του πατέρα της και τη σύνεση της Μήτιδας.
Την ώρα της γέννησής της έβγαλε μια πολεμική κραυγή που έκανε τον Όλυμπο να σειστεί ολόκληρος και έφτασε ως τα πέρατα του κόσμου. Η γη τραντάχτηκε και η θάλασσα αναταράχτη,. πελώρια κύματα σηκώθηκαν απειλητικά και τη σκέπασαν. Ο Ήλιος σταμάτησε το ολόχρυσο άρμα του και παρακολουθούσε τη θεά μέχρι να βγάλει την πανοπλία της από το αδύναμο ακόμη κορμί της. Σε λίγο σταμάτησε η κοσμοχαλασιά που προκάλεσε η γέννηση της θεάς. Η φύση ολόκληρη γαλήνεψε. Ο
Δίας, που απαλλάχτηκε από το φοβερό πονοκέφαλό του, ανακουφισμένος αντίκρισε τη νέα του κόρη και της χαμογέλασε. Αυτή σε λίγη ώρα μεγάλωσε και απέκτησε σ' όλη του την έκταση το θεϊκό της μεγαλείο. Οι θεοί έστησαν γλέντι για να καλωσορίσουν τη νέα τους σύντροφο. Το χορό έσυρε πρώτη η Αθηνά. Σύμφωνα μ' έναν άλλο μύθο που έλεγαν στην Κρήτη, η θεά γεννήθηκε στο νησί από ένα σύννεφο που χτύπησε ο
Δίας με τον κεραυνό του. Άλλοτε πάλι έλεγαν πως ήταν κόρη του γίγαντα Πάλλαντα ή κόρη του
Ποσειδώνα και της Τριτωνίδας. Πολλές φορές την ονόμαζαν Παλλάδα. Για το όνομα αυτό υπήρχε ο ακόλουθος μύθος.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής της μεγάλωσε με μια κοπέλα που ονομαζόταν Παλλάδα. Είχαν γίνει πολύ αγαπημένες φίλες. Μάθαιναν μαζί την πολεμική τέχνη και έπαιζαν αρκετά βίαια παιχνίδια. Μια μέρα που μάλωσαν, η Παλλάδα ήταν έτοιμη να χτυπήσει την Αθηνά. Όμως ο
Δίας που τα έβλεπε όλα, φοβήθηκε για τη μικρή του κόρη και την προστάτεψε με την αιγίδα του. Η κοπέλα τρόμαξε όταν είδε να προσγειώνεται μπροστά της η τρομερή ασπίδα. Η μικρή θεά εκμεταλλεύτηκε την ταραχή της και τη χτύπησε θανάσιμα. Όταν κατάλαβε πως η φιλενάδα της είχε πεθάνει, τότε ξέσπασε σε απαρηγόρητο κλάμα. Για να τιμήσει τη νεαρή της φίλη, δημιούργησε ένα άγαλμα που της έμοιαζε και το τοποθέτησε δίπλα στον πατέρα της. Το άγαλμα ήταν ξύλινο και ονομάστηκε Παλλάδιο. Κάποτε όμως ο
Δίας το πέταξε από τον Όλυμπο και αυτό έπεσε στην Τροία τον καιρό που χτιζόταν η πόλη. Το άγαλμα αυτό προστάτευε από τότε την περιοχή. Επειδή είχε πέσει στο ναό της Αθηνάς, ονόμασαν τη θεά Αθηνά-Παλλάδα.
Πολλές πόλεις στην αρχαιότητα υποστήριζαν πως είχαν Παλλάδια και πως απολάμβαναν την προστασία της.
