Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Η αποκαλυπτική φωτογράφηση της Ειρήνης Κολιδά - ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ



Tο εξώφυλλο του περιοδικού Down Town που κυκλοφορεί την Πέμπτη, θα φιλοξενεί το εντυπωσιακό κορμί της Ειρήνης Κολιδά. Η πρώην παίχτρια των «Μαχητών» που έφυγε από το Survivor μετά τον τραυματισμό της σε τροχαίο, ποζάρει για το περιοδικό με το μαγιό της.
Πέρα από τη φωτογράφηση ωστόσο κάνει αποκαλύψεις για το survivor και μιλάει γενικά για την εμπειρία της από τον Άγιο Δομήνικο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ειρήνη απέκτησε μέσα σε μια νύχτα 82 χιλιάδες followers στο instagram!

Ευπαλίνειο Όρυγμα: Ένα θαυμαστό έργο της αρχαίας ελληνικής μηχανικής αποδίδεται στο κοινό



Διαμόρφωση του ορύγματος του Ευπαλίνειου Υδραγωγείου στο Πυθαγόρειο της Σάμου μετά την αποκατάσταση, τη Δευτέρα 24 Απριλίου 2017. Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης και ανάδειξης του Ορύγματος (σήραγγα) μήκους 1.036 μ. στο Ευπαλίνειο Υδραγωγείο της Σάμου, το οποίο χρονολογείται στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα τεχνικά έργα της αρχαιότητας. Το εκπληκτικό στη διάνοιξη της σήραγγας είναι ότι η λάξευση έγινε ταυτόχρονα κι από τις δύο πλαγιές του λόφου (αμφίστομον όρυγμα) και τα δύο συνεργεία συναντήθηκαν στο μέσον περίπου της σήραγγας με μικρή απόκλιση από την ευθεία. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ

Eπισκέψιμο σε ολόκληρο το μήκος του (1.036 μέτρα σκαμμένα μέσα στο βουνό που δεσπόζει πάνω από το Πυθαγόρειο της Σάμου), θα είναι στο προσεχές διάστημα το Ευπαλίνειο Όρυγμα, ένα από τα σπουδαιότερα παγκοσμίως, μνημεία ανθρώπινης δεξιοτεχνίας και κατασκευαστικής ικανότητας. Γι’ αυτό και από το 1992 έχει…περιληφθεί στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείο Πολιτισμού, η υπουργός Λυδία Κονιόρδου δήλωσε χτες από τη Σάμο, ότι υλοποιήθηκε πλέον το βασικό τμήμα της μελέτης που ενέκρινε το υπουργείο Πολιτισμού για την αποκατάσταση, συντήρηση και ανάδειξη του Ευπαλίνειου Υδραγωγείου, κεντρικό τμήμα του οποίου αποτελεί το όρυγμα, η σήραγγα δηλαδή απ’ όπου περνούσαν οι πήλινοι αγωγοί του νερού.

«Είναι μια εμπειρία ζωής η διάβαση του Ευπαλίνειου Ορύγματος. Ας δώσουμε στους εαυτούς μας τον χρόνο να αφουγκραστούμε το μνημείο. Ας ακούσουμε τι έχει να μας πει για τους αρχαίους και για τους σύγχρονους μηχανικούς. Η γνωριμία με το Ευπαλίνειο είναι μια εμπειρία ζωής», δήλωσε η κ. Κονιόρδου, κατά την πρώτη επίσημη παρουσίαση του έργου.

Το Ευπαλίνειο Υδραγωγείο σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε γύρω στα 550 π.Χ. για να υδρεύει – με ασφάλεια και υψηλές προδιαγραφές υγιεινής – την αρχαία πόλη της Σάμου, δηλαδή το σημερινό Πυθαγόρειο, και λειτούργησε με επιτυχία για 1.100 χρόνια. Η μοναδικότητά του οφείλεται στο «αμφίστομο όρυγμά» του – έτσι το αναφέρει ο Ηρόδοτος – που λαξεύτηκε στον βράχο από δυο αρχαία συνεργεία, τα οποία ξεκίνησαν το ένα από τη βόρεια πλευρά και το άλλο από τη νότια και συναντήθηκαν στη μέση της διαδρομής. Είναι ένα σύνθετο τεχνικό έργο που περιλαμβάνει, εκτός από το όρυγμα, δεξαμενή, προσαγωγό και υπόγειο αστικό αγωγό. Η αφετηρία του βρισκόταν σε φυσική πηγή κοντά στη σημερινή περιοχή των Αγιάδων. 


πηγή 

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Θωρηκτό Γεώργιος Αβέρωφ ,Ναυμαχίες Έλλης και Λήμνου

Εργασίες συντήρησης του "ΑΒΕΡΩΦ" στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά - (ΕΡΤ 1 26.4....

O τάφος του τελευταίου Έλληνα πειρατή στη Μύκονο



Στη Χώρα της Μυκόνου, πίσω ακριβώς από τη φημισμένη εκκλησία Παραπορτιανή, βρίσκονται δύο κάτασπρα μικρά εκκλησάκια. Στο βορινό από αυτά, στον Σωτήρα, που είναι χτισμένο πάνω στην κορυφή του απόκρημνου βράχου, βρίσκεται θαμμένος ο τελευταίος Έλληνας πειρατής Μανόλης Μερμελέχας.

Όταν ο περιβόητος πειρατής Μπαρμπαρόσα κατέλαβε τη Μύκονο το 1537, πήρε όλους τους κατοίκους και τους πούλησε σαν σκλάβους, εκτός από ελάχιστους που μπόρεσαν και κατέφυγαν στη βενετοκρατούμενη Τήνο.

Στη συνέχεια το άδειο πλέον, από κατοίκους, νησί γίνεται άντρο των πειρατών, η δε πειρατεία εξασκείται συστηματικά για τρεις αιώνες, από ντόπιους και ξένους πειρατές.

Ένας από αυτούς ήταν και ο φοβερός Marmeleq, που εμφανίζεται το 1732. Απόγονός του ήταν ο Μανόλης Μερμελέχας, ο οποίος σημειωτέον είχε δράσει εναντίον των Τούρκων κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

Όταν αποκαταστάθηκε η τάξη στην Ελλάδα το 1832-33 και εξέλιπε και η πειρατεία, ο Μερμελέχας αποσύρθηκε σε ιδιωτικό βίο στη Μύκονο, όπου δούλεψε ως νεκροθάφτης μέχρι το θάνατό του, το 1854


Η Μηχανή του Χρόνου - Η άγνωστη Μύκονος

Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

ΔΗΠΛΩΜΑ ΟΔΗΓΗΣΗΣ . . .ΟΥΑΟΥ ! ! !
















Πάει ένας για εξετάσεις για να πάρει το δίπλωμα οδήγησης, περνάει το
πρακτικό μέρος και ερχεται η σειρά των ερωτήσεων.
Του λέει ο εξεταστής :
- Οδηγάς βράδυ και έρχονται 2 φώτα κατά πάνω σου, τι είναι;
- Αυτοκίνητο, απαντάει
- Ναι ρε φίλε, αυτοκίνητο είναι αλλά τι μάρκα; Nissan, Mercedes, Toyota ?

- Που να καταλάβω μέσα στη νύχτα κύριε εξεταστά ?
- Επόμενη ερώτηση, οδηγάς το βράδυ και βλέπεις ένα φως να έρχεται 
  καταπάνωσου, τι είναι ?
- Μηχανή
- Ναι ρε παιδί μου μηχανή είναι αλλά τι ? Harley, vespa, Aprillia ?
- Μα μέσα στο σκοτάδι που να ξεχωρίσω κύριε εξεταστά?
- Τέρμα, τελευταία ερώτηση, αν δεν απαντήσεις, κόβεσαι.
  Οδηγάς τη νύχτα και βλέπεις 2 φώτα ψηλότερα από το ύψος του αμαξιού σου να
  έρχονται κατά πάνω σου, τι είναι ?
- Νταλίκα
- Ναι ρε παιδί μου αλλά τι μάρκα ? Scania, Man, Tatra? Κόβεσαι..
- Κύριε εξεταστά θα σας κάνω μία ερώτηση. Οδηγάς τη νύχτα σε ένα δρόμο 
  μεκόκκινα φώτα και βλέπεις
  μία γυναίκα ντυμένη προκλητικά στην άκρη του δρόμου, τι είναι ?
- Πουτάνα
- Ναι ρε παιδί μου, πουτάνα είναι αλλά ποια είναι, η μάνα σου, η 
  γυναίκα σου, η κόρη σου ?

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ Ή ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΑΣΧΑ;






























