Οι σκέψεις και τα τελευταία λόγια του Αλέξανδρου Βέλιου ένα 48ωρο προτού βάλει τέλος στη ζωή του με ευθανασία, οι πράξεις τόλμης και θάρρους, οι αμήχανες συναντήσεις με μέλη της οικογένειας και φίλους παρουσιάζονται πρώτη φορά σε μια συγκλονιστική ταινία ,που προβλήθηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα την περασμένη Παρασκευή στο 19ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Αλέξανδρος Βέλιος: Η τελευταία απόφαση» κατέγραψε καρέ καρέ με τον κινηματογραφικό φακό του ο σκηνοθέτης Αντώνης Τολάκης με τη συγκατάθεση του ίδιου του ανήσυχου δημοσιογράφου.
Ο δημιουργός «συμπύκνωσε» τις συγκινητικές στιγμές των δύο τελευταίων ημερών της ζωής του Αλέξανδρου Βέλιου, λίγο προτού κάνει πράξη τη γενναία απόφασή του να έχει έναν αξιοπρεπή θάνατο με ευθανασία ως ελεύθερος άνθρωπος, όπως ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Αυτές οι δύο ημέρες ήταν μάθημα ζωής και ωρίμανσης. Τα συναισθήματα ήταν πολύ έντονα. Τις δυο αυτές μέρες απλά έπρεπε να διαχειριστώ την επιθυμία του άντρα μου» αποκαλύπτει στην «Espresso» η Νάντια Γερολυμάτου, χήρα του Αλέξανδρου Βέλιου, μιλώντας πρώτη φορά μετά τον θάνατο του συζύγου της.
Το ντοκιμαντέρ ξεκινά με την εικόνα του Αλέξανδρου Βέλιου στο νοσοκομείο. Είναι το πρώτο Σαββατοκύριακο του περασμένου Σεπτεμβρίου και ο δημοσιογράφος κάθεται σιωπηλός στο κρεβάτι του, κρατώντας στα χέρια χαρτιά με σημειώσεις και ένα στιλό. Γράφει, σβήνει και ξαναγράφει, προσπαθεί να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να συντάξει μια ανακοίνωση και να αποχαιρετίσει με αυτήν οικογένεια, φίλους, γνωστούς, τον κόσμο όλο, πριν βάλει τέλος στη ζωή του.
Ο φακός τον καταγράφει να συνομιλεί με τη γυναίκα του Νάντια μέσα στον θάλαμο του νοσοκομείου. «Φοβάμαι πώς θα διαχειριστεί η κόρη μας όλο αυτό» του λέει εκείνη. «Μην ανησυχείς. Η μικρή θα καταφέρει να επουλώσει τις πληγές της γρήγορα. Τα παιδιά είναι “καταδικασμένα” να χαίρονται και για τον λόγο αυτό θα μπορέσει να κλείσει τα τραύματα πιο γρήγορα απ' ό,τι οι μεγάλοι» της απαντά με σταθερή και καθαρή φωνή ο Αλέξανδρος Βέλιος.
Εξι μήνες μετά η Νάντια Γερολυμάτου εξομολογείται ότι οι πληγές παραμένουν ανοιχτές... «Δεν επουλώνονται οι πληγές, τις κουβαλάς, μαθαίνεις να ζεις με αυτές, συμφιλιώνεσαι με την έλλειψη, αλλά δεν κλείνουν. Ειδικά όταν έχεις ζήσει δίπλα σε έναν άνθρωπο τέτοιου βεληνεκούς» επισημαίνει.
Ενώ συνομιλούσαν για την κόρη τους, η Νάντια Γερολυμάτου δάκρυσε. «Κύλησε ένα δάκρυ από τα μάτια μου. Προσπαθούσα να μην το δείξω ούτε αυτό» λέει και αποκαλύπτει ότι και ο σύζυγός της δεν άφησε να φανούν δάκρυα στα μάτια του, παρά τις έντονες στιγμές συγκίνησης που βίωνε και παρά τον πόνο που ένιωθε λόγω του καρκίνου.
Αμηχανία
«Μου έλεγε πως παίρνει δύναμη από μένα», αναφέρει, «πως δεν θα μπορούσε χωρίς τη στήριξή μου να πετύχει αυτό που ήθελε».
