Σάββατο 28 Απριλίου 2018

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Bouboulina.JPG
Ψευδώνυμο               Καπετάνισσα
Γέννηση                 11 Μαΐου 1771
         Κωνσταντινούπολη
Θάνατος                     22 Μαΐου 1825         (54 ετών) Σπέτσες
Χώρα                Flag of Greece (1822-1978).svg Ελλάδα
Κλάδος       Πολεμικό Ναυτικό
Βαθμός     Υποναύαρχος (τιμητικά)
Τιμές      Πολεμικός Σταυρός Α' Τάξεως και Μετάλλιο Εξαίρετων πράξεων
Συγγενείς
Σταυριανός Πινότσης (πατέρας), 
Σκεύω Πινότση (μητέρα), Δημήτριος Γιάννουζας (1ος σύζυγος) 
Δημήτριος Μπούμπουλης (2ος σύζυγος),
Σκεύω Μπούμπουλου, Ελένη Μπούμπουλου, Νίκος Μπούμπουλης (παιδιά)

Τον Μάιο συμπληρώνονται  
247 χρόνια από την γέννηση της 
και 
193 χρόνια από τον θάνατο της. 

Βιογραφία

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα είχε καταγωγή από την 'Υδρα. Γεννήθηκε μέσα στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου 1771, όταν η μητέρα της Σκεύω επισκέφτηκε τον σύζυγό της, Σταυριανό Πινότση, τον οποίο είχαν φυλακίσει οι Οθωμανοί για τη συμμετοχή του στα Ορλωφικά (1769-1770). Την βάφτισε και της έδωσε το όνομά της ο εκεί φυλακισμένος πολέμαρχος της Μάνης, Παναγιώτης Μούρτζινος. Μετά τον θάνατο του Πινότση στη φυλακή, μητέρα και κόρη επέστρεψαν στην 'Υδρα. Μετακόμισαν στις Σπέτσες 4 χρόνια αργότερα, όταν η μητέρα της παντρεύτηκε τον Δημήτριο Λαζάρου-Ορλώφ. Από την ένωση αυτή η Μπουμπουλίνα απέκτησε οκτώ ετεροθαλή αδέρφια.
Παντρεύτηκε δυο φορές, στην ηλικία των 17 με τον Σπετσιώτη Δημήτριο Γιάννουζα και στην ηλικία των 30 ετών με τον Σπετσιώτη πλοιοκτήτη και πλοίαρχο Δημήτριο Μπούμπουλη. Και οι δυο σκοτώθηκαν από Αλγερινούς πειρατές. Της άφησαν, ωστόσο, μια τεράστια περιουσία, την οποία ξόδεψε εξ ολοκλήρου για να αγοράσει καράβια και εξοπλισμό για την Ελληνική Επανάσταση.
Όταν η Μπουμπουλίνα έγινε χήρα για δεύτερη φορά, είχε έξι παιδιά: τρία από τον πρώτο της γάμο, τον Ιωάννη,τον Γεώργιο και τη Μαρία, και τρία από τον δεύτερο γάμο της: την Σκεύω, την Ελένη και τον Νικόλαο. Επίσης είχε και τεράστια περιουσία την οποία είχε κληρονομήσει από τους συζύγους της, έχοντας υπό την κατοχή της πλοία, γη και χρήματα (τα μετρητά που είχε κληρονομήσει από τον Μπούμπουλη ήταν πάνω από 300.000 τάλαρα. Κατάφερε να αυξήσει την περιουσία της με σωστή διαχείριση και εμπορικές δραστηριότητες.
Αρχικά έγινε συνέταιρος σε αρκετά πλοία ενώ αργότερα κατασκεύασε τρία δικά της, το ένα από τα οποία με το όνομα Αγαμέμνων πήρε μέρος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, μήκους 48 πήχεων και έχοντας 18 κανόνια, η ναυπήγηση του οποίου κόστισε 75.000 τάλαρα. Το όνομα αυτό το έδωσε στη ναυαρχίδα της από τον ομηρικόβασιλιά των ΜυκηνώνΑγαμέμνονα, που οδήγησε τους Έλληνες στον Τρωικό πόλεμο. Αυτό δείχνει πόσο τιμούσε η Μπουμπουλίνα την ελληνική ιστορική της κληρονομιά και τι συμβόλιζε το όνομα του πλοίου της.