Γράφει η Μαίρη Καρά


     Η νοσταλγία μας να ξαναζήσουμε παραδοσιακό Πάσχα κοντά στην γιαγιά μας, μας επανέφερε στα  πατρογονικά μας χώματα. Ξεκινήσαμε όλα τα εγγόνια να πάμε επισκέπτες -εκεί όπου εμείς σαν παιδιά υποδεχόμασταν τους επισκέπτες- στην ΛΕΙΒΑΔΙΑ.
     Η καλή μας η γιαγιά χαρούμενη με την παρουσία μας συμφώνησε να μας περιγράψει, πως γιόρταζαν τότε το Πάσχα στην Λειβαδιά, τηρώντας τα παραδοσιακά έθιμα… κι εμείς αφεθήκαμε στου νοσταλγικού νοερού ταξιδιού της την ΜΑΓΕΙΑ. 
     - Το Πάσχα ήταν η λαμπρότερη θρησκευτική γιορτή και την λέγαμε Λαμπρή. Την γιορτάζαμε με ξεχωριστή μεγαλοπρέπεια, που όμοιά της δεν απαντούσε κανείς σε άλλη πόλη. Η Ανάσταση του Σωτήρα συνέπιπτε με την Άνοιξη, που άστραφτε κι ευωδίαζε κι ευφραινόταν όλη η πλάση κι αποτελούσε την "εορτήν των εορτών και πανήγυριν πανηγύρεων". "«Αγάλλεται και χαίρει πάσα κτίσις», έψαλλε ο εκκλησιαστικός ΥΜΝΩΔΟΣ.
     Συνήθειά μας ήταν "Απόκριες στην Θήβα και Πάσχα στην Λειβαδιά". Οι ετοιμασίες άρχιζαν την Μεγάλη Πέμπτη όπου στους δρόμους έξω απ' την πόλη κατέβαιναν οι τσοπάνηδες με τα κοπάδια, για να πουλήσουν τα αρνιά τους. Εκεί πήγαιναν οι  οικογενειάρχες για να αγοράσουν ζωντανό το αρνί για το σούβλισμα. Σήκωναν ένα για να υπολογίσουν το βάρος του, το έπιαναν απ' το στήθος μέχρι την ουρά για να βεβαιωθούν για το πάχος του, γνωρίζοντας πως δεν ψήνονται καλά τα ΑΔΥΝΑΤΑ. 
     Οι νοικοκυρές καθάριζαν το σπίτι, άσπριζαν τους τοίχους και τα πεζούλια της αυλής, έβαφαν τα αυγά κι έψηναν το ψωμί και τα κουλουράκια. Οι άντρες με τους συγγενείς και τους γειτόνους επέλεγαν τον κήπο ή την αυλή ή τον δρόμο για το στήσιμο του "λάκκου" και το ψήσιμο του αρνιού και φυσικά για το ΓΛΕΝΤΙ. 
     «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί…». Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου μετά το Χριστός Ανέστη μας περίμενε η μαγειρίτσα και πριν ξημερώσει ξυπνούσαν οι γεροντότεροι για να ετοιμάσουν τον λάκκο. Κάνοντας τον Σταυρό τους έβαζαν φωτιά με την λαμπάδα της Ανάστασης στον σωρό με τα κλήματα, για να γίνει η θράκα. Η πόλη έμοιαζε σαν ψησταριά και πυκνά σύννεφα καπνού κάλυπταν τον ουρανό. Κι ενώ ξημέρωνε σαν κόκκινος δίσκος πρόβαλε η Ανατολή του ΗΛΙΟΥ. 
     Οι άντρες γύριζαν τα αρνιά, ενώ πρόσχαρα κορίτσια κι αγόρια γέμιζαν το τραπέζι με κόκκινα αυγά, τυριά και κανάτες με ντόπιο κρασί, που το έπιναν σταυρωτά. Μετά έρχονταν τοπικοί τραγουδιστάδες με τα κλαρίνα, τα νταούλια και τα λαούτα, παίζοντας τα δημοτικά τραγούδια μας κι άρχιζε ο χορός. Τα παιδιά έβαζαν δίσκους στο πικ-απ ή στα ραδιόφωνα και χόρευαν σε δικούς τους ρυθμούς. Το ξεφάντωμα με φαγοπότι και παραδοσιακό χορό διαρκούσε ως αργά το ΑΠΟΓΕΥΜΑ. 
     Ο γιορτασμός της Λαμπρής αναδείκνυε την πατροπαράδοτη λειβαδίτικη φιλοξενία. Καλούσαμε τους επισκέπτες ευγενικά στο τραπέζι μας, να τσουγκρίσουν κόκκινο αυγό, να δοκιμάσουν τους μεζέδες μας, πίνοντας λειβαδίτικο κρασί μαζί μας, μέσα σ' ένα κλίμα θαλπωρής και εγκαρδιότητας. Μετά το ψήσιμο των αρνιών κάναμε φιλικές και συγγενικές επισκέψεις από λάκκο σε λάκκο, με αστεία πειράγματα, με γέλια κι απανωτές ΕΥΧΕΣ. 
     Αυτές τις ευχές μεταφέρω παιδιά μου και σε σας τώρα, που δεν προλάβατε να ζήσετε στην ευλογημένη εποχή μου. Τότε οι άνθρωποι ήταν αγαπημένοι μεταξύ τους και μοιράζονταν τα αγαθά τους με ΑΓΑΠΗ, χωρίς να αποβλέπουν σε ανταμοιβή. Η Ανάσταση του Χριστού για όλους σήμαινε και Ανάσταση του Έθνους μας, γι' αυτό γιορταζόταν με επισημότητα. Προκαλούσε δε το ενδιαφέρον χιλιάδων επισκεπτών, μα και των ξενιτεμένων παιδιών μας, όπως ήσαστε εσείς τώρα, να σας ΧΑΙΡΟΜΑΙ". 
     Γεμάτοι περηφάνια κι εμείς με τις νοσταλγικές αναμνήσεις της γιαγιάς για το ξακουστό Πάσχα της πόλης μας, αρχίσαμε την γιορταστική περιπλάνησή μας στους στολισμένους δρόμους. Φτάνοντας στην πασίγνωστη πλατεία του ΖΑΠΠΕΙΟΥ, μια απρόσμενη δυσάρεστη εικόνα διέλυσε τις προσδοκίες μας. Τα παγκάκια κατειλημμένα και το γρασίδι καταπατημένο από φιγούρες που λιάζονταν και σαν στο σπίτι τους καταβρόχθιζαν τα κεράσματα του Δήμου, μα δεν έμοιαζαν με ΕΛΛΗΝΕΣ. 
     Αηδιασμένοι απ' το απαίσιο θέαμα αλλάξαμε προορισμό και βρεθήκαμε στις Πηγές της ΚΡΥΑΣ, όπου στηνόταν πάντα το πασχαλιάτικο γλέντι απ' τον ΔΗΜΟ. Ένας λάκκος με αρνιά να ψήνονται, λίγα τραπέζια και καρέκλες κάτω απ' τα ψηλά πλατάνια,  μια δημοτική ορχήστρα να παίζει πανηγυριώτικα χωρίς απήχηση τραγούδια… πνιγηρή υποτονική ατμόσφαιρα… θλιβερό υποκατάστατο του ξακουστού Πάσχα της ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ. 
     Εκείνο όμως που μας προκάλεσε την χείριστη εντύπωση και ντραπήκαμε που κάποτε ήμασταν κάτοικοι αυτής της πόλης, ήταν η τεράστια ουρά που σχημάτιζαν οι ΕΛΛΗΝΕΣ, για να πάρουν μετά από πολύωρη ορθοστασία ένα πλαστικό πιάτο με λίγο κρέας, ένα κόκκινο αυγό, λίγη σαλάτα και λίγο κρασί σε πλαστικό ποτήρι. Ένα υποτυπώδες πασχαλιάτικο γεύμα που μοιραζόταν σαν κέρασμα απ' τον Δήμο στους ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ. 
     Η απογοήτευσή μας χτύπησε κόκκινο κι αναζητήσαμε την Δήμαρχο στο τραπέζι των επισήμων, για να την… συγχαρούμε, για την παρακμιακή γιορτινή εικόνα που "εμπνεύστηκε" μαζί με τους συμβούλους της. Και στο τραπέζι της έμελλε να πιούμε το πικρό ποτήρι της ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ της, προς τους ακάλεστους λαθροεισβολείς στην χώρα μας, μα επίσημα καλεσμένους απ' την ίδια! Φως φανάρι η πολιτική της προτίμηση και ΣΤΗΡΙΞΗ! 
     Πλησιάζοντας στο τραπέζι της για να την… κεράσουμε εμείς με ό,τι της άξιζε… προσέξαμε την βροντερή απουσία επισήμων της τοπικής κοινωνίας. Την ίδια στιγμή γίναμε μάρτυρες της καθόλα μεροληπτικής συμπεριφοράς της απέναντι στους φιλικούς της καλεσμένους. Εντελώς προκλητικά σηκωνόταν και υποδεχόταν τους έγχρωμους λαθραίους (δήθεν μετανάστες) και τους καλούσε να πάρουν θέση στο επίσημο ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΗΣ.
     Απίστευτο θέαμα! Μουσουλμάνοι να γιορτάζουν το Πάσχα των Ελλήνων επίσημοι καλεσμένοι της Δημοτικής Αρχής! Και δίπλα οι ταλαίπωροι Έλληνες να ξεροσταλιάζουν για ένα κομμάτι ψητό αρνί! Σκηνή άξια ιστορικής καταγραφής της ΑΛΩΣΗΣ και ΥΠΟΤΑΓΗΣ της ελληνικής πολιτιστικής μας ταυτότητας απ' τα αλλόθρησκα εποικιστικά στρατευμένα πιόνια των σχιζοφρενικών σχεδιαστών της ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΜΑΣ.
     Κατόπιν αυτού αποχωρήσαμε έξαλλοι, αφού ενημερωθήκαμε πως η "φιλάνθρωπη Κυρία" είναι ιδρυτικό μέλος της Μ.Κ.Ο."ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ". Φυσικό ήταν η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ της να έχει αποδέκτες τριτοκοσμικούς επιχορηγούμενους φυγάδες, με τους οποίους προτίθεται να αντικαταστήσει τους κατοίκους της πόλης μας… για την επίλυση του δημογραφικού βέβαια! Τόση καλοσύνη πια πώς να την αντέξουν οι ανύποπτοι Λειβαδίτες, που πλέον σαν μετανάστες ΛΑΘΡΟΔΙΑΒΙΩΝΟΥΝ! 
     Ακόμα και η γιαγιά μας έδειξε κατανόηση για την πίκρα μας, αποχαιρετώντας μας με την ελπίδα της ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ!

Αυτή η όμορφη πατρίδα παραμένει στο Σταυρό




















Γράφει ο Νίκος Ελευθερόγλου

Για άλλη μία φορά διαπιστώσαμε -είτε βγήκαμε από τα τείχη των πόλεων όπου ζούμε είτε μείναμε εντός αυτών- ότι αυτή η πατρίδα είναι ένας τόπος μαγικός.

Ομορφος αλλά και άγνωστος. Ομως πάνω από όλα αυτάρκης, εάν ζει με τον τρόπο που μεγάλωσαν γενιές Ελλήνων. Η φύση, γεμάτη ζωή που μπορεί να θρέψει τους πάντες. Οι θάλασσες μαγευτικές, ο ήλιος φωτεινός και ζωοδότης.

Και όμως, αυτός ο τόπος, ο ευλογημένος από τον Θεό, αδικήθηκε και αδικείται από τους ανθρώπους. Αυτή η πατρίδα, που βίωσε με κάθε τρόπο την Ανάσταση του Κυρίου, εξακολουθεί να παραμένει σταυρωμένη μέσα από μια σειρά μέτρα που στερούν κάθε ελπίδα. Και πραγματικά, για άλλη μία φορά αναρωτήθηκα πώς είναι δυνατόν αυτή η πλούσια σε καθετί χώρα να έχει ανθρώπους που πεινούν, παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία, γιατί οι γονείς τους δεν έχουν να τους δώσουν μια φέτα ψωμί, ένα ποτήρι γάλα.

Είναι απορίας άξιο πώς δεν μπορούμε να ορθοποδήσουμε, πώς δεν μπορούμε να πιστέψουμε στον εαυτό μας και τόσα χρόνια μετά δεν μπορούμε να αποδιώξουμε ούτε τον ραγιά από μέσα μας ούτε το ρουσφέτι από τη νοοτροπία μας. Και με αυτά τα δυο κακά της μοίρας μας βαδίζουμε προς το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα, εάν δεν τη βουλιάξουμε και αυτή.

Τα γράφω αυτά, αγαπητοί αναγνώστες, γιατί ο πρωθυπουργός μπορεί να έκανε χιούμορ συμμετέχοντας στη γιορτή των μπότηδων στην Κέρκυρα και να έσπασε τη στάμνα του (με τον φόβο να μην είναι ο Σόιμπλε από κάτω), η αλήθεια όμως είναι ότι ετοιμάζεται για ακόμη μία φορά να βάλει και αυτός τα «καρφιά» του σε έναν λαό, του οποίου η μόνη κυρίαρχη ευθύνη ήταν και είναι ότι εμπιστεύτηκε ανθρώπους που του είπαν τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα.