Στο νοσοκομείο εκείνο το Σαββατοκύριακο του Σεπτεμβρίου μπαινόβγαιναν φίλοι του Αλέξανδρου Βέλιου. Όση ώρα συνομιλούσαν μαζί του, διακρινόταν μια αμηχανία στα λόγια και στις κινήσεις τους. Προσπαθούσαν να κατανοήσουν την απόφασή του να βάλει τέλος στη ζωή του. Ο ίδιος νηφάλιος, ψύχραιμος και αποφασισμένος, τους ευχαριστούσε που βρίσκονταν πλάι του. Ο Αλέξανδρος αντιμετώπισε τον καρκίνο με θάρρος, τόλμη και αξιοπρέπεια και με τον θάνατό του θέλησε και προσπάθησε να ταρακουνήσει ανθρώπινες συνειδήσεις για το θέμα της ευθανασίας, υπογραμμίζει η Νάντια Γερολυμάτου.
«Κατάφερε με το τέλος του να ξεκινήσει τη συζήτηση για την ευθανασία» λέει και προσθέτει: «Θα σπάσει κάποια στιγμή το ταμπού που περιβάλλει την ελληνική κοινωνία για την ευθανασία και εκ των πραγμάτων θα οδηγηθούμε στη νομιμοποίησή της».
«Πάθαινε πανικό»
«Ενας άνθρωπος όπως ο Αλέξανδρος δεν άντεχε το θέμα της ανυπαρξίας, δεν μπορούσε να το διαχειριστεί», προσθέτει η κυρία Γερολυμάτου και εξηγεί:
«Υπήρχαν στιγμές τα βράδια που πάθαινε πανικό, ξυπνούσε ανήσυχος. Κατάφερε να συμφιλιωθεί με την ανυπαρξία του το βράδυ που τελείωσε το βιβλίο ‘‘Εγώ κι ο θάνατός μου - Το δικαίωμα στην ευθανασία’’. Τότε ήρθε και μου είπε: ‘‘Νάντια, επιτέλους έχω απαλλαγεί από τον φόβο του θανάτου’’. Ηταν έτοιμος να γράψει το τέλος του με αξιοπρέπεια, όπως ο ίδιος το ήθελε».
Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του ντοκιμαντέρ η προσπάθεια του δημοσιογράφου Δημήτρη Αλικάκου (σ.σ.: που είχε προσπαθήσει και στο παρελθόν να εκμεταλλευτεί το δραματικό τέλος του Βέλιου) να εκμαιεύσει από τη σύζυγο του Αλέξανδρου Βέλιου απαντήσεις σχετικά με το ποια πρόσωπα ήταν παρόντα τη στιγμή που έφευγε από τη ζωή και αν υπήρξαν κάποιοι που πρόδωσαν το όραμά του για έναν αξιοπρεπή θάνατο. Η Νάντια Γερολυμάτου αντέδρασε ευγενικά, όμως το κοινό αποδοκίμασε έντονα την απόπειρα αναγκάζοντας τον Αλικάκο να αποχωρήσει.
«Κυριακή φεύγω... Εχουμε χρόνο;»
Ο δημιουργός του ντοκιμαντέρ σκηνοθέτης Αντώνης Τολάκης (φωτό) γνωρίστηκε με τον Αλέξανδρο Βέλιο μόλις μία εβδομάδα πριν από τον θάνατό του.
«Με τον Αλέξανδρο συνδεθήκαμε πολύ γρήγορα και πολύ έντονα. Του είπα ότι θέλω να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για τον χρόνο, με κοίταξε απορημένος. Μετά μιλήσαμε για φιλοσόφους και συγγραφείς που άρεσαν και στους δύο, κι έτσι καταλάβαμε τι ήθελε ο ένας από τον άλλον» εξηγεί ο σκηνοθέτης.