Το 1816 η Οθωμανική Αυτοκρατορία θέλησε να κατασχέσει την περιουσία της με τη δικαιολογία ότι τα πλοία του δεύτερου άντρα της, συμμετείχαν με τον ρωσικό στόλο στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, μετά απὀ καταγγελίες συγγενών της, που εποφθαλμιούσαν την περιουσία της. Τότε η Μπουμπουλίνα πήγε στην Κωνσταντινούπολη με το πλοίο της Κανάκης, όπου συνάντησε τον ΡώσοΦιλέλληνα πρεσβευτή Στρογκόνωφ, από τον οποίο ζήτησε να την προστατέψει επικαλούμενη τις υπηρεσίες του συζύγου της στον ρωσικό στόλο και το γεγονός ότι τα πλοία της είχαν τότε ρωσική σημαία, βάση της Συνθήκης Κιουτσούκ-Καϊναρτζή μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, το 1774. Τότε εκείνος για να την σώσει από την επικείμενη σύλληψή της από τους Τούρκους, την έστειλε στην Κριμαία της νότιας Ρωσίας, στη Μαύρη Θάλασσα, σε ένα κτήμα που της δόθηκε από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α'. Πριν όμως πάει εκεί, κατάφερε να συναντήσει τη μητέρα του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, την Βαλιντέ Σουλτάνα. Η Σουλτάνα εντυπωσιάστηκε από τον χαρακτήρα της Μπουμπουλίνας και έπεισε τον γιο της να υπογράψει φιρμάνι, με το οποίο δεν θα άγγιζε την περιουσία της και δεν θα την συνελάμβανε. 
Η Μπουμπουλίνα αφού έμεινε στην Κριμαία για περίπου τρεις μήνες περιμένοντας να ηρεμήσει η κατάσταση, έφυγε για στις Σπέτσες όταν κατάλαβε ότι ο κίνδυνος είχε πλέον απομακρυνθεί.
Η Μπουμπουλίνα, έχοντας γίνει ήδη μέλος της Φιλικής Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη, που προετοίμαζε την ελληνική επανάσταση, και όντας η μόνη γυναίκα που μυήθηκε σε αυτή, στον κατώτερο βαθμό μύησης αφού οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές, καθώς γυρνούσε στις Σπέτσες, αγόραζε μυστικά όπλα και πολεμοφόδια από τα ξένα λιμάνια, τα οποία μετά έκρυψε στο σπίτι της, ενώ ξεκίνησε την κατασκευή του πλοίου Αγαμέμνων της ναυαρχίδας της, η οποία ολοκληρώθηκε το 1820. Για τη ναυπήγηση του Αγαμέμνονα καταγγέλθηκε στην Υψηλή Πύλη ότι ναυπήγησε κρυφά πολεμικό πλοίο, αλλά η Μπουμπουλίνα κατάφερε να ολοκληρώσει την κατασκευή του δωροδοκώντας τον απεσταλμένο Τούρκο επιθεωρητή στις Σπέτσες και πετυχαίνοντας την εξορία αυτών που την κατήγγειλαν. Το 1819 η Μπουμπουλίνα επισκέφθηκε και πάλι την Κωνσταντινούπολη.
Την ίδια περίοδο έρχεται σε ρήξη με τα παιδιά του δεύτερου συζύγου της από τον πρώτο του γάμο-΄τον Παντελή και τον Γιάννη- όταν διεκδικούν το μερίδιο από την πατρική περιουσία. Κατέφυγαν όχι σε τουρκικό δικαστήριο, ούτε στην εκκλησιαστική αρχή στην οποία υπάγονταν: στην μητρόπολη Ναυπλίου και Άργους, αλλά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για μεγαλύτερο κύρος. Εκείνο έκδωσε επιτίμιο, ίνα η ρηθείσα Λασκαρίνα[...] φοβειθείσα[...] την αιώνιον κόλασιν [...] παύσηται πάσης διαστροφής και ματαίας προφασεως και μη φανερώση εις μέσον οσάπερ κατακρατεί άσπρα, ομολογίας, ρουχικά ή άλλα κινητά και ακίνητα πράγματα [...]. Στη συνέχεια καταφεύγουν τα δύο αδέλφια στους προεστούς των Σπετσών, οι οποίοι περιορίζονται σε μια καταγραφή της περιουσίας της χωρίς όμως και να δίνουν λύση στην ενδοοικογενειακή διαφορά. Με το επιτίμιο και την έκθεση των προκρίτων καταφεύγουν τα δύο αδέλφια στη συνέχεια, στο Βουλευτικό, το οποίο δεν έλαβε θέση, εκτιμώντας το μέγεθος της προσφοράς της Μπουμπουλίνας στον Ελληνικό Αγώνα.