Η Αθηνά είναι το πιο αγαπημένο παιδί του
Δία και πέρασε ολόκληρη τη ζωή της αφοσιωμένη στον πατέρα της που τον υπεραγαπούσε. Πολύτιμη ήταν η βοήθειά της στη Γιγαντομαχία όπου σκότωσε και έγδαρε τον Πάλλαντα και καταπλάκωσε τον Εγκέλαδο με τη Σικελία. Μόνο αυτή έμεινε πλάι στον
Δία, όταν ο φοβερός Τυφώνας όρμησε στον Όλυμπο. Μονάχα μια φορά συμμετείχε στη συνωμοσία της
Ήρας, του
Ποσειδώνα και του
Απόλλωνα εναντίον του πατέρα της. Μα και τότε ήταν η μόνη που δε γνώρισε την οργή του
Δία και έτσι η σχέση αγάπης και στοργής συνεχίστηκε χωρίς άλλα προβλήματα. Η Αθηνά αγαπούσε τις πολεμικές και τις καλές τέχνες και ασχολούνταν διαρκώς με αυτές. Δεν είχε καθόλου ερωτικές περιπέτειες και συμβόλιζε την αιώνια παρθενία. Γι' αυτό άλλωστε οι Αθηναίοι ονόμασαν το ναό της θεάς πάνω στην Ακρόπολη, Παρθενώνα.
Μόνο μια φορά λένε προσπάθησε να την ενοχλήσει ερωτικά ο Ήφαιστος, μα η θεά αντιστάθηκε παλικαρίσια. Από το σπέρμα του θεού που έπεσε στη γη γεννήθηκε ο Εριχθόνιος, ένας ονομαστός ήρωας της Αθήνας, που η θεά του συμπεριφερόταν σαν να ήταν γιος της. Άλλοι ισχυρίζονται πως ο Εριχθόνιος ήταν γιος της Γαίας που τον εμπιστεύτηκε στην Αθηνά να τον αναθρέψει. Λένε μάλιστα πως ο ήρωας καθιέρωσε τα Παναθήναια, τη σημαντικότερη γιορτή προς τιμή της Αθηνάς. Επίσης πίστευαν πως η θεά του δίδαξε να οδηγεί το τέθριππο, το άρμα δηλαδή που έσερναν τέσσερα άλογα. Πιο αγαπημένη της πόλη ήταν η Αθήνα, που πήρε και το όνομά της. Έλεγαν πως πρώτος έφτασε στην Αττική ο
Ποσειδώνας. Αυτός χτύπησε με την τρίαινά του ένα βράχο της Ακρόπολης και αμέσως ανάβλυσε μια πηγή με αλμυρό νερό. Κατόπιν η Αθηνά, που διεκδικούσε κι αυτή την κυριαρχία και την προστασία του τόπου, φύτεψε μια ελιά. Τότε οι υπόλοιποι Ολύμπιοι μπήκαν κριτές στη διαμάχη των θεών και αποφάσισαν υπέρ της Αθηνάς.
Σύμφωνα μ' έναν άλλο μύθο κάποτε φύτρωσε στην Ακρόπολη μια ελιά και παραπέρα ανάβλυσε μια πηγή. Ο Κέκροπας που ήταν άρχοντας της περιοχής ζήτησε τη συμβουλή του μαντείου και πληροφορήθηκε πως το δέντρο αντιπροσώπευε την Αθηνά και η πηγή τον
Ποσειδώνα. Τότε κάλεσε λαϊκή συνέλευση των ανδρών και των γυναικών. Όλοι οι άνδρες ψήφισαν υπέρ του
Ποσειδώνα και όλες οι γυναίκες υπέρ της Αθηνάς. Όμως αυτές ήταν περισσότερες και έτσι η πόλη δόθηκε στη θεά. Ο
Ποσειδώνας οργισμένος πλημμύρισε την περιοχή. Οι άνδρες, τότε, για να τιμωρήσουν τις γυναίκες, τις απαγόρευσαν να συμμετέχουν στις συνελεύσεις και να ψηφίζουν.
Αλλά η πιο κοινή εκδοχή του μύθου είναι η ακόλουθη. Οι θεοί είπαν στους αντίδικους ότι θα κέρδιζε την πόλη εκείνος που θα έκανε το πιο χρήσιμο δώρο στους κατοίκους. Τότε ο
Ποσειδώνας χτύπησε την τρίαινά του στη γη και ξεπετάχτηκε ένα κατάλευκο άλογο.
Οι αθάνατοι θαύμασαν το δώρο αυτό, γιατί ήξεραν πόσο χρήσιμο ήταν στη γεωργία και στα άλλα επαγγέλματα. Αμέσως όμως η σοφή Αθηνά χτύπησε με το δόρυ της την αττική γη και φύτρωσε μια φουντωτή και αειθαλής ελιά. Τότε οι Ολύμπιοι αποφάσισαν πως ο καρπός του ευλογημένου δέντρου ήταν πιο χρήσιμος για τους ανθρώπους της περιοχής και έτσι έδωσαν τη νίκη στην Αθηνά.