«Κάποια στιγμή ο Αλέξανδρος έκανε μια παύση, με κοίταξε και με ρώτησε: “Εχουμε χρόνο;” Του απάντησα πως έχουμε χρόνο και μου είπε “την Κυριακή φεύγω”. Η συζήτηση αυτή έγινε στις 2 Σεπτεμβρίου, Παρασκευή απόγευμα. Με κοίταξε στα μάτια και υποπτευόμουν τότε ότι δεν θα πήγαινε στην Ελβετία,· ότι θα τελείωνε τη ζωή του εδώ, σε μια χώρα όπου η υποβοηθούμενη ευθανασία απαγορεύεται» λέει ο κ. Τολάκης. Ο Αλέξανδρος Βέλιος το τελευταίο 48ωρο της ζωής του είχε ξεχάσει ότι υπήρχε μια κάμερα που τον μαγνητοσκοπούσε. «Αυτό το έκανε γιατί κατάλαβε ότι μπορεί να με εμπιστευτεί» τονίζει ο κ. Τολάκης και καταλήγει:
«Είχε μια σιγουριά, ένιωθε μια ασφάλεια ότι δεν θα εισβάλω στον ψυχικό του κόσμο. Ο Αλέξανδρος για να επιβιώσει, για να μπορέσει να διαχειριστεί τη μεγάλη αυτή απόφαση που πήρε -και για μένα είναι πράξη ελευθερίας-, έπρεπε να κάνει κάτι για να αποκτήσει νόημα η ζωή. Ο Αλέξανδρος με τον θάνατό του κάνει κάτι που αποκτά νόημα η ζωή του».
Το τέλος με κοκτέιλ φαρμάκων, το «αντίο» με δύο επιστολές και η εντολή για εκταφή της σορού
Ηταν ένα βράδυ Κυριακής του Σεπτεμβρίου όταν ο δημοσιογράφος Αλέξανδρος Βέλιος άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 63 ετών. Επέλεξε να «φύγει» μόνος του, καθώς δεν ήθελε να ταλαιπωρείται άλλο από την ασθένεια που αντιμετώπιζε. Οι προσπάθειές του για ευθανασία και οι δεκάδες εκκλήσεις του να δοθεί ένα τέλος στον γολγοθά του δεν εισακούστηκαν, με αποτέλεσμα να βρει ο ίδιος τρόπο να φύγει από τη ζωή.
Πριν ξημερώσει η 5η Σεπτεμβρίου ο Αλέξανδρος Βέλιος είχε πάρει κοκτέιλ φαρμάκων και είχε αποχαιρετήσει τους οικείους του με δύο επιστολές. Στη μια έκανε αναφορά στο πώς επιθυμούσε να γίνει η κηδεία του και στην άλλη ανακοίνωνε ο ίδιος τον θάνατό του.
«Αποφάσισα απόψε να δώσω στη ζωή μου το τέλος που μου ταιριάζει... Εζησα με αξιοπρέπεια. Με αξιοπρέπεια αποφάσισα και να πεθάνω».
Ωστόσο, τόσο οι συνεντεύξεις του όσο και ένα κείμενο που δημοσιεύθηκε μετά τον θάνατό του από δημοσιογράφο, που εμφανίστηκε ψευδώς ως φίλος του και άφηνε υπόνοιες για «υποβοηθούμενη» αυτοκτονία, έφεραν νέες εξελίξεις στην υπόθεση.
Στο επίμαχο κείμενο το συγκεκριμένο πρόσωπο έγραφε πως ο 63χρονος δημοσιογράφος τού είχε πει: «Αύριο παίρνω εξιτήριο. Την Κυριακή θα έρθει ο γιατρός να μου φέρει τη σύριγγα. Θα έρθεις κι εσύ. Δεν χρειάζεται να μου κάνεις ένεση, πλάκα έκανα, θα σου δείξει απλώς πώς να την κουμπώσεις στην “πεταλούδα” που έχω στο στήθος μου. Μετά θα πατήσεις την ένεση. Και φύγε αμέσως». Τις επόμενες ημέρες ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών Ηλίας Ζαγοραίος διέταξε προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση.
Προκειμένου να βρεθούν στοιχεία, στις 16 Σεπτεμβρίου δόθηκε εντολή για εκταφή της σορού για να ληφθούν δείγματα για τη διενέργεια τοξικολογικών εξετάσεων. Σημειώνεται ότι στην κατάθεσή της η σύζυγος του Βέλιου Νάντια Γερολυμάτου ανέφερε ότι δεν αντιλήφθηκε την ύπαρξη κάποιας σύριγγας ή άλλου σκευάσματος, του οποίου χρήση μπορεί να έκανε ο σύζυγός της. Το μυστήριο, όμως, έλυσαν τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων, που επιβεβαίωσαν ότι ένα εξαιρετικά δυνατό «κοκτέιλ» ηρεμιστικών και παυσίπονων χαπιών οδήγησε στον θάνατο τον δημοσιογράφο.