Επανάσταση



H Μπουμπουλίνα στο πλοίο «Αγαμέμνων», πίνακας του Γερμανού ζωγράφου Peter von Hess
Όταν ξεκίνησε η ελληνική επανάσταση, είχε σχηματίσει δικό της εκστρατευτικό σώμα από Σπετσιώτες, τους οποίους αποκαλούσε «γενναία μου παλικάρια». Είχε αναλάβει να αρματώνει, να συντηρεί και να πληρώνει τον στρατό αυτό μόνη της όπως έκανε και με τα πλοία της και τα πληρώματά τους, κάτι που συνεχίστηκε επί σειρά ετών και την έκανε να ξοδέψει πολλά χρήματα για να καταφέρει να περικυκλώσει τα τουρκικά οχυρά, το Ναύπλιο και την Τρίπολη. Έτσι τα δύο πρώτα χρόνια της επανάστασης είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία.

Μετεπαναστατικά χρόνια


Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Έλληνες στις 30 Νοεμβρίου 1822, το νεοσύστατο κράτος της έδωσε κλήρο στην πόλη ως ανταμοιβή για την προσφορά της στο έθνος και η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε εκεί. Στα τέλη του 1824, η Ελλάδα υποφέρει από τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο, όπου η Κυβέρνηση Κουντουριώτη (η κυβέρνηση των Πλοιάρχων των νησιών) υπερισχύει του συνασπισμού των Προεστών και των Στρατιωτικών της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα ο Πάνος Κολοκοτρώνης, που διατελούσε φρούραρχος Ναυπλίου, να δολοφονηθεί και ο Κολοκοτρώνης να συλληφθεί και να φυλακιστεί μαζί με άλλους οπλαρχηγούς σε ένα μοναστήρι της Ύδρας, τον Προφήτη Ηλία. Η Μπουμπουλίνα αντέδρασε και ζήτησε την αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη, λόγω του σεβασμού που έτρεφε προς αυτόν. Τότε η ίδια κρίνεται επικίνδυνη από την Κυβέρνηση και συλλαμβάνεται δύο φορές από το Υπουργείο Αστυνομίας, με εντολή να φυλακιστεί. Τελικά η Μπουμπουλίνα εξορίστηκε στις Σπέτσες χάνοντας τον κλήρο γης, που το Κράτος της είχε παραχωρήσει στο Ναύπλιο.
Το 1825 και ενώ η Μπουμπουλίνα ζούσε στις Σπέτσες, πικραμένη από τους πολιτικούς και την εξέλιξη του Αγώνα και έχοντας ξοδέψει όλη την περιουσία της στον πόλεμο, η Ελλάδα βρέθηκε ξανά σε μεγάλο κίνδυνο. 
Στις 12 Φεβρουαρίου ο Αιγύπτιος ναύαρχος Ιμπραήμ Πασάς με έναν τουρκοαιγυπτιακό στόλο, αποβιβάζεται στο λιμάνι της Πύλου στην Πελοπόννησο με 4.400 άντρες, σε μια τελευταία προσπάθεια να σταματήσει την επανάσταση. Η Μπουμπουλίνα, παραμερίζοντας την δυσαρέσκειά της για τους πολιτικούς και καθοδηγούμενη μόνο από την φιλοπατρία της, άρχισε να προετοιμάζεται για νέες μάχες όταν έρχεται όμως τότε το άδοξο τέλος της, στις 22 Μαΐου 1825. Ο μικρότερος γιος της από τον πρώτο της γάμο, ερωτεύεται την κόρη της πολύ πλούσιας οικογένειας των Κουτσαίων στις Σπέτσες. Οι Κουτσαίοι ήταν πάρα πολύ πλούσια οικογένεια και πρόκριτοι των Σπετσών, οι οποίοι όμως δεν ήθελαν τον γάμο μεταξύ των δύο οικογενειών διότι η Μπουμπουλίνα είχε ξοδέψει πια την τεράστια περιουσία της και είχε παραπέσει οικονομικά. Υπάρχει και η εκδοχή ότι η κοπέλα αυτή, Ευγενία Κούτση, ήταν ήδη λογοδοσμένη να πάρει κάποιον άλλον πλουσιότερο Σπετσιώτη. Οι δύο νέοι όμως αγαπιούνται, κλέβονται και πηγαίνουν στο σπίτι του πρώτου άντρα της Μπουμπουλίνας, του Δημητρίου Γιάννουζα. Η Μπουμπουλίνα μαθαίνει το γεγονός και πάει και αυτή στο σπίτι να δει τι γίνεται. Λίγο αργότερα καταφθάνουν και οι Κουτσαίοι πολύ εξαγριωμένοι με την απαγωγή, την οποία θεώρησαν μεγάλη προσβολή, σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής. Κατά τη διάρκεια μιας πάρα πολύ μεγάλης λογομαχίας μεταξύ Μπουμπουλίνας και Κουτσαίων, o Ιωάννης Κούτσης πυροβολεί την Μπουμπουλίνα. Το βόλι, την πετυχαίνει στο μέτωπο και την αφήνει αμέσως νεκρή. Έτσι, η Μπουμπουλίνα που αφιέρωσε όλη της τη ζωή για την απελευθέρωση του έθνους της, σκοτώθηκε άδοξα σε μια συμπλοκή! Οι Ρώσοι μετά τον θάνατό της, της απένειμαν τον τίτλο της «Ναυάρχου», έναν τίτλο, με παγκόσμια μοναδικότητα για γυναικεία μορφή.

Κληρονομιά

Το αρχοντικό της Μπουμπουλίνας στις Σπέτσες μετατράπηκε το 1991 από τον ιδιοκτήτη και απόγονο της ηρωίδος, Φίλιππο Δεμερτζή-Μπούμπουλη, σε μουσείο, το οποίο υποδέχεται πλήθος επισκεπτών. Σε αυτό μπορεί κανείς να δει συλλογή όπλων, επιστολές και άλλα αρχεία, παλιά βιβλία, πορτραίτα της Μπουμπουλίνας, προσωπικά της αντικείμενα, έπιπλα, διακρίσεις που της είχαν απονείμει κυρίως ξένες κυβερνήσεις και πολλά άλλα.
Προτομή της Μπουμπουλίνας στο Πεδίο του Άρεως, 
στην Αθήνα

Η Μεγαλύτερη Ελληνική Σημαία είναι στην Καλαμάτα !!

Πέμπτη 26 Απριλίου 2018

Ισθμός της Κορίνθου

Ο Ισθμός της Κορίνθου είναι μια στενή λωρίδα γης που ενώνει τη Στερεά Ελλάδα με την Πελοπόννησο, ενώ η διώρυγα που έχει διανοιχθεί σε αυτόν ενώνει τον Σαρωνικό με τον Κορινθιακό κόλπο. Έχει μήκος 6 περίπου χιλιόμετρα και το πιο στενό σημείο είναι εκεί όπου έχει κατασκευαστεί η διώρυγα της Κορίνθου (1880-1893). Ήταν στρατηγικό σημείο και για το λόγο αυτό είχε κατασκευαστεί τείχος ήδη από τους αρχαίους χρόνους (τέλη 5ου αιώνα π.Χ.), που είχε διατηρηθεί μέχρι και τους Βυζαντινούς (Εξαμίλιον).
Ο ισθμός της Κορίνθου ήταν γνωστός στον αρχαίο κόσμο ως το ορόσημο που χώριζε την Πελοπόννησο από την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα. Τον 1ο αιώνα μ.Χ. ο γεωγράφος Στράβων επισήμανε μια στήλη στον ισθμό της Κορίνθου, που έφερε δύο επιγραφές. Μία προς την Ανατολή, δηλ. τα Μέγαρα της Αττικής, που έλεγε : "τάδ᾽ οὐχὶ Πελοπόννησος, ἀλλ᾽ Ἰωνία" και την άλλη προς τη Δύση, δηλ. την Πελοπόννησο  : "τάδ᾽ ἐστὶ Πελοπόννησος, οὐκ Ἰωνία". Ο Πλούταρχος απέδιδε την ανέγερση αυτής της στήλης στον ήρωα της Αττικής Θησέα καθ' οδόν προς την Αθήνα.
Από το 1893 στον πλάτους 6,3 χιλιομέτρων ισθμό έχει διανοιχτεί η Διώρυγα της Κορίνθου, που στην πράξη καθιστά την Πελοπόννησο νησί. Σήμερα δύο οδικές, δύο σιδηροδρομικές και δύο βυθιζόμενες γέφυρες στα δύο άκρα της διώρυγας συνδέουν την ηπειρωτική πλευρά του ισθμού με εκείνη της Πελοποννήσου. Στο δυτικό άκρο της διώρυγας βρίσκεται επίσης μια στρατιωτική γέφυρα έκτακτης ανάγκης.