Ολους αυτούς που του έταξαν καλύτερες μέρες και του έφεραν μαύρες, τόσο για τον ίδιο όσο και για τα παιδιά του. Του άλλαξαν τον τρόπο ζωής του, με αποτέλεσμα, για να επιβιώσει σε αυτή τη νέα κουλτούρα, να αναγκάζεται να εισάγει σχεδόν τα πάντα. Και με αυτόν τον τρόπο έγινε όμηρος ψεύτικων αναγκών, με τις οποίες θησαυρίζουν πάνω και από όλους οι δανειστές του. Ολοι αυτοί που του κουνούν το δάχτυλο κάνοντάς του και από πάνω μαθήματα ηθικής. Οσοι βρέθηκαν στην ελληνική περιφέρεια, στα γνωστά και άγνωστα χωριά, θα διαπίστωσαν πόσο εύκολη θα μπορούσε να είναι η ζωή τους σε μια χώρα που η φύση προσφέρει τα περισσότερα αγαθά απλόχερα. Από το νερό έως τον ήλιο.
Και αυτά τα δύο είναι τα τελευταία που θέλουν να αρπάξουν οι θεσμοί.

Οι οποίοι τα έχουν βρει απόλυτα μεταξύ τους και μας παίζουν, όπως παλιά παίζαμε ως παιδιά το παιχνίδι «κορόιδο». Ηδη στην εαρινή Σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ετοιμάζουν την τελική έφοδό τους, για να μας ετοιμάσουν το επόμενο Μνημόνιο, που για να... πονέσει λιγότερο θα βρουν τρόπο να το «βαπτίσουν» αλλιώς. Ακριβώς όπως έκαναν, όταν μετονόμασαν την τρόικα σε θεσμούς και έτσι έλυσαν το πρόβλημα.

Θα έκλεινα το σημερινό σημείωμά μου λέγοντας ότι την απάντηση σε όλα αυτά την κρύβει μέσα της η ίδια η Ελλάδα. Ας την ακούσουμε, φίλοι αναγνώστες, για να κάνουμε πραγματική Ανάσταση και για να κατέβουμε από τον Σταυρό του Μαρτυρίου.

Νίκος Ελευθερόγλου
Πηγή "Δημοκρατία"

Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

ΤΟ ΡΟΔΊΤΙΚΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ **ΜΙΡΑ ΜΑΡΕ**

Το «Μίρα Μάρε», ο Ωνάσης και οι πελάτες που πλήρωναν με χρυσό !
Το θρυλικό ξενοδοχείο της Ρόδου από την αφήγηση του εγγονού του Νικόλαου Πολίτη ο οποίος δημιούργησε την πρώτη ξενοδοχειακή μονάδα
Πέρασαν βασιλείς και κροίσοι απ΄ όλο τον κόσμο, είχε γίνει τόπος συχνών επισκέψεων του Ωνάση και του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ήταν οι ντίβες των δεκαετιών του ΄50 και του ΄60 που το έκαναν διάσημο, ήταν το ξενοδοχείο από το οποίο ξεκίνησαν όλα, κι έδωσε την ώθηση στον κόλπο της Ιξιάς να ανθίσει και τουλάχιστον για ορισμένα χρόνια να θυμίζει Μανχάταν!
Πίσω από το γκλάμουρους και τα χρυσάφια όμως μια διαμάχη που κράτησε δεκαετίες ελάμβανε χώρα μεταξύ του δημιουργού της παλιάς ξενοδοχειακής μονάδας και του Γεράσιμου Πατρονικόλα, γαμπρού του Ωνάση που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πήρε το ξενοδοχείο στα χέρια του.
Συνάντησα τον εγγονό του Νικόλαου Πολίτη, τον Νίκο Παυλίδη, γόνο μιας οικογένειας που φαίνεται πως υπήρξε πολύ πλούσια, με το τζιπ το Rancler του, με ένα πάθος και μια ανοιχτή καρδιά για τα οποία μου λέει όμως πως κάποιοι Ροδίτες τον σταύρωσαν!
Σε μια βδομάδα σκέφτεται να φύγει για τη Ρώμη απ΄ όπου πηγαινοέρχεται όπως κι από το Κάιρο, τη Γερμανία, κι αλλού� Διακόπτει για να μιλήσει στα τηλέφωνα, πότε ιταλικά, πότε αγγλικά, γνωρίζει και γράφει επτά γλώσσες μαζί με τα ελληνικά και τα αράπικα, κι είναι χειμαρρώδης, δύσκολο να τον περιορίσεις�
«Μίρα Μάρε»! Και το όνομά του ακόμα είναι όμορφο!
Το όνομα ξέρεις το έδωσε ο Mario Lago, ο Ιταλός κυβερνήτης της Ρόδου. Πήγε το είδε, του άρεσε και το ονόμασε «Μίρα Μάρε», που σημαίνει «βλέπε θάλασσα», κι αλλιώς στην πολύ μαλλιαρή «σημάδι στη θάλασσα». Το �χτισε ο παππούς μου ο Νικόλαος Πολίτης ο οποίος το σχεδίασε και το κατασκεύασε ο ίδιος, οι μελέτες δικές του, αυτοδίδακτος, μόνο με τις γνώσεις που είχε ως ξυλουργός.
Αγόρασε το κτήμα από έναν Τούρκο που του πούλησε το κτήμα του, όχι την πλευρά του Γεράσιμου Πατρονικόλα, αλλά το παλιό «Μίρα Μάρε». Το �xτισε μόνος του σιγά-σιγά, κόβοντας πέτρες από το λόφο απέναντι με ασβεστοκονιάματα, με κορασάνι ή κουρασανί. Το παλιό «Μίρα Μάρε» ήταν ένα μακρόστενο κτήριο, απλό.
Το ισόγειο ήταν 1500 τμ εμβαδόν και ο όροφος άλλα 1.500. Μιλάμε για πέντε φορές το Χίλτον εκείνη την εποχή. Ήταν το πρώτο ξενοδοχείο στην Ρόδο και το δεύτερο ξενοδοχείο της Ελλάδας μετά τη «Μεγάλη Βρετανία» του Ναυπλίου, που τότε ήταν πρωτεύουσα της Ελλάδας. Λειτούργησε το 1922!
Πως το αποφάσισε τότε ο παππούς να χτίσει ξενοδοχείο; Μεγάλο ρίσκο και μάλιστα σε σημείο που δεν υπήρχε τίποτα ακόμα!
Η έκταση αυτή πουλήθηκε από έναν Τούρκο στον παππού μου, το 1898 με 1900! Ο παππούς από τότε είχε προβλέψει ότι ο κόλπος εκείνος των Τριαντών τα επόμενα χρόνια θα αποκτούσε ύψιστη οικονομική σημασία. Όταν άρχισε δε να χτίζει το ξενοδοχείο του �λεγε ο κόσμος, του �λεγαν συγγενείς « Καλά βρε Νικόλα, στο τέρμα του κόσμου βρήκες να χτίσεις;» Και απαντούσε ο παππούς «μια μέρα εδώ θα σκάβετε και θα βγάζετε πλάκες χρυσού»!
Έβλεπε μπροστά, κι είχε κι άλλες δραστηριότητες προηγούμενα!
Ήταν ο πιο μικρός από επτά αδέλφια οι οποίοι ήταν ο Νικόλας, η Μαριάνθη, ο Δημητρός, ο Γιάγκος, η Ειρήνη, κι ο Μιχαήλος. Το πρώτο παιδί πέθανε κι η προγιαγιά μου ξανάκανε παιδί και το ονόμασε κι αυτό Νικόλα. Ήταν ο δεύτερος Νικόλας, ο Νικόλας Πολίτης που δημιούργησε ό,τι δημιούργησε. Ο δε πατέρας του είχε καφενείο στο Νιοχώρι.
Όταν ο Νικόλας ήταν δεκατριών χρονών πεθαίνει ο πατέρας τους, κι αυτός ο μικρός παίρνει το ζεμπίλι, με ένα ροκάνι, κι ένα πριόνι και πάει να μάθει τη ξυλουργική για να ζήσει την οικογένεια. Σε ηλικία 25 ή 27 χρονών πήρε ένα πανδοχείο στην Κολώνα και συνεταιριζόταν με μια Τουρκάλα της περιοχής η οποία όμως ήταν δύστροπη κι έτσι το άφησε αργότερα. Το πανδοχείο αυτό λειτουργούσε και σαν τράπεζα.
Με τη μορφή που έχουν οι σημερινές τράπεζες;
Όχι, αλλά όσοι έφευγαν για την Ανατολή ή την Αραπιά, του άφηναν τα χρήματά τους, τα χρυσαφικά τους. Φεύγαν για δυό μήνες, τρεις μήνες, γύριζαν, κι ο παππούς έπαιρνε κάτι σαν προμήθεια.
Κι αργότερα, κατά τη διάρκεια του πολέμου όταν το «Μίρα Μάρε» έγινε στρατόπεδο συγκέντρωσης των Εβραίων (CAMPO DI CONCENTRAMENTO), όταν τους μάζεψαν για να τους πάρουν στον Πειραιά του έλεγαν οι Εβραίοι «Νικόλα μου, πάρε τα χρυσαφικά μας που είναι όλη μας η ζωή και αν κάποτε γυρίσουμε δώσε μας ό,τι θέλεις εσύ από αυτά που σου δίνουμε»...
Δεν εδέχθη να κρατήσει ούτε μια καρφίτσα γι αυτό βλέπετε ότι κατά καιρούς πολλά χρυσά και λίρες και κοσμήματα έπεσαν είτε από τους τοίχους των παλιών σπιτιών που έμεναν οι Εβραίοι της Παλιάς Πόλης, είτε από τα τζάκια από τις καμινάδες, είτε μέσα από σωλήνες παλιών σιδερένιων κρεβατιών που τα �κρυψαν την τελευταία στιγμή πριν τους πάρουν. Ένας-δυό γύρισαν μόνο, ελάχιστοι, αλλά τα κοσμήματά τους «έπεφταν» και πριν από δύο τρία χρόνια ακόμα.
Μαθαίνουμε κι άλλα λοιπόν από εσάς, που έχουν πολύ ενδιαφέρον.
Το «Μίρα Μάρε» είχε γίνει αρχηγείο των Ιταλών, των ʼγγλων, των Γερμανών, τόπος συγκέντρωσης των Εβραίων πριν τους πάρουν, και νοσοκομείο για τους πρησμένους! Από την πείνα πρησμένους εννοώ. Οι μόνοι που παρέδωσαν στον παππού μου κατεστραμμένο το ξενοδοχείο ήταν οι Γερμανοί.
Του έδωσαν τα κλειδιά όταν έφευγαν και του λένε «θα σ΄ αποζημιώσουν οι ʼγγλοι»... Εκεί ήδη ο παππούς μου είχε αρχίσει ν΄ αρρωσταίνει από τη στενοχώρια του. Σχεδόν το ξανάφτιαξε από την αρχή και μέχρι σήμερα βέβαια δεν έχουμε πάρει τις αποζημιώσεις από τα δικαστήρια της Χάγης στα οποία προσφύγαμε. Μιλώ για τις αποζημιώσεις της γερμανικής περιόδου.
Ποιοι ήταν οι τουρίστες που έμεναν σ΄ αυτό από το 1922 που λειτούργησε;
Όλοι όσοι έρχονταν στο νησί, από βασιλείς μέχρι πάμπλουτοι. Το «Ρόδων» είναι μεταγενέστερο, άρχισε να χτίζεται το 1927. Μεμονωμένοι επισκέπτες της Ρόδου, κυρίως Έλληνες της Αιγύπτου οι οποίοι πλήρωναν με λίρες, με χρυσά κοσμήματα...
Πάμπλουτοι διότι είχαν στην Αίγυπτο το εμπόριο βάμβακος, το εμπόριο του λαδιού, σησαμέλαιο, βαμβακέλαιο, το εμπόριο κρασιών, το εμπόριο του σιδήρου, το εμπόριο του κάρβουνου, και είχαν διαπρέψει, οι τράπεζες ήταν δικές τους. Εάν πάτε μέχρι σήμερα στην Αίγυπτο ό,τι νεοκλασικό υπάρχει είναι δημιουργία Ελλήνων, περιουσίες Ελλήνων. Ο παππούς μου ήταν ένας καλός διαχειριστής της περιουσίας του.
Στον πόλεμο νοίκιασε τα κτήματα του Anri Masse τα οποία καλλιεργούσε και ήταν από τις λίγες οικογένειες που δεν πείνασαν διότι είχε προβλέψει τον πόλεμο και έκανε τις κουμπάνιες του. Ήταν τότε από τους λίγους κατοίκους της Ρόδου που είχαν ελληνική υπηκοότητα όταν οι περισσότεροι είχαν υπηκοότητα κατοίκων του Αιγαίου: Cittadinanza di Egeo.
Το «Μίρα Μάρε» τότε ήταν ζώνη ναρκοθετημένη από τους Γερμανούς και λόγω του ότι είχε γίνει αρχηγείο των εκάστοτε δυνάμεων κατοχής αναγκάστηκε να στραφεί σε άλλες δραστηριότητες νοικιάζοντας τα κτήματα του πατέρα της Ζermen Masse.
Πότε άρχισαν ν΄ αλλάζουν τα πράγματα σε σχέση με τη διαχείριση του ξενοδοχείου; Πότε μπήκε στη μέση ο γαμπρός του Ωνάση;
Ο παππούς πέθανε το 1954 και τότε η γιαγιά μου χήρα με μία ορφανή κόρη, τη μητέρα μου, όρισε ως υπεύθυνο του ξενοδοχείου έναν απόστρατο αξιωματικό ονόματι Προβατά. Την ίδια χρονιά η μητέρα μου παντρεύτηκε τον Μιχαήλ Παυλίδη που εργαζόταν ως διευθυντής στο ξενοδοχείο ο οποίος και το ανέλαβε.
Την ίδια περίοδο έρχεται στη Ρόδο ο Γεράσιμος Πατρονικόλας, γιατρός και γαμπρός του Ωνάση ο οποίος πετώντας με ένα αεροπλανάκι ή ελικόπτερο, δεν θυμάμαι αν ήταν μαζί και ο πατέρας μου, κατεβαίνοντας πάντως του είπε ότι θέλει να συνεργαστεί μαζί του! Ο πατέρας μου του απάντησε ότι πρέπει να μιλήσει με την πεθερά του, τη γιαγιά μου Μαρία Πολίτη, αδελφή της Σταματίας Τσουβαλά, η οποία είχε τελειώσει το σχολαρχείο της εποχής, είχε κοφτερό μάτι και είπε ότι δεν θέλει αυτή τη συνεργασία διότι είδε «πονηρό άνθρωπο κι όχι τίμιο».
Είχε μεγάλη δύναμη ο Πατρονικόλας τότε;
Ο Γεράσιμος Πατρονικόλας ήταν γαμπρός του Ωνάση στην τελευταία του αδελφή την Καλλιρρόη και θέλω να σας διευκρινίσω πως αν «ξυνόταν» ο Πατρονικόλας, ο Ωνάσης αφαιρούσε χρήματα που είχε στην Ελλάδα ενώ αν «χαϊδευόταν» ο Πατρονικόλας, ο Ωνάσης έβαζε χρήματα σε επενδύσεις που ανάσαινε η Ελλάδα της δεκαετίας του ΄50. Έχοντας εισπράξει την αρνητική μας απάντηση έρχεται μία ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ, προεδρικό διάταγμα να το πω, το οποίο έλεγε:
«Εάν η περιουσία της Μαρίας, χήρας Νικολάου Πολίτη δεν ήθελε δοθεί προς εκμετάλλευση εις την εταιρίαν «Κατζάς και Σία Ο.Ε»- ο οποίος ήταν αντιπρόσωπος του Πατρονικόλα εδώ- ήθελε γίνει υποχρεωτική απαλλοτρίωσις»! Μη έχοντας άλλη διέξοδο τότε η οικογένειά μου υπέγραψε συμβόλαιο 20ετίας, στα μέτρα του Πατρονικόλα, σε δικηγόρο ο οποίος ήταν συγγενής μας και δεν θέλω να αναφέρω το όνομά του.
Ήταν ενοικίαση;
Ήταν ενοικιαστήριο 20ετίας με αναπροσαρμογή του μισθώματος ανά δεκαετία. Οκτώ χιλιάδες δραχμές το μήνα υπό την προϋπόθεση ότι ο πατέρας μου θα διεύθυνε το ξενοδοχείο. Ήταν πολύ καλά χρήματα, αλλά όχι τα ανάλογα του «Μίρα Μάρε».
Τότε πεινασμένοι μακρινοί συγγενείς του πατέρα μου ήρθαν και ζήτησαν εργασία. Ο πατέρας μου τους έβαλε να δουλέψουν μαζί με τον Πατρονικόλα, κι αυτοί έγιναν οι σπουδαιότεροι ψευδομάρτυρες του Πατρονικόλα εναντίον μας.
Ο δε Πατρονικόλας όταν νοίκιασε το ξενοδοχείο είδε ότι δίπλα υπήρχαν όμορες περιουσίες οι οποίες ανήκουν στην Αναστασία Masse, που ήταν χήρα του Anri Masse με τέσσερα παιδιά, και παρουσίασε πλαστούς τίτλους αγοραπωλησίας, με δικηγόρο τον Ευάγγελο Ψημόριφο ο οποίος παρουσίασε πλαστή τιμή, αντί των 150 δραχμών το μέτρο έβαλε ένα κόμμα και το έκανε 1,50 δραχμή το μέτρο!
Θα πρέπει να έρχονταν πολλοί� Ωνάσης, Καραμανλής, η Μαρία Κάλλας� Τι θυμάστε απ΄ αυτούς;
Ο Καραμανλής ερχόταν συχνά, έπαιζε τένις με τον Πατρονικόλα και γκολφ. Τους θυμάμαι σαν όνειρο, τον Πατρονικόλα να μ΄ έχει στα γόνατά του σαν παιδάκι και να μιλούν με τον Καραμανλή. Φορούσαν άσπρα polo και σορτσάκια.
Ο Ωνάσης;
Ερχόταν συχνά, τον θυμάμαι σαν όνειρο. Δεν είχε λαιμό και είχε τόσες τρίχες και πίσω στο λαιμό του και παντού που ήταν σαν πίθηκος. Ερχόταν με την Τίνα Λιβανού πρώτα, μετά με τη Μαρία Κάλλας, θυμάμαι σαν όνειρο τον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα. Θυμάμαι τον Ιμπ Σαούντ βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας, τον βασιλέα Παύλο και τη Φρειδερίκη με όλη τη βασιλική οικογένεια, τον Φαρούκ και τη Φορίντα βασιλείς της Αιγύπτου, τον Αϊζενχάουερ, όλους τους σταρ και τις ντίβες της εποχής.
Θέλω να σας ρωτήσω για το χρυσό δαχτυλίδι που φοράτε στο τελευταίο δάχτυλο, πρέπει να είναι πολύ παλιό!
Είναι το δαχτυλίδι του παππού του Νικόλα και είναι πολλές εκατονταετίες πίσω δαχτυλίδι που ήρθε σ΄ εμένα από γενιά σε γενιά. Φοριέται στο τελευταίο δάχτυλο γιατί μ΄ αυτό έβαζαν τη σφραγίδα!
Ο πατέρας σας πως βγήκε εκτός ξενοδοχείου από τον Πατρονικόλα;
Τον φώναξε μια μέρα ο Πατρονικόλας να συζητήσουν. Μόλις συναντήθηκαν στην παλιά ρεσεψιόν, του φωνάζει «έξω από το ξενοδοχείο μου παλιοκλέφτη»� Υπήρχε σκηνοθετημένη κατάσταση. Ο πατέρας μας δεν ήθελε και πολύ να πάρουν μπροστά οι μηχανές, πλακώνει στα χαστούκια τον Πατρονικόλα.
Μπαίνει ο Ψημόριφος στη μέση και από την κάτω πλευρά της ρεσεψιόν εμφανίζεται ο χωροφύλακας του σταθμού των Τριαντών και λέει στον πατέρα μου «συλλαμβάνεσαι»! Του απαντάει ο πατέρας μου «αύριο θα είσαι στα σύνορα», όπερ εγένετο. Από την επόμενη μέρα άρχισαν τα άγρια δικαστήρια.
Βλέπω ότι φορτίζεστε τώρα που τα θυμάστε αυτά!
Δεν μπορώ να συγχωρέσω ούτε τον Γεράσιμο Πατρονικόλα ούτε τον Ψημόριφο διότι κατέστρεψαν δύο εύπορες οικογένειες της Ρόδου που έχασαν τα πάντα. Λόγω δικαστικών αγώνων αναγκάστηκαν να πουλήσουν ακίνητα για να ανταπεξέλθουν των δικαστικών αγώνων.
Ο παππούς μου είχε 27 πύργους στη λεωφόρο Ιαλυσού. Σκεφτείτε λοιπόν τον πατέρα μου Μιχαήλ Παυλίδη απέναντι στο γαμπρό του Ωνάση! Πρέπει δε να σας πω ότι παρελθούσης της δεκαετίας «ξέχασαν» να κάνουν την αναπροσαρμογή του ενοικιαστηρίου και αρχίσαμε τα δικαστήρια για να τους διώξουμε από το ξενοδοχείο.
Πόσο κράτησαν οι δικαστικοί αγώνες;
Έφυγα από το ξενοδοχείο σε ηλικία 3 ετών και επέστρεψα σε ηλικία 43 ετών! Δικαιωθήκαμε έναντι του Πατρονικόλα, αλλά είχαμε ακριβώς 40 χρόνια δικαστικούς αγώνες με έναν ή δύο δικηγόρους στη Ρόδο και ένα με δύο δικηγόρους στην Αθήνα παρ΄ Αρείω Πάγω. Όρος στο συμβόλαιο ήταν να επιστρέψει σ΄ εμάς σε άριστη κατάσταση έστω και ως λειτουργούσα μονάδα β΄ κατηγορίας, αλλιώς να αποζημιωθούμε με 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές.
Περνώντας τα χρόνια είχαμε κάνει επίσημες προτάσεις στη Μαριλένα (Μαριλού) Πατρονικόλα, την κόρη του, να μας πουλήσει είτε την κάτω πλευρά η οποία είναι απέναντι από το ξενοδοχείο «Olympic Pallas», είτε το πάνω μέρος, είτε ολόκληρο.
Την ημέρα που μας υποσχέθηκε ότι θα μας καλέσει να το συζητήσουμε πούλησε στην Τζίνα Μαμιδάκη έναντι ευτελούς ποσού. Και βέβαια ποτέ δεν πήραμε και την αποζημίωση.
Αυτή είναι η πραγματική ιστορία του «Μίρα Μάρε», κι όχι οι προηγούμενες που έχουν ειπωθεί από ανθρώπους συμφεροντολόγους που θέλαν να φανούν «καλοί» στην οικογένειά μου καρπωνόμενοι την περιουσία. Παρελθόντων των ετών η περιουσία εξαιτίας λανθασμένων χειρισμών του μικρότερου μέλους της οικογενείας μας βρίσκεται στα χέρια του� «Πατρονικόλα νούμερο δύο»! Αυτή είναι η πραγματική ιστορία .
Πηγή κειμένου : rodiaki.gr

