Της Δωρίτας Μαρκαντώνη
«Einai ok gia to apogevma?» «Nαi, 8α se pαrw tel» … έγραφε ένα μικρό χαρτάκι που βρήκα στο πάτωμα έξω από την τάξη μου την προηγούμενη βδομάδα. Δύο παιδιά προγραμμάτιζαν προφανώς την απογευματινή τους συνάντηση. Λατινικοί χαρακτήρες είχαν αντικαταστήσει τους ελληνικούς κι ένα – κατά τ’ άλλα γλυκύτατο και ολοστρόγγυλο – 8, είχε αντικαταστήσει το ελληνικό «θ».
Καθόλου δεν με ξένισε το γεγονός. Η χρήση των Greeklish, της γραφής δηλαδή της ελληνικής γλώσσας με λατινικούς χαρακτήρες, χρησιμοποιείται κατά κόρον στο διαδίκτυο και στις συσκευές κινητής τηλεφωνίας. Έχει, όμως, εξαπλωθεί και στα χαρτάκια, στα τετράδια, ακόμη και στις απαντήσεις των μαθητών σε αξιολογήσεις.
Εκσυγχρονισμός ή μάστιγα της εποχής;
Η χρήση των Greeklish έχει προκαλέσει αρκετές αντιδράσεις και ατελείωτες συζητήσεις.
Οι ανησυχίες όλων περιστρέφονται γύρω από το εάν η χρήση τους αφενός, καταστρέφει την ποιότητα της ελληνικής γλώσσας και αφετέρου επιδρά αρνητικά στην ορθογραφική ικανότητα των μαθητών.
Πρόσφατες έρευνες κατέδειξαν ότι τα Greeklish όντως επιδρούν αρνητικά, σε σημαντικό βαθμό, στην ορθογραφική ικανότητα των παιδιών. Τα λάθη, αφορούν κυρίως στην παράλειψη τονισμού ή σημείων στίξης και στην ταυτόχρονη χρήση αγγλικών σημείων στίξης, στο συνδυασμό ελληνικών και λατινικών γραμμάτων σε μία λέξη, ορθογραφικά λάθη (π.χ. ο αντί για ω), φωνητικά λάθη (κυρίως στους φθόγγους, π.χ. πς αντί για ψ), καθώς επίσης και στη σύντμηση λέξεων (π.χ. tpt αντί για τίποτα).
Πώς η χρήση των Greeklish επηρεάζει την ποιότητα της γλώσσας και τις ορθογραφικές ικανότητες;
Η γνώση κάθε λέξης σε μια γλώσσα, είναι το απότοκο ενός κράματος πληροφοριών. Προϋποθέτει υποχρεωτικά τη γνώση α) της σημασίας της λέξης, β) της ακουστικής της εικόνας (πώς προφέρεται/ακούγεται) και γ) της οπτικής της εικόνας (πώς γράφεται και πώς ορθογραφείται). Η συνεχής επαφή με τη γλώσσα στο οπτικό και στο κιναισθητικό επίπεδο, είναι αυτή που θα οδηγήσει και στην απόκτηση, στην εδραίωση και στη συντήρηση της οπτικής αυτής εικόνας.
Το οπτικό επίπεδο, αφορά στην ανάγνωση κάθε είδους κειμένων. Η ανάγνωση χρειάζεται να ξεκινά νωρίς, να είναι συστηματική και να υποστηρίζεται από συναφείς γλωσσικές γνώσεις (π.χ. βασικούς κανόνες ορθογραφίας). Όταν εφαρμόζονται τα άνωθεν, τότε τόσο το οπτικό ίνδαλμα της λέξης, όσο και η γραπτή της εικόνα, ενισχύονται και διατηρούνται στο μυαλό μας.
Σε κιναισθητικό επίπεδο, οι κινήσεις του χεριού για την ενεργοποίηση και το σχεδιασμό των γραμμάτων που απεικονίζουν τη γραπτή παράσταση κάθε λέξης, αποτελεί άλλη μια βασική πηγή γνώσης της εικόνας, δηλαδή του τρόπου γραφής και ορθογραφίας της λέξης, δεξιότητα που αποκτούμε από παιδιά.
Χρησιμοποιώντας λοιπόν σχεδόν αποκλειστικά τα χτυπήματα σε πλήκτρα για να παράγουμε γραπτό λόγο, περιορίζουμε σημαντικά το κιναισθητικό μας επίπεδο, αφού η δεξιότητα του σχεδιασμού των γραμμάτων ουσιαστικά δεν εφαρμόζεται. Αυτό αλλάζει ριζικά τη δεξιότητα της γραφής και οδηγεί σε μια πρώτη αποξένωση από την εικόνα της λέξης.
Η δεύτερη αποξένωση, έρχεται με την εγκατάλειψη της γραφής και της ορθογραφίας των λέξεων, χρησιμοποιώντας τα Greeklish. Αυτό έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την όλο και δυσκολότερη ανάκληση στη μνήμη της εικόνας της λέξης και της ορθογραφίας της.
Από την άλλη, αρκετοί είναι και αυτοί, οι οποίοι αντιπαραβάλλουν ως πλεονεκτήματα την ευκολία στη χρήση της εν λόγω «γλώσσας», την αποφυγή των λαθών, αλλά και τη συντομία και την αμεσότητα που τη χαρακτηρίζει.
Ποιο είναι όμως το τίμημα για αυτή την ευκολία; Έκπτωση στην ποιότητα και στον πλούτο της γλώσσας μας;
Μαθητές ανορθόγραφοι κι ενήλικες που έχουν «ξεχάσει» αυτά που έχουν μάθει;
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Μπαμπινιώτης, «Η γλώσσα δεν είναι απλό εργαλείο. Είναι ο πολιτισμός μας, είναι η ιστορία μας, είναι η σκέψη μας, είναι η νοοτροπία μας, είναι η ταυτότητά μας. Πάνω από όλα η γλώσσα είναι αξία».