Η ιδέα για μια συντόμευση ώστε τα ιστιοπλοϊκά σκάφη να μην περιπλέουν την Πελοπόννησο είχε εξετασθεί για πολύ καιρό από τους Αρχαίους Ελληνες. Η πρώτη απόπειρα να ανοιχτεί εκεί μία διώρυγα έγινε από τον τύραννο Περίανδρο τον 7ο αιώνα π.Χ. Εγκατέλειψε το έργο λόγω τεχνικών δυσκολιών και αντί αυτού κατασκεύασε μια απλούστερη και λιγότερο δαπανηρή χερσαία λίθινη ράμπα, ονόματι Δίολκο, ως οδό διέλευσης. Απομεινάρια της Διόλκου υπάρχουν ακόμη σήμερα δίπλα στη σύγχρονη διώρυγα. Oταν οι Ρωμαίοι απέκτησαν τον έλεγχο της Ελλάδας επιχειρήθηκαν αρκετές διαφορετικές λύσεις. Ο Ιούλιος Καίσαρ προέβλεψε τα οφέλη μιας σύνδεσης για τη νεοιδρυθείσα από αυτόν Κόρινθο ως Colonia Laus Iulia Corinthiensis. Επί της βασιλείας του Τιβέριου μηχανικοί προσπάθησαν να σκάψουν μια διώρυγα αλλά απέτυχαν λόγω έλλειψης σύγχρονου εξοπλισμού. Αντί αυτού κατασκεύασαν έναν Αρχαιοαιγυπτιακό μηχανισμό : τα σκάφη εκυλίοντο κατά μήκος του ισθμού πάνω σε κορμούς δένδρων, όπως οι Αιγύπτιοι είχαν κυλήσει κομμάτια γρανίτη για να κατασκευάσουν τις πυραμίδες τους. Αυτός τέθηκε σε λειτουργία το 32 μ.Χ. Το 67 μ.Χ. ο φιλέλληνας Ρωμαίος αυτοκράτορας Νέρων διέταξε 6.000 δούλους να σκάψουν μια διώρυγα με φτυάρια. Ο ιστορικός Ιώσηπος Φλάβιος γράφει ότι οι 6.000 δούλοι ήταν Εβραίοι πειρατές που αιχμαλωτίστηκαν από το Βεσπασιανό κατά τους Εβραϊκούς πολέμους. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο το έργο προχώρησε τέσσερα στάδια (περίπου 700 μέτρα). Την επόμενη χρονιά ο Νέρων πέθανε και ο διάδοχός του Γάλβας εγκατέλειψε το έργο ως πολύ δαπανηρό.
Στη νεότερη εποχή η ιδέα προτάθηκε για πρώτη φορά σοβαρά το 1830, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και ολοκληρώθηκε το 1893 μετά από εργασίες έντεκα ετών.
Ο Ι. Καποδίστριας, προβλέποντας τη σημασία που θα είχε η διώρυγα στην ανάπτυξη της Ελλάδας, ανέθεσε τη σχετική μελέτη σε μηχανικό. Η δαπάνη εκτιμήθηκε σε 40.000.000 χρυσά φράγκα, που δεν μπορούσαν να εξευρεθούν από τη διεθνή χρηματαγορά και η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε. Το 1869 έγινε η διώρυγα του Σουέζ και τον Νοέμβριο του ίδιου έτους η Κυβέρνηση Ζαΐμη ψήφισε νόμο "περί διορύξεως του Ισθμού", που εταιρεία ή ιδιώτης θα αναλάμβανε την κατασκευή και εκμετάλλευση του έργου.
Η μελέτη του έργου έγινε από τον Ούγγρο στρατηγό István Türr, ο οποίος ίδρυσε την Διεθνή Εταιρεία της Θαλασσίας Διώρυγος της Κορίνθου (Société Internationale du Canal Maritime de Corinthe). Στο έργο συμμετείχαν και άλλοι Ούγγροι ή Σλοβάκοι μηχανικοί, όπως ο Ίστβαν Τουρ και ο Μπέλα Γκέστερ από το Κόσιτσε της σημερινής Σλοβακίας. Λόγω έλλειψης κεφαλαίων το έργο ολοκληρώθηκε από εταιρεία του Ανδρέα Συγγρού το 1893. Οι εργασίες για τη διώρυγα εγκαινιάστηκαν την 23 Απριλίου 1882 παρουσία του βασιλιά Γεωργίου Α'.


Στη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά την αποχώρησή τους οι Γερμανοί το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου 1944, ανατίναξαν τη σιδηροδρομική και την οδική γέφυρα, έριξαν βαγόνια τρένου σε ένα σημείο της διώρυγας για να τη φράξουν και πυροδότησαν εκρήξεις στο βυθό του προλιμένα. Το 1947 η Σχολή Μηχανικού του Στρατού ανέλαβε την ανακατασκευή της οδικής γέφυρας.
Η διώρυγα έχει μήκος 6.346 m, πλάτος στην επιφάνεια της θάλασσας 24,6 m, στο βυθό της 21,3 m, ενώ το βάθος της κυμαίνεται από 7,50 έως 8 m. Κάθε χρόνο περνούν τη διώρυγα 12.000 πλοία.

Προσπάθειες διατήρησηςΕπεξεργασία

Κοντά στη διώρυγα οδεύει μια αρχαία λίθινη δίοδος, η Δίολκος, που χρησιμοποιείτο άλλοτε για να σύρονται τα πλοία δια ξηράς. Υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη διατήρηση αυτής της διόδου. Ελληνες ακτιβιστές πιέζουν για μεγαλύτερες προσπάθειες από την Ελληνική κυβέρνηση για να προστατεύσει αυτό τον αρχαιολογικό χώρο.