ΠΑΣΧΑ 2017

Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Μεγάλη Τρίτη: Το τροπάριο της Κασσιανής στη Βυζαντινή Υμνογραφία


Γράφει ο Αντώνης Κλάδης

Η εκκλησιαστική, ορθόδοξη υμνογραφία, που αντλεί στοιχεία από τη μουσική της αρχαίας Ελλάδας και συνέχειά της αποτελεί η εκκλησιαστική βυζαντινή, έχει τις απαρχές της στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρόνια ζυμώσεων κατά τα οποία η νέα θρησκεία είχε να αντιμετωπίσει πολλούς εχθρούς. 

Ποιοι και πόσοι είναι οι πρώτοι υμνογράφοι δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε, αφού οι ύμνοι περνούσαν τους αιώνες από στόμα σε στόμα κι αυτό δυσκόλευε τη συνέχιση της φήμης του επώνυμου υμνογράφου. Βέβαιο είναι ωστόσο ότι οι πιο σημαντικοί υμνογράφοι έγραφαν στην ελληνική γλώσσα και σε αυτή μας κληροδότησαν τα εξαίσια δείγματα της ποιητικής τους τέχνης.[1]
Οι αιρέσεις συντάραζαν το ιερό σώμα κι αιρετικοί ανέβαιναν ακόμη και στον πατριαρχικό θρόνο. Η Εκκλησία προκειμένου να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά συγκαλούσε τις Ιερές Συνόδους, στις οποίες λάμβαναν μέρος σπουδαίοι ιεράρχες. Εκτός όμως από τις συνόδους για να εξουδετερωθούν οι αιρετικοί, οι ορθόδοξοι, κυρίως οι κληρικοί, σπουδασμένοι αλλά και εμπνευσμένοι, συνέθεταν ύμνους σύμφωνους προς το λατρευτικό πνεύμα, που αυτό καθόριζαν οι Σύνοδοι και αυτό επικράτησε και έφτασε ως τα δικά μας χρόνια και προχωρεί πέρα από αυτά.
Μεγάλοι υμνογράφοι παρουσιάστηκαν από τον 4΄αιώνα[2]. Ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Μέγας Αθανάσιος (Περί Ψαλμών), ο Εφραίμ ο Σύρος, ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ο Ρωμανός ο Μελωδός (υπήρξε ο περιφημότερος ποιητής κοντακίων, έγραψε περίπου χίλια κοντάκια), ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Ανδρέας Κρήτης (Μεγάλος Κανόνας), ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Κοσμάς ο Μελωδός είναι κάποιοι από τους πιο σημαντικούς. Εξέχουσα θέση κατέχουν χρονολογικά ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο Ιωάννης Κουκουζέλης και ο Πέτρος ο Πελοποννήσιος, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα με το έργο τους στη διαμόρφωση της Βυζαντινής σημειογραφίας.
Το 1814 επινοήθηκε το σημερινό σύστημα γραφής (Νέα Μέθοδος) από τους τρεις δασκάλους, Χρύσανθο, Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα και Γρηγόριο Πρωτοψάλτη, οι οποίοι καθιέρωσαν τους φθόγγους της Βυζαντινής Μουσικής από τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου (πΑ, Βου, Γα, Δι, κΕ, Ζω, νΗ).
Ο λόγος του ύμνου και το μουσικό ένδυμά του, ο υπέροχος αυτός διφυής φορέας και εκφραστής της ορθόδοξης πίστης αποτελεί το βασικότερο μέσο της εκκλησιαστικής μας λατρείας. Και τούτο γιατί με τη συντομία, την περιεκτικότητα και τη μουσική τους επένδυση οι ύμνοι είναι οι κοινές προσευχές, το εντρύφημα των πιστών, το προσφορότερο μέσο για τη μυσταγωγία του σώματος-συνάξεως. Αρκεί να θυμηθούμε τα τροπάρια της Μ. Εβδομάδας και της νεκρώσιμης ακολουθίας για να καταλάβουμε τι νιώθουν οι πιστοί στο άκουσμά τους. Δεν πλουτίζουν μόνο συναισθήματα οι ύμνοι, παράλληλα μορφώνουν και διδάσκουν. Η γλώσσα τους βέβαια ξενίζει κάπως, αλλά παρόλη τη δυσκολία της δεν είναι εμπόδιο στην κατανόηση των τροπαρίων, επειδή αυτά μιλούν στην καρδιά∙ οι αγράμματοι, αλλά πιστοί άνθρωποι, καταλαβαίνουν το νόημά τους. Ωραία παρατηρήθηκε: «Οι ιεροί ύμνοι είναι σύμβολα και τα σύμβολα λέγουν πολύ περισσότερα από όσα μπορεί λογικά να συλλάβει ο νους και λεκτικά να λαλήσει το στόμα» [3].
Η Βυζαντινή μουσική ίσως είναι μονότονη για όποιον είναι μονότονο το Ευαγγέλιο, άτεχνη για όποιον είναι άτεχνο το Ευαγγέλιο, απλοϊκή για όποιον είναι απλοϊκό το Ευαγγέλιο, παλιωμένη για όποιον είναι παλιωμένο το Ευαγγέλιο. Αλλά είναι χαρμόσυνη για όποιον είναι χαρμόσυνο το Ευαγγέλιο, ειρηνική για όποιον νιώθει την ειρήνη του Χριστού. Επίσης δεν είναι μουσική ακροάματος∙ η μουσική με άλλα λόγια δεν συνοδεύει το λόγο για να τέρψει την ακοή των ακροατών αλλά για να τον τονίσει. Όπως παρατηρεί και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος «ουκ έστι θέατρον η Εκκλησία, ίνα προς τέρψιν ακούωμεν».
Θα ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη αναφορά στους Υμνογράφους της Εκκλησίας μας με την Κασσιανή, καθώς αυτή θεωρείται κορυφαία υμνογράφος, που μετασκεύασε σε «τραγούδι» του εκκλησιαστικού σώματος και «Θεο-λογία» την πνευματική-καρδιακή εμπειρία της. Έζησε τον 9ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη. Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια και ονομαζότανε Κασσία, Ικασία ή Εικασία. Η μόρφωση και η ομορφιά της ήταν πολύ μεγάλη και θεωρήθηκε ως η καταλληλότερη για να γίνει σύζυγος του διαδόχου του θρόνου, του Θεοφίλου. Ο εγωιστής όμως Θεόφιλος δε θέλησε να έχει σύζυγο πιο μορφωμένη από αυτόν, γι΄ αυτό και απέρριψε την ιδέα του γάμου του με αυτήν.
Μετά το γεγονός αυτό, η Κασσιανή ίδρυσε μοναστήρι [4] κι έζησε εκεί καλλιεργώντας την ποίηση. Συνέθεσε ποιήματα κοσμικά, επιγράμματα, ιάμβους αλλά ασχολήθηκε και με την υμνογραφία, όπου ξεχώρισε. Ο διαπρεπής βυζαντινολόγος Κ. Krumbacher (1856-1909), αναφερόμενος στην ποιήτρια Κασσιανή, γράφει: «…η Κασσιανή αποτελεί παράδοξον φαινόμενον εν τω γενικώ ποητικώ συναγωνισμώ. Την ποίησή της διακρίνει ευγένεια ύφους και γλυκύτης μέλους ακορέστου». Κατά τη γνώμη του δε «η Κασσιανή είναι η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή ποιήτρια». Το σημαντικότερο από τα υμνογραφικά της έργα είναι το Δοξαστικό του Όρθρου της Μ. Τετάρτης «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις…» [5]
Η παράδοση λέει ότι όταν αργότερα ο αυτοκράτορας Θεόφιλος επισκέφθηκε το μοναστήρι, όπου μόναζε η Κασσιανή, μη βλέποντάς την ανάμεσα σε όσες τον υποδέχτηκαν, γυρνούσε ψάχνοντας τα κελιά, για να την συναντήσει. Ο κρότος των βημάτων που πλησίαζαν έκανε την Κασσιανή να κρυφτεί, αφήνοντας πάνω στο γραφείο της μισογραμμένο το Δοξαστικό της «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις» στην περίοδο: «κρότον τοις ωσίν ηχηθείσαν». Ο Θεόφιλος εννοώντας το νόημα των στίχων πρόσθεσε εκεί τις λέξεις «τω φόβω εκρύβη». Η ποιήτρια, αργότερα, δεν διέγραψε τις λέξεις αλλά ευφυώς συμπλήρωσε το τροπάριο ως εξής: «Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος».
Η Κασσιανή, έχοντας συνείδηση της αμαρτίας της, την περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια και με ιδιαίτερη λογοτεχνική ευαισθησία: την παρομοιάζει με το πυκνό σκοτάδι, που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να διακρίνει την πορεία του αφού δεν υπάρχει ούτε το αμυδρό φως της σελήνης («ασέληνη νύκτα»).Τη χαρακτηρίζει σαν «ασυγκράτητη ηδονή» και σαν «έρωτα», θέλοντας να τονίσει τη μεγάλη δυσκολία του ανθρώπου να απαλλαγεί από αυτήν. Στην πάλη εναντίον της αμαρτίας, μοναδικό όπλο του ανθρώπου είναι αυτό που η Κασσιανή περιγράφει σαν «πηγή των δακρύων» και «στεναγμούς της καρδιάς». Είναι αξιοσημείωτο ότι η Κασσιανή φτάνει σε τέτοιο σημείο συνειδητοποίησης της αμαρτωλότητάς της, ώστε παρομοιάζει την κατάστασή της με την αμαρτωλή εκείνη γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Κυρίου και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Μπροστά στη συνείδηση της αμαρτίας και στο ψυχικό βάρος που αυτή συνεπάγεται, μόνο η άπειρη ευσπλαχνία του Θεού μπορεί να δώσει την ελπίδα.
Ο παραλληλισμός της αμαρτωλότητας της Κασσιανής με την αμαρτωλή γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού είναι η αιτία που ο συγκεκριμένος ύμνος ψάλλεται το βράδυ της Μ. Τρίτης (Όρθρος της Μ. Τετάρτης). Το γεγονός αυτό με την αμαρτωλή γυναίκα έγινε λίγο πριν από το Πάθος του Κυρίου, γι΄ αυτό ορίστηκε η ανάμνησή του κατά τη Μ. Τετάρτη. Τα λόγια της Κασσιανής μάς θυμίζουν τη γυναίκα εκείνη που με την πράξη της ομολόγησε την αμαρτωλότητά της και ζήτησε τη συγχώρηση των αμαρτιών της. Ο ύμνος όμως της Κασσιανής έχει αναφορές και στον ενταφιασμό του Κυρίου. Πρόκειται για το σημείο εκείνο, όπου η ποιήτρια εκφράζει την επιθυμία να προσέλθει ως Μυροφόρα, θέλοντας έτσι να τονίσει το συναίσθημα μετανοίας που την διακατέχει. Η αναφορά του ύμνου στον ενταφιασμό αποτελεί μια εισαγωγή στο Πάθος του Κυρίου∙ επομένως, για έναν ακόμα λόγο η θέση του ύμνου κατά τη Μ. Τετάρτη είναι απόλυτα δικαιολογημένη.
Στην ανάλυση του ύμνου έχει υποστηριχθεί ότι η πόρνη ταυτίζεται με τη Μαρία τη Μαγδαληνή, χωρίς ωστόσο η άποψη αυτή να αποδεικνύεται. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε κυρίως από δυτικούς, ίσως διότι η Μαρία η Μαγδαληνή είναι η πιο γνωστή από τις γυναίκες που αναφέρει η Αγία Γραφή. Στο ποίημα δεν αναφέρεται πουθενά όνομα γυναίκας και στα Ευαγγέλια πουθενά δεν γράφεται ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν πόρνη. Την πληροφορία για την αμαρτωλή γυναίκα την παίρνουμε από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο (7.36-50), που μας δίνει την ωραιότερη περιγραφή της σκηνής. Με εξαιρετικό λυρισμό, από τον οποίο εμπνέεται και η Κασσιανή, ο ευαγγελιστής περιγράφει τη σκηνή της μετάνοιας της πόρνης.
Οι υμνωδοί της εκκλησίας προβάλλουν την μετάνοια της πόρνης ως δείγμα ελπίδος και κατά αντιδιαστολή την προδοσία του Ιούδα ως δείγμα πορνείας της ψυχής. Η πόρνη μετανοεί και απομακρύνεται από το εμπόριο του σώματός της, την ίδια στιγμή ο μαθητής εκπορνεύει την πνευματική του οντότητα με την έμμισθη προδοσία του.
Τα στιχηρά που ψάλλονται το βράδυ της Μ. Τρίτης και αναφέρονται στην αμαρτωλή του Ευαγγελίου είναι επίσης έργο της Κασσιανής. «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον… Ω της Ιούδα αθλιότητος… Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη…» Σε όλα τα ιδιόμελα και στιχηρά, που υπερβαίνουν τα 40, διακρίνει κανείς την έξαρση, το βάθος αισθήματος, τη μεγάλη ανεξαρτησία και ευσέβεια, όλα χαρακτηριστικά της μεγάλης ποιητικής της πνοής.
Εκτός από καθαρά θρησκευτική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με ποιήματα ποικίλου περιεχομένου. Συνέγραψε ακόμη πολλά γνωμικά και επιγράμματα. Σε 32 στίχους πραγματεύεται θαυμάσια το μεγάλο και σοβαρό θέμα της φιλίας. «Ει θέλεις πάντως και φιλείν και φιλείσθαι, των ψιθυριστών και φθονερών απέχου». Στους δύο αυτούς στίχους ο λεπτός νους της Κασσιανής περιέκλεισε ολόκληρη φιλοσοφία. Και παρακάτω σημειώνει: «Φρόνιμον φίλον, ως χρυσόν, κόλπω βάλλε τον δι΄ αύγε μωρόν φεύγε καθάπερ όφιν». Δηλαδή, τον φρόνιμο φίλον να βάλεις στο πλευρό σου, όπως θα ήθελες να έχεις και τον χρυσό. Τον ανόητο όμως να τον αποφεύγεις όπως και το φίδι. Η Κασσιανή εκτός από το σοφό επίγραμμα «περί φιλίας» έγραψε και άλλα βαθυστόχαστα επιγράμματα που αναφέρονται στον χαρακτήρα του ανθρώπου, στη γυναίκα, στην ευτυχία, στην χάρη, στο κάλλος, στο ήθος, στους τρόπους της αληθινής ζωής, που οδηγούν με τον κόσμο της αρμονίας στην αληθινή μακαριότητα.
Σπουδαίοι μουσουργοί έχουν κάνει υπέροχες συνθέσεις στο τροπάριο της Κασσιανής. Στη Βυζαντινή μουσική ο Πέτρος Λαμπαδάριος, ο Κων. Πρίγγος, ο Ιωάννης Σακελλαρίδης και άλλοι. Στην ευρωπαϊκή μουσική ο Ν. Μάτζαρος, ο Θ. Πολυκράτης, ο Γ. Τριάντης, ο Γ. Καζάσογλου, ο Μ. Θεοδωράκης, ο Β. Καρποδίνης, ο Κ. Κλάβας και πολλοί άλλοι. Ο Γ. Σκλάβος συνέθεσε όπερα (1936) εμπνευσμένη από το τροπάριο της Κασσιανής σε λιμπρέτο του Σ. Σπεράντσα. Ο Δημήτρης Μητρόπουλος συνέθεσε τη μουσική στο ποίημα «Η Κασσιανή» του Κωστή Παλαμά. [6]
Η εκκλησιαστική υμνολογία γενικότερα δεν άφησε ανεπηρέαστους και λογοτέχνες, όπως τους Αλεξ. Παπαδιαμάντη, Αλεξ. Μωραΐτιδη, Φώτη Κόντογλου, και Γ. Βιζυηνό, καθώς και τους νεοέλληνες ποιητές Σολωμό, Κάλβο, Παλαμά, Βάρναλη, Σικελιανό, Σεφέρη και Ελύτη, που χρησιμοποίησαν ή μετέπλασαν στίχους από τις ακολουθίες της εκκλησίας. Οι στίχοι, οι εμπνευσμένοι από την Υμνογραφία της Εκκλησίας, με την προέκταση που παίρνουν κάθε φορά στον σύγχρονό μας στίχο, υψώνουν τον τωρινό ποιητή, σαν τον υμνωδό, σε εκφραστή της κοινής προσευχής των ανθρώπων.
Ας ευχηθούμε ο καθένας από μας είτε ακούγοντας τους στίχους των υμνωδών είτε διαβάζοντας τους στίχους των ποιητών μας να συναισθανθεί τα Θεία Πάθη και να φτάσει με κατάνυξη στην Αγία Ανάσταση.
6Η Κασσιανή, (Κ. Παλαμά)
Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,
πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.
Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά
μέσ΄ στην καρδιά μου!
Κύριε, προτού Σε κρύψ΄ η εντάφια γη
από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
κι απ΄ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
Σου φέρνω μύρα.
Οίστρος με σέρνει ακολασίας… Νυχτιά,
σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας φωτιά
με καίει, με λιώνει.
Εσύ που από τα πέλαα τα νερά
τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου,
κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά
τα δάκρυά μου.
Γύρε σ΄ εμέ. Η ψυχή πώς πονεί!
Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν
άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.
Στ΄ άχραντά Σου τα πόδια, βασιλιά
θα τα σφουγγίσω,
μου Εσύ θα πέσω και θα στα φιλήσω,
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
Τ΄ άκουσεν η Εύα μέσ΄ στο αποσπερνό
της παράδεισος φως ν΄ αντιχτυπάνε,
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε… Πονώ,
σώσε, έλεος κάνε.
Ψυχοσώστ΄, οι αμαρτίες μου λαός,
Τα αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύση;
Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός!
‘Αβυσσο η κρίση