Η Αθηνά, ως παρθενική θεά, δεν τα πήγαινε καλά με την
Αφροδίτη, την προστάτιδα του έρωτα. Πολύ συχνά μάλωναν και λογοφέρνανε, ακόμη και μπροστά στον πατέρα τους, τον Δία. Αυτός πάντα προσπαθούσε να τις συμφιλιώσει. Φαίνεται όμως πως δεν τα κατάφερνε, όταν οι δυο θεές βρέθηκαν αντίπαλες στον Τρωικό πόλεμο, η Αθηνά δε δίστασε, μέσω του Διομήδη βέβαια, να χτυπήσει την
Αφροδίτη και να την πληγώσει.
Η πολεμική θεά στάθηκε στο πλευρό πολλών γνωστών ηρώων της αρχαιότητας. Ένας από τους προστατευόμενούς της ήταν ο Ηρακλής. Από την πρώτη στιγμή που τον αντίκρισε η Αθηνά, τότε που ο θνητός ακόμα ήρωας έτρεξε στο πλευρό του
Δία για να αντιμετωπίσει τους Γίγαντες, τον συμπάθησε. Με τις πολύτιμες συμβουλές της κατόρθωσε να εξοντώσει τον Αλκυονέα. Όμως και αργότερα, όταν ο Ευρυσθέας υπέβαλε τον Ηρακλή στη δοκιμασία των δώδεκα άθλων, τον βοήθησε. Του χάρισε τα κύμβαλα που ήταν έργο του θεϊκού τεχνίτη Ήφαιστου. Χτυπώντάς τα ο ήρωας τρόμαξε τις Στυμφαλίδες όρνιθες που πέταξαν από τις κρυμμένες φωλιές τους και έτσι τις σκότωσε με τα βέλη του. Για να την ευχαριστήσει της αφιέρωσε τα χρυσά μήλa των Εσπερίδων. Με τη βοήθεια της θεάς ο Περσέας κατάφερε να εξοντώσει τη Γοργόνα. Αυτή ήταν ένα τέρας που αντί για μαλλιά είχε φίδια και τα τρομερά της μάτια προκαλούσαν φριχτό πανικό σε όποιον τα αντίκριζε ή τον απολίθωναν. Ο ήρωας, όταν πήγε να αντιμετωπίσει το φριχτό τέρας, είχε μαζί του τη γυαλιστερή ασπίδα που του έδωσε η Αθηνά. Έτσι, ενώ είχε αλλού στραμμένο το βλέμμα του, παρακολουθούσε τη Γοργόνα που καθρεφτιζόταν πάνω στην ασπίδα και την αποκεφάλισε. Πρόσφερε το φοβερό κεφάλι της, που ακόμη και κομμένο διατηρούσε τις ιδιότητές του, στην Αθηνά. Η θεά τοποθέτησε το λεγόμενο "γοργώνειο" πάνω στην αιγίδα που της είχε κάνει δώρο ο πατέρας της. Μάζεψε το αίμα που πετάχτηκε από τις φλέβες του τέρατος και το έδωσε στον Ασκληπιό, ο οποίος το χρησιμοποίησε σαν γιατρικό. Άλλοι πάλι λένε πως έδωσε δυο σταγόνες αίματος στον Εριχθόνιο. Η μια προκαλούσε το θάνατο και η άλλη είχε θεραπευτικές ιδιότητες.
Ακόμη λένε πως όταν ο Περσέας αποκεφάλισε τη Γοργόνα, οι αδερφές της, η Σθενώ και η Ευρυάλη, που ήταν αθάνατες, τη θρήνησαν γοερά. Όμως αυτός ο θρήνος προερχόταν από τα φίδια που είχαν στα μαλλιά τους και όχι από τις ίδιες. Η Αθηνά προσπάθησε να βρει έναν τρόπο για να τον μιμηθεί. Πήρε λοιπόν το κόκαλο ενός μεγάλου ελαφιού που της είχαν θυσιάσει, άνοιξε κάποιες τρύπες και φυσούσε κατά διαστήματα μέσα στο καινούριο μουσικό όργανο που το ονόμασε φλογέρα. Ενθουσιασμένη έτρεξε στον Όλυμπο και έδειξε την εφεύρεσή της στους θεούς.