Μνημόσυνο στο αγγελούδι που δολοφονήθηκε



Ενα μωρό που ξεψυχάει μόνο του, χωρίς κανέναν εκεί

μια μητέρα που γεννάει μόνη της, χωρίς κανέναν εκεί

ένας άντρας που αφήνει κάποια έγκυο και δεν είναι εκεί, 

ένας άλλος άντρας που έχει μια κόρη και δεν είναι εκεί 9 μήνες 
για να δει ότι η κόρη του εγκυμονεί 

και 

μια άλλη μητέρα που ενώ ήταν εκεί, δεν ήταν εκεί...

Τόσες απουσίες μαζεμένες γύρω από έναν ακάλυπτο...


Πόσο λυπηρο όλο αυτό. .

Κρίμα. .ψυχουλα μου 
δεν μπόρεσες να γνωρίσεις την αγαπη

Πρόβα της μικτής χορωδίας των ΚΑΠΗ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ

Τρίτη 24 Απριλίου 2018

Ανθρωποδερμική βιβλιοδεσία -Είναι να σου σηκώνεται η τρίχα…



Στη Νομική Σχολή του Harvard και γενικά στις καλύτερες βιβλιοθήκες των ΗΠΑ (πανεπιστήμιο Brown – John Hay Library, πανεπιστήμιο της Georgia, College of Physicians της Philadelphia, Δημόσια Βιβλιοθήκη του Cleveland, Εθνική Βιβλιοθήκη Ιατρικής του Maryland), όπως και στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστραλίας, υπάρχουν βιβλία ωραία και δερματόδετα. Τα ανοίγεις και καμαρώνεις τη βιβλιοδεσία. Μόνο που σε κάποια από αυτά το δέρμα των εξωφύλλων προέρχεται από πτώματα φτωχών, εγκαταλελειμμένων ανθρώπων και εκτελεσθέντων καταδίκων! Αντικείμενα γοητείας για κάποιους – αηδίας για τους περισσότερους, τα βιβλία αυτά έχουν μεγάλη συλλεκτική αξία.
Αν συνήλθες από το πρώτο σοκ, μπορείς να συνεχίσεις, για να μάθεις πώς προέκυψε αυτή η διαστροφή

Μακάβριο και σαδιστικό


Η πρακτική της βιβλιοδεσίας με ανθρώπινο δέρμα ήταν πολύ… της μόδας ανάμεσα σε Γάλλους και Άγγλους ευγενείς του 16ου – 18ου αιώνα. Είχε μάλιστα και όνομα: Ανθρωποδερμική βιβλιοδεσία. Αποτρόπαια καλύμματα βιβλίων (ακόμα και με δέρμα από γυναικείο στήθος, μαζί με τις θηλές) στόλιζαν ερωτικά βιβλία, προσευχητάρια, οδηγίες για μαγικά ξόρκια, αστρονομικές μελέτες, δικαστικούς φακέλους, βιβλία ανατομίας κ.ά.

Το δέρμα έπαιρναν γιατροί από αζήτητα πτώματα αγνώστων (που εύρισκαν σε σχολές ιατρικής) ή από πτώματα εγκληματιών που καταδικάζονταν σε θάνατο. Για τους εγκληματίες μάλιστα πίστευαν ότι με το να γδάρουν το πτώμα τους για να ντύσουν βιβλία, ήταν σαν να συνέχιζαν να τους τιμωρούν και μετά θάνατον.

Για παράδειγμα, το δέρμα από το πτώμα ενός Ιησουίτη ιερέα, που απαγχονίστηκε κατηγορούμενος για προδοσία και συμμετοχή στη Συνωμοσία της Πυρίτιδας (είχε στόχο την ανατίναξη του Αγγλικού Κοινοβουλίου, στις 5 Νοεμβρίου 1605), κατέληξε να γίνει κάλυμμα βιβλίων, σύμφωνα με το BBC. Την ίδια τύχη είχε το 1827 το δέρμα γνωστού Άγγλου εγκληματία της εποχής: μετά την εκτέλεσή του χρησιμοποιήθηκε για να ντυθεί ο αστυνομικός του φάκελος.


Δώριζαν το δέρμα τους μετά θάνατον!

Η παράνοια της εποχής έφτανε μάλιστα μέχρι του σημείου κάποιοι να αφήνουν διαθήκη να χρησιμοποιηθεί το δέρμα τους για εξώφυλλο βιβλίου, το οποίο στη συνέχεια θα προσφερόταν ως δώρο σε αγαπημένα τους πρόσωπα. Αυτό θεωρούνταν εκλεκτό δώρο, ακόμα και… τρυφερά ερωτικό! Λέγεται ότι μια Γαλλίδα κόμισσα, που πέθανε σε νεαρή ηλικία από φυματίωση, δώρισε μία λουρίδα από το δέρμα των ώμων της σε Γάλλο αστρονόμο (του οποίου υπήρξε θαυμάστρια), για να ντύσει το νέο βιβλίο του.
Από το ψυχιατρείο στη… βιβλιοθήκη του Harvard

Το βιβλίο του Γάλλου λογοτέχνη Arsène Houssaye με τίτλο «Η μοίρα της ψυχής» (μια διατριβή για την ψυχή και τη μεταθανάτια ζωή) ντύθηκε από κάποιον γιατρό, φίλο του συγγραφέα, με δέρμα που πάρθηκε από την πλάτη μιας άτυχης γυναίκας, η οποία πέθανε από αποπληξία.

Σύμφωνα με το σημείωμα του βιβλίου, η γυναίκα ήταν έγκλειστη σε γαλλικό ψυχιατρείο κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1880. Το πτώμα της κατέληξε στα αζήτητα, οπότε ο γιατρός σκέφτηκε ότι ένα βιβλίο για την ανθρώπινη ψυχή δεν θα μπορούσε παρά να είναι ντυμένο με… ανθρώπινο δέρμα. Το πολύτιμο βιβλίο κοσμεί σήμερα τη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου του Harvard (Houghton Library).