Δευτέρα 10 Απριλίου 2017

Μεγάλη Δευτέρα



Από τη σημερινή μέρα ξεκινούν τα άγια Πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τύπος του Κυρίου μας Ιησού είναι ο πάγκαλος Ιωσήφ που σήμερα επιτελούμε την ανάμνησή του (Γεν. 37 - 50).

Ήταν ο μικρότερος γιός του Πατριάρχη Ιακώβ και ο πιο αγαπητός. Όμως φθονήθηκε από τα αδέλφια του και αρχικά τον έρριξαν σ' ένα βαθύ λάκκο και εξαπάτησαν το πατέρα τους χρησιμοποιώντας ένα ματωμένο ρούχο ότι δήθεν τον κατασπάραξε κάποιο θηρίο. Στη συνέχεια τον πούλησαν για τριάντα αργύρια σε εμπόρους, οι οποίοι τον ξαναπούλησαν στον αρχιμάργειρα του βασιλιά της Αιγύπτου, τον Πετεφρή. Ο Ιωσήφ ήταν πανέμορφος και τον ερωτεύθηκε η γυναίκα του Πετεφρή, που θέλησε να τον παρασύρει σε ανήθικη πράξη βιαίως. Μόλις εκείνη έπιασε τον Ιωσήφ, εκείνος άφησε στα χέρια της το χιτώνα του και έφυγε. Εκείνη από το θυμό της τον συκοφάντησε στο σύζυγό της, ότι δήθεν αυτός επιτέθηκε εναντίον της με ανήθικους σκοπούς. Ο Πετεφρής την πίστευσε και φυλάκισε τον Ιωσήφ.

Κάποτε όμως ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, είδε ένα παράξενο όνειρο και ζήτησε έναν εξηγητή. Με το φωτισμό του Θεού, μόνο ο Ιωσήφ μπόρεσε να το εξηγήσει. Ότι θα έλθουν στη χώρα του επτά χρόνια ευφορίας και επτά ακαρπίας και πείνας. Ενθουσιάσθηκε ο Φαραώ από τη σοφία του και τον έκανε γενικό άρχοντα, σαν πρωθυπουργό. Ο Ιωσήφ διαχειρίσθηκε άριστα την εξουσία και φρόντισε στα δύσκολα χρόνια της πείνας όλο το λαό. Με αφορμή τη διανομή του σιταριού, φανερώθηκαν τ' αδέλφια του που τον είχαν φθονήσει. Εκείνος δεν τους κράτησε κακία, αντίθετα τα προσκάλεσε μόνιμα στην Αίγυπτο μαζί με τους γονείς.

Αυτός λοιπόν αποτελεί προεικόνηση του Χριστού, διότι και Αυτός, αγαπητός γιός του Πατέρα, φθονήθηκε από τους ομοφύλους Του Ιουδαίους, πουλήθηκε από το μαθητή Του για τριάντα αργύρια και κλείσθηκε στο σκοτεινό λάκκο, τον τάφο.