Η
Ήρα και η
Αφροδίτη όμως ξέσπασαν σε ειρωνικά γέλια. Η Αθηνά δεν μπορούσε να εξηγήσει τη συμπεριφορά τους και θύμωσε πάρα πολύ. Τότε της εξήγησαν πως καθώς έπαιζε τη φλογέρα φούσκωναν τα κόκκινα μάγουλά της, παραμορφωνόταν το πρόσωπό της και ήταν πολύ αστεία. Η θεά έτρεξε πεισμωμένη σ' ένα ρυάκι και καθρεφτίστηκε στα νερά του παίζοντας φλογέρα. Κατάλαβε πως οι θεές είχαν δίκιο που την ειρωνεύονταν και οργισμένη πέταξε το μουσικό όργανο.
ΑΘΗΝΑ Γιος της Γοργόνας και του
Ποσειδώνα ήταν το φτερωτό άλογο Πήγασος. Ένας ήρωας, ο Βελλεροφόντης, ζήτησε κάποτε τη βοήθεια της Αθηνάς για να συλλάβει και να δαμάσει το άλογο. Μια νύχτα που ο ήρωας κοιμήθηκε στο ναό της, αυτή εμφανίστηκε στον ύπνο του και του χάρισε ένα χαλινάρι με το οποίο το δάμασε.
Η Αθηνά ήταν πολύ ντροπαλή με τους άντρες. Έτσι, κάποια μέρα που ο Τειρεσίας την είδε γυμνή να λούζεται στα νερά μιας λίμνης μαζί με τη Νύμφη Χαρικλώ, τον εκδικήθηκε χωρίς οίκτο. Με ένα απλό άγγιγμα των ματιών του τον έκανε τυφλό για όλη του τη ζωή. Η φιλενάδα της όμως την παρακαλούσε να τον ευσπλαχνιστεί. Επειδή δεν μπορούσε να πάρει πίσω μια θεϊκή απόφαση, ευνόησε διαφορετικά τον Τειρεσία. Καθάρισε τόσο καλά τα αυτιά του, ώστε μπορούσε να καταλάβει το κελάηδημα των πουλιών και του έδωσε ένα ραβδί που τον βοηθούσε να περπατάει όπως οι άνθρωποι που έβλεπαν. Από τότε ο Τειρεσίας έγινε ο πιο ξακουστός μάντης της αρχαιότητας.
Η πολεμική θεά είχε ενεργό δράση στον Τρωικό πόλεμο, όπου και προστάτευε την παράταξη των Ελλήνων κι αυτό γιατί ήταν εξοργισμένη από την κρίση του Πάρη για την ομορφότερη θεά. Αγαπημένοι της πολεμιστές ήταν ο Διομήδης, ο Αχιλλέας και ο Οδυσσέας. Στάθηκε στο πλάι τους σε όλες τις δύσκολες στιγμές. Όταν μάλιστα υπήρχε μεγάλος κίνδυνος, κατέφευγε σε θαύματα για να τους σώσει. Έκανε θεϊκή φωτιά να βγαίνει από την περικεφαλαία του Διομήδη και σκέπασε με πύρινο σύννεφο το κεφάλι του Αχιλλέα. Μάλιστα, στις πιο δύσκολες στιγμές μεταμορφωνόταν η ίδια σε Τρώα πολεμιστή και πήγαινε στις συγκεντρώσεις των αντίπαλων στρατηγών, δίνοντάς τους λανθασμένες συμβουλές. Αλλά και όταν υπήρχαν διχόνοιες και διαφωνίες στο στρατόπεδο των Ελλήνων, πάντοτε κατάφερνε να προλάβει τα χειρότερα, αυτή δεν άφησε τον Αχιλλέα να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα αν και τον είχε προσβάλει βαρύτατα.
Βοήθησε τον πολυμήχανο Οδυσσέα τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου όσο και κατά το δεκάχρονο ταξίδι της επιστροφής του. Στην Οδύσσεια, η Αθηνά παρεμβαίνει με μεταμορφώσεις. Παίρνει τη μορφή του Μέντορα και δίνει πολύτιμες συμβουλές και οδηγίες στον Τηλέμαχο. Στέλνει επίσης όνειρα. Εμφανίζεται στον ύπνο της Ναυσικάς και τη συμβουλεύει να πάει να πλύνει τα ρούχα της στο ποτάμι, τη μέρα που ο Οδυσσέας πλησιάζει στο νησί των Φαιάκων.