Ανθρώπινα δέρματα σε διάφορες ποιότητες και χρώματα!

Σύμφωνα με τους Los Angeles Times, πολλές αξιόλογες βιβλιοθήκες έλαβαν παρόμοια βιβλία ως δωρεά ή τα αγόρασαν από ιδιωτικές συλλογές πλούσιων βιβλιόφιλων. Όπως το βιβλίο του 1816 με τίτλο «Ο χορός του θανάτου», που ντύθηκε… καθωσπρέπει με ανθρώπινο δέρμα το 1893. Το βιβλίο έχει εμπροσθόφυλλο κάπως τραχύ αλλά οπισθόφυλλο μαλακό σαν καστόρι, αφού χρησιμοποιήθηκε δέρμα από διαφορετικά μέρη του ανθρώπινου σώματος. Τι πραγματεύεται; Το γεγονός ότι ο θάνατος υπερισχύει έναντι όλων, πλούσιων και φτωχών.

Επίσης βρίσκουμε τα απομνημονεύματα ενός ληστή ντυμένα με το ίδιο του το δέρμα, όπως και ένα εγχειρίδιο των ισπανικών νόμων δεμένο με μαυρισμένο ανθρώπινο δέρμα, το οποίο ανήκε σε κάποιον άτυχο που γδάρθηκε ζωντανός το 1632, όταν έπεσε στα χέρια μιας αφρικανικής φυλής. Επιπλέον, ένας γιατρός είχε τη φαεινή ιδέα να ντύσει τρεις τόμους ιατρικής με το προσβεβλημένο από παρασιτική ασθένεια δέρμα ενός ασθενούς του!



Πώς ξεχωρίζει το ανθρώπινο δέρμα;

Χοίρος, μοσχάρι ή άνθρωπος; Πώς ξεχωρίζει το ανθρώπινο δέρμα από εκείνο των ζώων; Όπως λένε οι ειδικοί, το ανθρώπινο δέρμα διακρίνεται από τις λεπτομέρειες και θέλει εκπαιδευμένο μάτι. Έχει διαφορετικό σχήμα και μέγεθος πόρων αλλά και μια χαρακτηριστική κηρώδη μυρωδιά. Το χρώμα του είναι συνήθως υποκίτρινο, χρυσοπράσινο ή χρυσοκαφέ. Όμως επειδή τα… γούστα ποικίλλουν, κάποιοι από τους βιβλιοδέτες έχουν δείξει προτίμηση σε πιο σκούρο ανθρώπινο δέρμα (αφρικανικό, βαμμένο τεχνητά ή μαυρισμένο λόγω αποσύνθεσης), καλογυαλισμένο ή με τατουάζ.
Γερμανικοί κορσέδες και δανέζικες τιμωρίες

Εκτός από τη βιβλιοδεσία, το ανθρώπινο δέρμα από τα πτώματα είχε και άλλες βάρβαρες εφαρμογές. Είναι γνωστό ότι οι Βαυαροί του Μεσαίωνα έραβαν γυναικείους κορσέδες από ανθρώπινο δέρμα, επειδή πίστευαν ότι αυτό το μακάβριο είδος εσώρουχου βοηθάει στη γέννα.

Ακόμα, τα δέρματα των Δανών που διέπρατταν ιεροσυλία σε εκκλησίες λέγεται ότι καρφώνονταν επιδεικτικά έξω από την πόρτα του ναού. Κάτι παρόμοιο βέβαια λέγεται ότι έκαναν και οι Ασσύριοι, οι οποίοι έγδερναν τους αιχμαλώτους τους ζωντανούς και άπλωναν το δέρμα τους στα τείχη της πόλης.

Πορτοφόλια, τσάντες και αμπαζούρ

Πόσες χρήσεις μπορεί να έχει το ανθρώπινο δέρμα; Προφανώς όσες και το δέρμα των ζώων. Παράδειγμα, από το δέρμα ενός εκτελεσθέντος μανιακού δολοφόνου – το 1833 – φτιάχτηκαν (εκτός από εξώφυλλα βιβλίων) πορτοφόλια, τσάντες και αμπαζούρ.

[bimag.gr] 

Όταν οι Ναζί άρπαζαν και λεηλατούσαν τις αρχαιότητες στην Ελλάδα



Η κατοχή της Ελλάδας από τους ναζί προκάλεσε μεταξύ άλλων ανυπολόγιστες ζημιές στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας. Χιλιάδες αρχαία έργα τέχνης λεηλατήθηκαν, καταστράφηκαν ή εξήχθησαν στο εξωτερικό. Οι προσπάθειες για την επιστροφή τους συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
Στις 12 Οκτωβρίου του 1944, τα τελευταία γερμανικά στρατεύματα κατοχής αποχωρούσαν από την Ελλάδα και χιλιάδες πολίτες πλημμύριζαν τους δρόμους πανηγυρίζοντας. Παράλληλα με την προσπάθεια να χτιστεί ξανά μια ισοπεδωμένη χώρα, ξεκινούσε και μια άλλη προσπάθεια. Κάτω από τα ποτισμένα με αίμα πλέον χώματα, κάποιοι αρχαιολόγοι προσπαθούσαν να ξεθάψουν αυτά που είχε επιχειρηθεί να διασωθούν από την πρώτη κιόλας μέρα κήρυξης του πολέμου. Μνημεία και αρχαιότητες που έκρυβαν με αγωνία προκειμένου να τα διασώσουν από τους κατακτητές.

Η εκπεφρασμένη αδυναμία του Αδόλφου Χίτλερ στην ελληνική αρχαιότητα, οι καταστροφές κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών, η λεηλασία από υψηλόβαθμους στρατιωτικούς των ναζί, το πλιάτσικο των απλών στρατιωτών και οι παράνομες ανασκαφές με σκοπό την εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό συντέλεσαν στο να προκληθούν τεράστιες καταστροφές στην πολιτιστική κληρονομιά.