Επίσης, σήμερα μνημονεύουμε και τη άκαρπο συκή, την οποία καταράσθηκε ο Κύριος και ξεράθηκε αμέσως Ματθ. 21:19, Μαρκ. 11:13). Συμβολίζει τόσο τη Συναγωγή των Εβραίων, η οποία δεν είχε πνευματικούς καρπούς, όσο και κάθε άνθρωπο που στερείται πνευματικών καρπών, αρετών. Έδειξε ο Κύριος τη δύναμή Του στο άψυχο δένδρο και ποτέ πάνω σε άνθρωπο, για να δείξει ότι δεν έχει μόνο δύναμη να ευεργετεί, αλλά και να τιμωρεί.

Ο ευαγγελιστής Μάρκος αναφέρει πως την ώρα που ο Κύριος επιτίμησε τη συκή και ξηράθηκε, κατέπεσαν αμέσως τα καταπράσινα φύλλα της και την επόμενη μέρα ξεράθηκε και η ρίζα της (Μαρκ. 11:21). Οι μαθητές έκθαμβοι από το θαύμα αυτό δεν ζητούσαν να μάθουν την βαθύτερη έννοιά του, αλλά είχαν την απορία «πως παραχρήμα εξηράνθη η συκή;» (Ματθ. 21:20). Πρώτη φορά είχαν δει τιμωρία της άψυχης φύσεως.

Ο Κύριος παίρνοντας αφορμή από την απορία των μαθητών, χωρίς να εξηγήσει την συμβολική σημασία του θαύματος, τους δίδαξε για τη μεγάλη δύναμη της πίστεως, η οποία όταν συνοδεύεται από εσωτερική θέρμη και χωρίς τον παραμικρό δισταγμό μπορεί να κατορθώσει αφάνταστα πράγματα. Τους είπε: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἂρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται·» (Ματθ. 21:21). Αυτή την πίστη θέλει η Εκκλησία μας να μεταδώσει και σε μας.

Η υμνογραφία αναφέρεται σήμερα στα δύο παραπάνω θέματα, αλλά και επί πλέον στο θέμα της πορείας του Κυρίου προς το Πάθος. Από το τροπάριο: «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται...» οι ακολουθίες της Μ. Δευτέρας έως Τετάρτης λέγονται και «Ακολουθίες του Νυμφίου».

Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος πλ. δ'. 
Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

(Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου)
Να, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στὸ μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ποὺ θὰ τὸν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νὰ τὸν περιμένει· ἀνάξιος ὅμως πάλι θὰ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τὸν βρεῖ ράθυμο καὶ ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νὰ μὴ βυθιστεῖς στὸν πνευματικὸ ὕπνο, γιὰ νὰ μὴν παραδοθεῖς στὸ θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καὶ νὰ μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀνάνηψε κράζοντας· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσὺ ὁ Θεὸς· σῶσε μας διὰ τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων ἀσωμάτων δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων). 

Η ΕΞΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΣΤΙΣ 10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1826 ΚΑΙ Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΜΟΙΡΑ ΤΩΝ ΑΜΑΧΩΝ



Γράφει ο Αντγος ε.α. Νικόλαος Κολόμβας,  
Επίτιμος Διοικητής Γ Σ. Στρατού, Πτυχιούχος Νομικής Α.Π.Θ.


«Μεσολόγγι: Χαρά της ιστορίας, Γη επαγγελμένη. 
Πάνε εκατό χρόνια κι ας πάνε. 
Η θύμηση άχρονη μπροστά σου θα γονατίζη». 

Σ’ αυτούς τους λίγους, αλλά τόσο μεστούς στίχους από το ποίημα του «Η Δόξα στο Μεσολόγγι», ο Μεσολογγίτης Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς έκλεισε όλο το μεγαλείο της θρυλικής εποποιίας του Μεσολογγίου. Και τα μεν ανυπέρβλητα πολεμικά κατορθώματα των ανδρείων υπερασπιστών του εξήρθησαν ιδιαίτερα από τους ιστοριογράφους, υμνήθηκαν διθυραμβικά από τους ποιητές και χιλιοτραγουδήθηκαν από τη λαϊκή μούσα. 

Η τραγική, όμως, μοίρα των αμάχων, και ιδίως το παρατεταμένο και απερίγραπτο δράμα των Read more… γυναικοπαίδων, αν και δεν υπολεί­φτηκαν σε υπέρτατες θυσίες και δεν υστέρησαν σε απαράμιλλους ηρωισμούς, δεν δικαιώθηκε ανάλογα. Προκειμένου να μας δοθεί η δυνατότητα να διεξέλθουμε, έστω σε αδρές γραμμές, το τεράστιο και ανεξάντλητο, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις ανεξιχνίαστο, θέμα της τύχης τους, θα περιοριστούμε σε περίληψη των εκτυλιχθέντων πολεμικών γεγονότων της τελευ­ταίας πολιορκίας. 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΗΓΗΘΕΝΤΩΝ 

Στα μέσα Απριλίου του 1825 καταφθάνουν και πολιορκούν το Μεσολόγγι, για τρίτη φορά, αμέτρητα ασκέρια Τούρκων και Αλβανών, που έμοιαζαν, κατά τον Κώστα Κρυστάλλη, «σαν μαύρα σύννεφα βαριά που σβήνουνε τ’ αστέρια», για να καθυποτάξουν αυτούς, που σύμφωνα με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, «όταν το παν έκλινεν το γόνυ, ήσαν οι μόνοι οι οποίοι ήραν ακλινή την κεφαλήν». 

Πίσω από τ’ αδύνατα τείχη της πόλης βρισκόταν η δύναμη της Φρουράς, από 4.000 περίπου άνδρες. Ήταν μεσολογγίτες, ρουμελιώτες, ηπειροσουλιώτες, Θεσσαλοί, μακεδόνες, καθώς και 6.000 περίπου γυναικόπαιδα. 

Ο παρών τότε Κοζανίτης Νικόλαος Κασομούλης, ιστοριογράφος και Αγωνιστής, ανα­φέρει την αρχή των ταλαιπωριών των τελευταίων με τον αναγκαστικό εκπατρισμό τους: 

«Αποκλεισθέντες οι Έλληνες εις το Μεσολόγγι, η πρώτη των φροντίς εστάθη να μεταφέρουν ταις φαμελλίαις των όλοι οι φαμελλίται εις Κάλαμον, ή όπου δύναται ο καθείς και να μείνουν μόνο οι πολεμικοί άνδρες. Τούτο το μέτρον εστάθη το σωτηριωδέστερον και το οποίον έπειτα παραμεληθέν, μας έβλαψεν, όταν επέστρεψαν τα γυναικόπαιδα, καθώς θέλει ιδούμεν». 

Κι αρχίζει η πολιορκία με αραιά στην αρχή και πυκνά στη συνέχεια πυρά απ’ τα τουρκικά κανονιοστάσια, συνοδευόμενα από δελεαστικές προτάσεις για παράδοση, οι οποίες, με παρελκυστική αρχικά τακτική, τελικά απορρίπτονταν. 

Στις 8 Ιουνίου, απόπειρα των Τούρκων να πατήσουν τη νησίδα Μαρμαρού στη ΒΔ. πλευρά της πόλης αποτυγχάνει. 

Ακολουθούν οι πολύνεκρες μάχες του Ιουλίου-Αυγούστου με περιφανείς νίκες των Ελλήνων, που κατέληξαν από εκεί και πέρα στη σαφή κάμψη της ορμής του εχθρού. Ήδη από τις 24 Ιουλίου είχε καταπλεύσει και ο Ελληνικός στόλος υπό τον Ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη, ο οποίος έλυσε τον κλοιό του Οθωμανικού στόλου, ανεφοδίασετους πολιορκούμενους και ανέκτησε τον έλεγχο της λιμνοθάλασσας.

Εξουθενωμένος πια ο σκληροτράχηλος Κιουταχής, αναγκάζεται στις 6 Οκτωβρίου ν’ αποσυρθεί στην τελευταία γραμμή των οχυρώσεών του και μέχρι τα ριζά του Ζυγού, αναμένοντας πλέον τη συνδρομή του Αιγύπτιου Ιμπραήμ. 

Η ευνοϊκή, όμως, μέχρι τότε έκβαση των επιχειρήσεων, έκανε τους πολιορκημένους να υπερεκτιμήσουν τα αποτελέσματα. Έτσι, δεν είχαν την πρόνοια να εκμεταλλευτούν παραπέρα τις επιτυχίες τους και να εκμηδενίσουν πλήρως τις δυνάμεις του Κιουταχή, σε συνδυασμένη ενέργεια με τα σώματα της υπαίθρου, όπως άλλωστε τους πρότεινε ο έμπει­ρος και οξυδερκής Καραϊσκάκης, επικεφαλής των τελευταίων. Και δυστυχώς, η κατάσταση αυτή του εφησυχασμού, της υπερβολικής ευφορίας και απρονοησίας -γνωστά ελαττώματα της φυλής- είχε οδυνηρές συνέπειες, όπως θα δούμε, στην τύχη των αμάχων. 






Ο αυτόπτης Κασομούλης σχετικά ιστορεί: 

«Ο Κος Ιωάννης Μάγερ, συντάκτης των «Ελληνικών Χρονικών», θερμότερος εις τας πολεμικάς ευτυχίας μας, επήγεν εις Κάλαμον να μετακομίση την φαμελλίαν του. Εκεί εκοινοποίησεν εντόνως τον αποσυρμόν του πολιορκητού, επρόσθεσεν και τον αφανισμόν του, καθώς και την ασφάλειαν εις το εξής του Μεσολογγίου». 

«Κάθε γυναίκα και τέκνα, οίτινες εξ μήνας δεν είχαν ιδή τους γονείς των και συ­ζύγους, αλλά και άλλοι συγγενείς ενθαρρύνθησαν… και πλήθος φαμελλιών άρχισαν να εισέρχωνται εις το Μεσολόγγι…». 

«Αι θροφαί άρχισαν να ελαττώνωνται, διότι όλαι αυταί αι νεόφερτοι ψυχαί ζούσαν από τα περισσεύματα των στρατιωτικών μερίδων». 

Στο μεταξύ, περί τα τέλη Νοεμβρίου, ο Μιαούλης με τον Ελληνικό Στόλο ανα­γκάζεται ν’ αποχωρήσει, στερούμενος εφοδίων, ενώ λίγο πριν είχε προτείνει: «να εμβαρκαρίσουν τα γυναικόπαιδα και να τα μεταβιβάσουν (εκ νέου) εις Κάλαμον». Ήταν όμως πια αργά. Οι στερήσεις και οι αναπόφευκτες μειώσεις που είχαν υποστεί τα γυναικόπαιδα μακριά από τα σπίτια τους, έκαναν τους περισσότερους αρχηγούς των οικογενειών να μη θέλουν πλέον να τα αποχωριστούν. 

Αλλά για τις συνθήκες διαβίωσης των γυναικόπαιδων μακριά απ’ τις εστίες τους, ας δούμε χαρακτηριστικό απόσπασμα, υπό τον τίτλο «Οι Μισολογγίτισσες», από το διήγημα του Διονυσίου Σολωμού12 «Γυναίκα της Ζάκυθος». 