Προικίζει τον προστατευόμενό της με υπερφυσική ομορφιά για να γοητεύσει τη βασιλοπούλα και να τον φιλοξενήσει στο ανάκτορο του πατέρα της.
Σε άλλες περιπτώσεις ξεσηκώνει τον
Δία να βοηθήσει τον Οδυσσέα. Με δική της παρέμβαση η Καλυψώ παίρνει εντολή να αφήσει ελεύθερο τον ήρωα και να του δώσει μέσο για να ξαναβγεί στο πέλαγος. Ο Ορέστης, ο γιος του Αγαμέμνονα, για να εκδικηθεί το φόνο του πατέρα του σκότωσε τη μητέρα του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. Όμως οι Ερινύες, σκοτεινές θεότητες που τιμωρούσαν τους φονιάδες, καταδίωξαν τον Ορέστη, ο οποίος έφτασε στην Αθήνα και ζήτησε καταφύγιο στο ναό της θεάς. Τότε έγινε δικαστήριο στον Άρειο Πάγο για να κριθεί ο νεαρός μητροκτόνος, πρόεδρος ήταν η ίδια η θεά. Η ψηφοφορία έληξε με ισοπαλία, αλλά τελικά ο Ορέστης αθωώθηκε, γιατί η ψήφος της Αθηνάς, που ήταν αθωωτική, θεωρήθηκε διπλή. Από τότε θεσπίστηκε ο νόμος ότι η ισοψηφία στο δικαστήριο μετρούσε υπέρ του κατηγορουμένου.
Προστάτευε όλους γενικά τους τεχνίτες και τους βιοτέχνες. Η ίδια ήταν καταπληκτική υφάντρα. Κάποτε η Αράχνη, μια κοπέλα από τη Λυδία, που είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη στην τέχνη της υφαντικής, κάλεσε τη θεά σε διαγωνισμό. Αρχικά η θεά εμφανίστηκε στην κοπέλα μεταμορφωμένη σε γριά και τη συμβούλεψε να δείξει μετριοφροσύνη. Όμως η Αράχνη συνέχιζε να καυχιέται και η Αθηνά εκνευρισμένη πήρε την κανονική της μορφή και ο διαγωνισμός άρχισε. Η Παλλάδα παράστησε πάνω στο υφαντό της την καθημερινή ζωή των θεών και στις άκρες σκηνές που φανέρωναν την πανωλεθρία των θνητών, όταν δεν υπάκουαν τους αθάνατους. Η νεαρή Λυδή απεικόνισε στο ύφασμά της την ερωτική ζωή των θεών και ιδιαίτερα τις εξωσυζυγικές τους σχέσεις. Η Αθηνά δε βρήκε κανένα ψεγάδι στο έργο της Αράχνης όση ώρα κι αν το εξέταζε. Από το θυμό και τη ζήλια της τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο ζωύφιο που αδιάκοπα κλώθει και υφαίνει με την άκρη της κλωστής της.
Κάποτε η θεά είχε μια διένεξη με τον
Απόλλωνα σχετικά με τη μαντική τέχνη. Είχε διδαχτεί από τις φτερωτές Νύμφες του Παρνασσού, τις Θρίες, να προλέγει το μέλλον από τις πέτρες που παράσερναν οι χείμαρροι. Όμως ο Φοίβος παραπονέθηκε στον
Δία και αυτός αποφάσισε υπέρ του γιου του. Τότε η Αθηνά πέταξε χολωμένη τις πέτρες στην πεδιάδα και από τότε η περιοχή ονομάστηκε Θριάσιο πεδίο.
Η Αθηνά - Παλλάδα συμβόλιζε μερικά από τα πιο σημαντικά ιδεώδη του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Συνδύαζε τη δύναμη και τη γενναιότητα με τη σύνεση και την εξυπνάδα. Αγαπημένα της σύμβολα ήταν η αιγίδα, το δόρυ, η κουκουβάγια και η ελιά.