«Όλα γίνονται σύμφωνα με τα διεθνή νόμιμα. Ο Γερμανικός στρατός είναι φορέας εξουσίας και δεν μπορεί να δίνει λογαριασμό στην ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία» ήταν μια από τις συνήθεις απαντήσεις που δινόταν από τα γερμανικά στρατεύματα στις διαμαρτυρίες των ελληνικών υπηρεσιών που εντόπιζαν λεηλασίες αρχαιοτήτων. Στην αρπαγή των αρχαιοτήτων από την Ελλάδα συνεισέφεραν καθοριστικά η «Στρατιωτική Υπηρεσία για την Προστασία της Τέχνης» αλλά και η περίφημη «Επιτροπή Ρόζεμπεργκ» που δημιουργήθηκε από τον θεωρητικό του ναζισμού, Άλφρεντ Ρόζεμπεργκ.



Η αρπαγή της Ηρακλειώτισσας

Χαρακτηριστική ιστορία αρπαγής είναι αυτή της Ηρακλειώτισσας, ενός ρωμαϊκού αγάλματος που αναπαριστά μια αριστοκράτισσα της Θεσσαλονίκης.

Τον Μάρτιο του 1944, ενώ γίνονται έργα για κατασκευή ορυγμάτων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, αποκαλύπτεται τυχαία το άγαλμα της Ηρακλειώτισσας. Ένα ρωμαϊκό γλυπτό εξαιρετικής τέχνης, ύψους 2,11 μέτρων. Μερικές ημέρες αργότερα οι ναζιστικές δυνάμεις κατοχής διοργανώνουν εκδήλωση και παραδίδουν το άγαλμα στις ελληνικές αρχές. Οι φωτογραφίες δημοσιεύονται στον Τύπο και η ναζιστική προπαγάνδα φροντίζει να διαδώσει πως αναδεικνύει την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας. Ο Χίτλερ όμως με κατεπείγον έγγραφο διατάζει την μεταφορά του αγάλματος στο μουσείο της πόλης Λιντς, της γενέτειράς του που στόχευε να μετατρέψει σε πολιτιστική πρωτεύουσα του Τρίτου Ράιχ. Δύο μήνες μετά την παράδοση του αγάλματος στις ελληνικές αρχές, Γερμανοί στρατιώτες το παίρνουν και το μεταφέρουν στη Βιέννη όπου εκτίθεται για δύο μήνες. Στη συνέχεια η αριστοκράτισσα της Θεσσαλονίκης παραδίδεται στον υπεύθυνο του Μουσείου του Λιντς, ενώ διαδοχικά κοσμεί τις κατοικίες του ίδιου του Χίτλερ και του Γκέμπελς στις Αυστριακές Άλπεις.

Μετά το τέλος του πολέμου, το άγαλμα εντοπίζεται σε ένα εγκαταλελειμμένο αλατωρυχείο του Άουζε της Αυστρίας. Μεταφέρεται στο Μόναχο, στην κεντρική μονάδα στην οποία συγκεντρώνονταν τα λεηλατημένα έργα τέχνης από όλη την Ευρώπη προκειμένου να επαναπατριστούν στις χώρες τους. Στις 2 Νοεμβρίου του 1946, η Ηρακλειώτισσα επιστρέφει τελικά στην Θεσσαλονίκη αποτελώντας την πρώτη, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, περίπτωση επαναπατρισμού λεηλατημένου αγάλματος μετά τον πόλεμο.

Η καταστροφή του μουσείου του Ηρακλείου

Κι αν η αριστοκράτισσα της Θεσσαλονίκης επιβίωσε από τον πόλεμο, δεν συνέβη το ίδιο με χιλιάδες άλλα έργα τέχνης. Στην Κρήτη, όπως έχει αναδείξει σε έρευνά του ο αρχαιολόγος Γιώργος Τζωράκης οι καταστροφές ήταν ανυπολόγιστες. Ήδη από το 1939, όταν ήταν πλέον σαφές πως ο πόλεμος θα ερχόταν και στην Ελλάδα, η Εφορεία Αρχαιοτήτων με επικεφαλής τον Νικόλαο Πλάτωνα και τον Βασίλειο Θεοφανείδη ξεκίνησε μια εργώδη προσπάθεια να κρύψει την πολιτιστική κληρονομιά του νησιού σε καταφύγια, ορύγματα και θησαυροφυλάκια.

Το μεγαλύτερο βάρος δόθηκε στο μουσείο του Ηρακλείου καθώς ήταν το μεγαλύτερο του νησιού και σε αυτό φιλοξενούνταν τα σημαντικότερα ευρήματα. Οι αρχαιολόγοι συσκεύασαν όσα εκθέματα μπορούσαν και τα μετέφεραν στο καταφύγιο που είχε χτιστεί κάτω από το μουσείο, ενώ άλλα τα έθαψαν στον κήπο και σε άλλα σημεία. Πολλά από τα έργα τέχνης ωστόσο δεν ήταν δυνατό να μεταφερθούν και να προφυλαχθούν.

Το πρωί της Παρασκευής, 23ης Μαϊου του 1941 οι Γερμανοί έχουν στα χέρια τους την άρνηση των ηρωϊκών Κρητών στο αίτημα παράδοσης του Ηρακλείου. Αποφασίζεται ο βομβαρδισμός της πόλης που συνεχίζεται και το Σάββατο 24 Μαϊου. Η πόλη ισοπεδώνεται.

Από τους στόχους δεν εξαιρείται το μουσείο, το οποίο δέχεται βόμβες στην οροφή του με αποτέλεσμα να υποστεί τεράστιες ζημιές. 43 μεγάλες πήλινες αρχαιότητες από τα μινωικά χρόνια, σαρκοφάγοι, πίθοι και κάλπες καταστρέφονται και μαζί τους διαλύονται τα κουφώματα και τα τζάμια, αφήνοντας έκθετα όσα έργα δεν καταστράφηκαν.