«…Και εσυνέβηκε αυτές τις ημέρες όπου οι Τούρκοι πολιορ­κούσαν το Μισολόγγι και συχνά ολημερνίς και κάποτες ολονυχτίς έτρεμε η Ζάκυθο από το κανόνισμα το πολύ. Και κάποιες γυναίκες Μισολογγίτισσες επερπατούσαν τριγύρω γυρεύοντας για τους άνδρες τους, για τα παιδιά τους, για τα’ αδέρφια τους, που πολεμούσαν. Στην αρχή εντρεπόντανε να βγούνε και προσμένανε το σκοτάδι για ν’ απλώσουν το χέρι, επειδή δεν ήσαν μαθημένες…

Όταν όμως οι χρείες επερισσέψανε, εχάσανε την εντροπή και ετρέχανε ολημερνίς… Και δεν τους έλεγε κανένας όχι, γιατί οι ρωτήσεις των γυναικών ήτα­νε τες περισσότερες φορές συντροφευμένες από τες κανονιές του Μισολογγίου και η γη έτρεμε κάτου από τα πόδια μας. Και οι πλέον φτωχοί εβγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και κάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίγοντας…». 

Από κει και πέρα, μέσα στην πόλη, παίχτηκε η προτελευταία φάση του δράματος των αμάχων, με την ενεργό συμμετοχή τους στις τρομερές συγκρούσεις των μαχών και στις φοβερές συνέπειες του πολέμου. Παράλληλα, άρχισε σταδιακά να πλανιέται έντονο το φάσμα της πείνας, προάγγελος των όσων δεινών θα συνέβαιναν λίγο αργότερα. 

Αλλά, ας ξαναγυρίσουμε στο οδοιπορικό μας. 

Στις 12 Δεκεμβρίου13, αποβιβάζεται στο Κρυονέρι, ανατολικά του ποταμού Ευήνου, ανενόχλητος ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ με 15.000 άν­δρες μεταξύ των οποίων 8.400 τακτικού στρατού υπό Γαλλοϊταλούς, κυρίως, Αξιωματικούς εκπαιδευτές. 

Βλέπει τα αδύνατα τείχη της πόλης, τον «φράχτη», όπως περιφρονητικά τα αποκάλεσε, και χλευάζοντας τον Κιουταχή, αναλαμβάνει μόνος του σε 15 ημέρες να επιτύχει, ότι ο τελευταίος σε 8 μήνες δεν είχε κατορθώσει. Οι δικοί μας όμως δίνουν σκληρό μάθημα στον επηρμένο Ιμπραήμ, συντρίβοντας τις σφοδρότατες επιθέσεις του, ώστε εκ των πραγμάτων αναγκάζεται τώρα να ζητήσει τη σύμπραξη του Κιουταχή. 

Στις 9 Ιανουαρίου 1826, προσορμίζεται και πάλι με το Στόλο ο Μιαούλης στα νερά του Μεσολογγίου και φέρνει λίγα τρόφιμα. Αυτός όμως έμελλε να είναι και ο τελευταίος ανεφοδιασμός. Αποπλέοντας μέρος του Στόλου στις 17 Ιανουαρίου υπό τον Υπαρχηγό Σαχτούρη, επαναλήφθηκε -χωρίς πάλι αποτέλεσμα- η πρόταση για εκκένωση των γυναικοπαίδων, ενώ στις 25 ακολούθησε και η αποχώρηση των λοιπών πλοίων με τον Μιαούλη. 

Στις 16 Φεβρουαρίου, ο Ιμπραήμ, εξαπέλυσε γενική και αποφασιστική επίθεση, αλλά οι Έλληνες με θαρραλέες νυχτερινές αντεφόδους σε δύο φάσεις κατατρόπωσαν τις δυνάμεις του και τον ανάγκασαν να συνειδητοποιήσει το μά­ταιο των από ξηρά προσπαθειών τους. Επικεντρώνουν πλέον τις ενέργειές τους οι δύο Αρχηγοί στον ασφυκτικό αποκλεισμό της πόλης κι από τη θάλασσα. 

Ο εχθρός, κατόπιν, ναυπηγεί μικρά σκάφη για τα αβαθή της λιμνοθάλασσας και στη συνέχεια καταλαμβάνει διαδοχικά, μετά από επικό αγώνα των φρουρών τους, τις νησίδες του Βασιλαδίου και του Ντολμά στις 25 και 28 Φεβρουαρίου αντιστοίχως και το Ανατολικό (Αιτωλικό) την 1η Μαρτίου. Ακολουθεί σαν τελευ­ταία αναλαμπή η απαράμιλλη εποποιία της Κλείσοβας στις 25 Μαρτίου, όπου οι Αγαρηνοί παθαίνουν πρωτοφανή πανωλεθρία με πάνω από 3.000 νεκρούς και τραυματίες. 

Αμέσως μετά, φάνηκε μια αμυδρή ελπίδα με την έλευση και πάλι του Στόλου υπό τον άφθαστο Μιαούλη, ο οποίος, όμως, με ελλιπή πληρώματα και ανεπαρ­κή μέσα, δεν κατορθώνει να λύσει το θαλάσσιο βρόχο των πολιορκητών, ενώ προσπάθεια διείσδυσης μικρών πλοιαρίων στη λιμνοθάλασσα με λίγα εφόδια, τη νύχτα της 1ηςπρος 2α Απριλίου, από τυχαίο γεγονός, αποτυγχάνει. 

ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ 

Η πείνα, λοιπόν, αυτός ο αδυσώπητος εχθρός, λυγίζει τα γόνατα των πολιορκη­μένων. 
«…Ευρέθησαν πολλοί εις την σκληράν και αναπόδραστον ανάγκην να φάγωσι και ανθρωπίνας σάρκας…» αφηγείται ο Στρατηγός Νικόλαος Μακρής, γεγονός που σημειώνει και ο Αρτέμιος Μίχος (Οπ.π. σελ. 48). 

Γίνονται σ’ αυτές τις κρίσιμες στιγμές δελεαστικές προτάσεις για παράδο­ση… Κι οι δικοί μας ούτε ν’ ακούσουν. Η αντίστροφη μέτρηση του χρόνου είχε αρχίσει. 
Και όπως υμνωδεί στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» ο Σολωμός: 

«Είν’ έτοιμα στην άσπονδη πλημμύρα των αρμάτων, δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά κι ελεύθεροι να μείνουν, εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το χάρο». 

Έτσι, το πρωί της 6ης Απριλίου συνέρχονται οι Αρχές και παίρνουν την μεγάλη απόφαση να πραγματοποιήσουν Έξοδο, περίπου δύο ώρες μετά το σούρουπο της 10ηςΑπριλίου, Σάββατο του Λαζάρου προς Κυριακή των Βαΐων. Εκτός από τις ρυθμίσεις για την τύχη των λαβωμένων, αρρώστων και αιχμαλώτων, αποφα­σίζουν προς στιγμήν, σύμφωνα με τον Κασομούλη: 


«Να φονεύσωμεν τας γυναίκας και τα μικρά παιδιά επί τω λόγω να μη προδοθούμεν από τα κραυγάς των… και προσέτι δια να μην πέσουν αιχμάλωτοι εις τον εχθρόν». Εξεγείρεται όμως αμέσως η άγια ψυχή του σεβάσμιου Δεσπότη Ιωσήφ των Ρωγών, ο οποίος με αποφασιστική, αλλά και συγκινητική παρέμβαση, αποτρέπει την ανίερη αυτή πράξη και τελικά αποφασίστηκε «οι επιθυμούντες και δυνάμενοι» να ακολουθήσουν τους Εξοδίτες. 

Κι αρχίζουν πλέον πυρετώδεις οι προετοιμασίες για τη λύτρωση… 

Οι άρρωστοι, οι λαβωμένοι και οι γέροντες, μεταφέρονται σε ορισμένα γερά σπίτια και τους προμηθεύουν πολεμοφόδια και νερό. Ο Προεστός γέρο-Καψάλης, γυρίζει στις γειτονιές και προσκαλεί όσους ήθελαν να συναχθούν στα Καψαλέικα, όπου ήταν η κύρια μπαρουταποθήκη. Συμπληρώνει ο Κασομούλης: 

«Έβλεπες έναν αγώνα προετοιμασίας γινόμενον με τόσην αταραξίαν και με γέλια, ώστε ούτε ο έσχατος άνθρωπος δεν εσυλλογίζετο πως έμελλε τάχα να μη σωθή. Και έτρεχαν εις τους δρόμους, άλλοι εδώθεν άλλοι εκείθεν, με τα φανάρια ωσάν τες ημέρες των αγρυπνιών της Μεγάλης Εβδομάδος…». 

Μια συγκλονιστική σκηνή, ανάμεσα στις τόσες που διαδραματίστηκαν, δημο­σιεύτηκε στο βιβλίο «LesfemmesGrecquesauxdamesFrangaises», Paris 1826, για μια τιμημένη Μεσολογγιτοπούλα, την αρραβωνιαστικιά του Εύδοξου Ζαΐμη, κατά την ώρα του αποχωρισμού από το γέροντα πατέρα της: 

«…Όταν τον είδα να με φιλή και να φεύγη προς τις συνοικίες που τις είχαν υπονομεύσει, έτρεξα και κρεμάστηκα απ’ το λαιμό του… Μάταια ο αδελφός μου και ο Εύδοξος πολέμαγαν να με ξεκολλήσουν από πάνω του. Τότε, ο πατέρας έβαλε το χέρι μου μέσα στο χέρι του αρραβωνιαστικού μου, μας ευλόγησε, μας φίλησε ύστερα και τους τρεις και χωρίς να πει λέξη, χάθηκε μέσα στο καραβάνι των γερόντων, που τη στιγμή εκείνη πέρναγε από κει δα…». 

Αρκετοί άρρωστοι και πληγωμένοι αυτοκτονούν. Ο Γεράσιμος Τζόρνας φρά­ζει με το κορμί του την μπούκα του κανονιού του, την περίφημη «Κοψαχείλα» και την πυροδοτεί. Το ίδιο κάνει και ο Μεσολογγίτης πυροβολητής Γιώργος Ρισάνος πάνω στη ντάπια του. Ο Θανάσης Χινόπωρος σκοτώνει τη μνηστή του και ο Θόδωρος Πετροφίλης τη νέα γυναίκα του και αμέσως μετά αυτοκτονούν, ανήμποροι να ακολουθήσουν τους εξερχομένους. 

Στιγμές άφθαστου Εθνικού μεγαλείου ξετυλίγονται. Η παράδοση στον άπιστο ήταν το μεγαλύτερο αμάρτημα και όπως ψάλλει ο Σολωμός: 

«Δεν κλαίγαν για το σκοτωμό 
που θε να σκοτώνονταν 
μον κλαίγαν για το σκλαβωμό 
που θε να σκλαβώνονταν» 

Στο τέλος, μεταλαβαίνουν όλοι των αχράντων μυστηρίων και ανταλλάσσουν ασπασμούς αγάπης, λέγοντας «Καλή αντάμωση στον άλλονε Κόσμο». Και κάποτε έρχεται η μοιραία ώρα «όπου την τρέμει ο λογισμός». 

συνέχεια στο 2ο μέρος