Μετά την κατάληψη της πόλης, το μουσείο επιτάσσεται και στην περίβολό του τοποθετούνται πολυβολεία, ενώ κατά σειρά μετατρέπεται σε στρατιωτικό νοσοκομείο, σχολή χημικού πολέμου και στρατόπεδο συγκέντρωσης αιχμαλώτων. Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, τα διασωθέντα εκθέματα βρέθηκαν αντιμέτωπα με τις λεηλασίες των στρατιωτών που είτε έκλεβαν είτε διατάρασσαν τα συρτάρια, τις πινακίδες και τις ταυτότητες των αρχαιοτήτων.

Επιτάσσοντάς το μουσείο όμως, οι ναζί το μετέτρεψαν αυτόματα και σε βασικό στόχο των συμμαχικών στρατευμάτων. Έτσι το κτίριο βομβαρδίστηκε ξανά τον Φεβρουάριο του 1944, αυτή τη φορά από τα βρετανικά αεροπλάνα.

Η καταστροφή του Μουσείου ήταν ένα μόνο μέρος των ζημιών που συντελέστηκαν στην Κρήτη, όπου έδρασε ο στρατηγός Ρίγκελ. Ο μανιακός αρχαιοθήρας φρόντισε να λεηλατήσει το Μουσείο της Βίλλας Αριάδνης στην Κνωσό, παίρνοντας εκατοντάδες αρχαία σε κιβώτια, ενώ πιθανότατα ήταν ο υπεύθυνος για την κλοπή των αρχαιοτήτων από την Συλλογή της Γόρτυνας. Αντίστοιχες καταστροφές από λεηλασίες και λαθρανασκαφές υπέστησαν αρχαιότητες σε όλη την Κρήτη, ενώ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο βασιλικός Τάφος των Ισοπάτων, ο μοναδικός τάφος της μινωικής Εποχής, ο οποίος καταστράφηκε προκειμένου το δομικό του υλικό να χρησιμοποιηθεί για κατασκευή στρατιωτικών εγκαταστάσεων.

Η εύρεση των λαφύρων και οι προσπάθειες επαναπατρισμού

Μετά το τέλος του πολέμου ξεκίνησαν προσπάθειες για επαναπατρισμό των έργων που εκλάπησαν από όλη την ελληνική επικράτεια. Σε αποθήκες, κάστρα, αλατωρυχεία, εκκλησίες, σπηλιές, ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές, εντοπίστηκαν μετά την πτώση του Τρίτου Ράιχ χιλιάδες λάφυρα από όλες τις χώρες που κατακτήθηκαν, ανάμεσά τους φυσικά και όσα εκλάπησαν από την Ελλάδα.

Το 1946 το τότε υπουργείο Παιδείας, δημοσίευσε μια τεκμηριωμένη έκθεση με τίτλο «Ζημίαι των Αρχαιοτήτων εκ του Πολέμου και των Στρατών Κατοχής». Την έρευνα έκαναν οι αρχαιολόγοι Χρήστος Καρούζος, Ιωάννης Μηλιάδης, Μαρίνος Καλλιγάς Γρηγόριος Ανδρουτσόπουλος και Νικόλαος Ζαφειρόπουλος. Η πλήρης καταγραφής των κλεμμένων είναι εξαιρετικά δύσκολη αν συνυπολογιστεί το γεγονός πως σε περιπτώσεις όπως οι λαθραίες ανασκαφές, τα ευρήματα δεν είχαν καν αναφερθεί από τους κατακτητές.

Οι προσπάθειες επαναπατρισμού όμως συνεχίζονται μέχρι και σήμερα. Περιπτώσεις όπως η επιστροφή 73 αντικειμένων από τη Γερμανία στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου, η επιστροφή πάνω από 10.000 οστράκων αγγείων και εργαλείων της νεολιθικής εποχής, από μουσείο της Γερμανίας όπου είχαν μεταφερθεί ύστερα από παράνομη ανασκαφή του 1941, αλλά και ο επαναπατρισμός 26 ακόμη αντικειμένων από την Αυστρία πριν από μερικούς μήνες.

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα που καταδεικνύει και την ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζονταν σε μερικές περιπτώσεις οι θησαυροί της χώρας, ήταν η επιστροφή μιας ακέραιας μελαμβαφής κύλικα κλασικής περιόδου που από τις 6 Απριλίου βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο μετά την οικειοθελή παράδοσή της από Γερμανό πολίτη στην ελληνική πρεσβεία στο Βερολίνο. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που ο ίδιος έδωσε, το αγγείο βρέθηκε κατά τη διάρκεια εκσκαφών για την κατασκευή καταφυγίου από τη Βέρμαχτ την περίοδο της Κατοχής, πιθανότατα στην περιοχή της Αγχιάλου Θεσσαλονίκης και είχε δοθεί ως δώρο στον παππού του, που υπηρετούσε τότε στο γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό, επειδή συνέβαλε στη διακοπή των εκσκαφικών εργασιών μόλις αντιλήφθηκε την ύπαρξη αρχαιοτήτων στο έδαφος.

Σε πρόσφατη εκδήλωση που διοργάνωσε υπό την αιγίδα της Βουλής το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, οι αρχαιολόγοι Ελένη Πιπέλια, Ελευθερία Ακριβοπούλου και Γιώργος Τζωράκης παρουσίασαν στοιχεία για τις αρπαγές των αρχαιοτήτων από τους ναζί, ενώ συντάχθηκε ψήφισμα στο οποίο αναφέρεται η αξίωση για την επιστροφή στην Ελλάδα όλων των αρχαιολογικών και πολιτιστικών αγαθών που εκλάπησαν και λεηλατήθηκαν, με τον Πρόεδρο της Βουλής, Νίκο Βούτση να δεσμεύεται να φέρει το θέμα στη Βουλή εντός του έτους.

πηγή: news247.gr